O Άκης Πάνου έζησε και πέθανε με το δικό του σύστημα αξιών. Πήρε το νόμο στα χέρια του, μαζί και τη ζωή του συντρόφου της κόρης του, κι ύστερα πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μεταξύ φυλακής και νοσοκομείων, παλεύοντας με τον καρκίνο. Μέχρι τότε, δεν σταμάτησε να γράφει, ακόμα και μέσα στη φυλακή, στίχους και τραγούδια. Ο Άκης Πάνου έγραψε ένα σωρό λαϊκά τραγούδια που σήμερα θεωρούνται κλασικά. Συγκεκριμένα, έγραψε τραγούδια για τούς Πρόδρομο Τσαουσάκη, Γιώτα Λύδια, Πάνο Γαβαλά, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Μιχάλη Μενιδιάτη, Χαρούλα Λαμπράκη, Στράτο Διονυσίου, Βίκυ Μοσχολιού, Στέλιο Καζαντζίδη, Γιώργο Χατζηαντωνίου, Βούλα Γκίκα, Μαρινέλλα, Γιώργο Μαρίνο, Δημήτρη Μητροπάνο, Πόλυ Πάνου, Τόλη Βοσκόπουλο και πολλούς ακόμα λαϊκούς ερμηνευτές.
Επιπλέον, ο Άκης Πάνου έγινε γνωστός και για την ειλικρίνεια του. Δεν «μάσαγε» τα λόγια του για κανέναν, δεν δίστασε να συγκρουστεί ακόμα και με τον Μάνο Χατζιδάκι, σε μια ανταλλαγή αλληλογραφίας που διακατέχεται από ευγένεια και αλληλοσεβασμό και αποτελεί κόσμημα για την ελληνική γλώσσα, με την έμμετρη γραφή της. Δεν δίστασε όμως, να μιλήσει και με πολύ σκληρά λόγια, για Έλληνες τραγουδιστές και τραγουδίστριες, που ο ίδιος θεωρούσε ότι δεν μπορούσαν να διαδεχθούν έναν ερμηνευτή όπως ο Στέλιος Καζαντζίδης. Και το έκανε σε μια εποχή που ο ίδιος ο Καζαντζίδης βίωνε την πιο σκληρή δοκιμασία της ζωής του, όταν βρισκόταν σε διένεξη με γνωστή δισκογραφική εταιρεία, με την οποία είχε συνάψει συμβόλαιο.
Μέσα από τη συνέντευξη που ο ίδιος έδωσε στην Όλγα Μπακομάρου, για το περιοδικό Γυναίκα το 1983, σταχυολογούμε δηλώσεις:
Για την φράση «όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σ' ένα καζάνι, μισό Καζαντζίδη δεν βγάζουνε»
«Θα μπορούσα να το πω μ' άλλον τρόπο, αλλά το είπα έτσι, μια κι έξω, για να διαρρήξω τις σχέσεις μου μαζί τους, γιατί δεν θέλω να έχω σχέσεις με δαύτους. Και το επαναλαμβάνω όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σ' ένα καζάνι, μισό Καζαντζίδη δεν βγάζουνε, Κι αν πιάσω και τη συμπεριφορά τους και τη βάλω κάτω, ούτε μισό άνθρωπο Καζαντζίδη δεν βγάζουνε».
«Δεν ήταν σχήμα λόγου λοιπόν, το εννοούσατε» ρωτάει η δημοσιογράφος:
«Αν το εννοούσα! Ο Καζαντζίδης είναι πρώτα-πρώτα, ο κατ'εξοχήν άντρας τραγουδιστής, ο μοναδικός που η φωνή του σε όλη την τονική της έκταση δεν χάνει πουθενά την ανδρική της χροιά για να γίνει γυναικεία, όπως γίνεται του Μπιθικώτση ή του Νταλάρα, για παράδειγμα. Από κει και πέρα, να πάρω την άρθρωση του Καζαντζίδη, να πάρω τα φυσικά του προσόντα, τον όγκο της φωνής του, που την ώρα που ανοίγει το στόμα του μπουκώνουν τα μηχανήματα; [...]»
«Ότι υπάρχει ένας τραγουδιστής σαν τον Καζαντζίδη σημαίνει μήπως ότι δεν μπορούν να βγουν κι άλλοι, «μικρότεροι» έστω, τραγουδιστές ή ότι πρέπει να εξαφανιστούν οι υπάρχοντες;» ρωτάει η δημοσιογράφος
«Δεν είπα εγώ τέτοιο πράγμα. Ν`αναγνωρίσουν όμως ότι του χρωστάνε του Καζαντζίδη. Και όχι να λένε ότι έχει αποσυρθεί για να συντηρήσει το θρύλο του. Γιατί δεν κάνουν κι αυτοί το ίδιο; Πού δεν φεύγουν, αλλά χάνονται για ένα διάστημα και τους ξεχνάει και η μάνα τους; Και βγήκανε στην τηλεόραση η Αλεξίου, η Γαλάνη, ο Παπακωνσταντίνου, συν ο νεοπροσληφθείς Μητσιάς, τέσσερις τραγουδιστές της Μίνως, σαν εκπρόσωποι των Ελλήνων τραγουδιστών, για να πουν ότι τους θίγει ο Καζαντζίδης. Τα παιδάκια τη δουλειά τους κάνανε».
Για τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Χατζιδάκι:
«Ο Χατζιδάκις είναι πιο του εαυτού του, πιο ατόφιος, πιο αυθεντικός. Ο Θεοδωράκης όσον αφορά την φήμη του είναι δυσανάλογη με την αξία του. Αλλά είχε την εύνοια της εταιρείας, η οποία έριχνε όλους τους άλλους, προκειμένου να τον αναδείξει».
«Για τους λεγόμενους επίγονους του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι, τον Ξαρχάκο, τον Μούτση, τι έχετε να πείτε» τον ρωτάει η Όλγα Μπακομάρου, διαφωνόντας ανοικτά με τους χαρακτηρισμούς του Πάνου για τον Θεοδωράκη.
«Δεν ξέρω αν είναι μικροί ή μεγάλοι συνθέτες αυτοί οι δύο, πάντως στα μέτρα τους είναι πιο προσωπικοί. Ο Μούτσης είναι και λιγάκι ρεμπέτης. ο Ξαρχάκος είναι Αθηναίος κανταδόρος, παρεξηγημένος λίγο».
Επιστροφή στον Καζαντζίδη
Αφού στην ίδια συνέντευξη ο Πάνου έχει μιλήσει με απαξιωτικά λόγια για τον Θάνο Μικρούτσικο («το παχύ γουρουνάκι της Καρέζη και της Βουγιουκλάκη) και με σεβασμό για τον Διονύση Σαββόπουλο («έναν άνθρωπο με δική του τρέλα»), η συζήτηση επιστρέφει στον Καζαντζίδη:
«Τουλάχιστον ποιόν βάζετε μετά τον Καζαντζίδη;» τον ρωτάει η Όλγα Μπακομάρου:
«Αυτός που ψήνεται, κι αν θέλει, θα αφήσει ιστορία, είναι ο Διονυσίου»
«Μετά τον Διονυσίου;»
«Κοιτάξτε, στο ελληνικό τραγούδι υπήρξανε σχολές. Υπήρξαν ένα μάτσο τραγουδιστές που καζαντζιδοφέρνανε και που εξαφανίστηκαν όλοι. Ο Διονυσίου ήταν κάτι άλλο, κάτι ανάμεσα στον Καζαντζίδη και τον Γαβαλά, και γι' αυτό γλίτωσε. Υπήρξε ακόμα η σχολή του Γαβαλά, η σχολή του «τραγουδήστε για τη γυναίκα» που ίσως σήμερα τον αντικατέστησε ο Πάριος. Υπάρχει η σχολή του Μπιθικώτση, που έχει υποκατάστατα το Νταλαράκι, τον Μητσιά, τον Κόκοτα, τον Καλαντζή, είναι οι μπιθικοτραγουδιστές. Για τα αυτιά τα δικά μου, μ' αρέσει πιο πολύ ο Μητσιάς από τον Νταλάρα, είναι πιο συνεπής τραγουδιστής, πιο στρογγυλός».
Με πληροφορίες από το βιβλίο «Ωσεί Παρόντες» της Όλγας Μπακομάρου, εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, 2019,
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.