Στα εφηβικά μας χρόνια, οι βραδιές Champions League ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία. Από την αρχή της εβδομάδας, η σκέψη μας καρφωμένη εκεί και τα ξυπνητήρια της Τρίτης και Τετάρτης χτυπούσαν πολύ πιο ελαφρά.
Τα παιδιά στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο δεν θα μαζευτούν με την παρέα τους για να δουν τα παιχνίδια, θα κάτσουν σπίτι. Η τέλεια αφορμή για να έρθουν σίγουρα πιο κοντά με τον μπαμπά, ή και τη μαμά, όταν εκείνος λείπει.
Κανένα pregame show δεν είναι πιο αυθεντικό από την ανάλυση των αγώνων που κάναμε μικροί στο σχολικό, στο διάλειμμα και στα λίγο πιο αδιάφορα μαθήματα.
Οι ώρες κυλούσαν αργά μέχρι την σέντρα κι, όταν επιτέλους έφτανε το βράδυ, έπαιρνες θέση στον καναπέ, ίσως να είχε παραγγείλει και ο φάδερ τίποτα σουβλάκια και εκείνη την στιγμή, τίποτα άλλο δεν είχε σημασία.
Δεν υπάρχουν κινητά να σε βγάλουν από το παρόν, ούτε και σκέψεις που βαραίνουν το κεφάλι. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανάλαφρο από το μυαλό ενός μικρού παιδιού που βλέπει μπάλα. Μια μοναδική εμπειρία με ημερομηνία λήξης.
Γιατί δεν θα είσαι πλέον το ίδιο παιδί, θα έχεις φύγει από το σπίτι που μεγάλωσες και το να βλέπεις το ματς με τον μπαμπά θα μοιάζει βαρετό. Τώρα, το κινητό στο χέρι και μια εφαρμογή live στοιχήματος αλλοιώνουν πολύ αυτή την συνθήκη που λάτρευες να συζητάς το επόμενο πρωί στο σχολείο. Μένουν μόνο θραύσματα αναμνήσεων, σκηνές στον ίδιο καναπέ με μπαμπάδες που δεν ήξεραν πώς αλλιώς να πουν «σ' αγαπώ» παρά δίπλα σου, βλέποντας μπάλα.
Η Τρίτη 8 Μαρτίου του 2005 ήταν μια από αυτές τις μέρες. Μπαρτσελόνα εναντίον Τσέλσι για μια θέση στα προημιτελικά, επαναληπτικός γύρος για την φάση των «16». 20 χρόνια πριν, όλα τα μάτια του ποδοσφαιρικό πλανήτη στραμμένα σε έναν τύπο που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1980 στο Πόρτο Αλέγκρε, μια πόλη στο νότιο τμήμα της Βραζιλίας, στην πολιτεία Ρίο Γκράντε ντο Σουλ.
Στο λεξικό του αθλήματος, το όνομα του χρησιμοποιείται για να περιγράψεις κάτι αφύσικο, κάτι ακραίο, κάτι το εξωπραγματικό, πολύ μακριά από οτιδήποτε ρεαλιστικό. Για όλους όσοι κλώτσησαν έστω και μια φορά την στρογγυλή θεά, Ροναλντίνιο σημαίνει μαγεία.
Λάτρευε τον αυτοσχεδιασμό και εμπιστευόταν τυφλά το ένστικτο του. Στήριζε κάθε ιδέα που ομόρφαινε το παιχνίδι, γιατί για εκείνον, το ποδόσφαιρο ήταν συνυφασμένο με το συναίσθημα της χάρας. Κάθε φορά που πατούσε στο χορτάρι, ένιωθε σα να παίζει στην αλάνα παρέα με τα παιδιά που μεγάλωσαν μαζί.
Στην ερώτηση τι θα έκανε αν δεν γινόταν ποδοσφαιριστής, απαντούσε ότι μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του μόνο ως μουσικό. Σε κάθε περίπτωση, ήταν ένας αρτίστας που εκείνη την Τρίτη, χάρισε στον πλανήτη ένα σόου πολύ μεγαλύτερο από το ποδόσφαιρο. Κανένας δεν θυμάται τον αποκλεισμό της Μπαρτσελόνα, γιατί καμία σημασία δεν είχε εκείνο το βράδυ ποιος θα συνέχιζε στην επόμενη φάση. Η ιστορία είχε ήδη γραφτεί.
Έβλεπα το παιχνίδι στο σπίτι μου με τον πατέρα μου, σε μια φανταστική συνθήκη που δύο άνθρωποι με το ίδιο αίμα ενώνονται χωρίς να πουν λέξη. Πάντα έτσι ήταν, το ποδόσφαιρο είναι ένας τρόπος επικοινωνίας και σύνδεσης, ακόμα κι αν απλώς κοιτάς μια οθόνη 30 ιντσών, χωρίς υψηλή ευκρίνεια, αλλά όλα είναι καθαρά.
Στο 38ο λεπτό του αγώνα, μοιραστήκαμε μια κοινή στιγμή και ίσως κάποτε καταλάβουμε την σημασία της, μπορεί και όχι. Ο Ολεγκέρ (τον έψαξα, δεν είχα ιδέα) κάνει μια γιόμα απελπισίας, ο Τέρι απομακρύνει την μπάλα και την στλένει στον Ινιέστα, κι από εκεί στον Ρόνι, κι ο χρόνος παγώνει.
Κοντρολάρει τη μπάλα λίγο έξω από την περιοχή, προσποιείται με το πόδι σα να σβήνει τσιγάρο και στέλνει τον Τσεχ και την άμυνα της Τσέλσι για σπίρτα. Κανείς δεν κατάλαβε τι συνέβη εκείνα τα δύο δευτερόλεπτα μέχρι να δουν τη μπάλα στα δίχτυα, κοιταζόμασταν με απορία, παρόντες σε ένα ιστορικό "τι έγινε τώρα;". Αν υπήρχε κάμερα στην μπλούζα του Καρβάλιο, θα μιλούσαμε για το μεγαλύτερο pov κινηματογραφικό έπος του αιώνα στον αθλητισμό.
Ο Ροναλντίνιο δεν γεννήθηκε τυχαία στην Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Το 4-2 της Τσέλσι δεν είχε σημασία, γιατί νικητές ήμασταν όλοι. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει οπαδός της Μπαρτσελόνα που βρέθηκε εκείνη τη μέρα στο Στάμφορντ Μπριτζ που θα αντάλλαζε την πρόκριση της ομάδας του με αυτό το γκολ του Ρόνι.
Το πρωί της Τετάρτης, όλοι πήγαμε με ποδοσφαιρικά παπούτσια στο σχολείο. Στο διάλειμμα, θα ερχόταν η στιγμή μας. Από το σχολείο μου στους Ελαιώνες Πυλαίας μέχρι την Κόπα Καμπάνα, με μπάλες ή τενεκεδάκια, μικρά παιδιά επιχειρούσαν να σβήσουν το τσιγάρο σαν τον Ρόνι, πετυχημένα ή μάταια.
Σα να σταμάτησε λίγο ο κόσμος σε εκείνο το τέταρτο διαλείμματος και όλοι να συντονιστήκαμε σε μια κοινή συχνότητα αναπαράστασης του γκολ του Ροναλτίνιο. Κι αν δεν τα καταφέραμε, δεν πειράζει.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.