Μενού
  • Α-
  • Α+

Ηταν η 26η Απριλίου 1986 όταν ο κόσμος γινόταν μάρτυρας του χειρότερου πυρηνικού ατυχήματος στην ανθρώπινη ιστορία. Στις 1:23 τα ξημερώματα εκείνης της μέρας, κατά τη διάρκεια μιας προγραμματισμένης δοκιμής συστήματος ασφαλείας, που περιελάμβανε διακοπή της ηλεκτρικής ενέργειας λόγω ελαττωματικού σχεδιασμού του αντιδραστήρα και σειράς σφαλμάτων χειρισμού, ο πυρήνας του αντιδραστήρα στη Μονάδα 4 του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ αντιμετώπισε τεράστια αλλαγή ισχύος. 

Μέσα σε δευτερόλεπτα, η παραγωγή ενέργειας του πυρήνα του αντιδραστήρα αυξήθηκε κατά περισσότερο από 100 φορές συνοδευόμενη από ατμούς και ακολουθούμενη από έκρηξη υδρογόνου, που κυριολεκτικά έσκισε την οροφή του κτιρίου του αντιδραστήρα. Οι φλόγες από το ατύχημα μαίνονταν για 10 μέρες, εκτοξεύοντας ραδιενεργά νέφη από το λιωμένο πυρηνικό καύσιμο και τον πυρήνα του αντιδραστήρα ψηλά στην ατμόσφαιρα, με τη ραδιενέργεια να απλώνεται σε μεγάλο μέρος του βορείου ημισφαιρίου

Ο εφιάλτης του Τσερνόμπιλ

Από τότε πέρασαν 36 ολόκληρα χρόνια όμως ο εφιάλτης του Τσερνόμπιλ επέστρεψε πάλι στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο καθώς ο «πληγωμένος» πυρηνικός σταθμός βρέθηκε στο στόχαστρο του ρωσικού στρατού. Πρώτα με τις συγκρούσεις για την κατάληψή του και στη συνέχεια με τη διακοπή της ηλεκτροδότησης των εγκαταστάσεων, εξέλιξη, που σήμανε συναγερμό στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από το ατύχημα αυτό και εκατοντάδες χιλιάδες τα σπίτια τους ενώ εκατομμύρια εγκατέλειψαν τεράστιες περιοχές για να αποφύγουν τη ραδιενεργή έκθεση. Συνολικά 200 χωριά και πόλεις στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία εξαφανίστηκαν από τον χάρτη.

Η έκρηξη στον πυρηνικό σταθμό απελευθέρωσε στο περιβάλλον 100 ραδιενεργά ισότοπα, τα πιο σημαντικά από τα οποία ήταν το Ιώδιο-131, το Στρόντιο-90, το Καίσιο-137 και το Πλουτώνιο-239, 240 και -241. Ενώ ο χρόνος ημιζωής του Ιωδίου-131 είναι μόνο 8 ημέρες, το Στρόντιο-90 και το Καίσιο-137 έχουν χρόνο ημιζωής 29 και 30 χρόνια αντίστοιχα, ενώ ο χρόνος ημιζωής για το Πλουτώνιο-239 φτάνει τα 24.000 χρόνια. Εχει υπολογιστεί ότι σχεδόν το 40% της ευρωπαϊκής επικράτειας μολύνθηκε από το Καίσιο-137, επηρεάζοντας τη ζωή περίπου 400 εκατομμυρίων ανθρώπων. Περίπου 600.000 Σοβιετικοί επιστρατεύτηκαν για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες του ατυχήματος την τριετία 1986–1989. Από αυτό τον αριθμό 240.000 εργάστηκαν απευθείας στον αντιδραστήρα και στη ζώνη αποκλεισμού λαμβάνοντας υψηλές αρχικές δόσεις ακτινοβολίας. Αλλοι παρέμειναν σε μακροχρόνια έκθεση σε ακτινοβολία χαμηλής δόσης, αλλά σε επίπεδα πολύ πάνω από το κανονικό.

Τι επέφερε το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ

Το οικονομικό κόστος του ατυχήματος στο Τσερνόμπιλ υπήρξε δυσθεώρητο. Εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια δαπανήθηκαν για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της έκρηξης ή καταγράφηκαν ως οικονομική ζημία από αυτή. Η Ουκρανία, στο έδαφος της οποίας βρίσκεται η πυρηνική εγκατάσταση, πλήρωσε το μεγαλύτερο τίμημα. Τη δεκαετία του ’90 η χώρα ξόδευε έως και το 15% του προϋπολογισμού της στα προγράμματα αποκατάστασης και προστασίας από το Τσερνόμπιλ, δαπάνη, που μειώθηκε στο 7% του κρατικού προϋπολογισμού τη δεκαετία του 2000. Από το 1991 έως το 2015, οι δαπάνες της Ουκρανίας στον λογαριασμό του Τσερνόμπιλ ανήλθαν σε περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Οσον αφορά στις έμμεσες οικονομικές απώλειες από το ατύχημα, η ουκρανική κυβέρνηση τις έχει υπολογίσει σε 232 δισ. δολάρια στο διάστημα των 25 χρόνων μετά την έκρηξη του 1986. Αντίστοιχα, η Λευκορωσία δαπάνησε τη δεκαετία του ’90 το 22% του κρατικού προϋπολογισμού της για να περιορίσει τις συνέπειες το πυρηνικού συμβάντος διαθέτοντας 13 δισ. δολάρια για το σκοπό αυτό μεταξύ 1991 και 2003. 

Πώς πέρασε στο Κίεβο το Τσερνόμπιλ

Είχε προηγηθεί η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1991 με την πυρηνική εγκατάσταση να περνά στα χέρια του Κιέβου. Τον Νοέμβριο του 2016, η ουκρανική κυβέρνηση εγκαινίασε την αψιδωτή κατασκευή, που καλύπτει τη Μονάδα 4 και την παλιά τσιμεντένια σαρκοφάγο, που χτίστηκε βιαστικά στον αντιδραστήρα λίγο μετά το ατύχημα. Η αψίδα αυτή, με προβλεπόμενη διάρκεια ζωής τουλάχιστον 100 ετών, είναι η μεγαλύτερη επίγεια κινητή κατασκευή με στόχο να αποκλείσει ερμητικά τη Μονάδα 4 από το περιβάλλον. 

Για τη χρηματοδότηση αυτού του γιγαντιαίου έργου συγκεντρώθηκαν πόροι άνω του 1,6 δισ ευρώ προερχόμενοι από συνεισφορές 45 χωρών και οργανισμών, μεταξύ των οποίων, και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ο μεγαλύτερος δωρητής και ο διαχειριστής του ταμείου. Η σύγχρονη αψίδα προστασίας του σταθμού περιλαμβάνει βοηθητικές κατασκευές, όπως εγκαταστάσεις ιατρικής και ακτινοπροστασίας, ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης δεδομένων ακτινοβολίας και σεισμικών δραστηριοτήτων, πληροφορίες για τη δομική ακεραιότητα της παλιάς σαρκοφάγου και άλλες σημαντικές παραμέτρους ασφαλείας.

Αυτή τη στιγμή το 95% του αρχικού πυρηνικού καυσίμου στη Μονάδα 4 του Τσερνόμπιλ βρίσκεται θαμμένο στον πυρήνα του αντιδραστήρα. Πρόκειται για 170 τόνους ακτινοβολημένων ράβδων καυσίμου μαζί με άμμο, που πετάχτηκε το 1986 στον πυρήνα για να σβηστεί η φωτιά, που έχουν λιώσει και αποτελούν ενεργό κίνδυνο για την ανθρωπότητα. Πριν την κατασκευή της σύγχρονης αψίδας, το νερό, που περνούσε από ρωγμή της τσιμεντένιας σαρκοφάγου θα μπορούσε να πυροδοτήσει πυρηνική δραστηριότητα ενώ οι επιστήμονες ανησυχούσαν συνολικά για τη στατικότητά της.

Μετά το ατύχημα στη Μονάδα 4, οι άλλοι τρεις αντιδραστήρες συνέχισαν να λειτουργούν, μέχρι που τελικά έκλεισαν σταδιακά μέχρι το 2000. Ενας άλλος μεγάλος κίνδυνος, που ανέκυψε τότε, ήταν η τύχη των 5 γεμάτων δεξαμενών υγρών ραδιενεργών αποβλήτων του σταθμού. Για το λόγο αυτό χρηματοδοτήθηκε η κατασκευή μιας μονάδας επεξεργασίας υγρών ραδιενεργών αποβλήτων και μιας εγκατάστασης για την αποθήκευση τους για διάστημα έως και 100 χρόνων. Η εγκατάσταση επεξεργασίας για τη στερεοποίηση των υγρών πυρηνικών αποβλήτων και την τοποθέτησή τους σε βαρέλια των 200 λίτρων ολοκληρώθηκε το 2018. Η πρώτη αποθήκευση μιας μικρής ποσότητας μέσα σε σφραγισμένες τσιμεντένιες κατασκευές πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 2020 ενώ τον Απρίλιο του 2021, η ουκρανική ρυθμιστική αρχή χορήγησε την άδεια για την έναρξη λειτουργίας πλήρους κλίμακας μεταφοράς αναλωμένου καυσίμου από τις δεξαμενές στην αποθήκευση. 

Ο σχεδιασμός πριν τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία

Ο σχεδιασμός της ουκρανικής κυβέρνησης, πριν την έναρξη της ρωσικής εισβολής, ήταν να σταματήσει να επιστρέφει το χρησιμοποιημένο πυρηνικό της καύσιμο στη Ρωσία και να το αποθηκεύει εντός της χώρας, ως μέτρο εξοικονόμησης κόστους και ως τρόπο να ελαχιστοποιήσει την εξάρτηση του πυρηνικού της τομέα από τη Μόσχα. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, που υπήρχε, η ολοκλήρωση της αποσυναρμολόγησης του πιο ραδιενεργού εξοπλισμού των Μονάδων 1, 2 και 3 του Τσερνόμπιλ αναμενόταν έως το 2022. Οσον αφορά στο στάδιο της συντήρησης των 3 αυτών αντιδραστήρων για τη μείωση της ακτινοβολίας στο περιβάλλον σε αποδεκτά επίπεδα θα διαρκέσει έως το 2045 ενώ η πλήρης αποξήλωση των αντιδραστήρων και ο καθαρισμός του χώρου θα ολοκληρωθεί το 2065.

Στο μεταξύ, το 2004 η ουκρανική κυβέρνηση ίδρυσε την κρατική υπηρεσία Διαχείρισης Ζώνης Αποκλεισμού με στόχο την ανάπτυξη της αποκλεισμένης περιοχής σε ακτίνα 30 χλμ. από τον πυρηνικό σταθμό. Η αρχική ιδέα ήταν το μέρος αυτό να γίνει πόλος έλξης επισκεπτών καθώς το μυστήριο γύρω από το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ εξακολουθεί να προκαλεί παγκόσμιο ενδιαφέρον τόσα χρόνια μετά. Η εντυπωσιακή επισκεψιμότητα, που καταγραφόταν στην περιοχή, πριν την έναρξη του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, το επιβεβαιώνει. Από τους μόλις 1.000 τολμηρούς, που βρέθηκαν στη ζώνη αποκλεισμού τη χρονιά του 2004 οι επισκέπτες έφτασαν τους 200.000 το 2019. 

Η θεαματική ανταπόκριση είχε οδηγήσει τις ουκρανικές αρχές στην προώθηση όλων των απαραίτητων ενεργειών ώστε η ζώνη αποκλεισμού να χαρακτηριστεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, εξέλιξη, που, όπως υπολογιζόταν, θα προσέλκυε 1 εκατομμύριο επισκέπτες κάθε χρόνο παρά το γεγονός ότι η περιοχή παραμένει ένα από τα πιο μολυσμένα με ραδιενέργεια μέρη στη Γη. Βέβαια, η διεθνής επιστημονική κοινότητα δεν ήταν εξαρχής θετική στην τουριστική εκμετάλλευση της ζώνης αποκλεισμού καθώς η παρουσία χιλιάδων επισκεπτών στην περιοχή θα τους εξέθετε σε ραδιενεργή σκόνη αλλά και θα αλλοίωνε το μοναδικό περιβάλλον στον κόσμο, στο οποίο οι επιστήμονες διεξάγουν έρευνα για τις διαχρονικές επιπτώσεις της ακτινοβολίας στη χλωρίδα και την πανίδα. Σε κάθε περίπτωση, στο πλαίσιο ανάπτυξης της ζώνης αποκλεισμού, ορισμένα απειλούμενα είδη, μεταξύ των οποίων ο ευρωπαϊκός βίσωνας και άγρια άλογα, απελευθερώθηκαν στην περιοχή με τους επιστήμονες πάντως να καταγράφουν στην πανίδα, που διαβιεί, γύρω από το Τσερνόμπιλ γενετικές μεταλλάξεις λόγω της ακτινοβολίας. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA