«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο ''Ναι'' ή το μεγάλο το ''Όχι'' να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος το 'χει έτοιμο μέσα του το ''Ναι'' και λέγοντάς το πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του. Ο αρνηθείς δεν μετανιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι, ''Όχι'' θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει εκείνο τ' ''Όχι'' — το σωστό — εις όλην την ζωή του».
Αν υπάρχει ένα ποίημα που ταιριάζει απόλυτα στη ζωή της Νίκης Τριανταφυλλίδη, τότε σίγουρα είναι αυτό του Κωνσταντίνου Καβάφη που μόλις διαβάσατε.
«Δεν προσαρμόζομαι εύκολα γιατί δεν κάνω συμβιβασμούς στη ζωή μου και επειδή τη ζωή μας την διαμορφώνουμε συνήθως οι ίδιοι, είμαι αρνητική σε κάθε συμβιβασμό», είχε πει σε μία συνέντευξη που είχε δώσει το 1969 στο περιοδικό «Ρομάντζο».
Η χαρισματική ηθοποιός έκανε μία σκληρή επιλογή: Να παραμείνει αμετακίνητη στις θέσεις της και τα πιστεύω της μέχρι το τέλος της ζωής της. Γνώριζε ότι αυτό θα έχει κόστος. Γνώριζε ότι ο δρόμος θα ήταν πιο εύκολος αν... έβαζε νερό στο κρασί της. Αλλά δεν το έκανε. Και κάπως έτσι έζησε τα τελευταία της χρόνια φτωχή και ξεχασμένη από συναδέλφους και επίσημη πολιτεία αλλά και λησμονημένη και «φίλους».
Η ξεχωριστή Νίκη Τριανταφυλλίδη
Η Νίκη Τριανταφυλλίδη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου 1942. Πατέρας της ήταν ο συνθέτης Πάνος Τριανταφυλλίδης και κάπως έτσι οι επαφές με την τέχνη και τους ανθρώπους της ήταν αναπόφευκτη. Έτσι και αλλιώς και ο ίδιος της ο πατέρας την «έσπρωχνε» προς αυτή την κατεύθυνση.
Κάπως έτσι, σχεδόν φυσιολογικά, η Νίκη Τριανταφυλλίδη βρέθηκε να σπουδάζει στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και τη σχολή του Πέλου Κατσέλη όπου από πολύ νωρίς έδειξε δείγματα του ταλέντου που είχε στην υποκριτική.
Παράλληλα, ήταν μία πανέμορφη και πολύ εκφραστική κοπέλα. Όλα αυτά μαζί της άνοιξαν τις πόρτες εύκολα και γρήγορα. Ήδη στα 20 της χρόνια έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στη βραβευμένη αντιπολεμική ταινία του Τάκη Κανελλόπουλου Ουρανός.
Την αμέσως επόμενη χρονιά, το 1963, πήρε και τον πρώτο της ρόλο στη θεατρική παράσταση «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα με τον θίασο της Αλέκας Κατσέλη.
Μετά το εντυπωσιακό ξεκίνημα, οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλο. Αλλά η Νίκη Τριανταφυλλίδη είναι ένα πνεύμα ανήσυχο που ψάχνει διαρκώς το κάτι παραπάνω. Έτσι, το 1970 κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, για την ταινία μικρού μήκους Συνηθισμένο μου όνειρο, στην οποία εκτός από την ίδια έπαιζαν και οι σκηνοθέτες Παντελής Βούλγαρης και Θόδωρος Αγγελόπουλος.
Το 1971 το Κέντρο Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου της απένειμε το βραβείο Μαρίκα Κοτοπούλη ως την καλύτερη ηθοποιό της εκείνης της σεζόν όπου, μάλιστα, έκανε και μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της αφού πρωταγωνίστησε μαζί με τον Νίκο Κούρκουλο στον «Αστραπόγιαννο».
Το 1973 και ενώ δείχνει κυριολεκτικά ασταμάτητη κάνει όχι μία, όχι δύο αλλά τρεις τηλεοπτικές δουλειές στην ΕΙΡΤ και την ΥΕΝΕΔ! «Από την άλλη όχθη», «Εν τούτω νίκα» και «Αστυνομικές ιστορίες».
Δείχνει σαν να μπορεί να κάνει τα πάντα. Παίζει στο θέατρο, πρωταγωνιστεί στον κινηματογράφο, μπαίνει στα σπίτια των Ελλήνων μέσα από τις τηλεοπτικές τους οθόνες και ταυτόχρονα σκηνοθετεί! Παράλληλα, εκείνη την παραγωγικότατη για εκείνην περίοδο παντρεύτηκε τον ηθοποιό Κώστα Μεσσάρη. Ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ αλλά ήταν η αφορμή για να έρθει στη ζωή (το 1971) η κόρη του ζευγαριού η ηθοποιός και σκηνοθέτης Ζωή Μασούρα (ή Ζωή Μεσσάρη).
«Ήταν μια από τις μεγαλύτερες ηθοποιούς της γενιάς μου» είχε πει για εκείνη η Μάρθα Καραγιάννη αλλά φαίνεται πως δεν συμμερίζονταν όλοι οι ηθοποιοί εκείνης της γενιάς την ίδια άποψη και έκαναν λόγο για έναν άνθρωπο δύσκολο και απρόβλεπτο.
Είναι χαρακτηριστική, άλλωστε, η ιστορία που είχε διηγηθεί η Νόνικα Γαληνέα με πρωταγωνίστρια την ίδια και τη Νίκη Τριανταφυλλίδη από την εποχή (καλοκαίρι του 1969) που συμμετείχαν και οι δύο σε μία παράσταση στο θέατρο «Μετροπόλιταν». Τότε οι δύο ηθοποιοί μοιράζονταν το ίδιο καμαρίνι.
«Δεν είχα υποψιαστεί πως δεν μπορούσε να με υποφέρει. Έδειχνε άγγελος επί της γης, αλλά πρέπει να είχε διαισθανθεί ότι άρεσα στον Αλεξανδράκη. Ένα βράδυ, στις 29 Ιουνίου 1969, μέρα Σάββατο, βγαίνοντας απ’ το καμαρίνι μας με κλείδωσε μέσα και έφυγε. Άρχισα να φωνάζω. Ο φύλακας δεν υπήρχε περίπτωση να με ακούσει.
Αν και φορούσε διπλά ακουστικά, ήταν θεόκουφος. Και με άκουσε ο Αλεξανδράκης από τη μάντρα, δύο τετράγωνα πιο κάτω, όπου είχε πάει να πάρει το αυτοκίνητό του. Γύρισε πίσω και μου άνοιξε μαζί με το φύλακα, γιατί η άλλη είχε βάλει λουκέτο» είχε πει η Νόνικα Γαληνέα!
Τα τελευταία χρόνια και το σκληρό τέλος
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η Νίκη Τριανταφυλλίδη δεν ήταν από τους ανθρώπους που θα «μασούσε» τα λόγια του, ή θα έκανε... δημόσιες σχέσεις. Ίσα ίσα ακριβώς το αντίθετο. Δεν έκανε εκπτώσεις και θα έλεγε αυτό που πίστευε ακόμα και αν ήξερε πως αυτό θα έκανε κακό στην εικόνα της.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι μία αποστροφή του λόγου της από εκείνη τη συνέντευξη στο περιοδικό «Ρομάντζο» στο οποίο αναφερθήκαμε και νωρίτερα.
«Οι κωμωδίες που παίζονται στον κινηματογράφο είναι πολύ χαμηλού επιπέδου. Βέβαια και ένα μέρος του κοινού είναι ακαλλιέργητο και αποστολή μας είναι να το καλλιεργήσουμε. Η καλύτερη ταινία που έχω γυρίσει μέχρι τώρα είναι ''Ο τάφος των εραστών'' και η χειρότερη μια ταινία που έκανα την τυφλή» είχε πει!
Υπενθυμίζεται πως εκείνη την συνέντευξη την είχε δώσει το 1969 έχοντας πίσω της μία καριέρα μόλις επτά ετών, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί πως όλα αυτά περί «ακαλλιέργητου κοινού» τα είχε πει σε ένα λαϊκό περιοδικό που το διάβαζε αυτό ακριβώς το ακαλλιέργητο κοινό στο οποίο εκείνη αναφερόταν!
«Οι δυνάμεις στο θέατρο έχουν διασκορπιστεί για να τα βάζει ο καθένας στην τσέπη του. Έπειτα είναι και η φθορά του επαγγέλματος. Από την ώρα που ένας ηθοποιός πιάνεται και καταφέρνει να κάνει θίασο εννοεί το έργο να είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του και το κοινό να μην έχει μάτια παρά μόνο για αυτόν» είχε πει για τους συναδέλφους της και πρόσθετε: «Εκείνο που φταίει είναι ότι έχουν παρακάνει εμπόριο το θέατρο»!
Η πορεία της Νίκης Τρινταφυλλίδη, σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση, ωστόσο, δεν ήταν μόνο επιτυχίες. Είχε και αρκετές αποτυχίες ενώ συχνά πυκνά καλούνταν να υπερβεί εμπόδια που (τυχαία ή όχι και τόσο τυχαία) έμπαιναν στο δρόμο της.
Εκείνη, όμως, ήταν πεισματάρα και δε δεχόταν να κάνει ούτε βήμα πίσω από τα πιστεύω και τις αξίες της. Και ας ήξερε πως έκανε κακό στην εικόνα της.
Πιθανότατα η μοιραία για την ίδια απόφαση ήρθε το 1992 όταν αποφάσισε να εκπληρώσει ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα που είχε: Να ανοίξει το δικό της θέατρο. Και το έκανε. Στην πλατεία Βάθης άνοιξε το «Θέατρο Τριανταφυλλίδη».
Δυστυχώς, για την ίδια, ωστόσο, από το πρώτο κιόλας διάστημα που άνοιξε το θέατρο το όνειρο άρχισε να μετατρέπεται σε εφιάλτη. Τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε ήταν πολλά και η Νίκη Τριανταφυλλίδη έφτασε στο χείλος της οικονομικής καταστροφής.
Τότε ήταν που άπαντες της γύρισαν την πλάτη. Πολλές ήταν οι υποσχέσεις που της δόθηκαν ότι θα έχει τη βοήθεια που χρειαζόταν για να βγει από εκείνον τον εφιάλτη αλλά όσες υποσχέσεις και να πήρε έμεινε απελπιστικά μόνη. Η οικονομική κατάσταση δε βελτιώθηκε και αυτό ήταν κάτι που της στοίχισε τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά.
Μία από τις βασικές αιτίες της οικονομικής καταστροφής ήταν πως το δικό της θέατρο εξαιρέθηκε από τις κρατικές επιχορηγήσεις για δύο χρονιές! Με τα χρέη να συσσωρεύονται, η ίδια ζήτησε να μην της κατασχεθεί ένα οικόπεδο που είχε, όχι για να της μείνει κάτι αλλά για να το πουλήσει και να πληρώσει με τα χρήματα που θα έπαιρνε οφειλές που είχε στο ΙΚΑ. Το Υπουργείο Πολιτισμού είχε πει πως θα δοθεί λύση αλλά ούτε αυτή η υπόσχεση τηρήθηκε.
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1997, η Νίκη Τριανταφυλλίδη απέδειξε για μία ακόμα φορά πόσο ανένταχτη ήταν. Έδωσε μία μεγάλη συνέντευξη Τύπου στην οποία είπε πως η κατάσταση της υγείας της είχε αρχίσει να επιδεινώνεται (από μικρή είχε πρόβλημα με τα οστά των κάτω άκρων της) και πως δεν ήξερε για το πόσο καιρό θα μπορούσε ακόμα να παίζει στο θέατρο και ουσιαστικά προανήγγειλε την αποχώρησή της λέγοντας πως «μπορεί αυτή να είναι η τελευταία μου φορά, μπορεί αύριο να με βάλουν φυλακή»!
Κύκνειο συγγραφικό της άσμα ήταν η μετάφραση - διασκευή της κωμωδίας του Αριστοφάνη «Εκκλησιάζουσες» που ανέβασε η κόρη της Ζωή Μασούρα, αφιερώνοντας την παράσταση στη μνήμη της, με τη θεατρική ομάδα «Πενίας Τέχνες» τον Ιούνιο του 2013.
Η Νίκη Τριανταφυλλίδη είχε φύγει από τη ζωή λίγες εβδομάδες νωρίτερα. Μία ημέρα Σαν Σήμερα, στις 13 Μαΐου 2013 και αφού τα τελευταία χρόνια της ζωής της τα είχε ζήσει σχεδόν κλεισμένη στο σπίτι της, καθώς δεν μπορούσε να περπατήσει και οι όποιες μετακινήσεις της (ακόμα και οι τελευταίες εμφανίσεις της στη σκηνή) γίνονταν με αναπηρικό καροτσάκι.
Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 71 ετών. Οι λίγοι συγγενείς και φίλοι που έμειναν στο πλάι της μέχρι το τέλος, δυσκολεύτηκαν να ανταπεξέλθουν ακόμα και στα έξοδα της κηδείας.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.