Μενού
paparigas_ekso
Μήτσος Παπαρήγας | Τύπος της εποχής
  • Α-
  • Α+

Τον Φεβρουάριο του 1949 η Ελλάδα έμπαινε στον τρίτο και τελευταίο χρόνο του αιματηρού εμφυλίου πολέμου. Οι δύο πλευρές «έπαιζαν» τα τελευταία τους «χαρτιά». Το ΚΚΕ και ο ΔΣΕ έδιναν μάχη επιβίωσης απέναντι στον εθνικό στρατό και τους Αμερικανούς συμμάχους του. Η βοήθεια που τόσο πολύ περίμεναν από τη Σοβιετική Ένωση δεν ήρθε ποτέ καθώς ο Ιωσήφ Στάλιν είχε πάρει τις αποφάσεις του και είχε αφήσει τους Έλληνες συντρόφους του στο έλεος του εμφυλιακού κράτους που με τη σειρά του έκανε ότι μπορούσε για να μετατρέψει τη ζωή των ανταρτών (και των οικογενειών τους) σε μια επί γης κόλαση. Στο πλαίσιο αυτό υπήρχε ο πόλεμος που φαινόταν και υπήρχε και ένας άλλος. Που δε φαινόταν.

Ήταν ο πόλεμος σε βάρος σημαντικών στελεχών του ΚΚΕ. Στόχος η φυσική εξόντωσή τους προκειμένου να αποδυναμωθεί ένας ολόκληρος, παράνομος, κομματικός μηχανισμός. Στο πλαίσιο αυτό πολλοί αγωνιστές που είχαν συλληφθεί από τις αρχές... «αυτοκτόνησαν». Ήταν ένας από τους πιο συνηθισμένους τρόπους φυσικής εξόντωσης. Μια από τις πιο ηχηρές περιπτώσεις ήταν αυτή του Μήτσου Παπαρήγα που βρέθηκε κρεμασμένος με ένα... κορδόνι μέσα στο κελί του.

Ποιος ήταν ο Μήτσος Παπαρήγας

Το 1896, στον Βόλο, μέσα σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, γεννήθηκε ο Μήτσος Παπαρήγας. Ο πατέρας του ήταν ένας πολύ φτωχός εργάτης ο οποίος με δυσκολία κατάφερνε να εξασφαλίζει για τα μέλη της οικογένειάς του από ένα πιάτο φαγητό. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη ήταν δεδομένο πως ο Μήτσος Παπαρήγας έπρεπε να δουλέψει προκειμένου να βοηθήσει την οικογένειά του οικονομικά. Στα 14 του χρόνια ήδη δουλεύει σιδεράς. Έχοντας βιώσει με τρόπο άγρια τις ταξικές ανισότητες ο Παπαρήγας σε ηλικία 23 ετών γίνεται μέλος του Σωματείου Μεταλλεργατών Βόλου.

Από εκείνο το σημείο και έπειτα ο Μήτσος Παπαρήγας αφιερώνει τη ζωή του στο συνδικαλιστικό κίνημα. Στη διάρκεια της θητείας του στο Ναυτικό ο Παπαρήγας συνεχίζει να συνδικαλίζεται, παίρνει μέρος στο αντιπολεμικό κίνημα (τα λεγόμενα «Επιστρατικά») που γεννήθηκε μέσα στο στράτευμα. Γίνεται μέλος του ΣΕΚΕ και μετά την επιστροφή του από το Μικρασιατικό μέτωπο οργανώνει το Κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών. Τον Οκτώβρη του 1922 συντάχθηκε με εκείνους που ζητούσαν την «μπολσεβικοποίηση» του ΣΕΚΕ.

Η φήμη του, πλέον, ήταν μεγάλη και στα 28 του χρόνια εκλέγεται γραμματέας του Σωματείου Μεταλλεργατών Βόλου και οργανώνει μια από τις μεγαλύτερες απεργίες που έχουν γίνει ποτέ στην πόλη. Το κυνήγι του Παπαρήγα από το κράτος ξεκινάει (επίσημα) στη διάρκεια της δικτατορίας του Πάγκαλου, όπου συλλαμβάνεται, δικάζεται, καταδικάζεται και εξορίζεται στην Αμοργό. Θα μείνει εκεί μέχρι και τον Αύγουστο του 1926.

paparigas4
Ο Μήτσος Παπαρήγας στο βήμα συνδικαλιστικού συνεδρίου στο Βόλο | Τύπος της εποχής

Από εκεί και πέρα η δράση του Μήτσου Παπαρήγα επικεντρώνεται γύρω από τη ΓΣΣΕ και παράλληλα ανεβαίνει τάχιστα όλες τις βαθμίδες της κομματικής ιεραρχίας. Στο 3ο συνέδριο του ΚΚΕ εκλέγεται μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και στο 4ο συνέδριο μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Παίρνει μέρος σε όλες τις εσωκομματικές κόντρες που δημιουργήθηκαν εκείνη την περίοδο και συνετέλεσε στην τελική διαμόρφωση του χαρακτήρα που απέκτησε το ΚΚΕ μέσα στα επόμενα χρόνια. Ήταν η εποχή (1931) που το ΚΚΕ έφτασε στα πρόθυρα της διάλυσης αλλά αυτό αποφεύχθηκε μετά από παρέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Επί κυβερνήσεως Βενιζέλου ο Μήτσος Παπαρήγας και άλλα στελέχη της ΓΣΕΕ συλλαμβάνονται και φυλακίζονται αρχικά στα Χανιά και μετά (αφού είχε αποφυλακιστεί πρώτα) στις φυλακές Συγγρού απ' όπου μαζί με οκτώ στελέχη του ΚΚΕ καταφέρνουν να αποδράσουν και να διαφύγουν στη Σοβιετική Ένωση.

Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, επί δικτατορίας Μεταξά, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Η ναζιστική κατοχή τον βρήκε κρατούμενο στην Ακροναυπλία και στη συνέχεια στο Χαϊδάρι απ' όπου και πάλι καταφέρνει να αποδράσει και βγαίνει στην παρανομία μέσα από τις τάξεις του ΕΑΜ. Μετά την απελευθέρωση, τον Μάρτιο του 1946, ο Μήτσος Παπαρήγας εκλέγεται γραμματέας της ΓΣΕΕ. Το 1947 το εμφυλιακό κράτος συλλαμβάνει την εκλεγμένη διοίκηση της Συνομοσπονδίας και ο Παπαρήγας θα βρεθεί εξόριστος στην Ικαρία. Δραπετεύει και από εκεί και επιστρέφει στην Αθήνα που, μέσα σε συνθήκες σκληρής παρανομίας, κάνει σημαντική κομματική δουλειά και γίνεται «κόκκινο πανί» για το εμφυλιακό κράτος. Στις 28 Ιουνίου 1948 ο Παπαρήγας συλλαμβάνεται ξανά. Για τελευταία φορά.

paparigas3
Ο Μήτσος Παπαρήγας δίπλα στο Νίκο Ζαχαριάδη σε κομματική εκδήλωση | Τύπος της εποχής

Αυτοκτόνησε ή τον «αυτοκτόνησαν»

Ο Φεβρουάριος του 1949 βρίσκει τον Μήτσο Παπαρήγα κρατούμενο στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών. Η έντονη συνδικαλιστική και πολιτική του δράση και κυρίως οι πολλές αποδράσεις ήταν δεδομένο πως είχαν ενοχλήσει πολλούς. Ο Παπαρήγας βασανίστηκε σκληρά, απάνθρωπα. Και όσο έδειχνε πως δεν λυγίζει και πως ακόμα και μέσα από το κελί του συνεχίζει αδιάκοπα τον αγώνα του, τόσο περισσότερο εξόργιζε τους αστυνομικούς που από ένα σημείο και μετά τον έβγαζαν ελάχιστα από την απομόνωση.

Το βράδυ της Κυριακής 20 Φεβρουαρίου 1949 ο διοικητής της Γενικής Ασφάλειας, Νικόλαος Τσαούσης, κάλεσε τους δημοσιογράφους «για να τους δείξει κάτι σημαντικό». Αυτό το «σημαντικό» που ήθελε να τους δείξει ήταν το ημίγυμνο πτώμα του Μήτσου Παπαρήγα. Οι δημοσιογράφοι σοκαρίστηκαν αφενός από το θέαμα και αφετέρου από το γεγονός πως ένα τόσο σημαντικό στέλεχος του ΚΚΕ, που έζησε τόσες κακουχίες και τόσες δυσκολίες, αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή του σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία.

Η δίκη του Μήτσου Παπαρήγα θα ξεκινούσε σε τρεις ημέρες και όλοι ήξεραν πως ειδικά τα μεγαλοστελέχη του ΚΚΕ χρησιμοποιούν τις δίκες τους προκειμένου να προπαγανδίσουν τις ιδέες τους και να καταγγείλουν με κάθε τρόπο το εμφυλιακό κράτος.

Ο διοικητής της Ασφάλειας αντιλαμβανόμενος πως πολλοί δημοσιογράφοι δεν πείστηκαν πως ο Παπαρήγας αυτοκτόνησε, άρχισε αμέσως να δίνει διάφορες... πληροφορίες που, υποτίθεται πως έδειχναν πως ο Παπαρήγας είχε σκοπό να βάλει τέλος στη ζωή του.

«Πρόκειται για τον Δημήτριο Παπαρήγα, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος. Εκρατείτο εδώ και οκτώ μήνες. Απαγχονίστηκε στις 18:30 με 19:00 σήμερα το απόγευμα στα κρατητήρια με το κορδόνι της πιτζάμας του, που το είχε προσδέσει στο κιγκλίδωμα του κελιού. Ακόμη και η νεκροψία, όπως μπορεί να σας επιβεβαιώσει και ο καθηγητής κ. Γεωργιάδης, δείχνει ότι πρόκειται περί κλασικής μορφής αυτοκτονίας εν κλειστό χώρο. Σημείωμα ή επιστολή δεν βρέθηκε» είχε πει ο Διοικητής της Ασφάλειας στους δημοσιογράφους που αμέσως παρατήρησαν πως δύσκολα το κορδόνι μιας παλιά πιτζάμας θα μπορούσε να «κρατήσει» το σώμα του Παπαρήγα.

paparigas6
Δημοσίευμα για το θάνατο του Παπαρήγα | Εθνικός Κήρυξ

Έτσι ο Διοικητής συνέχισε και τόνισε πως ο Παπαρήγας το πρωί είχε ξυπνήσει ευδιάθετος και πως είχε παρουσιαστεί και μπροστά στον Διευθυντή της Αστυνομίας Αθηνών, Άγγελο Έβερτ (ο πατέρας του μετέπειτα προέδρου της ΝΔ, Μιλτιάδη Έβερτ) και είχαν, μάλιστα, και ένα διάλογο. «Έχεις κανένα παράπονο;» τον ρώτησε ο αστυνομικός διευθυντής.  «Απολύτως κανένα παράπονο. Ό,τι ζητήσω το έχω. Το μόνο που θα ήθελα είναι να ξυριστώ σήμερα» φέρεται να απάντησε ο Παπαρήγας και ο Έβερτ «επέτρεψε να ξυρίση τον κρατούμενον ο κουρεύς της Γεν. Ασφαλείας αλλ’ ο Παπαρρήγας δεν τον εκάλεσε».

Μετά την επιθεώρηση ο Παπαρήγας επέστρεψε στο κελί του και περίπου στις 6 το απόγευμα ζήτησε να πάει στην τουαλέτα. Επέστρεψε και ήταν η τελευταία φορά που κάποιος τον είδε ζωντανό. Στον επόμενο έλεγχο που έγινε ο Μήτσος Παπαρήγας βρέθηκε απαγχονισμένος. «Τα ενδύματά του ευρέθησαν κρεμασμένα εις τον τοίχο του κρατητηρίου. Επί της κλίνης εκστρατείας ευρέθησαν αι πυτζάμαι του. Από το πανταλόνι της πυτζάμας ο Παπαρρήγας είχεν αποσπάσει το κορδόνι και δι’ αυτού είχε κατασκευάσει τον βρόχον με τον οποίον είχε περιβάλει τον λαιμόν του. Το άλλο άκρο του κορδονιού το είχε προσδέσει εις το πόμολον του παραθύρου, κατόπιν δε άφηκε το σώμα του να καταπέση διά να απαγχονισθή. Το πτώμα εκρεμάτο εις ελάχιστον ύψος από του δαπέδου με τους πόδας ολίγον κεκαμμένους προς τα έσω. Ο θάνατος μόλις προ ολίγης ώρας είχεν επέλθει» έγραφε η «Καθημερινή» στις 22 Φεβρουαρίου.

Το ΚΚΕ και οι συναγωνιστές του Παπαρήγα, ουδέποτε πίστεψαν πως το ηγετικό στέλεχος του κόμματος, αυτοκτόνησε. «Με μεγάλη θλίψη η Κεντρική Επιτροπή και η Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου του ΚΚΕ  αναγγέλλουν,  ότι  στις 20 του  Φλεβάρη  στα  υπόγεια  της Γενικής Ασφάλειας της Αθήνας δολοφονήθηκε άνανδρα ο Μήτσος Παπαρήγας, Γενικός Γραμματέας της ΓΣΕΕ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής  Ελέγχου  του  ΚΚΕ,  ένα  από  τα  παλιά  μέλη  του κόμματός μας. Στο πρόσωπο του Μήτσου Παπαρήγα η εργατική τάξη  και  ο  λαός  της  Ελλάδας  χάνουν  έναν  από  τους  πιο πρωτοπόρους  αγωνιστές,  ένα  από  τα  ανώτατα  καθοδηγητικά στελέχη στον Λαϊκοαπελευθερωτικό αγώνα μας.

paparigas5
Δημοσίευμα για το θάνατο του Μήτσου Παπαρήγα | εφ. Εμπρός

» Τη  δολοφονία  του  αλησμόνητου  συντρόφου  μας  Μήτσου Παπαρήγα την οργάνωσαν οι αμερικανοάγγλοι ιμπεριαλιστές και οι μοναρχοφασίστες πράχτορες με την προσωπική συμμετοχή του Ρέντη (σ.σ. ο Κωνσταντίνος Ρέντης ήταν τότε υπουργός Δημοσίας Τάξεως). Νόμισαν πως έτσι θα λυγίσουν το λαό μας. Μα το αποτρόπαιο έγκλημα ατσαλώνει πιο πολύ τη θέληση των εργαζομένων για τη συντριβή του εχθρού. Η ζωή και οι αγώνες του Μήτσου Παπαρήγα θα τους φωτίζουν και θα τους εμπνέουν μέχρι την τελική νίκη(…)» ανέφερε η ανακοίνωση του ΚΚΕ που δημοσιεύθηκε στις 21 Φεβρουαρίου  στην εφημερίδα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος.

«Ο Παπαρήγας φουρκίστηκε...»

«Ξαφνικά, το πρωί της 20 του Φλεβάρη 1949, άκουσα τη φωνή του φύλακα, που έκανε την καταμέτρηση στο κάθε κελί: ''Ο Παπαρήγας φουρκίστηκε!'' Έτρεχε προς το αρχιφυλακείο, κι εγώ βρήκα την ευκαιρία και ρώτησα την κοπέλα που ήταν φυλακισμένη στο απέναντι κελί: ''Τι θα πει φουρκίστηκε;'' Κι εκείνη μου απάντησε: ''Φουρκίστηκε σημαίνει κρεμάστηκε''. Πάγωσα κυριολεχτικά.

Από κείνη τη στιγμή άρχισε μεγάλη κίνηση. Πηγαινοέρχονταν για να δουν τον κρεμασμένο. Η πόρτα του κελιού μου δεν εφαπτόταν με το τσιμεντένιο πάτωμα και άφηνε μια χαραμάδα. Ξάπλωνα χάμω με την κοιλιά και έβλεπα τα πόδια που πηγαινοέρχονταν. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ζήτησα να μου ανοίξουν για την τουαλέτα, δε μου άνοιξαν. Δεν άνοιξαν σε κανέναν όλη μέρα. Με πήρανε τα δάκρυα.

Έκλαιγα για τον άνθρωπο, τον αγωνιστή, τον αφοσιωμένο στην εργατική τάξη, που δολοφονήθηκε με τέτοιον απάνθρωπο τρόπο. Το απόγευμα προς το βράδυ άκουσα καινούργιες φωνές: ''Έρχονται οι δημοσιογράφοι''. Πάλι ξάπλωσα χάμω και είδα να περνούν παπούτσια διαφορετικά από κείνα των αστυνομικών. Ποιος ξέρει, ή μάλλον ξέρουμε, τι είδους δημοσιογράφους κάλεσαν. Κατά τα μεσάνυχτα άκουσα πάλι βήματα σαν να έσερναν κάτι βαρύ. Ξάπλωσα πάλι, και είδα να σέρνουν σε μια κουβέρτα κάτι βαρύ. Κατάλαβα. Ήταν το τιμημένο κορμί του συντρόφου Παπαρήγα.

paparigas
Δημοσίευμα για το θάνατο του Μήτσου Παπαρήγα | Έθνος

Το πρωί της άλλης μέρας μας άνοιξαν. Είδα τότε στο βάθος του διαδρόμου ένα σωρό ρούχα, σκεπασμένα με μια γκρίζα καμπαρτίνα. Ρώτησα έναν αστυνομικό που μας έκανε τον καλό: ''Μα πού βρήκε το σκοινί μέσα στο κελί και κρεμάστηκε;'' Εκείνος μου απάντησε: ''Ε να, με το κορδόνι της πιτζάμας του. ''Όμως'', του λέω, ''το παράθυρο του κελιού είναι ψηλά, πώς μπόρεσε να φτάσει και να περάσει το κορδόνι από τις σιδεριές του''; ''Ε'', μου λέει, ''επειδή ήταν γέρος του είχαμε δώσει ένα σκαμνί να κάθεται: Ανέβηκε σ’ αυτό, και πέρασε το κορδόνι''. Ήταν πολύ χοντρό το ψέμα, τι περίμενα όμως; Να μου πει την αλήθεια; Την άλλη μέρα άκουσα κλάματα γυναίκας. Κατάλαβα, ήταν τα κλάματα της Βασιλείας, της γυναίκας του δολοφονημένου αγωνιστή. Τη βραδιά που κρέμασαν τον Παπαρήγα, όλη νύχτα άκουγα τα παραληρήματα και τα βογγητά του αγωνιστή Τσαμουταλίδη. Τον αγωνιστή αυτόν τον πέταξαν απ’ το παράθυρο, δεν τον κρέμασαν όπως τον Παπαρήγα Ο Τσαμουταλίδης, ψυχωμένο παλικάρι, είχε φύγει στη Μέση Ανατολή στην κατοχή, και είχε παρασημοφορηθεί επ’ ανδραγαθία. Όταν γύρισε, συνέχισε τον αγώνα από τις γραμμές του ΚΚΕ, τον έπιασαν και τον σκότωσαν.

Ο άλλος αδελφός του, ο Κώστας, επίσης πολύ καλός αγωνιστής, εκτελέστηκε μαζί με εξόριστους της Ανάφης. Πέρασε κι αυτός πολλά χρόνια στην εξορία. Η χαροκαμένη μάνα τους ήταν φυλακισμένη στου Αβέρωφ. Γενναία γυναίκα, όπως τα παιδιά της. Κρατούσε πάντα τα δάκρυά της, για να μη στενοχωρήσει τις άλλες φυλακισμένες. Τα δυο της αγόρια τα μεγάλωσε με χίλια βάσανα, κάνοντας τη μαγείρισσα σε πλούσιες κυράδες… Την αποφυλάκισαν, λόγω γήρατος. Δε μάθαμε τι απέγινε. Όταν βγήκα από τη φυλακή προσπάθησα να μάθω, μα δεν κατόρθωσα να πληροφορηθώ τίποτα γι’ αυτήν τη χαροκαμένη μάνα που στα γεράματα δεν είχε κανένα στήριγμα. Της τα αφαίρεσαν όλα οι δεξιοί δυνάστες».

Η μαρτυρία αυτή ανήκει στην αγωνίστρια της Εθνικής Αντίστασης Μαργαρίτα Κωτσάκη, η οποία κρατούνταν σε διπλανό κελί και η οποία κατέγραψε τα όσα έζησε εκείνη τη μοιραία ημέρα στο βιβλίο της «Μια ζωή γεμάτη αγώνες» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1987).

Όπως αναφέρει και η Κωτσάκη, η Βασιλική Παπαρήγα (το γένος Καραντώνη) ήταν από τους πρώτους που ειδοποιήθηκαν. Η Βασιλική ήταν 32 χρονών τότε και μαζί με τον Μήτσο Παπαρήγα είχαν απόκτήσει τον Θανάση ο οποίος τότε ήταν μόλις 5 ετών. Αργότερα ο Θανάσης παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Δρόσου, η οποία έγινε ευρέως γνωστή ως Αλέκα Παπαρήγα, η πρώτη γυναίκα επικεφαλής κοινοβουλευτικού κόμματος και η πρώτη γυναίκα γενική γραμματέας του Κ.Κ.Ε. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA