Μενού
  • Α-
  • Α+

Στο τελευταίο γράμμα προς τα παιδιά του ο κομαντάντε Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα γράφει, μεταξύ άλλων: «Πάνω απ' όλα, να είστε πάντα σε θέση να νιώσετε βαθιά οποιαδήποτε αδικία συμβαίνει εναντίον οποιουδήποτε, οπουδήποτε στον κόσμο. Αυτό είναι το πιο σπουδαίο γνώρισμα σε έναν επαναστάτη». Αυτή είναι η παρακαταθήκη το «Τσε», του ανθρώπου που φόρεσε το υπουργικό κοστούμι αλλά αυτό τον έπνιγε. Το πέταξε μακριά και επέλεξε να έχει έναν θάνατο στα βουνά, από μια ήσυχη ζωή στην υπουργική καρέκλα. Αγνός και αμόλυντος επαναστάτης. Δεν ήταν Κουβανός αλλά αγαπήθηκε και αγάπησε τους Κουβανούς. Γι αυτό και εκείνοι όταν μια ημέρα σαν σήμερα έβλεπαν τα οστά του να επιστρέφουν στην (αγαπημένη του) Σάντα Κλάρα τον θρήνησαν σα να έχασαν έναν δικό τους άνθρωπο. Καμία σημασία δεν είχε που είχαν περάσει 30 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα που ο κομαντάντε δολοφονήθηκε από τη CIA στα βουνά της Βολιβίας.

«Ρίξε δειλέ, θα σκοτώσεις έναν άνθρωπο»

Αργεντίνος με Ιρλανδικές καταβολές και με μητέρα μια δυναμική γυναίκα αριστερών καταβολών. Το αίμα το Ερνέστο Γκεβάρα είχε αυτό το «κάτι» που μετατρέπει τους απλούς ανθρώπους σε ήρωες. Είναι σαν «αυτά τα δέντρα που δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό» που έλεγε ο Γιάννης Ρίτσος στη «Ρωμιοσύνη». Ο Ερνέστο θα μπορούσε να έχει μια εύκολη και άνετη ζωή μέσα στις ανέσεις. Δεν του ταίριαζε, όμως. Πήρε τη μοτοσικλέτα του και ταξίδεψε στη Λατινική Αμερική για να βρεθεί δίπλα στους φτωχοδιάβολους που είχαν ανάγκη των ιατρικών του γνώσεων.

Τότε ήταν που ξύπνησε ο επαναστάτης μέσα του. Τότε ήταν που ονειρεύτηκε για πρώτη φορά μια ενωμένη Λατινική Αμερική απέναντι στις «ιμπεριαλιστικές» Ηνωμένες Πολιτείες, σαν άλλος Σιμόν Μπολιβάρ. Η γνωριμία του με τον Φιντέλ Κάστρο ήταν καθοριστική. Δυο «φωτιές» έσμιξαν και δημιούργησαν μια μεγάλη και ανεξέλεγκτη πυρκαγιά που κατέκαψε το δικτατορικό καθεστώς του Μπατίστα στην Κούβα. Οι δυο τους, μαζί με μια χούφτα ακόμα αντάρτες, μέσα από τα δυσπρόσιτα βουνά της Σάντα Κλάρα, έφεραν στο Νησί την Επανάσταση. Όταν την έφεραν ο κομαντάντε «Τσε», φόρεσε το υπουργικό κοστούμι αλλά όχι για πολύ. Ούτε αυτό του ταίριαζε. Το πέταξε γρήγορα, έβαλε την χακί φόρμα εργασίας και βρέθηκε δίπλα στο εργάτες της Γης, για να μαζέψει μαζί τους τα ζαχαροκάλαμα. «Βουτήχτηκε» μέσα στο γράσο για να δείξει με πράξεις στους εργάτες στα εργοστάσια πως φτιάχνονται οι μηχανές και πως πρέπει να τις δουλεύουν. Έκανε πολλά. Έκανε σχεδόν τα πάντα. Έκανε και λάθη. Θα έκανε και άλλα τόσα αλλά δεν μπορούσε να κοροϊδέψει τον εαυτό του.

Δεν ήταν πολιτικός. Δεν ήταν γραφιάς. Ήταν επαναστάτης και αυτή του την ταυτότητα θα υπηρετούσε μέχρι τέλους. Παράτησε τα πάντα και συνέχισε τον δρόμο του. Έφτασε μέχρι τη Βολιβία για να μπορέσει να στήσει και εκεί ένα αντάρτικο, απέναντι σε μια άλλη χούντα. Εκεί, όμως, τον περίμενε ο θάνατος. Δεν τα είχε υπολογίσει καλά. Δεν τα είχε ζυγίσει καλά. Και πήγαν και όλα στραβά. Ο Γκεβάρα βρέθηκε περικυκλωμένος από εχθρούς αλλά ακόμα και όταν τραυματίστηκε δεν τα παράτησε. Δεν τα παράτησε ακόμα και όταν έμεινε χωρίς φάρμακα για το άσθμα του και αναγκάστηκε να χτυπάει το στήθος του με το κοντάκι του όπλου για να ανοίγει ο θώρακάς του στιγμιαία και να μπορεί να παίρνει ανάσες.

Ο δικτάτορας της Βολιβίας Ρενέ Μπαριέντος, με τη στήριξη της CIA, ζήτησε από τις ένοπλες δυνάμεις το κεφάλι του «Τσε» για να το κρεμάσει στον κεντρικό φανοστάτη της Λα Παζ. Και όλοι ξεχύθηκαν στο κυνήγι του κομαντάντε ο οποίος δεν είχε καν τη στήριξη από το τοπικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Στις 8 Οκτωβρίου 1967 συλλαμβάνεται μετά από σύντομη μάχη. Ήταν τραυματισμένος και εξαντλημένος αλλά με το ντουφέκι στο χέρι. Την επόμενη ημέρα ο Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα εκτελέστηκε με εντολή του πράκτορα της CIA Φέλιξ Ροντρίγκεζ. Αυτός που πάτησε τη σκανδάλη ήταν ο λοχίας Μάριο Τεράν που «πάλεψε» για να έχει την «τιμή» να πατήσει τη σκανδάλη. Όταν μπήκε μέσα, ωστόσο, και είδε τον Τσε, κατέβασε το βλέμμα του. «Ρίξε δειλέ, θα σκοτώσεις έναν άνθρωπο» του είπε εκείνος για να του δώσει «θάρρος». Στη συνέχεια το άψυχο σώμα του Γκεβάρα επιδείχθηκε σαν τρόπαιο. Ένας στρατιωτικός γιατρός τού ακρωτηρίασε τα δύο χέρια ως αποδεικτικό στοιχείο και στη συνέχεια το υπόλοιπο της σορού του τάφηκε σε άγνωστο σημείο.

Η ανεύρεση του μυστικού τάφου και η επιστροφή στην Κούβα

Η είδηση της δολοφονίας του «Τσε» έπεσε σαν «βόμβα» εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θρήνησαν τον φλογερό επαναστάτη. Μα πιο πολύ απ ' όλους τον θρήνησαν οι Κουβανοί που ήταν σα να έχασαν έναν δικό τους άνθρωπο. Έναν άνθρωπο της οικογένειας τους. Ο Γκεβάρα είχε περάσει, πλέον, στη σφαίρα του μύθου. Σχεδόν Αγιοποιήθηκε. Το πρόσωπό του (η θρυλική φωτογραφία του Αλμπέρτο Κόρδα) έγινε σύμβολο αντίστασης, εξέγερσης, επανάστασης και συνόδευσε τους αγώνες για ελευθερία και δικαιώματα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ακόμη και όσοι διαφωνούσαν με τις κομμουνιστικές του ιδέες αναγνώρισαν την ακεραιότητα και το πνεύμα αυτοθυσίας που τον διέκρινε.

Οι προσπάθειες για τον εντοπισμό της σωρού του κομαντάντε κράτησαν πολλά χρόνια. Μέχρι το 1995, ουσιαστικά, δεν υπήρχε η παραμικρή σοβαρή πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει στον μυστικό τάφο του. Τότε, όμως, ένας από τους βολιβιανούς αξιωματικούς που συμμετείχαν στο κυνήγι του «Τσε», ο Μάριο Σαλίνας Βάργκας έδωσε συνέντευξη στο δημοσιογράφο Τζον Λι Άντερσον των New York Times που έκανε μια έρευνα για τη ζωή και τη δράση του Ερνέστο. Ο Βάργκας ήταν πολύ αναλυτικός κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Τόσο αναλυτικός που κάποια στιγμή ο δημοσιογράφος σκέφτηκε αν ήταν η σωστή ώρα για να κάνει την κρίσιμη ερώτηση. «Η ευθύτητα του Βάργκας με ώθησε να τον ρωτήσω για το σώμα του Τσε, παρ’ ότι δεν περίμενα μια ειλικρινή απάντηση. Έμεινα έκπληκτος όταν μου απάντησε πως ήθελε να ξεδιαλύνει το παρελθόν. Είπε πως μετά τη δολοφονία του Τσε, τα χέρια του ακρωτηριάστηκαν. Πάρθηκαν δαχτυλικά αποτυπώματα ώστε να υπάρχει απόδειξη της ταυτότητας του σώματος και τα χέρια τοποθετήθηκαν σε φορμαλδεΰδη. Το βράδυ, μια ομάδα αξιωματικών στην οποία μετείχε ο Βάργκας, πέταξαν τα σώματα του Τσε και ορισμένων άλλων συντρόφων του σε έναν ομαδικό τάφο», θυμάται ο δημοσιογράφος!

Με τη δημοσίευση της συνέντευξης επικράτησε πανικός. Η Κούβα έφτιαξε ειδική επιτροπή με επικεφαλής τον Ραούλ Κάστρο και ζήτησε να εντατικοποιηθούν οι έρευνες στις οποίες θα συμμετείχαν και οι ίδιοι. Η κυβέρνηση της Βολιβίας διέταξε να αρχίσουν οι έρευνες. Αργεντίνοι επιστήμονες και ειδικοί έφτασαν στη Βολιβία. Όλα τα φώτα έπεσαν στο χωριό Βαλεγκράντε. Εκεί είχε πει ο Βάργκας. Εκεί έφτασε μέχρι και ο πρώην πράκτορας της CIA Φέλιξ Ροντρίγκες ο οποίος θέλησε να αποπροσανατολίσει τις έρευνες και είπε στα συνεργεία να σκάψουν στην αντίθετη πλευρά από εκεί που βρισκόταν ο ομαδικός τάφος. Ότι και να έκανε, ωστόσο, η μεγάλη στιγμή πλησίαζε. Στις 9 το πρωί, της 28ης Ιούνη του 1997, αποκαλύφθηκε ένας μαζικός τάφος. Μέσα υπήρχαν 7 σκελετοί.

Ένας από αυτούς ξεχώριζε. Ήταν σκεπασμένος από στρατιωτικό χιτώνιο και του έλειπαν τα χέρια! Τα οστά του «Τσε» είχαν βρεθεί. Η επιστημονική έρευνα απέδειξε, απλά, αυτό που όλοι έβλεπαν. Στις 17 Οκτωβρίου 1997 χιλιάδες κουβανοί ανάμεσα τους και ο δακρυσμένος Φιντελ Κάστρο, μετά από μια σειρά συγκινητικών τελετών, συνοδεύουν τις σωρούς του «Τσε» και των έξι συντρόφων του στο Μαυσωλείο στην αγαπημένη του Σάντα Κλάρα (εκεί απ΄ όπου ξεκίνησαν όλα). Το Μαυσωλείο που είχε χτιστεί από τη δεκαετία του 1980 και καρτερικά τον περίμενε.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA