Μενού
  • Α-
  • Α+

Μετά την ολοκλήρωση των έργων στο Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου, το οποίο αποτελεί αρχιτεκτονικό, ιστορικό και πολιτιστικό τοπόσημο για την ανάδειξη της αστικής φυσιογνωμίας της Αθήνας, στην τελική ευθεία βρίσκεται και η έκθεση της συλλογής Λοβέρδου. Στο ανακαινισμένο Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου, που βρίσκεται στην οδό Μαυρομιχάλη, στο κέντρο της Αθήνας, έκαναν αυτοψία την Τρίτη, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λ. Μενδώνη, ο περιφερειάρχης Αττικής Γ. Πατούλης και ο γενικός γραμματέας Πολιτισμού Γιώργος Διδασκάλου, συνοδευόμενοι από την διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αικατερίνη Δελλαπόρτα.

«Είμαστε στο Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου, το οποίο ετοιμάζεται να υποδεχθεί το κοινό, τις επόμενες εβδομάδες. Το Μέγαρο λειτουργεί ως παράρτημα του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών και αυτή τη στιγμή είναι σε εξέλιξη οι εργασίες της έκθεσής του. Το Μέγαρο αποκαταστάθηκε από τις υπηρεσίες του υπουργείου, με χρηματοδότηση από το ΠΕΠ Αττικής, ενώ η έκθεση, που τώρα ολοκληρώνεται, υλοποιείται με χρηματοδότηση από το ΥΠΠΟΑ», τόνισε μεταξύ άλλων η Λίνα Μενδώνη, η οποία ευχαρίστησε τον περιφερειάρχη Γιώργο Πατούλη «για την εξαιρετική συνεργασία, που έχουμε αναπτύξει προς όφελος του Πολιτισμού, αλλά και της Αττικής, όπως επίσης, εκτός από τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ τις υπηρεσίες της Περιφέρειας Αττικής, και τη Διαχειριστική Αρχή της».

Ο Γιώργος Πατούλης χαρακτήρισε το Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου «έναν πολιτιστικό θησαυρό που σε λίγο καιρό θα αποδοθεί στους πολίτες της Αττικής, αλλά και στους επισκέπτες της πόλης μας». Σημείωσε πως «είναι σημαντικό να αποκαλύπτονται τέτοιου είδους πολιτιστικά και ιστορικά μνημεία τα οποία έχουν συμβάλει στην αστική φυσιογνωμία της Αθήνας».

Η ιστορία του Μεγάρου Τσίλλερ

Το Μέγαρο βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Μαυρομιχάλη 6, και χτίστηκε το 1882 ως κατοικία του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ. Η πρόσοψή του κοσμείται από κεφαλές Καρυάτιδων. Είναι υπόδειγμα δωρικής ελληνικής νεοκλασσικής αρχιτεκτονικής. Ο Κεφαλλονίτης τραπεζίτης και συλλέκτης Διονύσιος Π. Λοβέρδος αγόρασε το Μέγαρο το 1912, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως κατοικία, αλλά και ως μουσείο, για να εκθέσει τις πλούσιες συλλογές του.

Το 1930 ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος επιμελήθηκε το ιδιωτικό Μουσείο Βυζαντινής Τέχνης του Διονυσίου Π. Λοβέρδου, με τροποποιήσεις και προσθήκες, όπως το «παρεκκλήσι» χωρίς ανοίγματα, με τρούλο και οκταγωνικό τύμπανο και την αίθουσα με τους μαρμάρινους κίονες. Στην καρδιά της νεοκλασικής οικίας βρίσκεται το Ελληνικό Δωμάτιο (συνένωση δύο ημιυπόγειων), η αίθουσα δεξιώσεων στην οποία ο Δ. Λοβέρδος υποδεχόταν την πνευματική αφρόκρεμα της εποχής του.

Κοσμείται με στοιχεία σκυριανής και ηπειρωτικής αρχιτεκτονικής παράδοσης, ευθυγραμμισμένα τζάκια, από ξύλινη επένδυση. Η Αγγελική Χατζημιχάλη η οποία επιμελήθηκε τη διακόσμηση, επέλεξε έργα λαϊκής τέχνης όπως και από τη Μικρά Ασία τα κεραμικά ΙΣΝΙΚ, προκειμένου να δώσει ανάγλυφο το παράδειγμα της παραδοσιακής τέχνης.

Επισκέψιμο μόλις τα επιδημιολογικά δεδομένα το επιτρέψουν

Το Μέγαρο έγινε, δωρεά εν ζωή στο ελληνικό δημόσιο το 1979 και το 1992, από τις κόρες του Διονύσιου Λοβέρδου, Μαρία Λοβέρδου και Ιωάννα Βασιλειάδη, με διαχειριστή το υπουργείο Πολιτισμού, για λογαριασμό του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, με σκοπό τη δημιουργία του Μουσείου. Οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να δουν φωτογραφικό υλικό από την πρότερη κατάσταση του κτηρίου αλλά και πορτρέτα του Διονυσίου Λοβέρδου φιλοτεχνημένα από γνωστούς ζωγράφους.

Το Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου θα είναι επισκέψιμο για το κοινό μόλις τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας το επιτρέψουν. Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Αττική» 2007-2013 και 2014-2020. Ο συνολικός προϋπολογισμός είναι 5.220.696 ευρώ, ενώ η Α' φάση χρηματοδοτήθηκε από το ΠΕΠ Αττικής 2007-2013 με 3.600.000 ευρώ, και η Β' Φάση από το ΠΕΠ Αττικής 2014-2020 με το ποσό των 1,765.075,05 ευρώ.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA