Ο Σάκης λείπει στα καράβια και η υπόλοιπη παρέα κάθεται στο τραπέζι βουβή, σα να μην έχει πια τίποτα καινούργιο να πει, στο ίδιο σημείο που κάποτε η μια κουβέντα άρχιζε πριν καν τελειώσει η άλλη. Το μόνο που ακούγεται τώρα, είναι η καταιγίδα απ’ έξω και μια φωνή στο βάθος.
Ο Αντώνης ρωτάει τον Μανώλη αν θα αλλάξει ο καιρός και εκείνος του απαντάει ότι η μετεωρολογική υπηρεσία δεν δίνει καμία μεταβολή μέχρι αύριο. «Ρε πο*στη μου, πώς την πάτησα έτσι», γκρινιάζει ο νεαρός δημοσιογράφος, με το τσιγάρο στο χέρι.
Οι καιροί όμως είχαν ήδη αλλάξει. Ο Νίκος παρακολουθεί σιωπηλός μια κουβέντα που κυλάει δίχως νόημα και γυρνάει το κεφάλι αλλού. Δεν αντέχει πια να βλέπει την εικόνα της παρέας του να αλλάζει. Στις ίδιες καρέκλες κάθονται πλέον πέντε άλλοι τύποι, στο ίδιο μέρος που κάποτε τίποτα δεν τους πτοούσε, τώρα μιζεριάζουν με μια βροχή.
Ο Γραμματικός κρυβόταν πίσω από τον Σταρίδα
Η τέλεια αφορμή για κοπάνα και κωλομπάρεμα έγινε τώρα ξενέρα για τον Αντώνη επειδή χάλασε την επιστροφή του στη μεγάλη πόλη και στο κυνήγι της καριέρας. Στο χαμένο βλέμμα και τα μάτια του Σταρίδα καθρεφτίζεται όλη η ματιά του Γραμματικού. Ο Νίκος ήταν πάντα ο Νίκος.
Ο Κωστής σπάει τη βουβαμάρα στο τραπέζι και μεταφέρει μια ατάκα που του είπε ένας τύπος που την έβγαζε με ένα καφέ στο μαγαζί για ώρες ολόκληρες. «Δεν αντέχω την συντροφιά των ανθρώπων, αλλά έχω ανάγκη την μυρωδιά τους». Ο Μανώλης μπορεί να γέλασε, αλλά η ατάκα μόνο αστεία δεν ήταν.
Τα κομμάτια της ταινίας δεν ήταν απλώς μουσική στο background
Ο Ανδρέας δεν έχει πει μισή λέξη. Σηκώνεται, πηγαίνει στο jukebox και ντύνει την στιγμή με το My Generation των The Who. Ένα κομμάτι που παραμένει άφθαρτο στο χρόνο και γράφτηκε για εκείνους που νιώθουν ότι δεν ταιριάζουν με τις προσδοκίες της κοινωνίας και ούτε θέλουν να ταιριάξουν με αυτές. Δεν το έβαλε τυχαία ο Ανδρέας να παίζει στο background.
«Το “My Generation” ήταν ένα κομμάτι για όλους αυτούς που προσπαθούσαν να βρουν μια θέση στην κοινωνία. Ήμουν πολύ, πολύ χαμένος», έλεγε ο Pete Townshend, ιδρυτικό μέλος των «The Who», στο Rolling Stone το 1987. Την ίδια χρονιά όλα ήταν διαφορετικά για την παρέα από τη Σαλαμίνα, από την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων μέχρι και τα ρούχα που φορούσαν.
Από την φλοράλ νιότη στην γκρίζα ενηλικίωση
Η Γιούλα Ζωιοπούλου παρέδωσε ένα σεμινάριο ενδυματολογίας στην ταινία από την πρώτη σκηνή μέχρι την τελευταία. Και δεν το λέω επειδή θα ήθελα να έχω στη ντουλάπα μου όλα όσα φόρεσε ο Βαγγέλης Μουρίκης.
Από την πρώτη σκηνή με το φλοράλ πουκάμισο και το μίνι τζιν που κάποιοι νομίζουν ότι έφερε στην μόδα ο Πολ Μέσκαλ, μέχρι την τελευταία με το άχρωμο γκρι και τη λυμένη γραβάτα. Τα ρούχα αλλάζουν, μαζί και με αυτούς που τα φορούν.

Ο Σάκης δεν μας έμαθε μόνο το τρικ με το χταπόδι στο πλυντήριο, αλλά και το ότι είναι πολύ εντάξει να πας για μπάσκετ με κοντό πουκάμισο.

Ο πιτσιρικάς με τζιν τζάκετ και το λευκό μπλουζάκι που ανέβαινε το βουνό, μεγάλωσε και πλέον φοράει ένα ανοιχτό γαλάζιο oversized πουκάμισο και σκούρα πόλο μέσα από σκούρες μπλε ζακέτες.



Ο «πατέρας» της παρέας τώρα πια φοράει μια κοντομάνικη ζακέτα, σκούρο πράσινο πουκάμισο και ανεβαίνει στη μηχανή, σε μια αρκετά κιαροσταμική σεκάνς, με ένα φοβερό μωβ τζάκετ (που παίζει πολύ στα thrift) και σκούφο, έχοντας πίσω του τον Νίκο. Ο Νίκος ήταν πάντα πίσω από όλους, ήταν αυτός που κρατούσε το απουσιολόγιο και έπαιρνε πάντα τηλέφωνα ελπίζοντας να μη λείψει κανείς. Μετά κατάλαβε.



Ο Σάκης στην τελευταία σκηνή της ταινίας μας αποχαιρετά με ένα γκρι πουκάμισο και μια λυμένη γραβάτα. Το φλοράλ μάλλον θα είχε χαθεί κάπου στη ντουλάπα.

Καλά ρε συ, γράφεις για τους Απόντες και μιλάς για τα ρούχα του Μουρίκη; Ναι.
Είναι τόσο βαθιά τα σημεία που αγγίζει η πτυχιακή του Νίκου Γραμματικού στη ζωή και τη χαμένη νιότη που καμιά φορά επιλέγεις να κρατήσεις την αίσθηση που σου αφήνει η ταινία και να την αφήσεις να αιωρείται μέσα σου σα μια γυάλινη μπάλα που αν την αγγίξεις θα σπάσει(ς).
Και επειδή δεν είσαι και ο Γκάλης, μάλλον θα δεις τα θραύσματα μιας παρέας που διαλύεται να κόβουν τα δεμένα σου χέρια και τότε, η αγάπη θα σε κάνει κομμάτια, ξανά.
Στο τέλος, οι φίλοι αλλάζουν, τα ρούχα αλλάζουν, οι εποχές αλλάζουν. Μόνο η αίσθηση της απώλειας μένει ίδια. Ο Νίκος στην τελευταία σκηνή ήταν πάντα ο Νίκος, μπροστά και πίσω από την κάμερα. Η παρέα όμως, δεν ήταν πια η παρέα.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.