Η ιστορία που ακολουθεί είναι πραγματική. Μπορεί να συνέβη έξω από τα παρκέ αλλά είναι ενδεικτική για τον χαρακτήρα ενός αθλητή που για περισσότερο από δύο δεκαετίες κόσμησε τα ελληνικά και ευρωπαϊκά παρκέ.
Καλοκαίρι του 2004, ο υπογράφων είναι νέος συντάκτης τότε στην Αθλητική Ηχώ. Εκείνη την περίοδο παρουσίαζε ένα βιβλίο του ο γιατρός της ομάδας μπάσκετ του Παναθηναϊκού Σταύρος Χάντζος και μας είχε ανατεθεί η κάλυψη της εκδήλωσης.
Η παρουσίαση γινόταν σε μία στοά στο κέντρο της Αθήνας. Φτάνω με το μετρό και ψάχνω από πού θα πάω στην αίθουσα. Εκείνη τη στιγμή με πλησιάζει ένας πιτσιρικάς, ίδια ηλικία πάνω κάτω, και με ρωτάει πώς θα πάει στην ίδια αίθουσα. Ξεκινάμε να την ψάχνουμε μαζί οπότε στη διαδρομή πιάνουμε την κουβέντα.
Με τα πολλά μου λέει πως παίζει στον Παναθηναϊκό, για να ακολουθήσει η πιο ηλίθια ερώτηση που μπορεί να γίνει από μέρος μου και από έναν άνθρωπο που υποτίθεται ασχολούταν με το μπάσκετ. «Παίζει στον Παναθηναϊκό; Σε ποιο άθλημα;». Η απάντησή του σεμνή, σχεδόν ενοχική. «Μπάσκετ...». Κάπως έτσι, και έχοντας κοκκινίσει από ντροπή, είχα την πρώτη γνωριμία με τον Βασίλη Ξανθόπουλο!
Εκείνο το καλοκαίρι είχε πάρει μεταγραφή από τη Νήαρ Ήστ της Α2 στον Παναθηναϊκό, ανοίγοντας ίσως τη μεγαλύτερη πόρτα της μετέπειτα μεγάλης καριέρας του. Μια διαδρομή που είχε την ίδια σεμνότητα και ταπεινότητα, με την αντίδραση εκείνου του 20χρονου που «ντρεπόταν» να πει πως είναι μέλος του Παναθηναϊκού. Προφανώς ούτε ο ίδιος το είχε συνειδητοποιήσει.
Το βράδυ του Σαββάτου (3/5) ο Βασίλης Ξανθόπουλος ανακοίνωσε πως αποχωρεί από την ενεργό δράση. Στα 41 του χρόνια πλέον, με μαλλιά να έχουν αρχίσει να γκριζάρουν, με το σώμα πιο καταπονημένο, αλλά με τη βαλίτσα των επιτυχιών γεμάτη και το κυριότερο, έχοντας κερδίσει την εκτίμηση όλου του μπασκετικού κόσμου.
Βασίλης Ξανθόπουλος: Πάντα εκεί...
Ο Βασίλης Ξανθόπουλος ανήκει στην κατηγορία των «ηρώων χωρίς μπέρτα». Παίκτης που ποτέ δεν τράβηξε ο ίδιος τα φώτα της δημοσιότητας. Ίσως, δεν έγινε ποτέ πρώτο όνομα, αλλά ήταν πάντα εκεί. Συνεχώς σε υψηλό επίπεδο, συνεχώς με ρόλο στις ομάδες του. Όπου και αν έπαιξε δεν δημιούργησε αντιπάθειες. Και δεν έπαιξε σε λίγες ομάδες.
Είχε το προνόμιο να φορέσει φανέλες όπως του Παναθηναϊκού, της ΑΕΚ, του ΠΑΟΚ, του Άρη, του Πανιωνίου και ακόμα του Περιστερίου του Πανελληνίου του Κολοσσού. Αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς πως άρχισε από τις υποδομές του Ολυμπιακού είναι ίσως ο μόνος παίκτης που έχει φορέσει όλες τις φανέλες των μεγάλων του ελληνικού μπάσκετ!
Και βέβαια φόρεσε τις φανέλες όλων των βαθμίδων της Εθνικής ομάδας, κρεμώντας στο στήθος του τρία μετάλλια. Στο παλμαρέ του θα συναντήσουμε ακόμα Ευρωλίγκα, BCL, Διηπειρωτικό, πρωταθλήματα και κύπελλα Ελλάδας. Αποχωρεί, δε, ο τρίτος σε συμμετοχές στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (με 521 ματς) πίσω μόνο από τον Χατζή και τον Διαμαντίδη, αλλά και ως τρίτος καλύτερος πασέρ μετά από τους Σπανούλη, Διαμαντίδη.

Στο δικό μου μυαλό, παρακολουθώντας στενά και επαγγελματικά το μπάσκετ για πάνω από 20 χρόνια, το όνομά του βρίσκεται στην ίδια κατηγορία με παίκτες όπως ο Νίκος Μπουντούρης ή ο Μανόλης Παπαμακάριος. Με τους παίκτες που όλοι οι προπονητές ήθελαν για να μπορέσουν να κάνουν επιτυχία και να «δέσουν» την ομάδα τους.

Προσωπικά, μετά από εκείνη την πρώτη μας γνωριμία, δεν είχαμε επαφές. Ίσως ένα «γεια» στις άπειρες φορές που βρεθήκαμε στα γήπεδα και ως εκεί. Για το ήθος του όμως, δεν ήταν ανάγκη να είναι φίλος του για να μιλήσεις...
Βασίλη Ξανθόπουλε σε ευχαριστούμε για να χρόνια που «συνυπήρξαμε» στο ίδιο άθλημα.
«Καλός πολίτης» και γρήγορα πάλι στα παρκέ...
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.