Μενού
kalvos-toixografia
Τοιχογραφία με στίχους του Ανδρέα Κάλβου στο 18ο Λύκειο Αθηνών | Eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Ο Ανδρέας Κάλβος είναι ένας ποιητής που δεν χρειάζεται συστάσεις. Η επίδρασή του στη νεοελληνική λογοτεχνία και στην πνευματική κίνηση της Ελλάδας δεν αμφισβητείται, παρόλο που η πραγματική του αξία αναγνωρίστηκε αρκετές δεκαετίες μετά τον θάνατό του.

Οι «Ωδές» του αποτελούν μερικά από τα σημαντικότερα γραπτά για την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και αποτυπώνουν το φιλελεύθερο πνεύμα που εξαπλωνόταν στην Ευρώπη το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στο δρόμου που χάραξε η Γαλλική Επανάσταση.

Το ιστορικό παράδοξο γύρω από τον Κάλβο είναι ότι δεν έχει διασωθεί κάποια γνωστή έως σήμερα προσωπογραφία, σκίτσο, φωτογραφία ή γλυπτό, που να απεικονίζει τη μορφή του.

Κατά καιρούς έχουν γίνει «προτάσεις» για το πώς μπορεί να έμοιαζε ο μεγάλος Έλληνας ποιητής, ενώ μια γενικόλογη περιγραφή του υπάρχει σε κάποιο επίσημο έγγραφο της εποχής, χωρίς όμως να φωτίζει πολύ την όψη του.

Σεφέρης, Ελύτης και πολλοί καλλιτέχνες φαντάστηκαν πώς μπορεί να ήταν η όψη του Κάλβου και πάλι όμως αποτελούν φανταστικά σκίτσα και υποθετικές απεικονίσεις σε πίνακες ζωγραφικής.

Ποιος ήταν ο Ανδρέας Κάλβος

Ο Ανδρέας Κάλβος Ιωαννίδης, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο τον Απρίλιο του 1792. Γονείς του ήταν ο Νικόλαος, τον οποίο τόσο ο Λίνος Πολίτης όσο και ο Γιάνης Κορδάτος στις Ιστορίες της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας αποκαλούν τυχοδιώκτη με διάφορες ασχολίες στη ζωή του.

Η μητέρα του ήταν η Ανδιανή Ρουκάνη, αριστοκρατικής καταγωγής, ενώ ο Κάλβος είχε και έναν αδερφό. Το 1802 ο πατέρας παίρνει τα δύο παιδιά του, εγκαταλείπει τη σύζυγό του και εγκαθίσταται στο Λιβόρνο, όπου ο Ανδρέας παρέμεινε μέχρι το 1812.

Το 1813 γνωρίζεται με τον Ούγκο Φώσκολο στη Φλωρεντία, γίνεται γραμματέας του και τον συνοδεύει στην εξορία, αρχικά στην Ελβετία και στη συνέχεια στο Λονδίνο. Κοντά στο Φώσκολο εργάζεται με ενθουσιασμό. Το 1817 όμως επέρχεται ρήξη μεταξύ τους και οι δρόμοι τους χωρίζουν.

Όσο βρισκόταν μαζί με τον Φώσκολο έγραψε δύο τραγωδίες με τίτλο «Θηραμένης» και «Δαναΐδες», που αποτελούν και τα μόνα θεατρικά έργα του, ενώ έγραψε την ωδή «Εις Ιονίους».

Παράλληλα, ο Κάλβος ξεκίνησε να δίνει μαθήματα ιταλικών και ελληνικών στο Λονδίνο. Το 1819 τυπώνει και την πρώτη ελληνόγλωσση ωδή του, «Ελπίς Πατρίδος»

Στα τέλη του 1820 ο Κάλβος επέστρεψε στη Φλωρεντία, όπου εντάσσεται στους καρμπονάρους, με τις φιλελεύθερες ιδέες του να τραβούν τα βλέμματα των αρχών που τον αναγκάζουν να μεταβεί και πάλι στην Ελβετία.

Στις αρχές του 1826 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, το κέντρο του Φιλελληνισμού και επιστρέφει στην Ελλάδα. Περνά από τη Μήλο και την Ύδρα, δημοσιεύοντας ανταποκρίσεις στο γαλλικό περιοδικό «Revue Encyclopédique», με σκοπό να παρουσιάσει στους Ευρωπαίους την επαναστατημένη Ελλάδα και στη συνέχεια φτάνει στο Ναύπλιο εν μέσω εμφύλιων συγκρούσεων. 

Πηγαίνει στην Κέρκυρα τον Αύγουστο του 1826, όπου αποκτά φήμη ως διανοούμενος και λόγιος, διδάσκει στο Πανεπιστήμιο για κάποιο διάστημα και το 1841 γίνεται διευθυντής του Ιονίου Γυμνασίου. Σύμφωνα με τον Λίνο Πολίτη, λίγα είναι γνωστά για την περίοδο αυτή.

Στην Κέρκυρα ο Κάλβος, σύμφωνα με τον Κορδάτο, προσχωρεί στο «Μταρρυθμιστικό Κόμμα» και γίνεται συνεργάτης της «Πατρίδος», ζητώντας μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1817, με περισσότερες ελευθερίες, κάτι που οι Άγγλοι αποικιοκράτες φυσικά δεν δέχονται.

Τελικά, το 1852 μεταβαίνει στην Αγγλία, διαμένει στο Louth του Linconshire, και το 1853 παντρεύεται τη δεύτερη γυναίκα του που ήταν δασκάλα. Ο Κάλβος διευθύνει τότε ένα ανώτερο παρθεναγωγείο. Το Νοέμβριο του 1869 πεθαίνει και θάβεται στο νεκροταφείο του Keddington.

Τα οστά του Ανδρέα Κάλβου και της γυναίκας του επαναπατρίζονται στις 19 Μαρτίου 1960, με ενέργειες και του ποιητή Γιώργου Σεφέρη που τότε διατελούσε πρεσβευτής της Ελλάδας στο Λονδίνο.

Αν και το θέμα του επαναπατρισμού είχε τεθεί ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, τα οστά επέστρεψαν στην Ελλάδα σχεδόν έναν αιώνα μετά.

plaketa-kalvos
Πλακέτα για τον Ανδρέα Κάλβο στη Βρετανία | Ruth' s Blog, Louth museum

Ο Έλληνας ποιητής χωρίς πρόσωπο και το έργο του

Οι 22 Ωδές του Κάλβου είναι η μοναδική του προσφορά στη νεοελληνική ποίηση. «Μικρή αλλά από πολλές απόψεις σημαντική», σημειώνει ο Λίνος Πολίτης. Ήδη ο Κάλβος, όπως ήταν φυσικό είχε ασχοληθεί με την ιταλική ποίηση, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του έργου του είναι γραμμένο στα ιταλικά.

Τα θέματα των Ωδών αναφέρονται στην Ελληνική Επανάσταση με λίγες εξαιρέσεις. «Ο Φιλόπατρης» υμνεί την πατρίδα του, τη Ζάκυνθο, ενώ η ωδή «Εις Θάνατον» αποτελεί ύμνος στη μητέρα του που είχε πεθάνει. 

Οι υπόλοιπες αναφέρονται εξ ολοκλήρου στην Επανάσταση, ενώ ενδεικτικοί είναι και ορισμένοι τίτλοι: «Εἰς τὸν Ἱερὸν Λόχον», «Εἰς Χίον». «Εἰς Πάργαν», «Εἰς Ἐλευθερίαν, «Ἡ Βρεττανικὴ Μοῦσα» (ωδή στον λόρδο Μπάιρον), «Εἰς Ψαρά», «Εἰς Σάμον», «Εἰς Σούλι» και «Ὁ Βωμὸς τῆς Πατρίδος».

Ο Κάλβος γεννιέται και ζει κατά την περίοδο που οι φιλελεύθερες επαναστατικές ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης κυριαρχούν στην Ευρώπη, εν μέσω έντονης πνευματικής ζύμωσης. Είναι η εποχή που ο μετασχηματισμός των κοινωνιών ωθεί στη δημιουργία εθνών - κρατών.

Στην πνευματική αυτή ζύμωση συμμετέχει ενεργά και ο Ανδρέας Κάλβος, ο οποίος αφιερώνει το έργο του στην Ιταλική Ενοποίηση και την Ελληνική Επανάσταση, την πρώτη μετά τη Γαλλική, η οποία διαπνεόταν από τις φιλελεύθερες ιδέες.

«Τα επαναστατικά γεγονότα της Ευρώπης και τα κηρύγματα του Ναπολέοντα ενθουσίασαν τον Κάλβο, όπως και πολλούς άλλους στοχαστές. Τότε, στα 1811 έγραψε μιαν Ωδή στον Ναπολέοντα», γράφει ο Γιάνης Κορδάτος στο έργο του Ιστορία Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.

Ο Επτανήσιος ποιητής χρησιμοποιεί ιδιότυπη γλώσσα, καθώς γράφει και σε δημοτική και σε αρχαΐζουσα. «Σ' όλες του τις Ωδές η λύρα του είναι ρητορική και πατριωτική, ρομαντική και μεγαλόστομη. Η γλώσσα του αν και χρησιμοποιεί εδώ και εκεί δημοτικές λέξεις, είναι αρχαΐζουσα», σημειώνει ο Κορδάτος.

Αναφέρει δε ότι ο Κάλβος αποστρέφεται τους Άγγλους κεφαλαιοκράτες που τούς γνώρισε σαν «προστάτες» της Εφτανήσου και σαν αποικικράτες. Έτσι διαφωνεί με τους Έλληνες πολιτικούς και οπλαρχηγούς που ζήτησαν την προστασία της Αγγλίας.

Στην έκτη Ωδή του με τίτλο «Αι Ευχαί» ο Κάλβος θα γράψει:

«Τῆς θαλάσσης καλήτερα
φουσκωμένα τὰ κύματα
῾νὰ πνίξουν τὴν πατρίδα μου
ὡσὰν ἀπελπισμένην,
ἔρημον βάρκαν.

῾Στὴν στεριάν, ῾ς τὰ νησία
καλήτερα μίαν φλόγα
῾νὰ ἰδῶ παντοῦ χυμένην,
τρώγουσαν πόλεις, δάση,
λαοὺς καὶ ἐλπίδας.

Καλήτερα, καλήτερα
διασκορπισμένοι οἱ Ἕλληνες
῾νὰ τρέχωσι τὸν κόσμον,
μὲ ἐξαπλωμένην χεῖρα
ψωμοζητοῦντες·

Παρὰ προστάτας ῾νἄχωμεν.
Μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
πλούτη ἢ μεγάλα ὀνόματα,
μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
σκήπτρων ἀκτῖνες»
.

Ο Κάλβος που πέρασε απαρατήρητος και η «ανακάλυψη» του Κωστή Παλαμά

«Εκείνο που κάνει εντύπωση είναι ότι ο Κάλβος πέρασε απαρατήρητος στον καιρό του μεγάλου μας Εικοσιένα. Ούτε στην Εφτάνησο τιμήθηκε, ούτε στην άλλη Ελλάδα. Αν και ήταν πατριδολάτρης, κανένας τρανός του καιρού του δεν συγκινήθηκε από τη λύρα του. Αντίθετα το Σολωμό τον πρόσεξαν», γράφει ο Γιάνης Κορδάτος.

Ο ίδιος θεωρεί ότι οι βασικοί λόγοι ήταν τόσο «η αρχαΐζουσα γλώσσα του και η ιδιότυπη μετρική του», καθώς και η αντίθεσή του στην εξωτερική πολιτική των Ελλήνων πολιτικών, όπως του Μαυροκορδάτου, που ζητούσαν προστασία από την Αγγλία.

Αλλά και οι σύγχρονοι του Κάλβου φαίνεται πως δεν τον αποδέχτηκαν, με τον ίδιο να μένει εκτός του κύκλου του Σολωμό, ενώ οι δύο τους φαίνεται πως δεν είχαν σχέσεις, παρόλο που διέμεναν στην Κέρκυρα. Ούτε οι θαυμαστές του δημιουργού του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν», αναγνώριζαν τον Κάλβο ως μεγάλο ποιητή.

Το έργο του Κάλβου θα μείνει παραμερισμένο για πολλά χρόνια. Ο Κορδάτος αναφέρει ότι πολλοί λόγιοι, τόσο σύγχρονοι του Κάλβου όσο και στις μετέπειτα δεκαετίες δεν βρίσκουν στις Ωδές ούτε τον «μεγάλο» ποιητή ούτε τον άνθρωπο που θα μπορούσε να σταθεί πλάι στην ηγεσία του Έθνους.

Την αναγνώριση του Κάλβου και τη θέση που κατέχει σήμερα στα νεοελληνικά γράμματα την οφείλουμε στον Κωστή Παλαμά, ο οποίος το 1888 τον «ανακαλύπτει».

Μετέπειτα, όπως αναφέρει ο Γιάνης Κορδάτος, οι πνευματικοί ηγέτες της προοδευτικής παράταξης ύστερα από την κατοχή έφεραν ξανά τον Κάλβο στη δημοσιότητα.

Ο Λίνος Πολίτης θα πει ότι η εντελώς νεότερη ποιητική γενιά, μετά το 1930, θα βρει βρει κάποια συγγένεια με το έργο του και με την «αληθινή φυσιογνωμία και τη λυρική του τόλμη, όπως έγραψε άλλωστε και ο Οδυσσέας Ελύτης.

Ο Μάριο Βίττι, στη δική του Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας θα γράψει για τον Κάλβο: «Οι ωδές, δημοσιευμένες με τη γαλλική τους μετάφραση, προφανώς για να μεταφέρουν στο ξένο αναγνωστικό κοινό ένα μήνυμα από την εξεγερμένη Ελλάδα, του εξασφάλισαν μια περίοπτη θέση μέσα στην κατά τα άλλα πλούσια ποιητική παραγωγή του 19ου αιώνα». 

Όμως, κατά τον Ιταλό ακαδημαϊκό, «οι ωδές δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα ελάχιστο μέρος αν τις συγκρίνουμε με τον όγκο της έως τότε ποιητικής του παραγωγής και με όσα πεζά θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια του πολύχρονου βίου του». 

Ο ίδιος σημειώνει για τον Κάλβο: «Οφείλουμε επομένως να εκτιμήσουμε τις ωδές σε σχέση με το υπόλοιπο έργο και ιδίως με όσο προηγήθηκε, έστω κι αν είναι γραμμένο στα ιταλικά. Τότε μόνο θα γίνει κατανοητή η ιδεολογική και λογοτεχνική πορεία που ακολούθησε ο Κάλβος για να καταλήξει στη μοναδική μορφή των ελληνικών του ωδών».

Το νόμισμα και το «πρόσωπο» του Ανδρέα Κάλβου

Το 2019 ανακηρύχθηκε «έτος Ανδρέα Κάλβου» και η Τράπεζα της Ελλάδος εξέδωσε νόμισμα των δύο ευρώ στην πίσω όψη του οποίου «εικονίζεται» ο Ανδρέας Κάλβος. Δεν αναφέρεται όμως πώς έγινε η επιλογή της συγκεκριμένης μορφής.

kalvos-nomisma
Το νόμισμα με τη «μορφή» του Ανδρέα Κάλβου | Νομισματοκοπείο

Όπως και να 'χει πάντως η παραπάνω απεικόνιση δεν παύει να αποτελεί φανταστική αναπαράσταση του μεγάλου Έλληνα ποιητή.

Μάλιστα, στο τοπικό μουσείο του Louth στη Βρετανία υπάρχει η φωτογραφία της δεύτερης συζύγου του Κάλβου, αλλά και αίτημα για το αν κάποιος κάτοικος της περιοχής έχει στην κατοχή του παλιές φωτογραφίες που ενδεχομένως απεικονίζουν τον μεγάλο Έλληνα ποιητή.

charlotte-kalvos
Η δεύτερη σύζυγος του Ανδρέα Κάλβου, Σάρλοτ | Ruth' s Blog, Louth museum

«Θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία»

Αναμφίβολα, η πιο γνωστή ρήση του Κάλβου είναι το «θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία», από την τέταρτη ωδή του «Εἰς Σάμον» που περιλαμβάνεται στα «Λυρικά» και εξυμνεί την ανδρεία των κατοίκων του νησιού απέναντι στις επιθέσεις των Οθωμανών.

Για πολλούς όμως η συγκεκριμένη ρήση είναι ίσως και η μοναδική που γνωρίζουν από τον Κάλβο. Παρακάτω ακολουθεί ολόκληρη η ωδή:

«ᾨδὴ Τετάρτη. Εἰς Σάμον

στροφὴ πρώτη.

Ὅσοι τὸ χάλκεον χέρι
βαρὺ τοῦ φόβου αἰσθάνονται,
ζυγὸν δουλείας, ἂς ἔχωσι·
θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην
ἡ ἐλευθερία.

β´.
Αὐτὴ (καὶ ὁ μῦθος κρύπτει
νοῦν ἀληθείας) ἐπτέρωσε
τὸν Ἴκαρον· καὶ ἂν ἔπεσεν
ὁ πτερωθεὶς κ᾿ ἐπνίγη
θαλασσωμένος·

γ´.
Ἀφ᾿ ὑψηλὰ ὅμως ἔπεσε,
καὶ ἀπέθανεν ἐλεύθερος. -
Ἂν γένῃς σφάγιον ἄτιμον
ἑνὸς τυράννου, νόμιζε
φρικτὸν τὸν τάφον.

δ´.
Μοῦσα τὸ Ἰκάριον πέλαγος
ἔχεις γνωστόν. Νά ἡ Πάτμος,
νά αἱ Κορασσίαι, κ᾿ ἡ Κάλυμνα
ποὺ τρέφει τὰς μελίσσας
μὲ᾿ ἀθέριστα ἄνθη.

ε´.
Νά τῆς ἀλόης ἡ νῆσος,
καὶ ἡ Κῶς εὐτυχεστάτη,
ἥ τις τοῦ κόσμου ἐχάρισε
τὸν Ἀπελλῆν καὶ ἀθάνατον
τὸν Ἱπποκράτην.

ς´.
Ἰδοὺ καὶ ὁ μέγας τρόμος
τῆς Ἀσίας γῆς, ἡ Σάμος·
πλέξε δι᾿ αὐτὴν τὸν στέφανον
ὑμνητικὸν καὶ αἰώνιον
λυρικὴ κόρη.

ζ´.
Αὐτοῦ, ἐνθυμᾶσαι, ἐγέμιζες
τοῦ τέιου Ἀνακρέοντος
χαρμόσυνον κρατῆρα,
κ᾿ ἔστρωνες διὰ τὸν γέροντα
δροσόεντα ρόδα.

η´.
Αὐτοῦ, τοῦ Ὁμήρου ἐδίδασκες
τὰ δάκτυλα ῾νὰ τρέχουσι
μὲ᾿ τὴν ᾠδὴν συμφώνως,
ὅταν τὰ ἔργα ἱστόρει
θεῶν καὶ ἡρῴων.

θ´.
Αὐτοῦ, τὰ χρυσὰ ἔπη
ἐμψύχωνες ἐκείνου,
δι᾿ οὗ τὰ νέφη ἐσχίσθησαν
καὶ τῶν ἄστρων ἐφάνηκεν
ἡ ἁρμονία.

ι´.
Ὦ κατοικία Ζεφύρων,
ὅταν ἀλλοῦ τοῦ ἡλίου
καίουν τὰ βουνὰ ἡ ἀκτῖνες,
ἢ τὸν χειμῶνα ἡ νύκτα
κόπτῃ τὰς βρύσεις·

ια´.
Ἐσὺ ἀνθηρὸν τὸ στῆθος σου,
φαιδρὸν τὸν οὐρανὸν
ἔχεις, καὶ ἀπὸ τὰ δένδρα σου
πολλὴ πάντοτε κρέμεται
καρποφορία.

ιβ´.
Καθὼς προτοῦ νυκτώσῃ,
μέσα εἰς τὸν κυανόχροον
αἰθέρα, μόνος φαίνεται
λάμπων γλυκὺς ὁ ἀστέρας
τῆς Ἀφροδίτης.

ιγ´.
Καθὼς μυρτιὰ ὑπερήφανος
ἀπ᾿ ἄνθη φορτωμένη
καὶ ἀπὸ δροσιὰν ἀστράπτει,
ὅταν ἡ αὐγὴ χρυσόζωνος
τὴν χαιρετάῃ·

ιδ´.
Οὕτω τὸ κῦμα Ἰκάριον
κτυποῦσα ἡ βάρκα, βλέπει
σὲ εἷς τὰ νησία ἀνάμεσα
λαμπρὰν καὶ ὑψηλοτάτην,
καὶ ἀγαλλιάζει.

ιε´.
Τί ἐγίνηκαν ᾑ ἡμέραι,
ὅτε εἰς τὰς κορυφὰς
τοῦ Κερκετέως δενδρόεντος
ἐχόρευον ᾑ τέχναι
στεφανωμέναι.

ις´.
Ἔρχονται, ὦ μακαρία
νῆσος, ἔρχονται πάλιν·
τὸ προμηνύουσι τ᾿ ἄντρα σου
φλογώδη, ἐξ ὧν μυρίαι
μάχαιραι ἐκβαίνουν.

ιζ´.
Ὡς ᾑ σφῆκες μαζόνονται
ἐπὶ τὰ ὀλίγα λείψανα
σπαραγμένης ἐλάφου,
ἢ ταύρου ὁποὺ ἐκατάντησε
δεῖπνον λεαίνης,

ιη´.
Ἀλλ᾿ ἂν βροντήσῃ ἐξαίφνης,
πετάουν εὐθὺς καὶ ἀφίνουσι
τὴν ποθητὴν τροφήν,
ὑπὸ τὰ δένδρα φεύγουσαι
καὶ ὑπὸ τοὺς βράχους·

ιθ´.
Οὕτως, εἰς τὰ παράλια
ἀσιατικά, τὰ πλήθη
ἀγαρηνὰ ἀναρίθμητα
βλέπω ῾νὰ ἐπισωρεύονται,
ὅμως ματαίως.

κ´.
Σάλπιγγα μεγαλόφθογγος
«οἱ Σάμιοι», κράζει, «οἱ Σάμιοι»
καὶ ἰδοὺ τὰ πόδια τρέμουσι
μυρίων ἀνδρῶν καὶ ἀλόγων
θορυβουμένων.

κα´.
«Οἱ Σάμιοι»· - καὶ ἐσκορπίσθησαν
τῶν ἀπίστων αἱ φάλαγγες. -
Ἄ, τί, ὦ δειλοί, δὲν μένετε
῾νὰ ἰδῆτε, ἂν τὸ σπαθί μας
κοπτερὸν ἦναι;

κβ´.
Ἔρχονται, πάλιν ἔρχονται
χαρᾶς ἡμέραι, ὦ Σάμος·
τὸ προμηνύουν οἱ θρίαμβοι
πολλοὶ καὶ θαυμαστοί,
ποὺ σὲ δοξάζουν.

κγ´.
Νῆσος λαμπρὰ εὐδαιμόνει·
ὅτε ἡ δουλεία σὲ ἀμαύρονε,
σ᾿ εἶδον· ἄμποτε νἄλθω
῾νὰ φιλήσω τὸ ἐλεύθερον
ἱερόν σου χῶμα.

κδ´.
Ἐὰν φιλοτιμούμεθα
῾νὰ τὴν ῾ξαναποκτήσωμεν
μ᾿ ἵδρωτα καὶ μὲ᾿ αἷμα,
καλὸν εἶναι τὸ καύχημα
τῆς ἀρχαίας δόξης».

Η τέταρτη ωδή του Κάλβου μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη στον δίσκο του 1971 «Τα τραγούδια του Αγώνα» και ερμηνεύθηκε από τη Μαρία Φαραντούρη

Ερμηνεύθηκε επίσης από τον Μίλτο Πασχαλίδη στο άλμπουμ «Κράτησα Τη Ζωή Μου», επίσης του Μίκη Θεοδωράκη.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA