Μενού
mandela
Η στιγμή της αποφυλάκισης | Associated Press
  • Α-
  • Α+

«Πολέμησα κατά της κυριαρχίας των λευκών και πολέμησα κατά της κυριαρχίας των μαύρων. Ονειρεύομαι το ιδανικό μίας δημοκρατικής και ελεύθερης κοινωνίας, όπου όλοι οι άνθρωποι θα ζουν μαζί, σε αρμονία και με ίσες ευκαιρίες. Είναι ένα ιδανικό, για το οποίο ελπίζω να ζήσω και να πετύχω. Αν όμως αυτό χρειάζεται, είναι ένα ιδανικό, για το οποίο είμαι προετοιμασμένος να πεθάνω». Ο Νέλσον Μαντέλα, είναι ο άνθρωπος που πάλεψε για να αλλάξει όχι απλά ένα έθνος αλλά τον Άνθρωπο. Το πρώτο το κατάφερε, το δεύτερο όχι. Ο σπόρος που έριξε, ωστόσο, περιμένει ακόμα να ανθίσει.

«Στη φυλακή έρχεσαι αντιμέτωπος με το χρόνο. Δεν υπάρχει τίποτε πιο τρομακτικό»

Και μιας και μιλάμε για σπόρους, θα πρέπει να αναφερθεί το εξής. Οι εχθροί του Μαντέλα (και της φιλοσοφίας του κυρίως) τον έριξαν σε μια φυλακή και τον κράτησαν εκεί για 27 ολόκληρα χρόνια. Ο στόχος τους ήταν προφανής. Ήθελαν να «θάψουν» και εκείνον και τις ιδέες του. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως ο σπόρος ήταν ο ίδιος ο Μαντέλα και όταν τον «έθαψαν» οι ιδέες του βρήκαν έδαφος για να αναπτυχθούν, να βγάλουν ρίζες και τελικά δημιούργησαν μια χώρα. Ένα έθνος που έκανε τη διαφορετικότητα έναν από βασικούς πυλώνες του. Ο Μαντέλα δεν ήταν πάντα ειρηνικός. Το 1944 μπήκε στην οργάνωση «Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο» (ANC), ιδρύοντας μαζί με άλλους και τη Νεολαία του ΑΝC.

Βασικές αρχές του μαντέλα ήταν ο αντιαποικιακός αγώνας, η μάχη κατά των θεσμοθετημένων διακρίσεων βάσει φυλής, ο μαρξισμός και ακόμη και η αρχή της αντίστασης χωρίς βία του Μαχάτμα Γκάντι. Το 1952 είχε τα πρώτα... μπλεξίματα με το καθεστώς του Απαρτχάιντ, όταν συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε για την πολιτική του δραστηριότητα, με βάση τον νόμο για την «αντιμετώπιση του κομμουνισμού».

Αν και βρισκόταν έξω από τη φυλακή με περιοριστικούς όρους, ο Μαντέλα δημιούργησε το πρώτο δικηγορικό γραφείο μόνο με μαύρους δικηγόρους. Ξεκίνησε εκστρατεία κατά του ρατσιστικού καθεστώτος το οποίο τον κυνήγησε και τον έσυρε σε μια μακροχρόνια δικαστική περιπέτεια από την οποία, ωστόσο, ο Μαντέλα βγήκε, έστω και προσωρινά νικητής. Το Απαρτχάιντ, ωστόσο, βλέποντας την αντίδραση να μεγαλώνει, αποφάσισε να θέσει το Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο εκτός νόμου. Ο Μαντέλα εγκατέλειψε την αρχή της μη βίας και πέρασε στην παρανομία. «Έμαθα, πως το θάρρος δεν είναι η έλλειψη φόβου, αλλά ο θρίαμβος επί του φόβου. Γενναίος δεν είναι εκείνος, που δε νιώθει φόβο, αλλά εκείνος που κυριαρχεί επί του φόβου του», έλεγε.

Συνελήφθη ξανά, κατηγορήθηκε για σαμποτάζ και απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης και καταδικάστηκε το 1964 σε ισόβια. Από εκεί και πέρα οι κανόνες του «παιχνιδιού» αλλάζουν. Το 1962, μεταφέρθηκε στις φυλακές του Νησιού Ρόμπεν, όπου πέρασε τα επόμενα 18 χρόνια της ζωής του. Το κελί του ήταν μόλις 4 τετραγωνικά μέτρα, ενώ περνούσε τη μέρα του σπάζοντας πέτρες. Οι δεσμοφύλακες τού είχαν απαγορεύσει να φορά γυαλιά ηλίου, γεγονός που επιβάρυνε ακόμα περισσότερο το πρόβλημα όρασης που αντιμετώπιζε. Ένα γράμμα και μία επίσκεψη ανά έξι μήνες ήταν η επαφή του με τον έξω κόσμο. Τα βράδια διάβαζε νομικά για να αποκτήσει το δίπλωμα εξ αποστάσεως. «Λέγεται πως κανένας δε γνωρίζει πραγματικά ένα έθνος, μέχρι να βρεθεί μέσα στις φυλακές του», έλεγε.

Ο Μαντέλα ακόμα και μέσα από εκείνη την τρύπα που τον είχαν ρίξει, έκανε δουλειά. Έξω, η κοινωνία έβραζε. Πολλές μικρές εξεγέρσεις, ξεπηδούσαν η μία μετά την άλλη. Η διεθνής κοινή γνώμη πίεζε το ρατσιστικό καθεστώς, να τον απελευθερώσει ή (το λιγότερο) να του δώσει καλύτερες συνθήκες κράτησης. Τον Απρίλιο του 1982 ο Μαντέλα μαζί με αρκετά στελέχη του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου μεταφέρθηκαν σε άλλη φυλακή, στο Κέιπ Τάουν. Όχι γιατί το καθεστώς άκουσε τις φωνές διαμαρτυρίας αλλά για να κρατήσει τον Μαντέλα μακριά από τους νέους κρατούμενους που έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν ηγέτη. Η πίεση για απελευθέρωση του Μαντέλα συνεχιζόταν με αμείωτη ένταση. Όπως και η κοινωνική έκρηξη ενάντια στο καθεστώς.

Σε μια προσπάθεια αναδίπλωσης, ο τότε πρόεδρος της χώρας Πίτερ Μπότα, δέχεται να τον αφήσει ελεύθερο με τον όρο να αποκηρύξει τη βία, ως πολιτικό μέσο. Ο Μαντέλα μέσω της κόρης του απάντησε: «Τι είδους ελευθερία είναι αυτή που μου προσφέρετε όταν το ANC παραμένει εκτός νόμου; Μόνο οι ελεύθεροι μπορούν να διαπραγματευθούν. Ένας κρατούμενος δεν μπορεί να κάνει συμβόλαια». Τελικά, παρέμεινε στη φυλακή, αλλά πλέον όλα είχαν πάρει το δρόμο τους.

«Πάντα δείχνει αδύνατο, μέχρι να γίνει»

Τον Ιούλιο του 1988 στα 70α γενέθλια του Μαντέλα στήθηκε μια παγκόσμια γιορτή που όμοια της δεν υπήρξε ποτέ πριν και ποτέ μετά. Μέχρι και συναυλία στο θρυλικό Γουέμπλεϊ έγινε εκείνη την ημέρα. Η πίεση για το καθεστώς είναι αφόρητη και αναγκάζεται να μεταφέρει τον Μαντέλα σε μια άλλη φυλακή με ακόμα καλύτερες συνθήκες. Αλλά, πλέον, ούτε αυτό είναι αρκετό.

Την επόμενη χρονιά ο Μπότα φεύγει από την εξουσία και τον αντικαθιστά ο Φρέντερικ Ντε Κλερκ. Όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου, συγκάλεσε έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο, εισηγούμενος τη νομιμοποίηση του ANC και την απελευθέρωση του Μαντέλα.

Τελικά, μια ημέρα σαν σήμερα, το 1990, ολόκληρος ο πλανήτης θα έβλεπε τον Μαντέλα να βγαίνει από την πύλη της φυλακής Βίκτορ Βέστερ κρατώντας το χέρι της συζύγου του Γουίνι. «Αν θες να συνάψεις ειρήνη με τον εχθρό σου πρέπει να δουλέψεις μαζί του. Τότε γίνεται συνεργάτης σου», έλεγε ο Μαντίμπα (ο πατέρας του Έθνους) όπως τον αποκαλούν ακόμα και σήμερα στη Νότιο Αφρική. Από την ηγεσία του ANC, ξεκίνησε τις συνομιλίες με την κυβέρνηση για ένα κράτος, στο οποίο όλοι οι πολίτες θα ήταν ίσοι απέναντι στο νόμο ανεξαρτήτως φυλής με την κατάρτιση νέου Συντάγματος.

Το 1993 μαζί με τον ντε Κλέρκ τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Το 1994 ήταν η μεγάλη στιγμή. Ο Μαντέλα εκλέχθηκε ο πρώτος μαύρος πρόεδρος της Νοτίου Αφρικής και προσπάθησε να ενώσει τη χώρα του. Εργάστηκε για να συμφιλιώσει και όχι για να εκδικηθεί και για αυτόν τον λόγο αγαπήθηκε τόσο από τους μαύρους όσο και από τους λευκούς. «Δεν ήμουν μεσσίας, αλλά ένας απλός άνθρωπος, ο οποίος έγινε ηγέτης λόγω ασυνήθιστων και ειδικών συνθηκών» είχε πει.

Τον Ιούνιο του 2004, σε ηλικία 85 ετών και με εξασθενημένη υγεία, ο Μαντέλα ανακοίνωσε ότι αποσύρεται επίσημα και αποχωρεί από τη δημόσια ζωή. «Μη μου τηλεφωνείτε, θα σας τηλεφωνήσω εγώ», είχε πει χαριτολογώντας. Οι δημόσιες εμφανίσεις του έγιναν έκτοτε όλο και λιγότερες. Τελευταία δημόσια εμφάνισή του έγινε στην τελετή λήξης του Μουντιάλ του 2010. Ο Μαντίμπα πέθανε στις 5 Δεκεμβρίου 2013, σε ηλικία 95 ετών, στο σπίτι του στο Χάουτον, έχοντας την οικογένειά του στο πλευρό του.  

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA