Μενού
  • Α-
  • Α+

Ο Τζορτζ Φλόιντ που δολοφονήθηκε από τον λευκό αστυνομικό Ντέρεκ Σόβιν τον περασμένο Μάιο, τον παρακαλούσε για λίγο αέρα λίγο πριν πεθάνει, ψελλίζοντας «δεν μπορώ να αναπνεύσω». Αυτές του οι λέξεις έγιναν αργότερα το σύνθημα στο στόμα χιλιάδων ανθρώπων που βγήκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν κατά της αστυνομικής βίας. Δεν είναι όμως, ούτε η πρώτη ούτε η μόνη φορά που κάποιο θύμα αστυνομικής βίας αναγκάζεται να παρακαλέσει για λίγο αέρα.

Διαβάστε ακόμη: Τζορτζ Φλόιντ - Ένα σύγχρονο λιντσάρισμα

Ένας αστυνομικός είδε τον Μπάιρον Γουίλιαμς πάνω στο ποδήλατό του στο Λας Βέγκας τον Σεπτέμβριο του 2020. Το ποδήλατο δεν είχε φως και έτσι το περιπολικό που ακολουθούσε τον Μπάιρον, άναψε τη σειρήνα και οι αστυνομικοί του φώναξαν να σταματήσει. Ο Γουίλιαμς πήδηξε σε μία αλάνα και πάνω από έναν τοίχο, μέχρι που τελικά οι αστυνομικοί τον έπιασαν, κόλλησαν το κεφάλι του στο έδαφος και τον κρατούσαν κάτω με τα χέρια και τα γόνατά τους. «Δεν μπορώ να αναπνεύσω» φώναξε 17 φορές. Μάταια. Λίγο αργότερα έχασε τις αισθήσεις του και πέθανε.

Ο Έρικ Γκάρνερ, ένας ακόμα Αφροαμερικανός είχε κι εκείνος ψιθυρίσει τις ίδιες λέξεις το 2014 όταν ένας αστυνομικός τον σταμάτησε επειδή πωλούσε αφορολόγητα τσιγάρα σε ένα πεζοδρόμιο της Νέας Υόρκης. 

Εκατοντάδες περιστατικά αστυνομικής βίας παρέμειναν άγνωστα

«Δεν μπορώ να αναπνεύσω». Οι λέξεις που είπε ο Τζορτζ Φλόιντ πριν πεθάνει έγιναν κραυγή στα στόματα εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που ζητούσαν αστυνομική μεταρρύθμιση, εν μέσω οργής για τα αυξανόμενα ποσοστά θανάτων των Αφροαμερικανών από αστυνομικούς.

Όμως, ενώ οι υποθέσεις των Γκάρνερ και Φλόιντ σόκαραν τις ΗΠΑ, δεκάδες ακόμα περιστατικά, με τον ίδιο παρονομαστή, την αστυνομική βία, δεν έγιναν γνωστά. Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times, τουλάχιστον 70 άνθρωποι πέθαναν κατά τη διάρκεια σύλληψής τους λέγοντας τις ίδιες ακριβώς λέξεις: «Δεν μπορώ να αναπνεύσω».

Περισσότερα από τα μισά θύματα της αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ είναι μαύροι και η ηλικία τους κυμαίνεται από 19 έως 65 ετών.

Δεκάδες βίντεο, δικαστικά έγγραφα, αυτοψίες και αστυνομικές αναφορές που εξετάστηκαν σχετικά με αυτές τις υποθέσεις - που αφορούν σε δεκάδες (αν όχι εκατοντάδες) ανθρώπων που πέθαναν έπειτα από συμπλοκή με αστυνομικούς στο δρόμο, στις τοπικές φυλακές ή στα σπίτια τους - δείχνουν ένα μοτίβο επιθετικών πρακτικών εκ μέρους των ανδρών της αστυνομίας οι οποίοι αγνοούσαν τους ισχύοντες κανονισμούς ασφαλείας.

Σε αρκετές από τις υποθέσεις αστυνομικής βίας που τα θύματα ψέλλισαν «Δεν μπορώ να αναπνεύσω», οι αξιωματικοί τα παγίδευσαν πατώντας τα στο λαιμό, τα έδεσαν, τα χτύπησαν πολλές φορές με τέιζερ ή κάλυψαν τα κεφάλια τους με  κουκούλες. Τις περισσότερες φορές, οι αστυνομικοί τους κρατούν παγιδευμένους στο έδαφος, χρησιμοποιώντας το σωματικό τους βάρος.

Μεταξύ αυτών που πέθαναν μετά τη φράση «δεν μπορώ να αναπνεύσω» ήταν ένας χημικός μηχανικός στο Μισισιπή, ένας πρώην κτηματομεσίτης στην Καλιφόρνια, ένας κρεοπώλης στη Φλόριντα και ένας ντράμερ σε εκκλησία της Ουάσινγκτον. Κάποιος ήταν στρατιώτης που είχε επιβιώσει από δύο θητείες στο Ιράκ, μία νοσοκόμα και ένας γιατρός.

Στις μισές περίπου υποθέσεις «Δεν μπορώ να αναπνεύσω», που εξέτασαν οι The Times, τα θύματα, συμπεριλαμβανομένου του Γουίλιαμς, ήταν ήδη σε κίνδυνο λόγω χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Άλλοι είχαν προβλήματα ψυχικής υγείας ή ιατρικά προβλήματα όπως πνευμονία ή καρδιακή ανεπάρκεια και κάποιοι προσπάθησαν να διαφύγουν ή να παλέψουν με τους αστυνομικούς.

Τα αστυνομικά τμήματα απαγορεύουν επικίνδυνες τακτικές αλλά οι αστυνομικοί βρίσκουν δικαιολογίες

Αρκετά αστυνομικά τμήματα σε όλες τις ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει τη χρήση τέτοιων επικίνδυνων πρακτικών κατά τη σύλληψη κρατουμένων ή τις έχουν περιορίσει αλλά κάποιες φορές οι αστυνομικοί τις μεταχειρίζονται επικαλούμενοι φόβο κατά της ζωής τους.

Οι πολλές παρόμοιες υποθέσεις αποδεικνύουν ότι οι αστυνομικοί συχνά πιστεύουν ότι όταν ένα άτομο υπό κράτηση λέει «δεν μπορώ να αναπνεύσω» είτε ψεύδεται είτε υπερβάλλει. Οι αστυνομικοί, οι οποίοι για γενιές έχουν διδαχθεί ότι ένα άτομο που μπορεί να μιλήσει μπορεί επίσης να αναπνέει, χρησιμοποιούν συχνά αυτή τη δικαιολογία για να απορρίψουν καταγγελίες συλληφθέντων που πέθαναν στα χέρια τους.

Αρκετές είναι οι φορές που οι αυτοψίες έδειξαν σχέση ανάμεσα στις ενέργειες των αστυνομικών και το θάνατο των κρατουμένων που πάλευαν για λίγο αέρα ακόμα και αν άλλα ιατρικά ζητήματα ή η χρήση ναρκωτικών έπαιξε κάποιο ρόλο. Ωστόσο, οι κυβερνητικές έρευνες συχνά κατέληγαν ότι οι κρατούμενοι λειτουργούσαν απρόβλεπτα ή επιθετικά και ότι, ως εκ τούτου, οι αξιωματικοί δικαιολογούνταν για τη χρήση υπέρμετρης βίας. Μόνο ένα μικρό ποσοστό αστυνομικών αντιμετώπισε ποινικές κατηγορίες και σχεδόν κανένας δεν έχει καταδικαστεί.

Στην περίπτωση του Γουίλιαμς στο Λας Βέγκας πέρυσι, οι Αρχές έκριναν ότι οι αξιωματικοί δεν παραβίασαν το νόμο. «Οι αξιωματικοί δεν είναι γιατροί και μπορεί να πιστεύουν ότι κάποιος που λέει “δεν μπορώ να αναπνεύσω” μπορεί να προσπαθεί να δραπετεύσει» υποστήριξε ο Έρικ Λόιντ της μητροπολιτικής αστυνομίας του Λας Βέγκας.

Για να αποφευχθούν παρόμοια περιστατικά αστυνομικής βίας, οι αστυνομικοί καλούνται πια να πιάνουν τους κρατούμενους από το στομάχι και από τα πλευρά τους και σε καθιστή ή όρθια θέση. Έχουν επίσης οδηγία να καλούν ιατρική βοήθεια εάν κάποιος έχει ακανόνιστη αναπνοή.

Για τους συγγενείς των θυμάτων που πέθαναν υπό παρόμοιες συνθήκες κατά την αστυνομική κράτηση, το να παρακολουθούν το βίντεο της σύλληψης του Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεάπολη τον Μάιο του 2020, ήταν οδυνηρά οικείο. 

Η σύζυγος του Μάρσαλ Μάιλς, που πέθανε το 2018 στο Σακραμέντο όταν ο σερίφης τον κάρφωσε στο έδαφος, στερώντας του τη δυνατότητα να αναπνεύσει, δήλωσε ότι όταν είδε το βίντεο του Φλόιντ ένιωσε ανακούφιση και πόνο ταυτόχρονα.

https://www.instagram.com/p/CPSf1QsKfmP/?utm_source=ig_embed&utm_campaign=loading

Πηγή: Chicago Tribune

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA