Μενού
moustokouloura-michelin-markopulo1
  • Α-
  • Α+

Ένας παραδοσιακός φούρνος από το Μαρκόπουλο, έχει δημιουργήσει μια συνταγή που έχει καθορίσει τις γευστικές μνήμες για ολόκληρες γενιές.

Όταν μια οικογένεια από το Μαρκόπουλο Μεσογαίας, η οικογένεια Δαρεμά, αποφάσισε να ξεφουρνίσει την πρώτη λαμαρίνα από τη δική τους συνταγή πάνω στα μουστοκούλουρα, τα υπόλοιπα τα άφησε στην ιστορία. Τα μουστοκούλουρα που συνόδευαν τον καφέ του Μάνου Χατζιδάκι, που προτιμούσε η Χριστίνα Ωνάση και που προσφέρονται ως αντιπροσωπευτικό δώρο σε ξένους επισήμους έκαναν το όνομα Δαρεμάς γνωστό σε κάθε άκρη της Ελλάδας και όχι μόνο.

(Φωτογραφίες: Μαρία Χατζηπέτρου)

Την προτίμηση στα περίφημα μουστοκούλουρα δεν έδειξαν μόνο οι πολλές ιστορικές προσωπικότητες της χώρας και οι αμέτρητοι καταναλωτές αλλά και ο οδηγός Michelin. Τα μουστοκούλουρα από την πόλη του Μαρκοπούλου που φτιάχνονται ένα-ένα στο χέρι, κατάφεραν και μπήκαν στον οδηγό Michelin. Έτσι, ο φούρνος απέκτησε ειδική μνεία στον οδηγό, ως προορισμός για να δοκιμάσει κανείς αυτά τα μοναδικά κουλουράκια.

moustokouloura-darema1

Μια Τρίτη πρωί, λοιπόν, επισκέφθηκα τον φούρνο Δαρεμά και γνώρισα τον κύριο Κώστα. Φυσικά, τον φούρνο τον έχω επισκεφθεί εκατοντάδες φορές πριν από αυτή, αφού την πρώτη φορά που πέρασα το κατώφλι του, δεν ξεπερνούσα το ύψος από τα πελώρια πανέρια του. Όμως πλέον τα πράγματα είναι διαφορετικά. Όσο εξελίσσεται η σχέση του καθενός με την έννοια της μνήμης και με το πώς ορισμένες γεύσεις είναι ριζωμένες με αναμνήσεις και ανθρώπους, τόσο πιο μοναδική φαίνεται αυτή η ζεστή μυρωδιά που κατακλύζει τον χώρο του φούρνου.

Από το 1888 στο σήμερα

«Ο χώρος που βρισκόμαστε μέχρι και σήμερα πρωτοέγινε από τον προπάππου μου, Γεώργιο Νικολάου Δαρεμά, ο οποίος έκανε ένα παντοπωλείο, που ήταν το πρώτο μπακάλικο στο Μαρκόπουλο», μας αναφέρει ο κύριος Κώστας Δαρεμάς.

Το αρτοποιείο ήρθε αργότερα, το 1948, όταν πλέον είχε περάσει στα χέρια του εγγονού των πρώτων ιδιοκτητών. Σιγά σιγά, το μεράκι της οικογένειας Δαρεμά θα οδηγούσε στο πρώτο φούρνισμα ενός προϊόντος που έχει τη δική του θέση στην ελληνική γαστρονομία.

«Οι γονείς μου γύρω στο 1948 αποφάσισαν να κάνουν φούρνο, γιατί πια η οικονομία είχε αλλάξει, οι γυναίκες είχαν βγει από το σπίτι, δούλευαν και άρχισαν να έχουν ανάγκη να παίρνουν ψωμί. Κι έτσι, ήρθε η ιδέα του φούρνου».

«Σιγά σιγά άρχισαν να πρωτοκάνουν μουστοκούλουρα γιατί εκτός των κατοίκων υπήρχαν αρκετοί περαστικοί, καθώς είμαστε στο πέρασμα για Πόρτο Ράφτη και Σούνιο. Και έτσι οι γονείς μου σκέφτηκαν να κάνουν ένα παραδοσιακό προϊόν της περιοχής. Το χαρακτηριστικό είναι ότι αυτά που παράγουμε είναι με τοπικές πρώτες ύλες. Παράγουμε προϊόντα που έχουν μια παράδοση ετών και μια τοπικότητα».

moustokouloyra-darema-2

Μια συνταγή που χάνεται στα βάθη του χρόνου

«Στην ουσία το μουστοκούλουρο ήταν μια συνταγή που είχε η μάνα μου από τη μάνα της και εκείνη από τη δική της μάνα. Δηλαδή είναι μια συνταγή που χάνεται στο βάθος του χρόνου. Είχαν αυτές τις συνταγές, που έφτιαχναν στα σπίτια τους και απλά άρχισαν να αυξάνουν την παραγωγή.  Μετά, ο πρώτος εργαζόμενος ήταν η γιαγιά μου η οποία έπλαθε και εκείνη. Σιγά σιγά όσοι δοκίμαζαν τους άρεσαν πολύ, γιατί είναι αγνό φυσικό προϊόν, δεν έχει πρόσθετα και ξεχωρίζει αμέσως».

«Τα κουλουράκια τα έφτιαχναν σε ένα τραπέζι στον χώρο του φούρνου. Και στόμα με στόμα έγιναν γνωστά και άρχισαν να τα παίρνουν πολλοί για το σπίτι, τη δουλειά αλλά και για δώρο στο εξωτερικό, σαν ένα χαρακτηριστικό ελληνικό προϊόν, αφού μουστοκούλουρα δεν παράγονται πουθενά αλλού στον κόσμο. Σιγά σιγά φτιάχναμε δυο τρεις λαμαρίνες και μόλις τα δοκίμαζαν, έφευγαν όλα».

«Οι καταναλωτές τα αγάπησαν ιδιαίτερα και τα έπαιρναν για τη δουλειά ή το σπίτι, γιατί άλλωστε ταιριάζει πολύ ωραία και με τον ελληνικό καφέ: το να βρέξεις ένα μουστοκούλουρο στον καφέ είναι η πιο ωραία στιγμή της ημέρας. Κάτι βαθιά ελληνικό. Μετά προστέθηκαν και τα πορτοκαλιού, τα κρασοκούλουρα, τα τυροκούλουρα με τοπικά τυριά, τα γλυκά ταψιού, τα κριτσίνια, τα εποχικά γλυκά και αρτοποιήματα αλλά και διάφορα άλλα προϊόντα, ως ένας καθαρόαιμος φούρνος».

moustokouloura-michelin

Πώς όμως κατάφερε ένας παραδοσιακός φούρνος στο Μαρκόπουλο να μπει με τα μουστοκούλουρά του στον οδηγό Michelin;

Αυτή είναι μια ερώτηση στην οποία η απάντηση είναι πολύ πιο απλή από όσο νομίζουμε. Και βασίζεται σε δυο άξονες, από τη μία στις αγνές, φυσικές, τοπικές ύλες και από την άλλη, στη γνησιότητα και την ειλικρίνεια.

«Η αυθεντικότητα και η ειλικρίνεια είναι που μας έκαναν να ξεχωρίσουμε. Δηλαδή όταν λέμε ότι τα τυριά είναι τοπικά, τότε είναι. Και ένα άλλο χαρακτηριστικό μας είναι ότι είναι χειροποίητα. Φτιάχνονται όλα με τα χέρια, ένα – ένα και αυτό του δίνει μια πρόσθετη ομορφιά».

«Το να κάναμε μαζική παραγωγή με ένα μηχάνημα θα ήταν σίγουρα πολύ χαμηλότερου κόστους, όμως δεν είναι αυτό που θέλουμε. Το ίδιο είναι ένα μηχανικά παραγόμενο προϊόν με ένα χειροποίητο; Ο τρόπος που τα φτιάχνουμε στο εργαστήριο είναι σαν να χαϊδεύουμε το κουλουράκι που θα δώσουμε στο εγγόνι μας», μάς εξηγεί ο Κώστας Δαρεμάς.

moustokouloura-michelin3

Προτεραιότητα στην πρώτη ύλη

«Όλα είναι με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, του οποίου παρότι η τιμή εκτοξεύθηκε, η προτεραιότητά μας στην αγνή και ποιοτική πρώτη ύλη δεν αλλάζει και συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε κατά αποκλειστικότητα ελαιόλαδο. Στα σμυρνέικα κουλουράκια, βάζουμε ελληνικό αιγοπρόβειο βούτυρο γάλακτος εξαιρετικής ποιότητας. Αυτό είναι που τους δίνει την ομορφιά. Είναι σίγουρα οι ιδιαίτερες συνταγές αλλά αν δεν βάλεις καλές πρώτες ύλες, δεν γίνεται δουλειά».

«Σιγά σιγά προσθέτουμε και άλλα προϊόντα τα οποία πάντα ακολουθούν τις ίδιες αρχές. Δεν έχουν καθόλου συντηρητικά και πρόσθετα. Είναι όπως κάνει μια πολύ καλή νοικοκυρά ή ένας νοικοκύρης, στο σπίτι που θα έφτιαχνε κάτι για τα παιδιά του, έτσι ακριβώς τα κάνουμε κι εμείς. Αυτή είναι η σταθερή μας δέσμευση και αυτές οι αρχές είναι που μας έκαναν να ξεχωρίσουμε».

Λόγοι για να γνωρίσουμε καλύτερα το Μαρκόπουλο

Όπως μας είπε και ο Κώστας Δαρεμάς και μπορεί κανείς να διαπιστώσει, το Μαρκόπουλο είναι μια ιστορική περιοχή της Αττικής. Ξεκίνησε ως ένα μικρό χωριό και σήμερα αποτελεί ένα ανερχόμενο προάστιο.

Στο κέντρο της πόλης, λίγα βήματα μακριά από τον φούρνο Δαρεμά, βρίσκονται δύο γραφικές εκκλησίες-μνημεία, η Αγία Παρασκευή και η Αγία Θέκλα, με σπουδαίες αγιογραφίες. Η περιοχή ακόμη, διαθέτει επισκέψιμα οινοποιεία που αναδεικνύουν τις ποικιλίες του Αττικού αμπελώνα. Σίγουρα πρόκειται για μια περιοχή με ευλογημένη γη, αφού τα σύκα από το Μαρκόπουλο είναι ένας γαστρονομικός θησαυρός, τα φιστίκια και το ελαιόλαδο της Μεσογειακής γης είναι εξαιρετικής ποιότητας αλλά και τα τυροκομικά του Μαρκοπούλου έχουν γίνει ιδιαιτέρως γνωστά χάρη στην οικογένεια Κωσταρέλου.

Φεύγοντας, δεν γίνεται να μη πάρω μαζί μερικά μουστοκούλουρα και διάφορα άλλα κουλουράκια για τους συναδέλφους. Όσο απομακρύνομαι από το Μαρκόπουλο, συνειδητοποιώ πως έχουμε ανάγκη από τέτοια σημεία αναφοράς, από ζεστασιά και αυθεντικότητα, που λείπουν σήμερα. Οι μνήμες είναι μια πολύ σημαντική σταθερά. Είναι πηγές χαράς. Και το βέβαιο είναι πως τη πρώτη φορά που δοκίμασα αυτό το μουστοκούλουρο που μόλις είχε φέρει η γιαγιά μου αχνιστό από τον φούρνο, δεν θα τη ξεχάσω ποτέ.

Δείτε επίσης:

Το Σινέ Πάλας στο Παγκράτι που γίνεται Lidl και η ιστορία ενός θρυλικού κινηματογράφου

Το σπάνιο αντικείμενο που ενθουσίασε και τον εκτιμητή του Cash or Trash

Σεισμολόγος για Σάμο: «Έσπασε ρήγμα που δεν είχε σπάσει το 2020 - Περιμένουμε κάποιες ώρες»

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA