Μιλούν για τους μεγάλους τους έρωτες, που μοιάζουν σαν να είναι βγαλμένοι από τις σελίδες ενός βιβλίου, ξετυλίγουν το κουβάρι της ζωής τους, μπλεγμένο με μόχθο και δυσκολίες, μιλούν για τη φτώχεια, τη μοναξιά και τον θάνατο. Ίσως, είναι η μοναδική φορά που κατάφεραν να τα ξεστομίσουν, να τα μοιραστούν, να εναποθέσουν ένα κομμάτι της ψυχής τους. Άνθρωποι ηλικιωμένοι, από κάθε γωνιά της Ελλάδας, μιλούν για τις «ιστορίες τους πριν χαθούν», πριν σβήσουν για πάντα.

Ο Γιώργος, 91 ετών, με την 85χρονη Ποθητή από τη Σχοινούσα είναι μαζί 58 χρόνια και κρατούν ακόμα σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου. Ήταν το πρώτο short film που είδα στο instagram, όταν ανακάλυψα τον άνθρωπο πίσω από αυτό το project, τον φωτογράφο & σκηνοθέτη Άρη Κατσιγιάννη.
Η Ειρήνη από την Νάξο έζησε στην Κατοχή, ο Νικόλας από την Αμοργό από όταν ήταν 8 χρονών άρμεγε πρόβατα αφού ο πατέρας του ήταν στον πόλεμο στην Αλβανία, ο Βαγγέλης από την Ηρακλειά ήταν στα χωράφια από μικρός για να βοηθά τους γονείς του, ο Γιάννης εδώ και 34 χρόνια παλεύει με τα κύματα πάνω στον ιστορικό Σκοπελίτη για να τροφοδοτεί με φάρμακα και είδη πρώτης ανάγκης τους κατοίκους των μικρών Κυκλάδων, η Μαρίκα από την Ικαρία, αγρότισσα, λέει πως «η πιο μεγάλη δύναμη στη ζωή είναι η αγάπη, το πιο ωραίο πράγμα είναι τα παιδιά και τα λουλούδια».

Ο Κώστας από τις μικρές Κυκλάδες μετέφερε με το βαρκάκι του τον γιατρό σε όσους είχαν ανάγκη, μιλά για την ζωή του που ήταν πολύ σκληρή, όμως λέει «καλύτερα φτωχός και άνθρωπος, παρά πλούσιος και παλιάνθρωπος» και ο κύριος Πέτρος, 97 χρονών, μιλά για την μεγάλη του αγάπη που κρατούσε αγκαλιά σε όλη του τη ζωή και τώρα κρατά τη φωτογραφία της. Δεν μπορεί να κοιμηθεί χωρίς αυτήν.

«Το project “Οι Ιστορίες τους Πριν Χαθούν”, ξεκίνησε μια μέρα όπως όλες οι άλλες, όταν πήγα να δω τη γιαγιά μου. Καθίσαμε και αρχίσαμε να μιλάμε, όπως πάντα, αλλά εκείνη τη φορά κάτι άλλαξε. Την άκουσα πραγματικά και συνειδητοποίησα πόσο πολύτιμο ήταν το ό,τι έλεγε. Ήταν σαν να καταλάβαινα για πρώτη φορά πόσα σημαντικά πράγματα είχε να μοιραστεί. Αν δεν τα κατέγραφα, θα χάνονταν για πάντα. Χωρίς δεύτερη σκέψη, άνοιξα το κινητό και την ηχογράφησα», λέει ο Άρης Κατσιγιάννης μιλώντας στο reader.
«Μετά τη συζήτηση, τράβηξα μερικά πλάνα από το σπίτι, τα παλιά έπιπλα, τις φωτογραφίες, τη γιαγιά να κάνει τις δουλειές της και να κινείται στον χώρο σαν να μην ήμουν εκεί. Τα έβαλα όλα μαζί και τα έστειλα σε φίλους. Η αντίδραση τους ήταν πολύ έντονη. "Δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω", "Θέλω να αγκαλιάσω τη γιαγιά μου", "Είσαι τυχερός που την έχεις, να την προσέχεις." Εκείνη η στιγμή ήταν που κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι αυτό που κρατούσα στα χέρια μου».

«Αυτή η γενιά έχει τόσες ιστορίες να πει, αρκεί κάποιος να τις ακούσει. Αν δεν τις καταγράψουμε, θα χαθούν για πάντα. Έτσι γεννήθηκε το "Οι Ιστορίες Τους Πριν Χαθούν". Πάντα ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο στα νησιά το χειμώνα, γιατί τότε μπορείς να δεις την αλήθεια. Το καλοκαίρι είναι διαφορετικό, γεμάτο τουρίστες και φασαρία, και το νησί αλλάζει. Τον χειμώνα όμως, είναι οι άνθρωποι που θέλεις να συναντήσεις και να ακούσεις.
Μέχρι στιγμής έχουμε συναντήσει 60 ανθρώπους και κάθε ιστορία είναι μοναδική. Ο κύριος σκοπός του project είναι να προλάβουμε αυτές τις ιστορίες πριν χαθούν. Να καταγράψουμε τις ζωές τους, τα επαγγέλματά τους, όσα έμαθαν και έζησαν, ώστε οι μνήμες και οι γνώσεις τους να μην εξαφανιστούν. Να μεταβιβαστούν στην επόμενη γενιά».

Κάπως έτσι, όλο αυτό πήρε υπόσταση και άρχισε να γιγαντώνεται. Ο Άρης, πίσω από την κάμερα, είναι ένας τύπος 30 χρονών που ζει στην Κυψέλη και του αρέσει πολύ να ταξιδεύει. Θέλει να δοκιμάζει νέα πράγματα και να γνωρίζει νέους ανθρώπους, να βλέπει διαφορετικές κουλτούρες. Είναι συλλέκτης στιγμών.
Έχει δυο φανταστικούς γονείς, έναν αδερφό που δεν θα τον άλλαζε με κανέναν και μια υπέροχη γιαγιά. Του αρέσει πολύ να τρέχει και να ξεχνιέται. Γιατί η αλήθεια είναι ότι τον απασχολούν πολλά υπαρξιακά θέματα. Κάνει 4 χρόνια ψυχοθεραπεία. Αγαπάει το καλοκαίρι και αν μπορούσε θα ήταν όλη μέρα ξυπόλυτος με μαγιό και αλάτι στο σώμα. Ο χειμώνας δεν είναι καθόλου το αγαπημένο του.

«Τα highlight της παιδικής μου ηλικίας νομίζω πως θα έλεγα ότι ήταν οι καλοκαιρινές διακοπές με την οικογένειά μου. Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, αυτό που δεν έχει αλλάξει τόσα χρόνια, είναι ότι οι αγαπημένες μου στιγμές ήταν όταν μας πήγαιναν διακοπές σε camping. Ήμασταν ελεύθεροι όλη μέρα, με τα μαγιό μας και τα ποδήλατά μας, και γυρνούσαμε παντού. Κι όταν πλησίαζε το ηλιοβασίλεμα, η μαμά μας φώναζε ότι το φαγητό ήταν έτοιμο, και έβλεπες τον πατέρα μου να βγάζει το φαγητό από τη ψησταριά και να μυρίζει το φιδάκι για τα κουνούπια. Τι πιο όμορφο! Ανεμελιά! Το θυμάμαι σαν χθες».

Πολλές φορές όταν χάνουμε κάποιον άνθρωπο, η εικόνα του μπορεί να παραμένει αναλλοίωτη στο μυαλό, όμως σιγά -σιγά αρχίζει να ξεθωριάζει η φωνή του. Το λέω από προσωπικό μου βίωμα. Θεωρείς πως οι φωνές των ηλικιωμένων είναι μια παρακαταθήκη για τους ανθρώπους τους; Πόσο σημαντική είναι η διατήρηση στο χρόνο των ανθρώπων που χάνονται για εκείνους τους ανθρώπους που θα έρθουν στο μέλλον;
Άρης: «Η φωνή ενός αγαπημένου ανθρώπου είναι κάτι μοναδικό. Ναι, η εικόνα του μπορεί να μείνει χαραγμένη στη μνήμη μας, αλλά η φωνή του, οι λέξεις, ο τόνος, το γέλιο, είναι αυτή που μας ταξιδεύει πίσω σε στιγμές που ζήσαμε μαζί του. Είναι αυτή που, αν κλείσεις τα μάτια, μπορεί να σε κάνει να νιώσεις πως είναι ακόμα δίπλα σου. Πολλές φορές, οι άνθρωποι μας στέλνουν μηνύματα ζητώντας να καταγράψουμε τις ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων τους.
Η φωνή τους δεν είναι μόνο μια ανάμνηση είναι μια κληρονομιά. Μια κληρονομιά που θα τους φέρνει κοντά τους ακόμα κι όταν εκείνοι φύγουν. Κι αν με ρωτάς, μακάρι να είχα κι εγώ κάτι αντίστοιχο από τον παππού μου».

Ο τρόπος που παρουσιάζεις τις ιστορίες έχει έντονη συναισθηματική φόρτιση. Άνθρωποι που έζησαν στην κατοχή, που έμειναν νέοι χωρίς το σύντροφο τους, άνθρωποι που είναι μαζί πάνω από μισό αιώνα, άνθρωποι που έζησαν στη φτώχεια. Κάθε ιστορία έχει αφήσει το δικό της στίγμα, ωστόσο υπάρχει κάποια που εσένα σε έχει αγγίξει περισσότερο και θα θυμάσαι για πάντα;
«Όπως είπες, κάθε ιστορία έχει το δικό της βάρος, τη δική της συγκίνηση, γιατί μιλάμε για ζωές που πέρασαν και εποχές που δεν θα ξανάρθουν. Όταν τους ρωτάς αν πέρασαν γρήγορα τα χρόνια, σου λένε: "Σαν όπλου σφαίρα. Είναι σαν να ήταν χτες".
Και τότε καταλαβαίνεις πόσο μικρά είναι όσα μας αγχώνουν στην καθημερινότητά μας. Αύριο το πρωί θα ξυπνήσεις και θα αγχωθείς για κάτι ασήμαντο, ξεχνώντας πως η ζωή κυλάει χωρίς να σε περιμένει. Αν είχαμε δύο ζωές, ίσως να ξέραμε πώς να ζήσουμε σωστά τη δεύτερη. Θα διορθώναμε τα λάθη μας. Αλλά έχουμε μόνο μία. Οπότε, ας τολμήσουμε, ας δοκιμάσουμε, ας αποτύχουμε, τουλάχιστον θα ξέρουμε πως το προσπαθήσαμε!
Η ιστορία που με συγκλόνισε, που με έκανε να δακρύσω εκείνη τη στιγμή αλλά και αργότερα, όταν είδα το πρώτο edit, ήταν αυτή ενός παππού στην Κρήτη. Μας είπε, με έναν απίστευτο γαλήνιο τρόπο, πως σήμερα είχε φέρει την κοπέλα του μαζί για να δει τα κτήματα που δούλευαν κάποτε. Και τότε έβγαλε μια φωτογραφία της γυναίκας του, που είχε φύγει από τη ζωή, μέσα από το πουκάμισό του. "Τα βράδια, για να κοιμηθώ, την βάζω δίπλα μου", είπε. "Αν δεν έχει φωτογραφία, δεν έχει ύπνο".
Και κάπου εκεί κατάλαβα πως η αγάπη, όταν είναι αληθινή, δεν τελειώνει ποτέ. Δεν έχει όρια, δεν έχει χρόνο. Μένει ζωντανή, σε ένα βλέμμα, σε μια φωτογραφία, σε μια ανάμνηση που αρνείται να ξεθωριάσει».

Από τις off camera συνομιλίες που είχες με αυτούς τους ανθρώπους, υπάρχει κάποια συμβουλή που σου έδωσαν και σε έχει βοηθήσει στη ζωή;
«Η αλήθεια είναι ότι αυτή η ερώτηση την κάνουμε συχνά κι εμείς. Τι συμβουλή θα δίνατε στους νέους σήμερα; Έχω ακούσει πολλές όμορφες συμβουλές, αλλά αν έπρεπε να ξεχωρίσω μία, είναι αυτή που μου είπε μια κυρία στην Κρήτη.
Πραγματικά τόσο απλή και σοφή: "Έχετε πολλά καλά, μην στεναχωριέστε. Αν ο άλλος έχει περισσότερα, δεν πειράζει, άστον. Εσύ με αυτό που έχεις να περνάς καλά. Είναι κακό να κοιτάς τι έχει ο άλλος, δεν υπάρχει χειρότερο. Αφού όλοι θα πεθάνουμε, δεν θα πεθάνουμε; Αυτό που έχεις να το ευχαριστηθείς".
Αυτά τα λόγια με άγγιξαν τόσο πολύ. Σήμερα, σε έναν κόσμο όπου συνεχώς συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους, η κυρία αυτή μου υπενθύμισε τι έχει πραγματική αξία. Να είμαστε ευγνώμονες για ό,τι έχουμε και να το ζούμε όσο καλύτερα μπορούμε, χωρίς να κοιτάμε τι κάνουν οι άλλοι γύρω μας. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Μόνο έτσι μπορούμε να ζήσουμε ήρεμα και χαρούμενα.
Γιατί, ό,τι κι αν καταφέρεις στη ζωή, αν συνεχώς συγκρίνεις τον εαυτό σου με τους άλλους, πάντα θα υπάρχει κάτι που σου λείπει και θα θέλεις να το έχεις. Κι έτσι δεν θα είσαι ποτέ αληθινά ευτυχισμένος».

Πως αισθάνεσαι σε σχέση με την έννοια του θανάτου; Η ιδέα σε τρομάζει ή σε κινητοποιεί να ζήσεις με περισσότερη ένταση;
«Η ιδέα του θανάτου, για να είμαι ειλικρινής, είναι ένας από τους μεγαλύτερούς μου φόβους. Το μετά. Τι υπάρχει; Αυτό ήταν; Το τέλος; Όσο κι αν το συζητάμε, αυτό είναι το μόνο βέβαιο στη ζωή μας. Ο καθένας μας ακολουθεί τον δικό του δρόμο εδώ, αλλά το τέλος είναι κοινό για όλους. Και αφού δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, το μόνο που μας μένει είναι να ζήσουμε το ‘εδώ’ όσο πιο όμορφα και γεμάτα γίνεται. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, με ό,τι τον γεμίζει. Γιατί ο παράδεισος είναι εδώ».

Πως είναι να ζει κανείς αποκομμένος από τον πολύ κόσμο; Είναι τελικά η μοναξιά ή η γαλήνη εκείνο που υπερισχύει;
«Στα πιο τουριστικά νησιά, οι ντόπιοι συχνά λένε πως προτιμούν τον χειμώνα. Μετά από μήνες τρελών ρυθμών, η ησυχία τους ξεκουράζει.
Στα μικρότερα νησιά, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο χειμώνας φέρνει μοναξιά, δεν μένει ούτε ένα μαγαζί ανοιχτό, δεν κινείται τίποτα, και αυτό βαραίνει. Όπως μας είπε ένας παππούς πριν λίγο καιρό: "Ωραία η ηρεμία, αλλά ο άνθρωπος από τη φύση του είναι κοινωνικό ον".
Κάτι ακόμα που μου έχει μείνει είναι μια κουβέντα από την ομιλία μας με τον καπετάνιο του Σκοπελίτη στις Μικρές Κυκλάδες. Μας είπε πως, ακόμα κι αν δεν υπάρχει ούτε ένας επιβάτης ή ασυνόδευτο δέμα, το δρομολόγιο θα γίνει. Γιατί το να βλέπουν οι άνθρωποι ότι κάποιος είναι εκεί για αυτούς, τους δίνει δύναμη. Και αυτή δεν είναι απλώς μια συμβολική κίνηση, είναι η καθημερινότητά τους».

Έχεις φαντασιωθεί ποτέ μια ζωή σε ένα τέτοιο μέρος;
«Όσο μεγαλώνω, τόσο περισσότερο το σκέφτομαι. Αν με ρώταγες όταν ήμουν μικρότερος, θα σου έλεγα ότι αν δεν είναι η Αθήνα ή κάποια άλλη μεγάλη πόλη, δεν μπορώ να ζήσω. Τώρα όμως η καθημερινότητα τρέχει τόσο γρήγορα που δεν ξέρω αν μου αρέσει. Κάνουμε πολλά, ζούμε πολλά, αλλά τα ζούμε αληθινά; Είμαστε πραγματικά εκεί;
Το δύσκολο είναι το “μόνιμα” όμως. Νομίζω γενικά δεν θα μπορούσα να μείνω κάπου μόνιμα, θέλω να δοκιμάζω, να κινούμαι, να νιώθω πολίτης του κόσμου».

Η γιαγιά σου είναι περήφανη για εσένα; Τι σου λέει;
«Η γιαγιά μου, όπως και όλες οι γιαγιάδες, είναι περήφανη για τα εγγόνια της, αλλά με τα μικρά πράγματα. Δεν χρειάζονται μεγάλα. Είναι περήφανη όταν με βλέπει να περνάω καλά και να ζω όμορφα τη ζωή μου. Πέρσι το καλοκαίρι, πήγαμε στην Αιδηψό. Μπαίναμε μαζί στη θάλασσα και έλεγε στις άλλες κυρίες: “Είναι ο εγγονός μου και με έχει φέρει διακοπές”.
Είναι περήφανη για τη σχέση που έχουμε, μια σχέση που η ίδια έχτισε πρώτα και τώρα εγώ συνεχίζω. Όπως με πήγαινε εκείνη παλιά για μπάνιο και με πρόσεχε, έτσι τώρα την πηγαίνω εγώ. Κάθε φορά που μιλάμε στο τηλέφωνο, γελάμε και πάντα λέει: “Ευχαριστώ που με πήρες”. Ακόμα και αν την πάρω για 30 δευτερόλεπτα, τι πιο όμορφο από αυτή την ανιδιοτελή αγάπη; Δεν υπάρχει κάτι πιο αληθινό».

Έχεις επαναπροσδιορίσει τι είναι αυτό που σου δίνει νόημα στη ζωή μετά από αυτό το project;
«Ίσως το νόημα της ζωής να είναι απλώς να τη ζούμε και τίποτα παραπάνω, με όλη την έννοια της λέξης ‘’ζούμε’’. Να είμαστε καλά, να φτάσουμε κι εμείς σε αυτή την ηλικία και να νιώθουμε γεμάτοι.
Έχω καταλήξει ότι είναι καλύτερο να κάνεις κάτι και να φας τα μούτρα σου. Πονάει λιγότερο από το να μη το δοκιμάσεις ποτέ, γιατί τότε θα μείνεις πάντα με την απορία. Και κάτι ακόμα: η αναβλητικότητα είναι παγίδα, γιατί τα χρόνια περνάνε. Αν νιώθεις ότι θες κάτι και μπορείς να το κάνεις, τότε κάν’ το! Μην φοβάσαι να βγεις από το comfort zone σου, γιατί αν δεν το κάνεις, κάποια στιγμή θα το μετανιώσεις. Και ίσως τότε να είναι αργά.
Νιώθω επίσης ότι μετά από αυτό το project η σχέση μου με αυτή τη γενιά έχει αλλάξει. Μαθαίνω να ζω τη ζωή και να την εκτιμώ περισσότερο. Γιατί, ξέρεις, όταν αφιερώνεις χρόνο σε έναν φίλο, την οικογένειά σου ή τη σχέση σου, συχνά το θεωρούν δεδομένο. Αυτή η γενιά, όμως, εκτιμά κάθε τι που της προσφέρεις. Και τώρα ξέρω πως έχουμε 60 καινούργιους φίλους στα νησιά και πως όπου κι αν ξαναπάμε, θα μας περιμένουν με την ίδια αγάπη και ένα ζεστό πιάτο φαγητό».







Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.