Μενού
mouseio-aiges
Μουσείο Αιγών | Eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Πέρασαν 46 χρόνια από την ημέρα που ο Μανόλης Ανδρόνικος έφερε στο φως μία από τις σπουδαιότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις: τον τάφο του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας στη Βεργίνα. Με επιμονή και υπομονή, επί σχεδόν 30 χρόνια ο Ανδρόνικος έκανε ανασκαφές σχεδόν στα τυφλά με αποτέλεσμα να φέρει στο φως μία από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ού αιώνα. 

Ο Μανόλης Ανδρόνικος γεννήθηκε στην Προύσα στις 23 Οκτωβρίου 1919. Ο πατέρας του, Λεωνίδας, ήταν από τη Σάμο και η μητέρα του από την Ίμβρο. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένειά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Μπήκε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 1936, όπου προσωπικότητες όπως αυτή του καθηγητή Κωνσταντίνου Ρωμαίου, του κίνησαν σε πρώτο στάδιο το αρχαιολογικό του ενδιαφέρον.

Ενώ ήταν φοιτητής, ο Ανδρόνικος εργάστηκε σαν βοηθός δίπλα στον Ρωμαίο στην ανασκαφή της Βεργίνας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του το 1941, διορίστηκε φιλόλογος σε γυμνάσιο του Διδυμότειχου.

Στη συνέχεια διέφυγε στη Μέση Ανατολή, κατατάχτηκε στον ελληνικό στρατό και πήρε μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις όπου υπηρέτησε ως λοχίας στο 8ό τάγμα της ΙΙ ταξιαρχίας η οποία εστάλη στην Τρίπολη της Κυρηναϊκής να φυλάει αιχμαλώτους.

Μετά τον πόλεμο εργάστηκε στη σχολή «Σχοινά» της Θεσσαλονίκης και το 1949 διορίστηκε επιμελητής αρχαιοτήτων στην εφορεία Κεντρικής Μακεδονίας. Το 1952 έγινε καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Το διάστημα 1954-1955 μετεκπαιδεύτηκε στην Οξφόρδη, δίπλα στον Σερ Τζον Μπίζλι (Sir John D. Beazley, 1954-1955). Το 1957 εξελέγη υφηγητής της Αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) με τη διατριβή «Λακωνικά ανάγλυφα». Το 1961 εκλέχτηκε έκτακτος καθηγητής της Β΄ έδρας Αρχαιολογίας και το 1964 τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα.

Αγαπούσε ιδιαίτερα τις τέχνες και τα γράμματα. Διάβαζε πολύ και υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου «Η τέχνη». Αγαπούσε την ποίηση του Κωστή Παλαμά, Γιώργου Σεφέρη και τον Οδυσσέα Ελύτη. Σημαντική υπήρξε και η συμβολή του ως ιστορικού τέχνης.

Η ανασκαφή στη Βεργίνα 

Ο Μανόλης Ανδρόνικος πραγματοποίησε πολλές ανασκαφικές έρευνες στη Βέροια, τη Νάουσα, το Κιλκίς, τη Χαλκιδική, τη Θεσσαλονίκη, αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο συγκεντρώθηκε στη Βεργίνα.

Η Βεργίνα ανεσκάφη πρώτη φορά υπό του L. Heuzey το 1861 και μεταξύ των ανασκαφών υπήρξε και το Ανάκτορο. Ανασκαφές στην περιοχή έγιναν και κατά την περίοδο 1937-1940, από τον Κ. Ρωμαίο, ενώ η ανασκαφική εμπλοκή του Μανόλη Ανδρονίκου ξεκίνησε το 1949, αρχικά έως το 1960, όπου ειδικά στο Ανάκτορα συνεργάσθηκε με τους Γ. Μπακαλάκη εκ μέρους του ΑΠΘ και Χ. Μακαρονά από πλευράς Εφορίας Αρχαιοτήτων.

Μέχρι το 1970, είχαν περατωθεί ουσιαστικά οι ανασκαφές στο Ανάκτορο, και αυτήν περίπου την εποχή ο N. Hammond υποστήριξε το ενδεχόμενο πως ανασκάπτονταν πιθανότατα οι Αρχαίες Αιγές. Με την μεταπολίτευση και συγκεκριμένα το 1976 ο Μανόλης Ανδρόνικος, άρχισε ν΄ ανασκάπτει την Μεγάλη Τούμπα.

Στις 8 Νοεμβρίου 1977, ο Μανόλης Ανδρόνικος έζησε την κορυφαία στιγμή της καριέρας του φέρνοντας στο φως ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία, τον ασύλητο μακεδονικό τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας. 

bergina
ΑΠΕ

Μανόλης Ανδρόνικος: «Ποτέ δεν είχα φανταστεί τέτοια ασύλληπτη εικόνα»

Στο βιβλίο του «Το Χρονικό της Βεργίνας», ο Μανόλης Ανδρόνικος περιέγραψε την αγωνία πριν το άνοιγμα της σαρκοφάγου, το δέος που ένιωσε η ομάδα αφότου αντίκρισε τα οστά και το ολόχρυσο στεφάνι: 

«Γύρω στις 12, τα μεσάνυχτα, πήρα το αυτοκίνητο και πήγα να βεβαιωθώ αν οι φύλακες ήταν στη θέση τους. Το ίδιο έγινε και στις 2 και στις 5 το πρωί. Οπωσδήποτε, συλλογιζόμουν, μέσα στη σαρκοφάγο πρέπει να κρύβεται μια ωραία έκπληξη. Η μόνη δυσκολία που συναντήσαμε ήταν πως την ώρα που ανασηκώναμε το κάλυμμα, είδαμε καθαρά πια το περιεχόμενο και έπρεπε να μπορέσουμε να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να συνεχίσουμε τη δουλειά μας, μόλο που τα μάτια μας είχαν θαμπωθεί απ’ αυτό που βλέπαμε και η καρδιά μας πήγαινε να σπάσει από συγκίνηση.

Μέσα στη σαρκοφάγο υπήρχε μια ολόχρυση λάρνακα. Επάνω στο κάλυμμά της ένα επιβλητικό ανάγλυφο αστέρι με δεκάξι ακτίνες, και στο κέντρο του ένας ρόδακας. Με πολλή προσοχή και περισσότερη συγκίνηση ανασήκωσα το κάλυμμα με το αστέρι πιάνοντάς το από τις δυο γωνίες της μπροστινής πλευράς. Όλοι μας περιμέναμε να δούμε μέσα σ’ αυτήν τα καμένα οστά του νεκρού. Όμως αυτό που αντικρίσαμε στο άνοιγμά της μας έκοψε για μιαν ακόμη φορά την ανάσα, θάμπωσε τα μάτια μας και μας πλημμύρισε δέος: πραγματικά μέσα στη λάρνακα υπήρχαν τα καμένα οστά. (…)

bergina

Αλλά το πιο απροσδόκητο θέαμα το έδινε ένα ολόχρυσο στεφάνι από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς που ήταν διπλωμένο και τοποθετημένο πάνω στα οστά. Ποτέ δεν είχα φανταστεί τέτοια ασύλληπτη εικόνα. Μπορώ να φέρω στη συνείδησή μου ολοκάθαρα την αντίδραση που δοκίμασα καθώς έλεγα μέσα μου: “Αν η υποψία που έχεις, πως ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο, είναι αληθινή -και η χρυσή λάρνακα ερχόταν να ενισχύσει την ορθότητα αυτής της υποψίας- κράτησες στα χέρια σου τη λάρνακα με τα οστά του. Είναι απίστευτη και φοβερή μια τέτοια σκέψη, που μοιάζει εντελώς εξωπραγματική”. Νομίζω πως δεν έχω δοκιμάσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια αναστάτωση, ούτε και θα δοκιμάσω ποτέ άλλοτε». 

«Ήμουν ευτυχισμένος βαθιά. Είχα, λοιπόν, βρει τον πρώτο ασύλητο μακεδονικό τάφο». Σε αυτές τις λίγες λέξεις ο Μανόλης Ανδρόνικος συμπύκνωνε το συναίσθημά του.

bergina
ΑΠΕ

Ο «πόλεμος» για την ταυτότητα του νεκρού στη Βεργίνα

Στο εσωτερικό του τάφου ΙΙ εντοπίστηκαν πολυάριθμα κτερίσματα, μεταξύ των οποίων μοναδικά και ανεκτίμητης αξίας έργα τέχνης. Η πληθύς και η αξία των κτερισμάτων και τα στοιχεία αφηρωισμού της ταφής, πολύ δύσκολα μπορεί να αποδοθεί σε έναν ένδοξο νεκρό ο οποίος δεν υπήρξε βασιλέας. Ο Μανόλης Ανδρόνικος διατύπωσε την άποψη ότι στο μνημείο αυτό τάφηκε ο Φίλιππος Β΄, βασιλιάς της Μακεδονίας (359-336 π.Χ.).

bergina

Από ορισμένους συναδέλφους του στην Ελλάδα του ασκήθηκε σκληρή έως αήθης κριτική, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως τότε η Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, ακόμα και η Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών, δεν του απέστειλαν συγχαρητήρια για την ανασκαφή. 

Παρότι έως και σήμερα η ταυτότητα του νεκρού στον τάφο αμφισβητείται, ωστόσο πλέον αυτό γίνεται από μία μερίδα αρχαιολόγων, μειοψηφίας ως προς αυτό στον επιστημονικό χώρο.

  • Το 2008, ο ιστορικός Μιλτιάδης Χατζόπουλος υποστήριξε ότι πρόκειται για τον τάφο του Φιλίππου Β΄.
  • Το 2010, επιστημονική μελέτη των οστών που βρέθηκαν στον τάφο απέρριψε την περίπτωση να πρόκειται για τον Φίλιππο Γ΄ τον Αρριδαίο και υποστήριξε ότι τα ευρήματα είναι συμβατά μόνο με τον Φίλιππο τον Β΄.

Η διαμάχη για τον Φίλιππο Γ' 

Επιστημονική έρευνα που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό επιστημονικό περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences υποστήριξε ότι ο τάφος που ο Ανδρόνικος απέδωσε στον Φίλιππο Β΄ ανήκει στον Φίλιππο Γ' τον Αρριδαίο (διάδοχος Μεγάλου Αλεξάνδρου).

Ωστόσο νεότερη οστεολογική εξέταση των ευρημάτων του τάφου, η οποία διεξήχθη από την ανασκαφική ομάδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και δημοσιεύθηκε το 2015-2016, οριοθέτησε ακριβέστερα την ηλικία του νεκρού στα 45+-4 έτη. Αυτό αποτελεί ένα χρονικό πλαίσιο το οποίο δεν μπορεί να υποστηρίξει ο Φίλιππος Γ΄ ο Αρριδαίος, όπως δεν μπορεί να τεθεί σε ένα μνημείο του γ΄ τετάρτου του 4ου αιώνα π.Χ., αφού έχασε την ζωή του το 317 π.Χ.

Επιπλέον διαπιστώθηκε η ύπαρξη χρήσης χουντίτη (ανθρακικό ορυκτό), η οποία παραπέμπει στον αφηρωισμό των ενδόξων βασιλέων κατά την παράδοση της Περσεφόνης. Σε συνδυασμό με την ύπαρξη ιππικών οστών τα οποία συγκροτούσαν τέθριππο (άρμα με τέσσερα άλογα) και την ύπαρξη πυράς αλλά και άλλων στοιχείων, ενισχύεται η άποψη πως ο νεκρός ήταν αφηρωισμένος και ιστορικά γνωρίζουν οι αρχαιολόγοι πως ο Φίλιππος τιμώνταν το αργότερο από το 343 π.Χ. ως θεοποιημένος. 

Επίσης, στην οστεολογική μελέτη διαπιστώθηκε πως ο αφηρωισμένος νεκρός υπέφερε από χρόνιες μολύνσεις, ενδεχομένως από ενδοφθαλμίτιδα, μετά από τραύμα και πλήγμα βαθύ στο αριστερό χέρι.

Αντίστοιχα τεκμηριώθηκε πως οι διαφορετικού μήκους κνημίδες (39 εκατοστά η μία και 41,6 η άλλη) αφορούσαν νεκρή, η οποία είχε σπασμένη κνήμη, ενώ δεδομένα ίππευε. Τα στοιχεία της νεκρής αρμόζουν περισσότερο σε άτομο με θρακικές παραδόσεις, ιδίως στην παράδοση κατά την οποία όταν πέθαινε ένας άνδρας με πολλές συζύγους, θάβονταν μαζί και η γυναίκα την οποία θεωρούσε ως την πλέον αγαπημένη του.

Ο Φίλιππος Β' ανεξάρτητα αν είχε ως βασίλισσα την Ολυμπιάδα, είχε επτά συνολικά συζύγους και η μία εξ αυτών κατάγονταν από την σκυθική Θράκη. Επιπλέον πρέπει να αναφερθεί πως ο Φίλιππος Γ΄ ο Αρριδαίος ετάφη στις Αιγές, αλλά αυτό έγινε λίγο αργότερα από τον Κάσσανδρο. Αυτή η μεταγενέστερη ανακομιδή, αποκλείει την νεκρική καύση του Φιλίππου Γ΄ του Αρριδαίου. 

Σε κάθε περίπτωση η σημασία του μνημείου είναι αναμφισβήτητη και θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ού αιώνα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA