Μενού
polpot
Ένας άνδρας στέκεται δίπλα σε ομαδικό τάφο στην Καμπότζη | AP Photo
  • Α-
  • Α+

Μια χώρα (η Καμπότζη στην προκειμένη περίπτωση) παλεύει για να αποκτήσει την ανεξαρτησία της (από τη Γαλλία). Όταν τα καταφέρνει το τιμόνι της χώρας αναλαμβάνει ένας διεφθαρμένος μονάρχης ο οποίος ενδιαφέρεται μόνο για να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Δύσης.

Όλοι παλεύουν για την ανατροπή του η οποία τελικά έρχεται μέσα από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα. Όλοι εκείνοι που ήθελαν μια ελεύθερη χώρα, χωρίς κοινωνικές ανισότητες, παίρνουν τα όπλα και η χώρα βυθίζεται στο χάος του εμφυλίου πολέμου.

Δείτε εδώ: Η ελληνική γέφυρα με την παγκόσμια πρωτιά - Δίνει «μαθήματα» μηχανικής

Επί πέντε ολόκληρα χρόνια τα μαύρα σύννεφα του (εμφυλίου) πολέμου σκεπάζουν αυτή την εξωτική χώρα και οι κάτοικοί της ελπίζουν πως κάποια στιγμή θα καταφέρουν να ζήσουν και αυτοί σαν άνθρωποι.

Όταν το στρατιωτικό καθεστώς κατέρρευσε και οι αντάρτες κατέλαβαν την πρωτεύουσα, ο λαός, με δάκρυα στα μάτια, πανηγύρισε γιατί μετά από τόσες δεκαετίες καταπίεσης είχε επιτέλους την ευκαιρία να ανασάνει ελεύθερα.

Οι πολίτες της Καμπότζης είχαν συναντήσει ξανά την ελπίδα. Αυτό που δεν ήξεραν ήταν πως οι «πύλες της κολάσεως» είχαν μόλις ανοίξει και αυτό που τους περίμενε ήταν ένας τρομακτικός εφιάλτης δίχως προηγούμενο.

Η πορεία του Πολ Ποτ προς την εξουσία

Στις 19 Μάη του 1928 γεννήθηκε σε μια κεντρική επαρχία της Καμπότζης ο Σαλόθ Σαρ. Γόνος εύπορης οικογένειας καλλιεργητών ρυζιού. Εκείνη την εποχή αρχηγός της χώρας ήταν ένας βασιλιάς αλλά στην πραγματικότητα η Καμπότζη ήταν ένα γαλλικό προτεκτοράτο.

Ο Σαλόθ ήταν ένα παιδί χωρίς (για να το θέσουμε ευγενικά) σπουδαίες προοπτικές. Αν και οι γονείς του τον έστειλαν στα καλύτερα ιδιωτικά γαλλικά σχολεία για να σπουδάσει, αυτός δεν έδειχνε ότι είχε τις δυνατότητες για να κάνει κάτι ιδιαίτερο.

Κάπως έτσι αποφάσισε να παρατήσει τις σπουδές του και να πάει σε μια σχολή ξυλουργικής! Εκεί αποδείχθηκε πως πράγματι τα γράμματα μπορεί να μην τα «έπαιρνε» αλλά τουλάχιστον τα χέρια του «έπιαναν». Κατάφερε, μάλιστα, να κερδίσει μια υποτροφία για να σπουδάσει σε σχολή μηχανικών στο Παρίσι. Στη γαλλική πρωτεύουσα, ωστόσο, ασχολήθηκε περισσότερο με την πολιτική παρά με τις σπουδές του.

Με δεδομένο πως ο Σαλόθ Σαρ ασχολείτο περισσότερο με το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και μαζί με τους συμπατριώτες του έφτιαξαν τον πυρήνα από τον οποίο αργότερα θα γεννιόντουσαν οι Ερυθροί Χμερ, η υποτροφία κόπηκε και εκείνος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Η επιστροφή αυτή συνέπεσε με την ανεξαρτησία της Καμπότζης από τη γαλλική κυριαρχία και την ανάληψη της εξουσίας από τον βασιλιά Σιχανούκ.

Εκείνη την εποχή στο μυαλό του Σαλόθ Σαρ υπήρχε μόνο η επανάσταση. Αρχικά μέσα από τις τάξεις του Επαναστατικού Κόμματος των Χμερ (KPRP) και στη συνέχεια ιδρύοντας το Εργατικό Κόμμα της Καμπουτσέα (WPK) αρχίζει να οργανώνει το μεγάλο αντάρτικο που θα έφερνε την πολιτική και κοινωνική ανατροπή στην Καμπότζη.

Μαζί με τους συντρόφους του «χάνεται» στις πυκνές ζούγκλες της χώρας όπου αρχίζει να οργανώνει τον αντάρτικο στρατό. Προφανώς, για να προστατεύσει την οικογένειά του από αντίποινα του καθεστώτος εγκαταλείπει μια για πάντα το όνομα Σαλόθ Σαρ και υιοθετεί το Πολ Ποτ το οποίο και θα κρατήσει ακόμα και όταν ανέλθει στην εξουσία της χώρας.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 οι Ερυθροί Χμερ ήταν, πλέον, έτοιμοι να αναλάβουν τα ηνία της χώρας αλλά ταυτόχρονα υπήρχε σε εξέλιξη ένα τεράστιο επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου στο οποίο βρέθηκαν και αυτοί «μπλεγμένοι».

Οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ, εν μέσω του πολέμου στο Βιετνάμ, προσπαθούσαν να κυριαρχήσουν στην περιοχή. Αμφότερες οι δυο υπερδυνάμεις προσπαθούσαν να επιβάλουν τους δικούς τους ανθρώπους στις ηγεσίες των χωρών της ευρύτερης περιοχής.

Οι ΗΠΑ ήταν αυτές που υποστήριξαν το πραξικόπημα το οποίο γκρέμισε το καθεστώς του Σιχανούκ. Με τον Νίξον να βομβαρδίζει (εκτός από το Βιετνάμ) και την Καμπότζη, οι Ερυθροί Χμερ αποφάσισαν πως ήταν ώρα να βγουν από τις ζούγκλες και να αναμετρηθούν με το στρατιωτικό καθεστώς.

Κάπως έτσι η χώρα οδηγήθηκε στον εμφύλιο πόλεμο που κράτησε πέντε ολόκληρα χρόνια. Το τέλος του βρήκε τον Πολ Ποτ και τους Ερυθρούς Χμερ, θριαμβευτές. Ο λαός πανηγύρισε έντονα αυτή την εξέλιξη διότι θεώρησε πως τα βάσανά του τελείωσαν. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, μόλις είχαν ξεκινήσει.

Δείτε εδώ: Η κρυφή όαση που είναι λίγη ώρα από την Αθήνα - Άφθονο πράσινο και φυσικές «κολυμπήθρες»

Το «έτος μηδέν» και τα χρόνια της απόλυτης φρίκης

Όταν ο Πολ Ποτ και οι Ερυθροί Χμερ ανέλαβαν την εξουσία στην Καμπότζη, διεμήνυσαν πως στόχος τους ήταν η δημιουργία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, δίχως ανισότητες η οποία θα ήταν απαλλαγμένη από το αποικιοκρατικό παρελθόν της.

Ο Πολ Ποτ αναγορεύει τον εαυτό του σε «Νο 1 Σύντροφο» και αλλάζει το όνομα της Καμπότζης σε Λαϊκή Δημοκρατία της Καμπουτσέα. Μέσα στο (διαταραγμένο) μυαλό του Πολ Ποτ η κολεκτιβοποιημένη γεωργία ήταν ο μοναδικός δρόμος για να γίνει η χώρα αυτοδύναμη, μακριά και πέρα από κάθε είδους εξαρτήσεις. Μόνο που αυτή η κολεκτιβοποιημένη γεωργία έγινε με τρόπο αναγκαστικό.

Ο Πολ Ποτ ανακήρυξε το 1975 ως «έτος μηδέν» και με το πρόσχημα ενός δήθεν μεγάλου αμερικανικού βομβαρδισμού που θα ξεκινούσε αμέσως με στόχο τις μεγαλουπόλεις, ανάγκασε ολόκληρο τον πληθυσμό να φύγει προς την ύπαιθρο! Οι μεγάλες πόλεις ερήμωσαν.

Σχολεία, νοσοκομεία, τράπεζες, δημόσιες υπηρεσίες, ιεροί ναοί, τα πάντα έκλεισαν. Οι κάτοικοι τους που αναγκάστηκαν να αφήσουν τα πάντα πίσω τους, οδηγήθηκαν για υποχρεωτική εργασίας στους ορυζώνες.

Όσοι τολμούσαν να αντιδράσουν εκτελούνταν επί τόπου ή στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης από τα οποία κανείς δεν έβγαινε ζωντανός. Για τον Πολ Ποτ οι μορφωμένοι άνθρωποι, οι λόγιοι και οι αστοί ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός. Πρώτοι αυτοί ήταν που ένιωσαν στο πετσί τους το πόσο διεστραμμένος ήταν.

Δείτε εδώ: Η τρύπα στην Καλλιθέα που άνοιξε πριν έξι χρόνια και δεν έχει κλείσει ακόμα

Μετά τους πρώτους μήνες, σε διάγγελμά του προς τον λαό ανακοινώνει πως η «μεταρρύθμιση» προχωράει κανονικά και πως στην πραγματικότητα για να πετύχει αυτό που έχει στο μυαλό του χρειάζεται περίπου δυο εκατομμύρια ανθρώπους που να δουλεύουν σκληρά και με πίστη στο καθεστώς. Όλοι οι άλλοι του είναι άχρηστοι!

Και κάπου εκεί ξεκινάει μια αδιανόητη γενοκτονία. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι (από αυτούς που ο Πολ Ποτ θεωρούσε άχρηστους) οδηγούνται στο θάνατο μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Οι περισσότεροι από αυτούς αναγκάζονται να σκάψουν οι ίδιοι τους ομαδικούς τάφους όπου θα θαφτούν από τους Ερυθρούς Χμερ.

Και τότε ξεκινούν οι αδιανόητες απαγορεύσεις: Απαγορευόταν στους πολίτες να φορούν γυαλιά, ως δείγμα αστικής διανόησης. Απαγορευόταν τα κοσμήματα, ως αποδεικτικό του πλούτου. Απαγορευόταν οι σεξουαλικές σχέσεις. Απαγορευόταν να έχει κάποιος μαζί του φωτογραφίες συγγενικών του προσώπων. Απαγορευόταν στους πολίτες να θρηνούν αν κάποιος αγαπημένος τους πάθαινε. Απαγορευόταν το ψάρεμα και οι καλλιέργειες βασικών διατροφικών ειδών (κάτι που οδήγησε σε λιμό). Απαγορεύτηκε η ανάγνωση βιβλίων. Απαγορεύτηκε ακόμα και το γέλιο. Απαγορεύονταν οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες.

Όσοι παραβίαζαν τις απαγορεύσεις συλλαμβάνονταν και μεταφέρονταν στην περιβόητη φυλακή «Τουόλ Σλένγκ» ή «ΕΣ-21» όπου, στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι κλειδώνονταν μέσα στα κελιά και αφήνονταν εκεί να πεθάνουν από την πείνα καθώς, όπως έλεγε και ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Πολ Ποτ «οι σφαίρες κοστίζουν». Λέγεται πως μέσα σε τέσσερα χρόνια μεταφέρθηκαν εκεί περισσότεροι από 14.000 άνθρωποι. Από αυτούς μόλις οι 12 κατάφεραν να επιζήσουν!

Στον πρώτο χρόνο των Ερυθρών Χμερ στην εξουσία, το καθεστώς αυτοανακηρύχθηκε γονέας όλων των παιδιών της χώρας. Τι σήμαινε αυτό; Τα παιδιά άνω των 12 ετών έφευγαν διά της βίας από τις οικογένειές τους και οδηγούνταν στα λεγόμενα «στρατόπεδα μετεκπαίδευσης» που λειτουργούσαν σαν φυτώριο των Ερυθρών Χμερ. Τα παιδιά από 6 έως 12 ετών ήταν αναγκασμένα να συγκροτούν μικρές ομάδες που περιπολούσαν και διαπίστωσαν αν κάποιος παραβιάζει τις απαγορεύσεις. Τα παιδιά κάτω των 6 ετών στέλνονταν στις λεγόμενες «γιαγιάδες» που δεν ήταν άλλο από γυναίκες που υποστήριζαν μέχρι θανάτου το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ.

Δείτε εδώ: Χάνα Γουάντινγκχεμ σε φωτογράφο που της ζήτησε να δείξει τα πόδια της: «Μην είσαι μ@λ@κ@ς»

Μέσα στα σχεδόν τέσσερα χρόνια (1975-1979) διακυβέρνησης της Καμπότζης από τον διαταραγμένο Πολ Ποτ υπολογίζεται πως πάνω από 2 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν δολοφονίες, βασανιστήρια, πείνα, κακουχίες και αρρώστιες. Ο αριθμός αυτός ισοδυναμεί με το 20% του συνολικού πληθυσμού. Μέχρι σήμερα έχουν ανακαλυφθεί περίπου 20.000 ομαδικοί τάφοι σε ολόκληρη την επικράτεια! Στην πραγματικότητα, βέβαια, κανείς δε γνωρίζει πόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωής του στη διάρκεια αυτού του πρωτοφανούς εφιάλτη.

Το τέλος του καθεστώτος ήρθε όταν το οι κομμουνιστές του Βιετνάμ αποφάσισαν πως πρέπει να τελειώνουν με τον Πόλ Ποτ και τους Ερυθρούς Χμερ. Έχοντας ξεμπερδέψει από τους Αμερικάνους, οι Βιετκόνγκ εξαπέλυσαν ολομέτωπη επίθεση στην Καμπότζη. Με εξαίρεση τους Ερυθρούς Χμερ κανείς άλλος δεν υπερασπίστηκε το καθεστώς και έτσι οι Βιετναμένοι έκαναν... παρέλαση μέχρι την πρωτεύουσα της Καμπότζης, αναγκάζοντας τον Πολ Ποτ και τους Ερυθρούς Χμερ που επέζησαν να καταφύγουν πάλι στις ζούγκλες. Εκεί, επιχείρησαν να ανασυστήσουν το αντάρτικο και να ανακαταλάβουν την εξουσία, αλλά, πλέον, ήταν απελπιστικά μόνοι.

Η νέα κυβέρνηση της Καμπότζης (που ελεγχόταν απόλυτα από το Βιετνάμ) καταδίκασε ερήμην σε θάνατο τον Πολ Ποτ και ξεκίνησε ένα ανελέητο κυνήγι εναντίον του. Ο παρανοϊκός δικτάτορας αναγκάστηκε αρχικά να καταφύγει στην Ταϊλάνδη, όπου έζησε για έξι χρόνια, και έπειτα στην Κίνα. Ο καταπονημένος από τον καρκίνο Πολ Ποτ επέστρεψε στην Καμπότζη όταν οι Βιετναμέζοι έφυγαν από τη χώρα το 1989.

Χωρίς πραγματική δύναμη στα χέρια του παρέμεινε ο σκιώδης αρχηγός των Ερυθρών Χμερ μέχρι το 1997 όταν και συνελήφθη από πρώην συντρόφους του. Καταδικάστηκε για προδοσία και τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό στο Άνλονγκ Βενγκ, στα σύνορα με την Ταϊλάνδη. «Ό,τι έκανα, το έκανα για την πατρίδα μου. Η συνείδησή μου είναι καθαρή», είπε τότε ο Πολ Ποτ στην τελευταία του συνέντευξη τονίζοντας πως πράγματι έγιναν κάποια... «οργανωτικά λάθη» την περίοδο της διακυβέρνησης του και πως ήταν υπερβολή να μιλάει κανείς για εκατομμύρια θανάτους.

Ο Πολ Ποτ πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 15 Απριλίου 1988, σε ηλικία 73 ετών. Επίσημα ο θάνατος του προήλθε από ανακοπή καρδιάς την ώρα που κοιμόταν. Ανεπίσημα υπάρχουν φήμες πως τον δηλητηρίασαν ή πως αυτοκτόνησε καταναλώνοντας ένα κοκτέιλ φαρμάκων. Νεκροψία δεν έγινε και η σορός του αποτεφρώθηκε (με τις στάχτες του να διασκορπίζονται σε ένα δάσος) οπότε δε θα μάθουμε ποτέ την πραγματική αιτία.

Ίσως, όμως, το γεγονός πως εκείνη την περίοδο ο τότε ηγέτης των Ερυθρών Χμερ, Τα Μοκ, βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις για την έκδοση του Πολ Ποτ στις Ηνωμένες Πολιτείες, «φωτίζει» λίγο το τι πραγματικά έγινε.

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ: 

Πώς η Αλβανία έγινε «τουριστικό διαμάντι» - Το TikTok, τα πανέμορφα τοπία και οι παγίδες

Ελεονώρα Μελέτη: «Δέχομαι χυδαία, ανεξέλεγκτη και απροκάλυπτη βία»

Ο «Τιτανικός των αιθέρων» που σκότωσε 228 ανθρώπους - «Σκ@τ@, είμαστε νεκροί» έλεγε ο πιλότος

Ποια είναι η ακριβότερη περιοχή της Ελλάδας ανά τετραγωνικό μέτρο

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA