Συνυπάρχουν τα τελευταία δύο χρόνια. Βρίσκεται στο πλάι της καθημερινά, έχουν δεθεί σαν ένα σώμα, τη συνοδεύει όταν βγαίνει από το σπίτι, στις καθημερινές της μετακινήσεις, τής παρέχει ασφάλεια σε όλα όσα δυσκολεύεται να κάνει μόνη. Η Ράβα είναι πολλά παραπάνω από ένα σκύλο οδηγό για εκείνη. Είναι η συνοδοιπόρος της.
«Πιστεύω πως η βοήθεια ενός σκύλου στην ψυχολογία οποιουδήποτε ανθρώπου είναι ανεκτίμητη, πόσο μάλλον η βοήθεια ενός άρτια εκπαιδευμένου σκύλου οδηγού, που συνεισφέρει, πέραν του ψυχολογικού και σε ένα από τα πιο αναγκαία πρακτικά κομμάτια της καθημερινότητας, αυτό της αυτόνομης και ασφαλούς κίνησης», λέει στο Reader η 34χρονη Εύη Σταμάτη, τυφλή χειρίστρια σκύλου οδηγού.
«Η αυτοπεποίθηση που προσφέρει η ανεξαρτησία, οι ευκαιρίες για κοινωνικές επαφές που συνοδεύουν την συνύπαρξη με ένα σκύλο, αλλά και ίδια η συνύπαρξη με έναν τόσο ανιδιοτελή, χαρούμενο και πιστό συνοδοιπόρο, δεν αντικαθίστανται για πολλούς από εμάς». Η Ράβα είναι για εκείνη ο δεύτερος σκύλος οδηγός μετά την προκάτοχό της, την Crystal, η οποία έχει συνταξιοδοτηθεί από τα καθήκοντά της, αλλά παραμένει στο σπίτι ως κατοικίδιο πια.

«Η Αθήνα δεν σέβεται τους ανθρώπους με αναπηρία»
Δεν πρόκειται για μια εύκολη συνθήκη. «Κάθε αρχή και δύσκολη», λέει η Εύη. Έτσι και στη δική τους περίπτωση, στο ξεκίνημα της συνύπαρξής τους, προσπαθούσαν να εμπιστευτούν και να αξιολογήσουν η μία την άλλη, πράγμα που έγινε πολύ νωρίς. «Ο ενθουσιασμός της βοήθησε κι εμένα να αποδεχτώ την αλλαγή και να διαχειριστώ τη θλίψη από τη συνταξιοδότηση του προηγούμενου σκύλου και να αντιμετωπίζω την κάθε βόλτα σαν ευκαιρία για διασκέδαση. Από την άλλη, η προηγούμενη εμπειρία μου ως χειρίστρια, υπήρξε πάρα πολύ χρήσιμη και πλέον θεωρώ πως είμαστε μία δεμένη ομάδα με τους δικούς μας κώδικες και κανόνες επικοινωνίας».
Από την άλλη, οι προκλήσεις είναι αμέτρητες. «Προκλήσεις είναι τα παρκαρισμένα επάνω σε διαβάσεις αυτοκίνητα, τα ανύπαρκτα πεζοδρόμια, τα τραπεζοκαθίσματα επάνω στους οδηγούς όδευσης τυφλών, οι αδιάφοροι συμπολίτες, αλλά και η αδιαφορία της πολιτείας σε βασικά ζητήματα προσβασιμότητας, μεταξύ άλλων. Πρόκληση είναι όμως και το να δοκιμάσω, για παράδειγμα, μία νέα διαδρομή με το σκύλο μου, όπως κι ένα σωρό άλλα ευχάριστα πράγματα».
Μέσα σε μια πόλη που δεν σέβεται τους ανθρώπους με αναπηρία, εκείνη έχει τύχει να αντιμετωπίσει περιστατικά- όπως είναι η απαγόρευση εισόδου σε ταβέρνα λόγω του σκύλου, η άρνηση οδηγού ταξί να την επιβιβάσει- που για να τα αντιμετωπίσει, έχει επικαλεστεί το νόμο και σε ακραίες περιπτώσεις, έχει καλέσει ακόμα και την αστυνομία. Ωστόσο, όπως παρατηρεί, τα συμβάντα αυτά μειώνονται σημαντικά όσο περνούν τα χρόνια, αφού υπάρχει περισσότερη ενημέρωση και εκπαίδευση πάνω στα θέματα αναπηρίας.
Η Ράβα ακολουθεί το προγραμμά της. Μετακινείται μαζί της σε γήπεδα και γυμναστήρια μιας και είναι στην εθνική ομάδα goalball γυναικών αλλά και στα ταξίδια στο εξωτερικό για τη συμμετοχή σε αγώνες. Έτσι, έχει επισκεφθεί τη Σουηδία, την Αίγυπτο, το Μαυροβούνιο, αλλά κι ένα σωρό άλλα μέρη γεμάτα νέες μυρωδιές. Παρόλα αυτά, υπάρχουν στιγμές που χρειάζονται και οι δύο χαλάρωση, οπότε πηγαίνουν βόλτες στο πάρκο όπου η Ράβα παίζει με άλλα σκυλιά, καθώς είναι ιδιαίτερα κοινωνική.

«Αν συναντήσετε στο δρόμο σκύλο οδηγό, μην τραβάτε την προσοχή του»
Όπως λέει η Εύη, το πιο συχνό λάθος που κάνουν όσοι συναντούν στον δρόμο άτομο με σκύλο οδηγό, είναι να τραβήξουν την προσοχή του. «Αντιλαμβάνομαι πως, ο σκύλος αποτελεί πειρασμό για χάδια, μα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μπορεί να είναι καθοδηγητής ενός ανθρώπου χωρίς όραση, μα κι ένα ζώο με συναισθήματα και αδυναμίες».
«Ένας σκύλος που φοράει το ειδικό σαμάρι εργασίας, είναι ένας εργαζόμενος σκύλος και οποιαδήποτε προσπάθεια προσέλκυσης της προσοχής του, αποτελεί επικίνδυνο λάθος. Το γεγονός ότι είναι εκπαιδευμένος, δεν αναιρεί το γεγονός ότι μπορεί να αντιδράσει στον υπερβολικό ενθουσιασμό, στα χάδια σας, ή στον όποιονδήποτε τρόπο επιλέξετε να προσελκύσετε την προσοχή του, γιατί ακριβώς είναι έμβιο ον και όχι μηχάνημα.
«Αν μας συναντήσετε λοιπόν στον δρόμο, αποφύγετε να τραβήξετε την προσοχή του σκύλου. Αντιθέτως, αν έχετε οποιαδήποτε απορία, ή θέλετε να μας προσφέρετε βοήθεια, μιλήστε σε εμάς, τους χειριστές, θα χαρούμε να απαντήσουμε και μπορεί να είναι ευπρόσδεκτη η βοήθειά σας. Αν πάλι θέλετε να γνωρίσετε τον σκύλο μας, ζητήστε το πρώτα από εμάς και αν ο χώρος και ο χρόνος μας το επιτρέπουν, θα είναι μεγάλη χαρά και για τον ίδιο να του βγάλουμε το σαμάρι εργασίας και να παίξει μαζί σας».
Τη ρώτησα αν συμβαίνει ο σκύλος να μην υπακούσει κάποια εντολή. «Μπορεί να συμβεί», λέει καταφατικά. «Ο πιο απλός λόγος είναι ότι επειδή μιλάμε για ένα πλάσμα με αισθήματα και επιθυμίες, μπορεί να της τραβήξει την προσοχή κάτι, να τη μπερδέψει ή να την αγχώσει. Όταν αναφερόμαστε σε σκύλους οδηγούς, αυτά είναι εξαίρεση, παρόλα αυτά μπορεί να συμβούν. Εγώ θα πρέπει να διορθώσω με θετικό τρόπο το σκύλο μου ή να τον ενθαρρύνω και να του προσφέρω τη βοήθεια ή το χρόνο που χρειάζεται. Είμαστε ομάδα και ως τέτοια λειτουργούμε σε όλες τις περιστάσεις».
«Επίσης, μπορεί ο σκύλος να μην υπακούσει μία εντολή στην περίπτωση που αντιλαμβάνεται ένα στοιχείο, ενώ ο τυφλός χειριστής όχι. Πριν από λίγο καιρό, για παράδειγμα, η Ράβα με προστάτεψε από μία τρύπα χωρίς περίφραξη στο πεζοδρόμιο, αρνούμενη να προχωρήσει και κόβοντάς μου τον δρόμο. Όταν λοιπόν ο σκύλος οδηγός αντιλαμβάνεται ότι η εκτέλεση μίας εντολής βάζει σε κίνδυνο την ομάδα, δικαιούται να μην την εκτελέσει».
«Όμως, χάρη στην εκπαίδευση που προσφέρουν οι σχολές σκύλων οδηγών τυφλών, στη δική μου περίπτωση η σχολή Lara και ο εκπαιδευτής μου Πάρις Διαμαντίδης, είμαστε άρτια προετοιμασμένοι κι εκπαιδευμένοι για όλα αυτά τα ενδεχόμενα και πραγματικά τους ευχαριστώ απεριόριστα γι’ αυτό».
Όπως η Αθήνα, έτσι και η Θεσσαλονίκη που ζουν μόνιμα, δεν έχει ακόμα τις κατάλληλες υποδομές και δεν είναι συμπεριληπτική. Όπως επισημαίνει η Εύη, «η λέξη “συμπεριληπτική” είναι πολύ πρώιμη, κατά τη γνώμη μου, για την Ελλάδα. Για να γίνει η ζωή μας λίγο καλύτερη, θα έπρεπε να γίνεται διαρκής επιμόρφωση δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων σχετικά με την αναπηρία, γνωμοδότηση από ειδικούς επαγγελματίες σχετικά με την προσβασιμότητα και συνειδητοποίηση της πραγματικής ύπαρξης στον πραγματικό κόσμο και όχι στα χαρτιά, των ατόμων με αναπηρία και του δικαιώματος στην απρόσκοπτη πρόσβαση. Η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη που κάνει εμφανείς προσπάθειες γι’ αυτό, χρειάζεται όμως ακόμη μακρύς δρόμος και μεγάλος κόπος για να πούμε κάτι τέτοιο».

«Για να είσαι εκπαιδευτής σκύλων οδηγών πρέπει να έχεις ενσυναίσθηση»
Ο Πάρις Διαμαντίδης, είναι εκπαιδευτής σκύλων οδηγών τυφλών από το 2012 και συνεργάτης της σχολής Lara Guide Dogs. «Για να κάνεις αυτή τη δουλειά, πρέπει να έχεις υπομονή και ενσυναίσθηση για τον άνθρωπο δίπλα σου που του λείπει μία αίσθηση. Γιατί δεν εκπαιδεύουμε μόνο σκυλιά, αλλά και ανθρώπους, οι οποίοι έχουν τις ιδιαιτερότητές τους, μια ψυχοσύνθεση δομημένη με διαφορετικό τρόπο. Άρα κάνουμε συνεκπαίδευση», λέει μιλώντας στο Reader.
«Από μικρό παιδί είχε λατρεία για τα σκυλιά και δεν υπήρχε περίοδος που να μην έχει σκύλο. Οι σπουδές πάνω στην ψυχολογία και το μεταπτυχιακό στη συμβουλευτική, τον ώθησαν να κάνει κάτι συνδυαστικό. Έτσι, “πάντρεψε” τη λατρεία για τα σκυλιά μαζί με τις σπουδές του, προκειμένου να βοηθήσει ανθρώπους που είχαν αυτή την ανάγκη για σκύλο οδηγό».
«Άρχισα να ασχολούμαι με τα λαμπραντόρ, γιατί μου άρεσε σαν φυλή και τα χρησιμοποιούμε κατά κόρον για σκύλους οδηγούς, διότι έχουν τα χαρακτηριστικά για την εργασία αυτή. Με λίγα λόγια, πρέπει ο σκύλος να είναι θαρραλέος, να μην είναι κροτοφοβικός ούτε επίμονος και να ακούει. Είναι διαχειρίσιμα, αλλά θέλουν εκτόνωση, οπότε και τον τυφλό χειριστή τον ωθούμε να τα εκτονώνει, να τρέχουν, να παίζουν κλπ».
«Είναι σκύλοι εργασίας, αλλά ταυτοχρονα και ζωντανοί οργανισμοί με ανάγκες. Βέβαια να πούμε πως δεν ανταποκρίνονται όλα τα λαμπραντόρ, γι' αυτό στις σχολές του εξωτερικού κάνουν επιλεκτική εκτροφή. Εκεί χάθηκε το στοίχημα με τα golden retriever που είναι αρκετά επίμονα σαν φυλή, οπότε δεν τα προτιμάμε, αν και υπάρχουν μερικά που χρησιμοποιούνται.
Άλλες ράτσες που χρησιμοποιούνται στο εξωτερικό είναι τα γερμανικά ποιμενικά και έχουν δημιουργήσει μίξη golden με λαμπραντόρ -γιατί θέλουν το ήπιο του πρώτου σαν ταπεραμέντο, μαζί με το θάρρος του δεύτερου», εξηγεί. Έχοντας δουλέψει σε Ιταλία, Αγγλία και Αμερική, επισημαίνει πως όλοι οι εκπαιδευτές, πρέπει να φοιτήσουν σχολές του εξωτερικού και να πάρουν γνώση η οποία είναι πιστοποιημένη από τη Διεθνή Ομοσπονδία Σκύλων Οδηγών.
Πρόκειται εξάλλου για ένα επάγγελμα που δεν το κάνουν πολλοί, καθώς στην Ελλάδα η ζήτηση δεν είναι μεγάλη και οι τυφλοί δεν έχουν την απαραίτητη εκπαίδευση. Η σχολή παραδίδει σκύλους οδηγούς υπό την προϋπόθεση ο χειριστής να γνωρίζει από κινητικότητα και προσανατολισμό γιατί ο σκύλος δεν λειτουργεί σαν GPS, αλλά δέχεται εντολές κατεύθυνσης.
«Γίνεται συνεκπαίδευση και των δύο», λέει ο Πάρις. «Ένας τυφλός μπαίνει σε διαδικασία να εκπαιδευτεί μαζί με τον σκύλο του. Τους εξηγούμε τι κάνει ο σκύλος γι' αυτούς και πως πρέπει να του φέρονται και να συνυπάρχουν μαζί του ώστε να είναι μια ομάδα. Το πιο σημαντικό για μια πετυχημένη συνεργασία είναι η σχέση που θα αναπτύξουν με τον καιρό. Προσπαθώ ως εκπαιδευτής να ταιριάζω σκυλιά με ανθρώπους που θεωρώ ότι κολλάνε οι ιδιοσυγκρασίες τους».
Πρόκειται για ένα επάγγελμα με πολλές δυσκολίες. Η δουλειά του σκύλου, θέλει κόπο, χρόνο, επιμονή, υπομονή, επανάληψη και η εκπαίδευση διαρκεί έξι μήνες περίπου. «Πρέπει να αφιερώσεις χρόνο και επανάληψη. Ο σκύλος δεν ζει στις γκρίζες ζώνες, αν είσαι ξεκάθαρος μαζί του θα αντιληφθεί αυτό που του ζητάς. Δεν είναι πολύπλοκο ον υπό αυτή την έννοια, ενώ ο άνθρωπος είναι πολύπλοκος. Τις εβδομάδες που θα περάσω στην συνεκπαίδευση είναι που με εξαντλούν, πρέπει να κάνω το ταίριασμα του σκύλου που έχω φτιάξει με τον εκάστοτε τυφλό χειριστή που έχει επιλεγεί για τον συγκεκριμένο σκύλο», επισημαίνει ο Πάρις.

Οι δυσκολίες πρόσβασης σε μια χώρα με ανύπαρκτες υποδομές
Περιγράφοντας μια τυπική εκπαίδευση, λέει πως ξεκινά από απλές διαδρομές για να γνωριστεί ο τυφλός με τον σκύλο, να αρχίσουν να δένονται, να αισθανθεί ο σκύλος άνετα. Συνήθως η πρώτη εβδομάδα είναι σε μέρη που ο σκύλος γνωρίζει καλά και ο τυφλός μαθαίνει πως να δίνει εντολές στο σκύλο - που πρέπει να πάει, τι κατεύθυνση να πάρει κλπ. Είναι δύο όντα που μαθαίνουν το ένα το άλλο.
Τη δεύτερη εβδομάδα γίνονται τα πιο περίπλοκα πράγματα, δηλαδή καλύπτονται οι ανάγκες του ανθρώπου πχ αν παίρνει μετρό, λεωφορείο, κυλιόμενες σκάλες, ποιος είναι ο σωστός χειρισμός να μπει στα ΜΜΜ, πού να βάλει τον σκύλο να κάτσει για να μην εμποδίζει και να μην τραυματιστεί. Και φυσικά οι καθημερινές διαδρομές, η ρουτίνα ουσιαστικά του ανθρώπου παρέα με τον σκύλο.
Σε μια πόλη όπως η Αθήνα όπου οι υποδομές για τα άτομα με αναπηρία είναι ανύπαρκτες, το έργο τους δυσκολεύει ακόμα περισσότερο. «Τα σκυλιά που βγαίνουν στην Ελλάδα, είναι σκυλιά κομάντος», λέει ο Πάρις χαριτολογώντας.
«Μιλάμε για απίστευτη ασυδοσία του κόσμου - μπορεί να αποσπούν την προσοχή του σκύλου ενώ απαγορεύεται, γιατί μπορεί να προκληθεί ατύχημα. Στη ρυμοτομία και τις διαβάσεις είναι απαράδεκτη η κατάσταση, οπότε τα σκυλιά μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν όλες τις κακοτοπιές – από παρατημένα έργα στο δρόμο, λακκούβες, κακοτράχαλες διαβάσεις, ράμπες σπασμένες, δέντρα στη μέση του πεζοδρομίου, παρκαρισμένα αμάξια στις ράμπες. Είναι πολλά λέβελ δυσκολίας παραπάνω για έναν σκύλο οδηγό που δουλεύει σε αυτή τη χώρα, αφού είμαστε οι χειρότεροι σε πρόσβαση».
Βέβαια, αν συμβεί κάποιο περιστατικό ή ατύχημα στο δρόμο, σημαίνει πως «ο χειριστής θα έχει κάνει λάθος, γιατί τα σκυλιά ακολουθούν οδηγίες και έχουν δεξιότητες για να ανταπεξέλθουν στη ζούγκλα της πόλης. Όταν ένας σκύλος παίρνει μια εντολή που αντιλαμβάνεται ότι δε μπορεί να την κάνει, δε θα την κάνει. Μπορεί ο εκπαιδευτής να του πει να περάσει απέναντι, αλλά αν ο σκύλος βλέπει πως δεν υπάρχει διάβαση ή ότι περνάει ένα αυτοκίνητο, πιθανότατα δε θα το κάνει. Αυτό σημαίνει ότι οδηγεί με ασφάλεια. Δεν είναι θέμα ανυπακοής, αλλά αντίληψης και εκπαίδευσης του σκύλου. Ούτως ή άλλως έχουμε έξυπνα ζώα που κάνουν αυτή τη δουλειά», υπογραμμίζει ο Πάρις.

Ακόμα και οι σκύλοι αυτοί, κάποια στιγμή συνταξιοδοτούνται. Αυτό συμβαίνει όταν φτάσουν στο πικ της ηλικίας τους λόγω θεμάτων υγείας και έπειτα από αξιολόγηση του εκπαιδευτή. Από εκεί και πέρα, περνούν τη ζωή τους σαν κοινά κατοικίδια που είτε τα κρατούν οι χειριστές τους, είτε η σχολή τους βρίσκει μία οικογένεια για να περάσουν τη σύνταξή τους, ελεύθερα πια.
Είναι ένα από τα επαγγέλματα που με το πέρασμα του χρόνου, ο Πάρις εικάζει ότι θα εξαλειφθεί. «Δυστυχώς η δουλειά αυτή αντικαθίσταται με gadget που βγαίνουν για τυφλούς και, επειδή είμαστε σε εποχή ρομποτοποίησης και εξέλιξης, πλέον υπάρχουν εξαρτήματα που μπορούν να δουν μέσω κινητού που υπάρχουν εμπόδια, έχουν αρχίσει να βγαίνουν λευκά μπαστούνια με λέιζερ, ενώ η google έχει βγάλει αυτοκίνητα που οδηγούν μόνα και αντιλαμβάνονται με σένσορες φανάρια και αντικείμενα. Άρα θεωρώ πως είναι μια δουλειά που θα εκλείψει σιγά-σιγά καθώς θα κοπεί η ζήτηση».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.