Μενού

Τελικά ξεμένει από νερό η Αττική; Ένας ειδικός αναλύει τι συμβαίνει με την ξηρασία στην Ελλάδα

λίμνη κάτω σχολαρίου
Η λίμνη Κάτω Σχολαρίου (Θεσσαλονίκη) στα τέλη Αυγούστου | Eurokinissi / Motionteam / Βασίλης Βερβερίδης
  • Α-
  • Α+

«Λίγες τοπικές βροχές»«πιθανότητα ασθενών βροχών». Δύο φράσεις που κυριαρχούν τελευταία στα δελτία πρόγνωσης της ΕΜΥ κι αυτό όταν... «αποφασίσει» να βρέξει, καθώς η παρατεταμένη ανομβρία επιτείνει το ήδη οξυμένο πρόβλημα της ξηρασίας.

Το 2024 κατατάσσεται στα πιο ξηρά έτη τα τελευταία 34 χρόνια, ενώ ο φετινός Οκτώβριος θεωρείται ο πιο ξηρός της τελευταίας 15ετίας, με αποτέλεσμα τα υδατικά αποθέματα της Αττικής να δέχονται πίεση. 

Η στάθμη σε Μόρνο, Υλίκη και αλλού σημειώνει ανησυχητική πτώση, ενώ αρκετά νησιά κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ήδη από το καλοκαίρι, όταν τέθηκαν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω λειψυδρίας και οι κάτοικοι τελούσαν ακόμα και... λιτανείες.

Τι γίνεται όμως με τα υδατικά αποθέματα της Αθήνας και της Ελλάδας συνολικά και πώς μπορούμε να αποτρέψουμε ή τουλάχιστον να αμβλύνουμε τις επιπτώσεις της νέας κατάστασης;

Το Reader.gr συνομίλησε με τον Βασίλη Ζόραπα, προϊστάμενο του τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας της ΕΑΓΜΕ (Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών), θέτοντας σειρά ερωτημάτων σχετικά με την υδατική επάρκεια της χώρας και τις λύσεις που προτείνονται.

Διαβάστε ακόμα: Τα ελληνικά νησιά «αδειάζουν» από νερό - Ποια μπαίνουν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης

Ο κ. Ζόραπας αναφέρθηκε στο Δίκτυο Παρακολούθησης Υπόγειων Υδάτων που λειτουργεί εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια και περιλαμβάνει εκατοντάδες σταθμούς παρακολούθησης σε όλη την επικράτεια, λειτουργεί στο πλαίσιο της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ και έχει σκοπό να προστατέψει το υπόγειο υδατικό δυναμικό από ποιοτική και ποσοτική υποβάθμιση.

λίμνη Μόρνου
Χαμηλή στάθμη στη λίμνη Μόρνου στα μέσα Σεπτεμβρίου | Eurokinissi / Αντώνης Νικολόπουλος

Θα «ξεμείνει» από νερό η Αττική;

Οι βασικοί ταμιευτήρες της Αττικής, ο Μόρνος και ο Εύηνος, βρίσκονται στη Δυτική Ελλάδα και σχετίζονται με τις κλιματικές, γεωλογικές και μορφολογικές συνθήκες που επικρατούν εκεί, εξηγεί ο κ. Ζόραπας.

«Το δυτικό τμήμα της χώρας έχει μεγαλύτερα ύψη βροχής που συγκρατούνται από την Πίνδο στα δυτικά, όμως η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα», κάτι που εντείνει το υδατικό πρόβλημα.

Ο προϊστάμενος του τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας της ΕΑΓΜΕ συνιστά εγρήγορση από όλους, καθώς με τα έως τώρα δεδομένα για την Αττική και με απόλυτους όρους, «τα αποθέματα των ταμιευτήρων, σύμφωνα με την ΕΥΔΑΠ, είναι περίπου 600 εκατομμύρια κυβικά μέτρα, ενώ η ημερήσια κατανάλωση είναι λίγο μεγαλύτερη από 1 εκατομμύριο κυβικά μέτρα».

Επιπλέον αναφέρει ότι «τα έντονα φαινόμενα μπορούν να ευνοήσουν την ταμίευση νερού, στην περίπτωση που η επιφανειακή απορροή συγκεντρώνεται σε ταμιευτήρα».

Ταυτόχρονα, «εξομαλύνονται οι παροχές αιχμής και δεν προκαλούνται προβλήματα, όπως στη Θεσσαλία, που οι απορροές πλημμύρισαν το πεδινό τμήμα». Άλλωστε «κάποιες προτάσεις περιλαμβάνουν κατασκευή φραγμάτων πριν τις εισόδους των ρεμάτων στο πεδινό τμήμα».

Όμως ο αστάθμητος παράγοντας «καιρός» δεν εξασφαλίζει ότι θα υπάρξει αναπλήρωση αποθεμάτων. Εκτιμάται επάρκεια για 4 χρόνια, εφόσον σημειωθούν βροχοπτώσεις το επόμενο διάστημα και εφόσον αξιοποιηθούν τα υπόγεια νερά της Πάρνηθας και Βοιωτικού Κηφισού. Για τον λόγο αυτό στην ημερήσια διάταξη τίθενται σχέδια για μεταφορά νερού από τη λίμνη Κρεμαστών και το δίκτυο παραποτάμων.

λίμνη Υλίκη
Χαμηλή στάθμη στη λίμνη Υλίκη στα μέσα Σεπτεμβρίου | Eurokinissi

«Δεν υπάρχει άλλη λύση»

Απαντώντας στο ερώτημα αν ενδείκνυται κάτι τέτοιο ο κ. Ζόραπας είναι ξεκάθαρος: «Η Αθήνα είναι ειδική περίπτωση, διότι δεν υδρεύεται από πόρους που βρίσκονται εντός Αττικής, αλλά το νερό έρχεται από μακριά». «Δεν υπάρχει άλλη λύση», υπογραμμίζει και συμπληρώνει:

«Σκεφτείτε ότι ο μισός πληθυσμός της χώρας βρίσκεται στην Αθήνα. Προφανώς για λόγους περιβαλλοντικούς και υδρογεωλογικούς θα πρέπει να μην επεκταθούμε, όμως αναγκαστικά κάτι πρέπει να κάνουμε».

«Με αυτή τη λογική ο Μόρνος και ο Εύηνος δεν θα έπρεπε να φτάνουν στην Αθήνα, όμως είναι μονόδρομος, αναφέρει ο κ. Ζόραπας και λέει χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή τρόπος άλλος που να μπορεί να εξασφαλίσει ικανές ποσότητες νερού για την Αττική αν δεν επεκταθούμε προς τα δυτικά».

«Θεωρώ ότι μπορεί να κατασκευαστεί το έργο, να λειτουργήσει προσωρινά, ώστε να καλύψει τις ανάγκες τώρα και όταν αποκατασταθούν οι συνθήκες ομαλότητας, να επαναλειτουργήσει όπως πριν η λεκάνη με το φράγμα και τον ταμιευτήρα και, αν ξαναχρειαστεί, να παραμείνει σαν εφεδρική υποδομή, χωρίς κατάχρηση», εξηγεί στο Reader.gr.

Στην ξηρασία που έπληξε την Ελλάδα την περίοδο 1989 - 1993, το τότε ΙΓΜΕ (πλέον ΕΑΓΜΕ) προχώρησε στην κατασκευή γεωτρήσεων, προκειμένου να ενισχύσει το υδροδοτικό σύστημα της ΕΥΔΑΠ.

«Τότε υπήρχαν αντίστοιχες συνθήκες, εκτιμώ όμως ότι τώρα είναι πιο αυξημένες οι ανάγκες σε νερό», σύμφωνα με τον κ. Ζόραπα, ο οποίος συνεχίζει: «Υπήρχε παρόμοιο πρόβλημα και τότε στον ταμιευτήρα του Μόρνου - δεν είχε κατασκευαστεί ακόμη το έργο του Εύηνου - τα αποθέματα του νερού δεν επαρκούσαν.

Διαβάστε ακόμα: «Το νερό θυμάται»: Οι περιοχές της Αθήνας που κινδυνεύουν περισσότερο από πλημμύρες

Το ΙΓΜΕ είχε μελετήσει τα υπόγεια νερά για το σύνολο της χώρας. Έτσι, υπήρχε μία πολύ καλή γνώση και για τις υδρογεωλογικές συνθήκες της λεκάνης του βοιωτικού Κηφισού, οπότε σε συνεργασία με το Υπουργείο (τότε ΥΠΕΧΩΔΕ) αποφασίστηκε να υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα κατασκευής 180-200 γεωτρήσεων».

Αυτές «κατασκευάστηκαν στη λεκάνη του Βοιωτικού Κηφισού, στην περιοχή της Υλίκης και στην βορειοανατολική Πάρνηθα (περιοχή Ωρωπού). Οι γεωτρήσεις απέδωσαν τη μισή ποσότητα νερού που χρειαζόταν τότε η Αθήνα, γύρω στα 400.000 κυβικά μέτρα ημερησίως. Ήταν καίρια η παρέμβαση του ΙΓΜΕ». 

Ανάλογη ποσότητα θα μπορούσαν να συνεισφέρουν και στην παρούσα περίοδο, εφόσον επαναλειτουργήσουν οι γεωτρήσεις, καθώς «κάποιες έχουν υποστεί κλοπές ή φθορές και χρήζουν επισκευής».

Σήμερα, «για τις πιο κοντινές από αυτές γεωτρήσεις στην Πάρνηθα υπάρχει σκέψη να χρησιμοποιηθούν ξανά από την ΕΥΔΑΠ, ίσως και να χρησιμοποιούνται. Μπορούν να συνδράμουν στην κάλυψη των ημερήσιων αναγκών. Θα πρέπει να υπάρξει ένας σχεδιασμός, εφόσον συνεχιστεί αυτή η κατάσταση και παραταθεί η ανομβρία. Πρέπει να έχουμε μία ικανή εφεδρεία».

Λίμνη Αστερίου
Χαμηλή στάθμη στη λίμνη Αστερίου (Αχαΐα) στις αρχές Οκτωβρίου | Eurokinissi / Αντώνης Νικολόπουλος

Η αφαλάτωση

Τι γίνεται όμως με την αφαλάτωση; Σίγουρα δεν αποτελεί «τέλεια» λύση, καθώς «το πρόβλημα είναι ότι έχει πολύ υψηλό κόστος εγκατάστασης και λειτουργικό. Η παραγωγή νερού κοστίζει περίπου 1 ευρώ το κυβικό, καθώς έχει πολύ υψηλή κατανάλωση ενέργειας, ενώ τίθεται και περιβαλλοντικό ζήτημα.

Προκύπτει ένα συμπύκνωμα αλάτων πολύ μεγαλύτερης αλατότητας από το θαλασσινό νερό που πρέπει να διατεθεί στη θάλασσα και συνήθως εκεί που αποτίθεται δημιουργεί περιβαλλοντικό πρόβλημα.

Το συμπύκνωμα αυτό έχει περίπου διπλάσια αλατότητα σε σχέση με το θαλασσινό νερό. Δημιουργούμε πάρα πολύ αλμυρό νερό, για να το πούμε απλά. Βέβαια με τη δράση των ρευμάτων αυτό θα αραιώνεται, αλλά δεν παύει να αποτελεί ένα πρόβλημα».

Η λειψυδρία στα νησιά

Πλήθος νησιωτικών δήμων κηρύχτηκε το περασμένο διάστημα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω λειψυδρίας. «Τα νησιά είναι διαχρονικά πιο ευάλωτα, καθώς δεν έχουν ούτε την έκταση ούτε τον όγκο των γεωλογικών σχηματισμών για να αποθηκευτούν ικανές ποσότητες με τη μορφή υπόγειου νερού. Επιπλέον, έχουμε τη θάλασσα κοντά και είναι πιο εύκολη η αλληλεπίδρασή της με τα υπόγεια νερά», σημειώνει ο Βασίλης Ζόραπας και συμπληρώνει:

«Υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος σε αυτές τις περιοχές για την ποιοτική ή ποσοτική υποβάθμιση των υπόγειων νερών. Θεωρώ ότι στα νησιά η λύση της αφαλάτωσης θα πρέπει να εφαρμοστεί, ενώ το βασικό επίσης είναι να κατασκευαστούν φράγματα ανάσχεσης στους χείμαρρους, που θα συγκρατούν τις απορροές.

Με αυτά τα μικρά έργα, δίνεται στο νερό μεγαλύτερος χρόνος παραμονής στην ξηρά, ώστε να διηθείται αυξημένος όγκος προς τα υπόγεια στρώματα (τεχνητός εμπλουτισμός)».

Φέρνει ως παράδειγμα τη Σαντορίνη που καλύπτει τις ανάγκες της από μονάδες αφαλάτωσης σε ποσοστό έως και 80%, όμως εφιστά την προσοχή: «Κάθε περιοχή έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά -μορφολογικά, υδρογεωλογικά, ύψη βροχής κ.λπ.- άρα θα πρέπει να συνδυαστούν διαφορετικές λύσεις».

Χάνει η Ελλάδα το νερό της;

Χάνεται λοιπόν το νερό της Ελλάδας; Μάλλον το ζήτημα είναι πολύπλοκο: «Το υπόγειο νερό αναπληρώνεται ετησίως. Υπάρχει ο κύκλος του νερού που σημαίνει ότι τα αποθέματα είναι ανανεώσιμα. Αυτή είναι η βασική αρχή. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που δεν βρέχει, άρα τα ανανεώσιμα αποθέματα είναι μειωμένα.

Οι υπόγειοι υδατικοί πόροι έχουν καθοριστικό ρόλο στη χώρα μας, αφού σε αυτούς στηρίζεται το μεγαλύτερο μέρος της αγροτικής παραγωγής, της ύδρευσης και της βιομηχανίας. Υπάρχει μία σύνδεση μεταξύ βροχόπτωσης, επιφανειακών και υπόγειων νερών και εξάτμισης

Θεωρητικά, το υπόγειο νερό που πρέπει να αντλείται ετησίως αφορά τα ανανεώσιμα αποθέματα, δηλαδή εκείνες τις ποσότητες νερού που ετησίως εμπλουτίζουν τους υδροφορείς.

Είναι το νερό που διακινείται υπό φυσιολογικές συνθήκες υπογείως, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ ξηρής και υγρής περιόδου (Οκτώβριος – Απρίλιος). Αυτό μόνο πρέπει να λαμβάνουμε σαν συνολικό ετήσιο όγκο. Όταν αντλούμε περισσότερο, όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις δημιουργούμε προβλήματα».

Όπως «τώρα που έχουμε λιγότερες βροχοπτώσεις αντλούμε από τα μόνιμα αποθέματα, άρα δημιουργούμε προβλήματα στα υπόγεια νερά», επισημαίνει ο κ. Ζόραπας και συνεχίζει:

«Τα επιφανειακά νερά, όπως οι ταμιευτήρες, υπόκεινται σε εξάτμιση, εντονότερη δε σε συνθήκες θέρους ή αυξημένων θερμοκρασιών, ενώ το υπόγειο νερό έχει το πλεονέκτημα ότι είναι προστατευμένο, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν απώλειες. Για τη χώρα μας ενδεικτικά, ποσοστό 55 - 60% της βροχόπτωσης εξατμίζεται, 10-15% αποθηκεύεται υπόγεια, και 30 - 35% απορρέει επιφανειακά».

βρύση νερό
Νερό | Eurokinissi / Γιώργος Κονταρίνης

Τι πρέπει να κάνουμε για την ξηρασία και τη λειψυδρία

Προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί η διαχείριση των υδάτων; Ο προϊστάμενος του τμήματος Υδρογεωλογίας και Υδρολογίας της ΕΑΓΜΕ εξηγεί ότι «στην Ελλάδα έχουμε ένα πολύ υψηλό ποσοστό κατανάλωσης των υδατικών πόρων από τη γεωργία.

Θα πρέπει υποχρεωτικά να αποκτήσουμε μία λογική "οικονομίας", να περιορίσουμε τις καταναλώσεις, να υπάρχει έλεγχος των αντλήσεων να επαναχρησιμοποιήσουμε τα επεξεργασμένα λύματα, να κατασκευαστούν κλειστά αρδευτικά δίκτυα και όχι αυλάκια που στο τέλος μπορεί να αξιοποιείται το 10% της αρχικής ποσότητας αρδευτικού νερού, λόγω απωλειών και τέλος να εισαγάγουμε συστήματα ευφυούς γεωργίας. Τα τελευταία είναι έργα μακροπρόθεσμα, το άμεσο είναι ο περιορισμός της σπατάλης».

Εκτιμώ ότι η εφαρμογή των προηγούμενων μέτρων θα περιόριζε κατά 2/3 την κατανάλωση του αρδευτικού νερού, καθώς η αγροτική παραγωγή καταναλώνει σήμερα πάνω από το 80% των υδατικών πόρων.

«Θα πρέπει να οδηγησθούμε σε μια κατάσταση "οικονομίας" και στο νερό που προορίζεται για ύδρευση στην Αθήνα και στη χώρα συνολικά και να σχεδιάζουμε πλέον για τις επόμενες καταστάσεις λειψυδρίας που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μελλοντικά», επισημαίνει.

Παράλληλα, ο κ. Ζόραπας υπογραμμίζει: «Το μέσο-βραχυπρόθεσμο μέτρο για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας είναι οι μονάδες αφαλάτωσης που μπορεί να κατασκευαστούν σχετικά γρήγορα.

Σε αυτή τη φάση πρέπει να δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, να εξασφαλίσουμε το διαθέσιμο νερό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με τον περιορισμό της αλόγιστης χρήσης και να σχεδιάσουμε έργα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα για το επόμενο φαινόμενο λειψυδρίας, συμπεριλαμβανομένων δικτύων μεταφοράς και διανομής νερού ύδρευσης».

Θα πρέπει να εξετάσουμε την κατασκευή ταμιευτήρων και ανασχετικών φραγμάτων στην ηπειρωτική χώρα και στη νησιωτική, ώστε να αυξήσουμε το χρόνο παραμονής και τη διήθηση του επιφανειακού νερού προς τα υπόγεια. Έτσι συγκρατούμε τις ακραίες απορροές και εξασφαλίζουμε νερό για άρδευση».

νερό άρδευση
Πότισμα με κανόνι | Eurokinissi / Γιάννης Παναγόπουλος

«Να αλλάξουμε φιλοσοφία»

Ο Βασίλης Ζόραπας συμβουλεύει: «Πρέπει να αλλάξει η φιλοσοφία μας γενικά ως προς τη διαχείριση του νερού, να κάνουμε λελογισμένη χρήση και εξοικονόμηση στις πόλεις και στον αγροτικό τομέα».

Με αφορμή το παράδειγμα της Καταλονίας όπου οι Αρχές απαγόρευσαν στους κατοίκους να πλένουν μπαλκόνια, απαντάει, μην αφήνοντας περιθώρια: «Οπωσδήποτε να περιορίσουμε τη χρήση. Όταν αφήνεις τη βρύση ανοιχτή χάνεται σημαντική ποσότητα νερού, θα πρέπει να το έχουμε συνειδητοποιήσει και να σκεφτόμαστε διπλά και τριπλά πριν ανοίξουμε τη βρύση».

«Πρέπει γενικά να κινηθούμε γρήγορα, με υπευθυνότητα και οργανωμένα, να προλάβουμε καταστάσεις που ίσως είναι κοντά και να εξετάσουμε ανά περιοχή ποιες λύσεις θα εφαρμόσουμε», καταλήγει.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.