Μενού
seferis
Γιώργος Σεφέρης | Τύπος της εποχής
  • Α-
  • Α+

«Κι όμως ο θάνατος είναι κάτι που γίνεται· πώς πεθαίνει ένας άντρας; Κι όμως κερδίζει κανείς το θάνατό του, το δικό του θάνατο, που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή. Χαμήλωνε το φως πάνω από τη συννεφιασμένη μέρα, κανείς δεν αποφάσιζε. Την άλλη αυγή δε θα μας έμενε τίποτε· όλα παραδομένα· μήτε τα χέρια μας· στα λατομεία». Τον Φεβρουάριο του 1939, στην Αθήνα, ο Γιώργος Σεφέρης, έγραψε το ποίημα «Η Τελευταία Ημέρα».

Συμπληρώνονται σήμερα 54 χρόνια από την ημέρα που ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης έφυγε από τη ζωή και η Ελλάδα έμεινε πιο φτωχή. Λυρικός, στοχαστικός και αισθαντικός ο Σεφέρης άλλαξε ριζικά τον προσανατολισμό της νεοελληνικής λογοτεχνίας. «Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας, τώρα που δεν έχουμε πια τίποτα. Φαντάζομαι, εκείνος που θα ξαναβρεί τη ζωή, έξω από τόσα χαρτιά, τόσα συναισθήματα, τόσες διαμάχες και τόσες πολλές διδασκαλίες, θα είναι κάποιος σαν εμάς, μόνο λιγάκι πιο σκληρός στη μνήμη», έγραψε στο «Τετράδιο γυμνασμάτων».

Η κηδεία του έλαβε τη μορφή μιας πάνδημης διαδήλωσης κατά της χούντας. Χιλιάδες νέοι ακολούθησαν τη σωρό του ποιητή από τη Μητρόπολη μέχρι το Α΄ Νεκροταφείο. Το πλήθος τραγούδησε το «Στο περιγιάλι το κρυφό» και ζητούσε «Δημοκρατία» και «Ελευθερία». Η αστυνομία δεν τόλμησε να επέμβει. «Η κηδεία του ποιητή Σεφέρη ήταν η πρώτη ευκαιρία για τους Έλληνες να εκφράσουν τα αισθήματά τους, από την εποχή της κηδείας του Γεωργίου Παπανδρέου, την οποίαν είχον παρακολουθήσει 250.000 άτομα, κραυγάζοντας συνθήματα εναντίον του καθεστώτος», μετέδωσε από την Αθήνα το Associated Press.

H περιβόητη δήλωση στο BBC

Στις 28 Μαρτίου του 1969, ο Γιώργος Σεφέρης, αποφασίζει να κάνει αυτό που θα έπρεπε να κάνουν όλοι οι άνθρωποι του πνεύματος σε περιόδους κρίσεων. Βγήκε μπροστά. Είπε αυτό που πίστευε. Έδειξε τον δρόμο σε έναν λαό φοβισμένο που προτιμούσε εκείνη την εποχή να κρύβεται πίσω από κλεισμένα παραθυρόφυλλα.

Μαγνητοφωνεί μία δήλωση η οποία είναι τραγικά προφητική αφού, μεταξύ άλλων, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την τραγωδία στην οποία οδηγούσε την Ελλάδα η χούντα. Η κασέτα με το μήνυμα του Σεφέρη φθάνει λαθραία στο Λονδίνο και αυθημερόν η δήλωσή του μεταδίδεται από την Ελληνική Υπηρεσία του BBC, ενώ αναμεταδίδεται από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Παρισιού και την «Ντόιτσε Βέλε»! Όπως είναι φυσικό προκλήθηκε πάταγος αφού ο Σεφέρης δεν είναι κάποιος τυχαίος πολίτης. Είναι ένας νομπελίστας ποιητής με διπλωματική καριέρα! Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, η Χούντα θα αφαιρέσει από τον Σεφέρη τον τίτλο του πρέσβεως επί τιμή και το δικαίωμα χρήσης του διπλωματικού διαβατηρίου του.

«Πάει καιρός που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω, αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας. Έτσι, από τα χρόνια εκείνα ώς τώρα τελευταία έπαψα κατά κανόνα ν’ αγγίζω τέτοια θέματα. Εξ άλλου τα όσα δημοσίεψα ώς τις αρχές του 1967, και η κατοπινή στάση μου (δεν έχω δημοσιέψει τίποτε στην Ελλάδα από τότε που φιμώθηκε η ελευθερία) έδειχναν, μου φαίνεται αρκετά καθαρά τη σκέψη μου.

Μολαταύτα, μήνες τώρα, αισθάνομαι μέσα μου και γύρω μου, ολοένα πιο επιτακτικά το χρέος να πω ένα λόγο για τη σημερινή κατάστασή μας. Με όλη τη δυνατή συντομία, νά τι θα έλεγα: Κλείνουν δυο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς όλως διόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο παγκόσμιο πόλεμο.

Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι’ αυτές να καταποντισθούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά. Δε θα μου είταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτιες ζημιές δε λογαριάζουν παρά πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο.

Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μάς βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.

Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι Εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό, να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω».

Ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με το Νόμπελ

Μερικά χρόνια νωρίτερα, στις 10 Δεκεμβρίου του 1963, ο Γιώργος Σεφέρης έγινε ο πρώτος Έλληνας που έπαιρνε στα χέρια του το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το πέτυχε με αντιπάλους όπως ο Μπέκετ, ο Νερούδα, ο Ανούιγ, ο Αραγκόν, ο Μπόρχες, ο Μπρετόν, ο Κοκτώ, ο Φροστ, ο Χάξλεϋ, ο Μαλρώ, ο Ναμπόκοφ, ο Μισίμα και ο Σαρτρ.

Ο Σεφέρης πήρε το Νόμπελ την... τρίτη και φαρμακερή. Είχε διεκδικήσει δύο ακόμα φορές το βραβείο. Το 1955 και το 1961. Το 1963, ωστόσο, ήταν η σειρά του και το κατάφερε με τρόπο εντυπωσιακό καθώς ήταν ένας από τους 80 υποψηφίους. Σύμφωνα με τα πρακτικά που έγιναν γνωστά μόλις το 2013, στην τελική ψηφοφορία επικράτησε ανάμεσα στον Άγγλο δοκιμιογράφο Ουίσταν Όντεν και τον Χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα, που, τελικά, θα λάβει το βραβείο οκτώ χρόνια αργότερα. Είναι δεδομένο πως το λογοτεχνικό εκτόπισμα των «αντιπάλων» του Σεφέρη εκείνη τη χρόνια, καταδεικνύουν και το λογοτεχνικό εκτόπισμα του ίδιου.

Ο  Σεφέρης έμαθε πως πήρε το βραβείο όντας καθηλωμένος στο κρεβάτι εξαιτίας μιας κρίσης έλκους που τον ταλαιπωρούσε. Τον πήρε τηλέφωνο ο ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων, που τον πληροφορεί ανεπίσημα ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες του είναι ο νικητής. Η επίσημη ενημέρωση δεν άργησε να έρθει. Λίγη ώρα μετά από εκείνο το τηλεφώνημα πήγε στο σπίτι του Σεφέρη, στην οδό Άγρας 24 στο Παγκράτι, ο πρέσβης της Σουηδίας στην Αθήνα και του είπε: Τιμάστε «για το υπέροχο λυρικό ύφος, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες». Ο Σεφέρης θα μείνει για λίγο σιωπηλός, θα βουρκώσει και θα αγκαλιάσει τη σύζυγό του Μάρω.

Οι Έλληνες, θα μάθουν μέσα από το περιοδικό «Ταχυδρόμος» της 14ης Δεκεμβρίου το τι είχε πει ο Γιώργος Σεφέρης λίγες στιγμές μετά την απονομή του βραβείου από τον βασιλιά της Σουηδίας.

«Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη» αναφέρει αρχικά ο Σεφέρης και στη συνέχεια προσθέτει: «Ένα βράδυ, αρχές του περασμένου αιώνα, σ’ ένα δρόμο της Ζακύνθου, ο ποιητής Διονύσιος Σολωμός άκουσε στην πόρτα μιας ταβέρνας, ένα γέρο ζητιάνο να λέει, απλώνοντας το χέρι, ένα τραγούδι για την πυρκαϊά του Πανάγιου Τάφου στα Ιεροσόλυμα. Ο ζητιάνος τραγουδούσε:

''Ο Άγιος Τάφος του Χριστού, εκείνος δεν εκάη
εκεί που βγαίνει τ’ Άγιο Φως, άλλη φωτιά δεν πάει''.

Ο Σολωμός, μάς λένε, ενθουσιάστηκε τόσο, που μπήκε στην ταβέρνα και πρόσταξε να τούς κεράσουν όλους. Το ανέκδοτο αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Το θεώρησα πάντα ως ένα σύμβολο της ποιητικής δωρεάς που ο λαός μας απόθεσε στα χέρια ενός άρχοντα του πνεύματος, την στιγμή όπου αρχίζει η ανάσταση της νεώτερης Ελλάδας».

Στη συνέχεια ο Σεφέρης, απευθυνόμενος στη Σουηδική Ακαδημία, και μέσω αυτής σε ολόκληρη την υφήλιο, μιλά για τον Ανδρέα Κάλβο, τον Κωστή Παλαμά, τον Κωνσταντίνο Καβάφη, τον Άγγελο Σικελιανό και τον στρατηγό Μακρυγιάννη. Σε μία αναμφίβολα κορυφαία στιγμή αναγνώρισης του έργου του και της προσωπικής του πορείας, ο Σεφέρης επέλεξε η ομιλία του να μην είναι ούτε στο ελάχιστο αυτοαναφορική. 

Αντίθετα, επέλεξε να αναφερθεί στους σπουδαίους ομότεχνούς του.  Και ουσιαστικά παρουσιάζοντας τα κυρίαρχα στοιχεία και του κορυφαίους γι’ αυτόν εργάτες της ελληνικής γλώσσας και παράδοσης, μίλησε για αυτά και αυτούς που τον έκαναν αυτό που είναι. «Σας μίλησα γι’ αυτούς τους ανθρώπους, γιατί οι σκιές τους δεν έπαψαν με συντροφεύουν από τότε που άρχισε το ταξίδι μου για την Σουηδία και γιατί οι προσπάθειές τους αντιπροσωπευούν, στο νου μου, τις κινήσεις ενός κορμιού αλυσοδεμένου επί αιώνες, όταν επιτέλους σπάσουν τα δεσμά του και ψηλαφεί, ξαναζωντανεύει, κι αναζητάει τις φυσικές του κινήσεις» τόνισε.

Στην υποδοχή του Σεφέρη από τη Στοκχόλμη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού δε θα βρεθεί κανείς από το επίσημο κράτος.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA