Μενού

Νέο εργασιακό νομοσχέδιο: Η άγνωστη συναίνεση και το θανατηφόρο 13ώρο

Εργαζόμενοι εν μέσω διαδήλωσης στην Αθήνα
Εργαζόμενοι εν μέσω διαδήλωσης στην Αθήνα | Eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Η δημόσια διαβούλευση ολοκληρώθηκε, το νέο εργασιακό νομοσχέδιο, πιθανότατα με αλλαγές σε καίριες διατάξεις του, θα τεθεί προς ψήφιση από τη Βουλή, το πολιτικό «θερμόμετρο» αναμένεται να ανέβει: διαβάζοντας κάποιος την παραπάνω σειρά των γεγονότων «νομοτελειακά», θα καταλάβει κάτι βασικό, πράγμα που αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις· ότι ό,τι και εαν γίνει, πάλι δεν θα «βγαίνει».

Το «δικαίωμα στην αξιοπρέπεια», προσωπική παραλλαγή του «δικαιώματος στην τεμπελιά», παρόλο που συνιστά ένα θεμελιώδες δικαίωμα, έχει απωλέσει τον χαρακτήρα του στην Ελλάδα της μνημονιακής και μεταμνημονιακής εποχής. Επίσημα, όπως ξέρουν όλοι, η συζήτηση έχει στραφεί στο αγαπημένο, κατάλληλα προσαρμοσμένο επικοινωνιακά 13ώρο και στην καταβολή επιπρόσθετης αμοιβής για τον εργαζόμενο, που θα προκύψει από τις υπερωρίες.

«Με το νομοσχέδιο, η δυνατότητα 13ωρης απασχόλησης επεκτείνεται και σε εργαζόμενους που απασχολούνται σε έναν εργοδότη, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται πιστά τα όρια ανάπαυσης και μέγιστου ορίου εβδομαδιαίων ωρών εργασίας καθώς και η καταβολή των νόμιμων προσαυξήσεων από υπερωρίες (συν 40%)» λέει με τη σειρά του το υπουργείο Εργασίας για ένα από τα επίμαχα σημεία του νέου εργασιακού νομοσχεδίου, βάζοντας στις ερωτοαπαντήσεις του τη «μαγική» λέξη, τη λεγόμενη «συναίνεση εργαζομένου».

Παραλείπει, όμως, κάτι βασικό. Όχι, δεν είναι οι εκατοντάδες καταγγελίες εργοδοτικής αυθαιρεσίας, με πιο χαρακτηριστική την «πλάκα», όπως είπε υπουργός που ήταν «παρών», διευθύνοντος συμβούλου εταιρείας στους εργαζομένους του για τις εκλογές του 2023, ούτε οι 148 ανθρώπινες απώλειες το πρώτο οκτάμηνο του 2025, αριθμός ρεκόρ για τα δεδομένα.

«'Ντάξει ίσως να 'ναι κι αυτά». Το υπουργείο παραλείπει, παράλληλα, την πάγια θέση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας που ορίζει ότι ο εργαζόμενος θα πρέπει να λαμβάνει ένα εισόδημα το οποίο εξασφαλίζει την αξιοπρεπή του διαβίωση από την εργασία που παρέχεται εντός ενός κανονικού – άρα όχι υπερωριακού- πλαισίου, όπως εξηγεί σχετικά στο Reader ο δικηγόρος εργατικού δικαίου, Νίκος Γεωργόπουλος.

Διαδήλωση έξω από τη Βουλή
Διαδήλωση έξω από τη Βουλή | Eurokinissi

Νέο εργασιακό νομοσχέδιο: «Γιατί» τόση συζήτηση για το 13ώρο;

Η κυβέρνηση, αναφερόμενη, στο 13ώρο, ισχυρίζεται πως πρόκειται για μία ρύθμιση που διασφαλίζει τους εργαζομένους. Τι ισχύει πραγματικά, όπως αναφέρει ο δικηγόρος εργατικού δικαίου:

«Ας ξεκινήσουμε με μία γενική σκέψη. Το νομοσχέδιο αυτό περιλαμβάνει μερικές θετικές ρυθμίσεις αλλά και μερικές εξόχως προβληματικές. Ας δούμε πρώτα τι αλλάζει με τη νέα ρύθμιση που αναφέρετε. Εφόσον ψηφισθεί το νομοσχέδιο, θα μπορεί ο εργοδότης να ζητήσει από τον εργαζόμενο να εργαστεί και τέταρτη ώρα υπερωρίας αντί για τρεις που είναι το όριο μέχρι σήμερα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ένας εργαζόμενος που απασχολείται με ωράριο 09.00 π.μ. – 17.00 μ.μ., ήτοι για 8 ώρες, θα μπορεί να απασχοληθεί την 9η ώρα ως υπερεργασία (θα πρόκειται για μία ολόκληρη ώρα υπερεργασία εφόσον κάποια άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας δεν δουλέψει λιγότερες από 8 ώρες) και επιπρόσθετα θα μπορεί να απασχοληθεί και 4 ώρες υπερωριακά, ώστε συνολικά να εργαστεί 13 ώρες».

«Πρόκειται για το ανώτατο όριο εργασίας σε μία ημέρα. το οποίο προκύπτει εξ αντιδιαστολής από το γεγονός πως πρέπει υποχρεωτικά να μεσολαβήσει ανάπαυση 11 ωρών μέχρι τη στιγμή που θα αναλάβει ο συγκεκριμένος εργαζόμενος εκ νέου εργασία. Εάν, όμως, αναλογιστούμε ότι ο εργαζόμενος μέσα στην εργασιακή του ημέρα θα έχει διάλειμμα από 15 έως 30 λεπτά το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις δεν θεωρείται χρόνος εργασίας άρα παρατείνει επιπρόσθετα την αποχώρηση του εργαζόμενο (δηλαδή ο εργαζόμενος στο παραπάνω παράδειγμα, εάν έχει διάλειμμα μισής ώρας, δεν θα σχολούσε κανονικά 17.00 μ.μ. αλλά 17.30 μ.μ.) και πιθανώς να χρειάζεται μία ή μιάμιση ώρα για να πάει και να γυρίσει στη δουλειά του, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως στην πραγματικότητα μετά τη λήξη της εργασίας του δεν έχει ούτε ένα 11ωρο συνεχούς ανάπαυσης.

Πρόκειται για μία ρύθμιση η οποία θα έπρεπε να μας προβληματίζει για πολλούς λόγους» τονίζει ο κ. Γεωργόπουλος, θίγοντας παράλληλα το ζήτημα του «commitment» από και προς τη δουλειά.

Στην πόλη της μόνιμης κίνησης, των αραιών, και αυτοί κάνουν όσα μπορούν δεδομένης της υποστελέχωσης, δρομολογίων στα μέσα μεταφοράς, το «δικαίωμα στην τεμπελιά» είναι είδος υπό εξαφάνιση.

Ο δικηγόρος, μιλώντας για τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης ως προς το 13ώρο, συμπληρώνει: «Ας εστιάσουμε τώρα στο τι ισχυρίζεται η κυβέρνηση προς υπεράσπιση της εν λόγω ρύθμισης: πρώτον: περισσότερες υπερωρίες σημαίνει και καταβολή επιπρόσθετης αμοιβής για τον εργαζόμενο (σημειωτέον πως σε αυτή την κατεύθυνση κινείται και η παρέμβαση περί απαλλαγής από ασφαλιστικές κρατήσεις των καταβαλλόμενων μισθολογικών προσαυξήσεων λόγω υπερβάσεων του ωραρίου εργασίας). Αυτό είναι σωστό».

«Καλό, όμως, είναι να έχουμε υπόψη μας πως σύμφωνα με την πάγια θέση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας ο εργαζόμενος θα πρέπει να λαμβάνει ένα εισόδημα που εξασφαλίζει την αξιοπρεπή του διαβίωση από την εργασία που παρέχεται εντός ενός κανονικού – άρα όχι υπερωριακού- πλαισίου. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε για καλύτερο εισόδημα των εργαζόμενων, μπορούμε να κοιτάξουμε προς την ανάγκη καθορισμού των αμοιβών σε επίπεδο κοινωνικών εταίρων μέσω συλλογικών συμβάσεων και όχι μέσω υπερωριακής απασχόλησης».

Τα αντανακλαστικά αγνοούνται, η παραίτηση μεγαλώνει, οι ατομικές συμβάσεις η νέα πραγματικότητα.

«Η καταβολή εξάλλου επιπρόσθετης αμοιβής για υπερβάσεις του ωραρίου εργασίας πάντοτε είχε και ως εγγενή σκοπό να υφίσταται ένα αντικίνητρο για να προσφεύγει σε συχνή αξιοποίησή τους ο εργοδότης. Κατά δεύτερον η κυβέρνηση έχει ανάγει σε βασικό της επιχείρημα το γεγονός ότι ο εργαζόμενος θα πρέπει να συναινέσει, άρα τίθεται στη διακριτική του ευχέρεια το εάν θα πραγματοποιήσει την υπερωριακή εργασία που του ζητείται».

Εργασιακό νομοσχέδιο: Ο πανίσχυρος εργοδότης και η συναίνεση εργαζομένου

Συνεχίζοντας τη συζήτηση περί «συναίνεσης εργαζομένου» στο πλαίσιο του εργασιακού νομοσχεδίου, δηλαδή σαν να παίζουν οι δύο πλευρές ρώσικη ρουλέτα αλλά να συμμετέχει μόνο η μία, ο κ. Γεωργόπουλος ανακαλεί το εξής: «Ένας φοιτητής της νομικής σχολής μαθαίνει από προπτυχιακό επίπεδο στο μάθημα του ατομικού εργατικού δικαίου ότι ο νομοθέτης οφείλει να αμφισβητεί τη συναίνεση του εργαζόμενου, ακριβώς επειδή συχνά δεν είναι γνήσια λόγω της δομικής συμβατικής ανισότητας ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο. Αυτή η ιδιαιτερότητα εξηγεί και γιατί ως κλάδος δικαίου το εργατικό δίκαιο είναι κατά βάση μεροληπτικό και προστατευτικό υπέρ του ασθενέστερου σε ισχύ μέρους».

Ο ίδιος χαρακτηρίζει το επιχείρημα της κυβέρνησης ως προς τη «συναίνεση» στις υπερωρίες, ως το πλέον επικίνδυνο, κάνοντας λόγο πως «ο νομοθέτης και το Υπουργείο μοιάζουν να αξιοποιούν την "συναίνεση" του εργαζόμενου σαν οι δύο πλευρές να έχουν την ίδια διαπραγματευτική ισχύ. Σημαίνει αυτό ότι ουδέποτε ο εργαζόμενος συναινεί πραγματικά σε μία κατάσταση ως προς την εργασιακή του σχέση; Ασφαλώς και όχι. Καλό, όμως, είναι να μην υιοθετούμε κατά τρόπο επικίνδυνο και αντίστροφο το σχήμα κανόνα και εξαίρεσης».

«Τέλος το Υπουργείο λέει ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνον περίπου για 37,5 ημέρες το έτος. Κατά τη δική μου διατύπωση περίπου για 2 μέρες το μήνα. Ο υπολογισμός αυτός προκύπτει από το γεγονός ότι σύμφωνα με τη νομοθεσία θα πρέπει σε βάθος 4 μηνών ο μέσος όρος της απασχόλησης να μην ξεπερνά τις 48 ώρες. Και αυτό, όμως, είναι προβληματικό. Αφενός γιατί δεν σημαίνει ότι τις υπόλοιπες ημέρες δεν θα υπάρξει παροχή υπερωριακής απασχόλησης και αφετέρου διότι ακόμη και οι 2 ημέρες το μήνα παραπέμπουν σε μία κατάσταση τακτική και επαναλαμβανόμενη με μία συχνότητα. Η τελευταία αυτή παραδοχή, όμως, είναι εκ φύσεως αντίθετη με το λόγο θέσπισης της υπερωριακής απασχόλησης, η οποία στον νόμο πάντοτε συνδεόταν και συνδέεται ακόμη με εξαιρετικές συνθήκες όπως λ.χ. αυξημένο φόρτο εργασίας, εργασία παραμονές εορτών κλπ» καταλήγει κλείνοντας το ζήτημα του 13ώρου.

Απεργία στην Αθήνα
Απεργία στην Αθήνα | Eurokinissi

Νέο εργασιακό: Η απάντηση Μητσοτάκη στη ΔΕΘ

Με τον πρωθυπουργό, στη συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ, να υπερασπίζεται το επίμαχο νομοσχέδιο, ισχυριζόμενος ότι κανένας δεν μπορεί να υποχρεώσει τον εργαζόμενο να δουλέψει υπερωρίες, «γεννιούνται» μερικές απορίες. Αρχικά, τι λέει ο νόμος ως προς την υπερωριακή εργασία και ποια είναι η, μηδαμινή όπως φαίνεται, «δύναμη» του εργαζομένου για την άρνησή της.

«Ο νόμος λέει ότι ο εργαζόμενος οφείλει να παράσχει υπερωριακή εργασία εάν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη (βλ. άρθρο 12 του Κώδικα Εργατικού Δικαίου). Μιλάμε σε πρώτο χρόνο για μία ξεκάθαρη υποχρέωση του εργαζόμενου χωρίς αστερίσκους. Προκύπτει, λοιπόν, με σαφήνεια ότι δεν αρκεί η άρνηση του εργαζόμενου να παράσχει υπερωριακή εργασία» συνεχίζει ο κ. Γεωργόπουλος.

«Θα πρέπει η άρνησή του αυτή να μην είναι αντίθετη στην καλή πίστη, δηλαδή, να υπάρχουν εύλογοι λόγοι οι οποίοι στην συγκεκριμένη περίπτωση να υπερισχύουν της ανάγκης του εργοδότη για παροχή υπερωριακής εργασίας. Αυτό ακριβώς προβλέπει και η διάταξη του άρθρου 14 του σχεδίου νόμου που αντιτάσσει η κυβέρνηση ως προστασία στον εργαζόμενο που θα απολυθεί λόγω άρνησης παροχής υπερωριακής εργασίας, ότι δηλαδή η απόλυσή του είναι άκυρη εφόσον αρνήθηκε να παρέχει υπερωριακή εργασία και η άρνησή του αυτή είναι αντίθετη στην καλή πίστη» αποφασηνίζει ταυτόχρονα.

«Και τίθενται τα εξής ερωτήματα: είναι εύλογο να αναμένουμε ένας εργαζόμενος να αρνηθεί μία και δύο φορές την παροχή υπερωριακής εργασίας, όταν γνωρίζει πως τότε ελλοχεύει ο κίνδυνος της απόλυσης; Σε συνέχεια αυτού, είναι εύλογο να προσδοκούμε ένας εργαζόμενος να αρνηθεί την παροχή υπερωριακής εργασίας όταν θα πρέπει, σε περίπτωση που απολυθεί, να ασκήσει αγωγή ακύρωσης της απόλυσής του ευελπιστώντας ένας δικαστής να κρίνει ότι εν προκειμένω ο εργαζόμενος ενήργησε σύμφωνα με την καλή πίστη; Με άλλα λόγια πόσο πιθανό είναι να διαθέσει ένας εργαζόμενος χρήματα και χρόνο για να δει εάν ένας δικαστής θα θεωρήσει ότι είχε έναν αρκετά καλό λόγο για να μην παράσχει υπερωριακή απασχόληση;» διερωτάται ο δικηγόρος, αποδομώντας το αποπροσανατολιστικό, κατά τ' άλλα επιχείρημα.

Η ρύθμιση περί υπερωριών και του κινδύνου, που ελλοχεύει η άρνηση παροχής τους, διευκολύνει κατά βάση την ευελιξία της επιχείρησης. «Η αίσθηση που αφήνει είναι μία αίσθηση διευκόλυνσης της ευελιξίας της επιχείρησης με δεδομένο ότι εύλογα θα σκεφτεί κάποιος ότι λόγω της ψηφιακής κάρτας εργασίας και της συχνότερης αποτύπωσης των πραγματικών υπερωριών πρέπει να υφίσταται και πλαίσιο προς κάλυψη πολλών υπερωριών που ήδη ελάμβαναν χώρα τα προηγούμενα χρόνια και ήταν ασφαλώς παράνομες».

Στον 21ο αιώνα κυρίως στο ενωσιακό εργατικό δίκαιο διαπλάστηκε ως παράμετρος χάραξης της κοινωνικής πολιτικής της Ένωσης στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων η έννοια της «flexicurity» η οποία προκύπτει από τις λέξεις ευελιξία (flexibility) ως προς την επιχείρηση και ασφάλεια (security) ως προς τον εργαζόμενο. Η ρύθμιση που συζητάμε συνιστά μία ρύθμιση που δείχνει μόνον προς την κατεύθυνση της ευελιξίας, ξεκαθαρίζει παράλληλα ο κ. Γεωργόπουλος.

 

Νέο εργασιακό: Το δημογραφικό και τα εργατικά δυστυχήματα

Φτάνοντας σε δύο ακόμη επίκαιρα θέματα και τον συσχετισμό τους με το νέο εργασιακό νομοσχέδιο και την παροχή υπερωριακής εργασίας, προκύπτει μεν ότι οι Έλληνες, βάσει EUROSTAT, εργάζονται τις περισσότερες ώρες στην Ευρώπη, «πληρώνεται» δε με φόρο αίματος, με 148 εργατικά δυστυχήματα και μείωση του πληθυσμού λόγω δημογραφικού.

«Πιο ανησυχητικό, όμως, είναι ότι η πρόβλεψη για μία επιπρόσθετη ώρα υπερωρίας φαίνεται να αγνοεί σημαντικά δύο από τις τρεις διαστάσεις του χρόνου εργασίας. Πέρα από τη μισθολογική διάσταση (ο χρόνος δηλαδή που δουλεύω καθορίζει την αμοιβή μου), υπάρχει κυρίως η διάσταση της υγιεινής και της ασφάλειας καθώς και η κοινωνική διάσταση του χρόνου εργασίας» λέει ο κ. Γεωργόπουλος.

Σε πολλές χώρες τα τελευταία χρόνια λόγω της εντατικοποίησης της εργασίας (κυρίως της πνευματικής) γίνεται συζήτηση για θεσμοθέτηση πλήρους εβδομαδιαίου ωραρίου 35, 37 και 38 ωρών. Αλήθεια, πόσο μας ενδιαφέρει να διασφαλίσουμε στην πράξη την υγιεινή και την ασφάλεια όταν κινούμαστε στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση; Επιπρόσθετα τέτοιες ρυθμίσεις μάλλον αγνοούν τελείως το τρίπτυχο work – life – balance ή αλλιώς τη συμφιλίωση επαγγελματικής και κοινωνικής ζωής ως προς την οποία δείχνει τα τελευταία χρόνια και η κοινωνική πολιτική της Ε.Ε.,προσθέτει σχετικά.

«Τέτοιες ρυθμίσεις δείχνουν στην κατεύθυνση του ομολογουμένως επικίνδυνου φαινομένου που έχει επισημανθεί στη θεωρία του εργατικού δικαίου τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας ως work – life – blend, δηλαδή μία πραγματική αδυναμία διάκρισης εργασίας και προσωπικής ζωής. Και επειδή η χώρα μας θα έπρεπε να ασχολείται πρωτίστως με το να υιοθετήσει ένα σχήμα άμβλυνσης των δημογραφικών δεικτών τι μήνυμα άραγε στέλνει σε νέους και νέες που σκέφτονται εάν θα κάνουν οικογένεια όταν ψηφίζονται τέτοιες διατάξεις;» διερωτάται, κρούωντας «καμπανάκι» για την επίκαιρη συζήτηση περί δημογραφικού.

Τέλος, θίγοντας τη διάταξη του νομοσχεδίου περί αδειών, ο κ. Γεωργόπουλος παρατηρεί έναν συσχετισμό σε ό,τι αφορά στη συναίνεση. Μόνο που, δυστυχώς για τον εργαζόμενο, αυτή δεν υφίσταται.

«Ο νομοθέτης θεωρεί ότι ο εργαζόμενος βρίσκεται σε θέση να συμφωνήσει ελεύθερα τη διάσπαση και τον επιμερισμό της άδειάς του όπως εκείνος θέλει. Στην πράξη πράγματι υπάρχουν περιπτώσεις που ο εργαζόμενος θα χρειαστεί να επιμερίσει την άδεια σε επιμέρους διαστήματα. Πολλές φορές, όμως, η ίδια η επιχείρηση είναι εκείνη που εξυπηρετείται καλύτερο από τον επιμερισμό της άδειας του εργαζόμενου» επισημαίνει.

«Στην περίπτωση, λοιπόν, που ο εργαζόμενος "συναινέσει" με γραπτό αίτημά του στην κατάτμηση της άδειάς του, με την προβλεπόμενη ρύθμιση στο άρθρο 9 του σχεδίου νόμου μειώνεται το ελάχιστο εγγυημένα συνεχές τμήμα της άδειας σε 5 ή 6 εργάσιμες ημέρες για πενθήμερο και εξαήμερο αντίστοιχα αντί για 10 ή 12 εργάσιμες ημέρες που ήταν μέχρι σήμερα όταν η άδεια "έσπαγε" σε περισσότερες των δύο περιόδων. Καθίσταται, έτσι, σαφές ότι αυτό σε συνδυασμό με τη μη δέσμευση του εργοδότη από το αίτημα ως προς το χρονικό διάστημα εντός του οποίου ζητά ο εργαζόμενος να λάβει την άδειά του δίνει λαβή για επιμερισμό της άδειας σε περισσότερα διαστήματα με πρωτοβουλία του εργοδότη ως ισχυρό πλήγμα στο αδιαίρετο της άδειας» διευκρινίζει. 

«Απόρροια τούτου είναι να κινδυνεύει να ματαιωθεί στην πράξη ο σκοπός της ετήσιας άδειας που δεν είναι άλλος από την αναπλήρωση των πνευματικών και σωματικών δυνάμεων του εργαζόμενου. Εξάλλου τόσο εσείς όσο και εγώ και αρκετός κόσμος όταν επιστρέφουν από δύο εβδομάδες άδεια και διακοπές το καλοκαίρι λένε "μακάρι να κρατούσε λίγο παραπάνω». Ας φανταστούμε, λοιπόν, πως θα αντιλαμβανόμαστε το χρόνο αυτό, εφόσον μειωθεί σε μία εβδομάδα ιδίως σε ένα χρονικό διάστημα χορήγησής του όπως το καλοκαίρι» καταλήγει ο κ. Γεωργόπουλος.

Google News

Ακολουθήστε το Reader στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις και τα νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.