Μενού
aghorisadhus
Aghori sadhus | AP Photo
  • Α-
  • Α+

Πολλές φορές τα όρια ανάμεσα στη λογική και το παράλογο είναι σχεδόν αδιόρατα. Εκεί που νομίζεις πως είσαι στο φως, βιώνεις τη χαρά και προσδοκάς τη λύτρωση, αντιλαμβάνεσαι πως βρίσκεσαι μέσα στο σκοτάδι, έρχεσαι αντιμέτωπος με το φόβο και τον τρόμο στέκεσαι μπροστά σε έναν καθρέφτη που αντικατοπτρίζει τις πιο μύχιες ανθρώπινες σκέψεις. Σε ένα τέτοιο μονοπάτι φαίνεται πως βαδίζουν πολλά χρόνια τώρα οι μοναχοί Aghori Sadhus στην Ινδία.

Η μορφή τους απόκοσμη και οι μύθοι που τους «συνοδεύουν» πολλοί  και ικανοί να «σκηνοθετήσουν» από μόνοι τους το πιο τρομακτικό θρίλερ που έχετε δει ποτέ. Για πολλούς Ινδουιστές οι μοναχοί Aghori Sadhus αποτελούν ένα είδος σέχτας και θεωρείται αμαρτωλός όποιος έρχεται σε επαφή μαζί τους. Δεν είναι για όλους όμως έτσι. Είναι πάρα πολλοί εκείνοι που τους θεωρούν γκουρού και ανθρώπους που εξαιτίας της ζωής που κάνουν έχουν φτάσει κοντά στο Θείο και έτσι έχουν αποκτήσει θεραπευτικές και όχι μόνο ικανότητες.

Θρησκευόμενοι ή παρανοϊκοί τύποι

Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν πρόκειται για θρησκευόμενους ανθρώπους που αξίζουν τον σεβασμό των Ινδουιστών ή για παρανοϊκούς τύπους που ζουν στον δικό τους αποκρουστικό κόσμο. Για τους Aghori Sadhus ακούγονται πολλά. Τα περισσότερα είναι αληθινά αλλά με μια δόση υπερβολής. Οι μοναχοί αυτοί ζουν και βάφουν τα σώματά τους με σκόνη που προέρχεται από αποτέφρωση, με στάχτες νεκρών δηλαδή. Χρησιμοποιούν ανθρώπινα κόκαλα για να φτιάξουν αντικείμενα (μπόλ ή κοσμήματα) που πολλές θεότητες, όπως ο Σίβα, απεικονίζονται να κατέχουν.

«Έδρα» των μοναχών Αγκόρι  είναι το Βαρανάσι. Η πόλη αυτή είναι ο ιερός τόπος των ινδουιστών. Είναι ότι η Μέκκα για τους μουσουλμάνους ή τα Ιεροσόλυμα για τους χριστιανούς. Τα ιερά κείμενα του Ινδουισμού, οι Βέδες, αναφέρουν πως το να πεθαίνει και να αποτεφρωθεί κάποιος στο Βαρανάσι είναι ευλογία. Πίνουν κρασί, ακόμα και ούρα, μέσα από ανθρώπινα κρανία. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, διαλογίζονται πάνω από τα πτώματα που ξεβράζει ο Γάγγης.

Καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες αλκοολούχων ποτών και πίνουν κάνναβη προκειμένου, όπως λένε οι ίδιοι να φτάσουν σε ένα υψηλό επίπεδο διαλογισμού. Βρίζουν με εκφράσεις που δεν μπορούν να αποτυπωθούν και καταριούνται βαριά όσους τους λοιδορούν ή απλά αντιτίθενται στις διδαχές τους. Πραγματοποιούν θυσίες ζωών σε θυσιαστήρια που υπάρχουν μέσα στους λατρευτικούς χώρους ενώ φήμες τους θέλουν να συμμετέχουν σε σεξουαλικές πράξεις και Διονυσιακά όργια χωρίς την παραμικρή αναστολή.

Η νεκροφαγία ως «αντίδωρο»

Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, δεν είναι τίποτα μπροστά στη νεκροφαγία! Οι Aghori sadhus τρώνε τις σάρκες των μισοκαμένων πτωμάτων που επιπλέουν στο Γάγγη. Το κάνουν αυτό για να ενωθούν με το Θείο. Μέσα από την κατανάλωση ανθρώπινης σάρκας επιδιώκουν να συμφιλιωθούν με οτιδήποτε τους προκαλεί φόβο και αποτροπιασμό. Το σώμα του νεκρού, άλλωστε, συμβολίζει το ίδιο τους το σώμα, από το οποίο προσπαθούν να απελευθερωθούν. Γι’ αυτούς δεν είναι κανιβαλισμός. Είναι μια πράξη που γίνεται στο, φρικτό, είναι η αλήθεια, πλαίσιο μιας τελετουργικής προσευχής βγαλμένης από το πιο τρομακτικό αληθινό θρίλερ. Οι ίδιοι λένε πως δεν τρώνε τον νεκρό. Απλά τρώνε κρέας που για εκείνους είναι κάτι σαν «αντίδωρο» που τους προσφέρει ο ίδιος ο Γάγγης.

Γενικά η αίσθηση που επικρατεί είναι πως οι Αγκόρι, τρέφονται αποκλειστικά με ανθρώπινη σάρκα. Αυτό, όμως, δεν είναι παρά μια υπερβολή που συνοδεύει την παραφιλολογία που τους ακολουθεί. Η νεκροφαγία λαμβάνει χώρα πολύ σπάνια, ίσως και μια μόνο φορά στη ζωή ενός Αγκόρι αν και η αλήθεια είναι πως όσοι καταφέρνουν και ξεπερνούν τον φόβο τους και την αποστροφή για μια φορά, θα το ξανακάνουν.

Η αρχή της ιστορίας των Aghori Sadhus βρίσκεται πίσω στο μακρινό 1601 μΧ. Τότε σε ένα μικρό χωριό του Βαρανάσι στην Ινδία ένα άτεκνο ζευγάρι αποκτά… σαν από θαύμα, ένα αγοράκι. Το μωρό τις τρεις πρώτες ημέρες της ζωής του ούτε έκλαψε, ούτε θήλασε από το στήθος της μητέρας του. Όταν έγινε γνωστό αυτό τρεις ινδουιστές μοναχοί έσπευσαν στο σπίτι της οικογένειας. Ένας από αυτούς το πήρε στην αγκαλιά του, κάτι του ψιθύρισε στο αυτί και το μωρό άρχισε να κλαίει.

Το αγοράκι αυτό ήταν ο Μπάμπα Κιναράμ (Baba Keenaram) ένας από τους μεγαλύτερους Άγιους του Ινδουισμού που έζησε 170 χρόνια και σύμφωνα με τις παραδόσεις της θρησκείας, ήταν μετενσάρκωση του θεού Σίβα της πλέον αντιφατικής θεϊκής μορφής του Ινδουισμού αφού σε αυτόν συνυπάρχουν οι έννοιες της συμπόνοιας και της απόλυτης καταστροφής. Οι μοναχοί Aghori sadhus θεωρούνται απευθείας απόγονοι του Μπάμπα Κιναράμ και συνεχιστές της θεωρίας του.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA