Ο Ρικάρντ Σιανγκιάν λάτρευε τον γιο του, τον μικρό Πάλου, τις εικαστικές τέχνες, την πειραματική μουσική. Το 2013, έχοντας ζήσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στις ΗΠΑ, ξεκίνησε να καταπιάνεται με το tattoo art, με επιρροές από την ινδονησιακή τεχνοτροπία Μπατάκ. Άνοιξε μάλιστα και μια σελίδα στο YouTube για να διαφημίζει τις δημιουργίες του.
Το Batak body art, μια τέχνη που δεν είχε ποτέ γίνει γνωστή εκτός των συνόρων της Ινδονησίας, ήταν αυτό που ήθελε να μάθει στον έξω κόσμο ο Σιανγκιάν, μέσα από ένα φιλόδοξο project, ζωγραφικής σε σώματα, αλλά και σε εικαστικά βιβλία, με τίτλο DJADJAK.
O Ρικάρντ ήθελε να αφήσει αυτή την εργασία ως παρακαταθήκη στον κόσμο μέσα από το ίντερνετ, αλλά κυρίως στον γιο του, που λάτρευε. To κανάλι όμως, έμεινε για πολλούς μήνες ανενεργό.
Το πρόβλημα
Ο Ρικάρντ επέστρεψε με ένα video μέσα στο 2014, όπου μιλούσε απευθείας προς την κάμερα, φανερά εξουθενωμένος. Αποκάλυπτε πως έπασχε από θανατηφόρα αϋπνία, και ισχυριζόταν πως είχε να κοιμηθεί τέσσερις μήνες(!).
Ζητούσε βοήθεια από νευρολόγους γιατρούς, από οποιονδήποτε μπορούσε να τον βοηθήσει ώστε να κλείσει τα μάτια του για λίγο. Εξήγησε πως το πρόβλημα είχε εκδηλωθεί πριν από τέσσερις μήνες, όταν εργαζόταν στη Φιλαδέλφεια.
Είχε διαγνωσθεί με λοίμωξη του ουροποιητικού και είχε λάβει μια φαρμακευτική αγωγή, κατ' υπόδειξη του προϊσταμένου του, ως μια «ευγενική κίνηση», για να γλιτώσει τη δαπανηρή επίσκεψη στον γιατρό. Στην πραγματικότητα, είχε διαπράξει ένα έγκλημα. Όταν έλαβε τα συγκεκριμένα χάπια, ένιωσε αμέσως αρρυθμίες και σπασμούς στα χέρια, ύστερα σε όλο του το σώμα.
Ο Ρικάρντ ένιωσε πως δεν είχε άλλη επιλογή και συνέχισε να λαμβάνει τα χάπια για 13 ημέρες. Ξαφνικά, εμφάνισε συμπτώματα αϋπνίας. Μπορούσε να κοιμηθεί έως 2 ώρες, μόνο υπό το φως της μέρας.
Το σώμα του, κάθε φορά που έκλεινε τα μάτια του και προσπαθούσε να κοιμηθεί, τιναζόταν, σαν να δέχεται ηλεκτροσόκ. Ύστερα, όταν τον νικούσε η εξάντληση και βυθιζόταν σε λήθαργο, ο πόνος επέστρεφε ξανά.
Ήταν σαν να ζούσε ένα διαρκή πόλεμο, ανάμεσα στο σώμα του, που του απαγόρευε κάθε ανάπαυση, και στο μυαλό του, που τον εκλιπαρούσε για λίγο ύπνο.
«Θα σας εξηγήσω πόσο χρειάζομαι τον ύπνο αυτή τη στιγμή. Θα έδινα τα δύο μου πόδια, πάρτε τα, κόψτε τα, σε αντάλλαγμα για λίγο ύπνο, για τρεις ώρες ύπνου» έλεγε ο Ρικάρντ Σιανγκιάν, στο YouTube.
Δεχόταν να γίνει πειραματόζωο σε θεραπείες με βλαστοκύτταρα, με οτιδήποτε θα μπορούσε να του χαρίσει λίγο ύπνο. Αν αντέχετε να ακούσετε τον ίδιο να περιγράφει το μαρτύριο του, τότε μπορείτε να πατήσετε play στο παρακάτω video.
Κάτι παράξενο
Η θανατηφόρα αϋπνία είναι μια εξαιρετικά σπάνια ασθένεια, που προκαλείται από γενετικές διαταραχές. Ο πάσχων, μην μπορώντας να κοιμηθεί, βιώνει μια κατάσταση πλήρους διανοητικής και σωματικής αποσύνθεσης, βιώνει ένα μακρύ και βασανιστικό θάνατο, με τα μάτια πάντα, ανοικτά.
Το παράξενο με τον Σιανγκιάν, είναι πως δεν υπήρχε καμία προδιάθεση, καμία νευρολογική ασθένεια σχετική με την θανατηφόρα αϋπνία, σε κανένα συγγενή του.
Η πιθανότερη εξήγηση, είναι πως η αγωγή του Ρικάρντ, που περιείχε την δραστική ουσία σιπροφλοξασίνη, μια κατηγορία αντιβιοτικών που είναι κατάλληλη για τη θεραπεία λοιμώξεων ευρέως φάσματος, προκάλεσε βαρύτατες παρενέργειες στον ίδιο, τον διέλυσε σωματικά και ψυχολογικά μέσα από την έλλειψη ύπνου.
Ο Σιανγκιάν κατάφερε να ζήσει ως τους πρώτους μήνες του 2016, συνέχισε να παλεύει, επικοινωνόντας με γιατρούς, με κομπογιαννίτες, με «μάγους», με οποιονδήποτε του υποσχόταν λίγη ανακούφιση από την αϋπνία.
Το έκανε μόνο για τον γιο του, για να θυμάται πως ο πατέρας του ήταν γενναίος και πάλευε ως το τέλος.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.