Η Ομόνοια κάποτε ήταν το εμπορικό κέντρο της Αθήνας. Πολυκαταστήματα, θέατρα, κέντρα διασκέδασης, εστιατόρια, φαγάδικα. Όλα ήταν μαζεμένα εκεί. Η Σατωβριανού ήταν ένα από τα σημεία συνάντησης. Σήμερα, βέβαια, όλα έχουν αλλάξει. Τα πιο πολλά από τα παλιά μαγαζιά της οδού έχουν κλείσει και πίσω έχουν μείνει μόνο τα ερείπια μαζί με τις ξεθωριασμένες επιγραφές τους.
Υπάρχει, όμως, ένα μαγαζί που είναι ακόμη εκεί, κι ας έχουν αλλάξει τριγύρω. Πρόκειται για τον Λευτέρη τον Πολίτη, ένα από τα παλαιότερα και πιο ιστορικά σουβλατζίδικα της πόλης που κρατά από το 1951. Ποια είναι η ιστορία πίσω από το πιο διάσημο κεμπάπ της Αθήνας και τι συμβαίνει σε αυτό τόσες δεκαετίες μετά τα εγκαίνιά του;

Το ελληνικό φαγητό που εντυπωσίασε τον Ματ Ντέιμον στη Μεσσηνία
Τρώγοντας σε ένα από τα ιστορικά σουβλατζίδικα της Αθήνας

Όλα ξεκίνησαν πριν από 74 χρόνια, όταν ο Σταύρος Σαββόγλου, ο οποίος καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη - εξού και η ονομασία «Λευτέρης ο Πολίτης-, έστησε μια ψησταριά λίγα μέτρα μακριά από τον χώρο που σήμερα βρίσκεται το μαγαζί. Στην αρχή τα κεμπάπ του ήταν μόνο από αρνί. Ύστερα αντικαταστάθηκαν από μοσχαρίσιο κρέας και έτσι παραμένουν μέχρι σήμερα.
Η πελατεία του κυρίως ήταν εργάτες της τριγύρω περιοχής και Αθηναίοι που κατέβαιναν στο κέντρο της πόλης για να κάνουν τις δουλειές τους. Κάπως έτσι καθιερώθηκε και το ωράριο του μαγαζιού που λειτουργεί μόνο τα μεσημέρια και τα απογεύματα. Μια συνήθεια την οποία έχουν υιοθετήσει κι άλλα ιστορικά σουβλατζίδικα της πόλης που αρνούνται πεισματικά να μείνουν ανοιχτά και το βράδυ.

Το εσωτερικό του μαγαζιού σε μεταφέρει κατευθείαν σε μια άλλη εποχή. Παντού υπάρχουν κάδρα του Καζαντζίδη, του Διονυσίου και μερικών σημαντικών προσωπικοτήτων που αγάπησαν το σουβλάκι του Λευτέρη. Και ενώ μπορεί να έχει ανοίξει και δεύτερο κατάστημα αρκετά κοντά στο Σύνταγμα, οι ουρές στην Σατωβριανού παραμένουν ακόμη μεγάλες.
«Δεν μπορώ να φάω στο καινούργιο μαγαζί. Εδώ έχω μάθει, στην Ομόνοια. Δεν θα το αλλάξω τώρα» λέει ένας τακτικός θαμώνας που του αρέσει να τρώει τα σουβλάκια του καυτερά. Η συνταγή είναι πολύ απλή και νόστιμη. Κεμπάπ μοσχαρίσιο ή μπιφτέκι, πίτα λαδωμένη στη σχάρα, ντομάτα, κρεμμύδι, κόκκινο πιπέρι και έφυγε. Εδώ δεν υπάρχουν πατάτες και τζατζίκια.
Οι μεγάλες ουρές παρά το δεύτερο μαγαζί στο Σύνταγμα

Η μόνη αλλαγή που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια είναι μόνο στον κατάλογο. Να πω την αλήθεια, θυμάμαι ακόμη την εποχή που το επισκεπτόμουν και έτρωγα το τυλιχτό με 1.80 ευρώ. Σήμερα έχει πάει στα 2.50. Και για να χορτάσεις, θες τουλάχιστον δύο. Ή και τρία. Είναι τόσο νόστιμο, όμως, όπως λένε γελώντας οι πελάτες του, που δεν το βλέπουν για φαγητό αλλά για «γλύκισμα».
Η ώρα είναι περίπου 2 το μεσημέρι και η ουρά φτάνει ως έξω στο πεζοδρόμιο. Ένας ένας στέκεται όρθιος και περιμένει υπομονετικά τη σειρά του. Ξέρει ότι θα αργήσει αλλά δεν τον νοιάζει. Γνωρίζει ότι το καλό πράγμα αργεί να γίνει.
Η πελατεία είναι ετερόκλητη. Από ηλικιωμένοι που το έχουν πια για παράδοση να κάνουν εκεί το μεσημεριανό τους γεύμα στο πόδι, μέχρι εργάτες και φοιτητές που έχουν φύγει από τις σχολές τους και ετοιμάζονται για τα απογευματινά μαθήματα. Πολλοί συνήθως παίρνουν και για τους δικούς τους στο σπίτι πακέτο. Άλλοι το αποφεύγουν, βέβαια, γιατί, όπως σημειώνουν, είναι αλλιώς να το τρως φρέσκο.
Τρώω δύο. Ο κόσμος στα τραπέζια έξω από το μαγαζί αλλάζει συνεχώς. Στο επόμενο στενό είναι το ζαχαροπλαστείο της Στάνης. Άλλο ένα ιστορικό κατάστημα της Ομόνοιας. Ό,τι πρέπει το γλυκό μετά τα σουβλάκια.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.