Θα μπορούσε κανείς να περιγράψει τον Μάθιου Κοξ ως ένα «Ρομπέν των Δασών» του αμερικάνικου χρηματοπιστωτικού συστήματος, έναν άντρα που διέπραξε εγκλήματα από εκείνα που εμπίπτουν στην κατηγορία «εντάξει, δεν θα πληγωθεί κανείς!».
Ο Μάθιου Κοξ δεν είχε πάρα πολλές πανεπιστημιακές γνώσεις, ήταν όμως ένας πολύ έξυπνος τύπος, από εκείνους που «διαβάζουν» τις ευκαιρίες πριν ακόμα εμφανιστούν. Κάπως έτσι κατάφερε και υφάρπαξε πάνω από 50 εκατομμύρια δολάρια, πλαστογραφώντας δημόσιες αιτήσεις, επινοώντας ψεύτικές ταυτότητες και όχι μόνο.
Σήμερα ο Κοξ είναι 56 ετών και απολαμβάνει την ελευθερία του. Είναι πάρα πολύ απασχολημένος με την επίβλεψη της τηλεοπτικής σειράς με βάση τα κατορθώματα του, η οποία λογικά θα κάνει ρεκόρ θεάσεων στις streaming πλατφόρμες. Αλλά, πριν φτάσουμε εκεί, ας θυμηθούμε πως ο Κοξ έγινε ένας περιζήτητος απατεώνας.
Στα τέλη της δεκαετίας του `90, ο Κοξ αναζητούσε μια δουλειά που να τον πληρώνει με ένα αξιοπρεπές μισθό. Στην περιοχή της Τάμπα, στη Φλόριντα, εκεί όπου ένα σωρό ζευγάρια μεσήλικων ονειρεύονται να αποκτήσουν ένα σπίτι για να ζήσουν όμορφα γηρατειά, ο Κοξ βρήκε τη λύση. Ξεκίνησε να δουλεύει σε μια εταιρεία μεσαζόντων, που χορηγούσε τραπεζικές πιστώσεις. Στην Eagle Lending γνώρισε την Γκρέτσεν Ζας, ένα φιλόδοξο στέλεχος που του έμαθε τα πρώτα του τρικ.
Το πρώτο κόλπο
Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο, δεν θα το μάθαινε κανείς. Κι αν το μάθαινε, το πολύ-πολύ να τον απέλυαν. Αυτό έλεγε η Γκρέτσεν στον Κοξ για να τον παρηγορήσει, καθώς διέγραφε από την δανειακή αίτηση πελάτισσας το σχόλιο ότι είχε καθυστερήσεις στην πληρωμή του ενοικίου της. Αν παρέμενε αυτή η πληροφορία στην αίτηση της, το δάνειο θα απορρίπτονταν. Ο Κοξ κατάφερε να κλείσει το δάνειο και να κερδίσει και τη σχετική προμήθεια. Έμοιαζε εύκολο.
Οι ψεύτικές ταυτότητες
Κάπου εκεί, ο Κοξ διαπιστώνει κάτι εντυπωσιακό, κάτι που τον βολεύει πολύ: Το πιστωτικό προφίλ ενός ατόμου ξεκινά τη στιγμή που υποβάλλει για πρώτη φορά αίτηση για πίστωση. Δεν υπάρχει προηγούμενη βάση δεδομένων στα σχετικά τραπεζικά ιδρύματα με στοιχεία ταυτοτήτων. Αυτό το κενό γίνεται η «έμπνευση» για να αρχίσει να δημιουργεί ψεύτικα προφίλ.
Είναι η εποχή που γνωρίζει πολύ καλά πως γίνεται η δουλειά από μέσα, πως εγκρίνεται ένα δάνειο, συχνά με ψέμματα, ή με ελλειπή στοιχεία, μόνο με μια δήλωση του αιτούντος. Αυτό είναι το βούτυρο στο ψωμί του, να κατασκευάζει ψεύτικα εκκαθαριστικά, ΑΦΜ εταιρειών που υπήρχαν μόνο στη φαντασία του και παράλληλα να «θρέφει» το μεγαλείο του, γράφοντας μια νουβέλα με τίτλο "The Associates", για έναν απατεώνα που στήνει κομπίνες εκατομμυρίων, καθώς ταξιδεύει ανά την Ευρώπη.
Το αγαπημένο του κόλπο έβαζε ως στόχο γυναίκες και ανήλικα παιδιά. Το είχε δει σε μια περίπτωση αίτησης δανείου, όπου η γυναίκα προερχόταν από διαζύγιο και χωρίς καλή πίστωση, χρησιμοποίησε τον ΑΦΜ του παιδιού της για να ξεκινήσει από την αρχή τη δημιουργία πιστωτικού ιστορικού. Αυτό θα έκανε κι εκείνος, θα επινοούσε ψεύτικες ταυτότητες και ΑΦΜ, με βάση τα ΑΦΜ ανηλίκων. Σατανικό;
Στη συνέντευξη του στο κανάλι YouTube του Λεξ Φρίντμαν ο Κοξ περιγράφει πώς προσπαθούσε να αποκτήσει αριθμούς κοινωνικής ασφάλισης από το Υπουργείο Κοινωνικής Ασφάλισης, επινοώντας ιστορίες για παιδιά που δήθεν δεν είχαν ακόμη αριθμό. Αφού κατάφερε να πάρει αριθμούς, κατασκεύαζε πλαστά πιστοποιητικά γέννησης και αρχεία εμβολιασμών, χρησιμοποιώντας ειδικά χαρτιά ασφαλείας και σφραγίδες, για να τα καταθέσει σε κρατικές υπηρεσίες και να εκδώσει έγκυρες ταυτότητες και διπλώματα οδήγησης.
Τονίζει ότι οι υπάλληλοι σπάνια έκαναν προσεκτικό έλεγχο των εγγράφων και συνήθως αρκούνταν σε μια γρήγορη ματιά, κάτι που έκανε την απάτη ακόμα πιο εύκολη. Δεν άργησε και η στιγμή που πραγματοποίησε το κόλπο αυτό, ώστε να αποκτήσει κι εκείνος το δικό του υπερπολυτελές σπίτι. Χρησιμοποίησε το πιστωτικό ιστορικό ενός παιδιού, πλαστογράφησε εκκαθαριστικά, τραπεζικούς λογαριασμούς, συστάσεις εργοδοτών, έφτιαξε το τέλειο προφίλ τραπεζικού πελάτη. Το σπίτι ήταν δικό του. Αυτή η πίστα είχε τερματίσει. Οι επόμενες πίστες της εγκληματικής του διαδρομής θα είχαν περισσότερο σασπένς.
Έρωτες και άλλα δεινά
Σε ένα από τα πρώτα του ραντεβού με την Ρεμπέκα Άρνολντ, μια διαζευγμένη μητέρα ενός αγοριού, είχαν δει στο σινεμά την ταινία «Πιάσε με αν Μπορείς», με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στο ρόλο ενός απατεώνα. Στο τέλος, ο Κοξ καμάρωνε στην Άρνολντ ότι αυτά που έδειχνε η ταινία είναι «παιχνιδάκι» μπροστά σε όσα εκείνος έχει σκαρώσει. Της διηγήθηκε τα κατορθώματα του και την προέτρεψε να συνεργαστούν στο επόμενο του κόλπο. Είχε ήδη καταφέρει να αγοράσει κι άλλα ακίνητα πολυτελείας με πλαστά στοιχεία. Ο στόχος του ήταν να «φουσκώσει» τις αντικειμενικές τους αξίες και έπειτα να κάνει αίτηση για τραπεζικά δάνεια εξ' ονόματος άλλων, τα οποίο φυσικά δεν θα πληρώνονταν ποτέ. Πώς ακριβώς το έκανε;
- Εύρεση συνεργατών: Η ομάδα του μετρούσε πια, έξι μέλη. Ανάμεσα τους και η νέα του σύντροφος, η Ρεμπέκα. Αυτοί οι συνεργάτες είχαν συμφωνήσει να δίνουν τα προσωπικά τους στοιχεία στον Κοξ σε κάθε περίπτωση που εκείνος το ζητήσει.
- Αγορά σπιτιών, χωρίς σταματημό: Έπειτα τα έβγαζε προς πώληση, σε πολλαπλάσιες αξίες.
- Δάνεια με ψευδή στοιχεία: Η ομάδα του Κοξ έβαζε μπρος τις αιτήσεις δανείων, συχνά με ποσά άνω του 1 εκατομμυρίου δολαρίων.
- Αποφυγή ευθυνών: Αρχικά δημιουργούσε ένα χρέος - μαμούθ,, με αποτέλεσμα να έρχονται επιστολές από τις τράπεζες για τις καθυστερημένες πληρωμές. Τότε επινοούσε μια ψευδή ιστορία για να καθυστερήσει ή να ακυρώσει τις προσπάθειες είσπραξης.
- Το παραμύθι: Για να εξηγήσει την αδυναμία πληρωμής του δανειολήπτη, ο Κοξ επινοούσε μια ιστορία αυτοκινητιστικού ατυχήματος. Έπαιρνε ένα πραγματικό άρθρο για ένα ατύχημα, το επεξεργάζεται για να προσθέσει το όνομα του δανειολήπτη και στη συνέχεια δημιουργούσε μια ψεύτικη επιστολή από την "αδελφή" του δανειολήπτη, λέγοντας ότι είναι σε κώμα και δεν θα μπορέσει ποτέ να δουλέψει ξανά.
Πώς τον έπιασαν
Ο Κοξ ζούσε μια ζωή σαν εκείνες των αγαπημένων του κινηματογραφικών ηρώων. Μάλιστα, αρκετές από τις ψεύτικες ταυτότητες που είχε δημιουργήσει για τον εαυτό του, όταν επέκτεινε τις δραστηριότητες του και εκτός της Φλόριντα, φτάνοντας ως την Ατλάντα, είχαν στοιχεία από τους πρωταγωνιστές της ταινίας "Reservoir Dogs" (!) που λάτρευε. Το τέλος του παραμυθιού ήρθε το Νοέμβριο του 2007, ύστερα από μια πολύμηνη καταδίωξη του με το FBI, που είχε ξεκινήσει να εξιχνιάζει τα έργα του, με βάση μαρτυρίες των συνεργατών του Κοξ και καταγγελίες τραπεζών για ανείσπρακτα δάνεια από πρόσωπα που δεν έμοιαζαν αληθινά.
Ο Κοξ βρέθηκε κατηγορούμενος για 42 συνολικά αδικήματα, όλα σχετικά με τραπεζικές απάτες και παραχάραξη στοιχείων. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση 26 ετών και απόδοση τουλάχιστον 5.9 εκατομμυρίων δολαρίων σε αποζημιώσεις. Ο Κοξ αποδέχθηκε όλες τις κατηγορίες προς το πρόσωπο του και προτίμησε να κουνάει καταφατικά το κεφάλι σε όσους έλεγαν πως είχε κλέψει μόλις 15-20 εκατομμύρια δολάρια από τραπεζικά δάνεια. Το αληθινό νούμερο ξεπερνούσε τα 50.
Το 2019, σε ηλικία 50 ετών πια, αποφυλακίστηκε.
Ένας «καρχαρίας» αφηγείται
Λίγα χρόνια πριν, είχε πληροφορηθεί πως το περιοδικό Rolling Stone είχε γράψει ένα εκτενές άρθρο, που υμνούσε τα κατορθώματα του. Αυτή ήταν και η αφορμή για να ξεκινήσει να γράφει τη βιογραφία του, μέσα στη φυλακή. Όταν έγινε ξανά ελεύθερος πολίτης, είχε έτοιμο ένα χειρόγραφο με τίτλο “Shark in the Housing Pool”, ενώ και το FBI του είχε ζητήσει να γράψει ένα υπόδειγμα για τα «κενά» στο τραπεζικό σύστημα και σχετικές προτάσεις διόρθωσης. Σήμερα ο Κοξ έχει το δικό του κανάλι στο YouTube, είναι διάσημος στην true crime κοινότητα μυθοπλασίας, είναι ένας σταρ.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.