Ο σπουδαίος ουρουγουανός συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο αυτοπροσδιοριζόταν ως «ζητιάνος που περιφέρεται ανά τον κόσμο, παρακαλώντας για λίγο καλό ποδόσφαιρο στα γήπεδα. Ένα καλό παιχνίδι, για το Θεό. Και όταν η ευχή πραγματοποιείται, πανευτυχής για το θαύμα, λίγο με νοιάζει ποια ομάδα ή ποια χώρα παίζει».
Για τους ανθρώπους που αγαπούν το ποδόσφαιρο τίποτα δεν έχει μεγαλύτερη σημασία από ένα καλό ματς ή ένα εντυπωσιακό γκολ. Το γκολ, άλλωστε, είναι η πεμπτουσία του αθλήματος. Άρα όσο πιο όμορφο είναι ένα γκολ, τόσο μεγαλύτερη η ικανοποίηση.
Ο Γκαλεάνο το χαρακτήριζε «οργασμό» τονίζοντας πως «κάθε φορά που η άσπρη μπάλα τραντάζει τα δίχτυα», «το πλήθος παραληρεί, ενώ το γήπεδο ξεχνά πως είναι από τσιμέντο, ξεκολλάει από τη γη, και πετά στον αέρα».
Είναι πάντα έτσι, όμως; Δυστυχώς όχι. Υπάρχουν φορές που ο ρομαντισμός πάει περίπατο και το γκολ μπορεί να γίνει «όχημα» για την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών ή/και πολιτικών συμφερόντων.
Ότι, δηλαδή, έγινε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 21 Νοεμβρίου 1974, όταν η δικτατορία του Πινοσέτ στη Χιλή κατόρθωσε να γράψει μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Το γκολ που μπήκε εκείνη την ημέρα θεωρείται σήμερα το πιο ντροπιαστικό που έχει μπει ποτέ.
Η Χιλή του Αλιέντε και η χούντα του Πινοσέτ
Το 1970, ο Σαλβαδόρ Αλιέντε, ως υποψήφιος της Λαϊκής Ενότητας, ενός συνασπισμού σοσιαλιστών, κομμουνιστών, ριζοσπαστών και μερικών αποστατών χριστιανοδημοκρατών, απέσπασε το 36,3% των ψήφων κατάφερε να μπει στο Παλάσιο ντε λα Μονέδα, το προεδρικό μέγαρο της Χιλής.
Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως ο Αλιέντε ήθελε να εφαρμόσει σοσιαλιστικές πολιτικές αλλά η εκλογή του έπρεπε να επικυρωθεί από τη Βουλή στην οποία κυριαρχούσε η Δεξιά. Τελικά, αφού υποσχέθηκε πως θα στηρίξει δέκα φιλελεύθερες συνταγματικές τροπολογίες που ζητούσαν οι χριστιανοδημοκράτες. Πήρε την απαιτούμενη ψήφο εμπιστοσύνης.
Μετά την ορκωμοσία του άρχισε να εφαρμόζει το πρόγραμμα του κάτι που τον έκανε αμέσως αγαπητό στο λαό ο οποίος τον αποκαλούσε «σύντροφο πρόεδρο».
Απαλλοτρίωσε μεγάλες γαιοκτησίες προς όφελος γεωργικών συνεταιρισμών και ευνόησε μεγάλες αυξήσεις για τους βιομηχανικούς εργάτες. Η ανεργία έπεσε από το 8,8% στο 3%. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά 20,1%. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας δημιουργήθηκε καθολικό υγειονομικό σύστημα.
Ο Αλιέντε, ωστόσο, πέρα απ' όλα τα άλλα εθνικοποίησε ορισμένες βιομηχανίες και με μια τροποποίηση του Συντάγματος θεμελίωσε το δικαίωμα της χώρας του να εθνικοποιεί τον ορυκτό και όχι μόνο πλούτο της (ορυχεία σιδηρομεταλλεύματος και νίτρου, τα εργοστάσια τσιμέντου, την κλωστοϋφαντουργία, την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικού ρεύματος καθώς και τις τράπεζες), έχοντας η ίδια την διακριτική ευχέρεια στον προσδιορισμό της αποζημίωσης.
Οι κινήσεις αυτές εξόργισαν τις ΗΠΑ και όποιες άλλες χώρες είχαν συμφέροντα στη Χιλή. «Πρέπει να δημιουργήσουμε μια κυβέρνηση δημοκρατική, εθνική, επαναστατική και λαϊκή που θα οδηγήσει στον Σοσιαλισμό» έλεγε ο Αλιέντε και ο Λευκός Οίκος... άλλαζε χρώματα! Με εντολή Νίξον ο γνωστός και μη εξαιρετέος Χένρι Κίσιντζερ αναλαμβάνει το «πρόβλημα Αλιέντε».
Ο αόρατος οικονομικός αποκλεισμός που επέβαλαν οι ΗΠΑ, σε συνδυασμό με το μεγάλο εξωτερικό χρέος της Χιλής, το οποίο μεταφραζόταν σε 200 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, και σε συνάρτηση με την πτώση της τιμής του χαλκού, το κύριο προς εξαγωγή προϊόν της χώρας, έφερε την οικονομία στο χείλος της καταστροφής.
Σταδιακά άρχισαν και οι υποκινούμενες από την αντιπολίτευση διαδηλώσεις. Η χώρα βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο στο χάος. Μετά τις εκλογές του 1973 που και παλι κέρδισε η «Λαϊκή Ενότητα» (η εκλογική συνεργασία μεταξύ Σοσιαλιστών και Κομμουνιστών που είχε δώσει τη νίκη στον Αλιέντε) η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη.
Η αρχή του τέλους για τον Αλιέντε ξεκίνησε όταν στις 24 Αυγούστου ο στρατηγός Πρατς παραιτήθηκε αντιλαμβανόμενος πως πλέον δεν μπορεί να ελέγξει τον στρατό και τη θέση του κατέλαβε ο ο στρατηγός Αουγούστο Πινοσέτ.
Ο Αλιέντε είχε σκοπό την 11η Σεπτεμβρίου του 1973 να απευθυνθεί με διάγγελμα στον λαό της Χιλής και να του ανακοινώσει πως η χώρα θα οδηγούταν σε δημοψήφισμα προκειμένου να αντιμετωπιστεί η συνταγματική κρίση που είχε ξεσπάσει.
Το πρωί εκείνης της ημέρας, ωστόσο, εκδηλώθηκε το πραξικόπημα του Πινοσέτ και το μεσημέρι ο Αλιέντε έπεφτε νεκρός μέσα στο προεδρικό μέγαρο. Οι πραξικοπηματίες, αφού πρώτα περικύκλωσαν και βομβάρδισαν το Προεδρικό Μέγαρο στη συνέχεια εισέβαλαν μέσα σε αυτό. Ο εκλεγμένος πρόεδρος της Χιλής, επέλεξε ο ίδιος να δώσει τέλος στη ζωή του με ένα Καλάσνικοφ που του είχε χαρίσει ο Φιντέλ Κάστρο.
Το πιο ντροπιαστικό γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου
Και κάπου μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και το ποδόσφαιρο. Λίγες ημέρες μετά το πραξικόπημα στη Χιλή στις 26 Σεπτεμβρίου ήταν προγραμματισμένος ο πρώτος ποδοσφαιρικός αγώνας της Σοβιετικής Ένωσης με τη Χιλή για μία θέση στην τελική φάση του Μουντιάλ, που θα διεξαγόταν το επόμενο καλοκαίρι στα γήπεδα της τότε Δυτικής Γερμανίας.
Ο αγώνας έγινε κανονικά στο στάδιο Λένιν της Μόσχας, παρουσία 50.000 θεατών. Οι δύο ομάδες αναδείχθηκαν ισόπαλες χωρίς τέρματα. Ο επαναληπτικός αγώνας ήταν προγραμματισμένος για τις 21 Νοεμβρίου στο Εθνικό Στάδιο του Σαντιάγο.
Αυτό το γήπεδο, ωστόσο, είχε πλέον μετατραπεί σε τόπο μαρτυρίες για εχθρούς της χούντας του Πινοσέτ. Εκεί μεταφέρονται χιλιάδες συλληφθέντες και το γήπεδο μετατρέπεται σε κολαστήριο για τους αριστερούς, πολλοί από τους οποίους θα εκτελεστούν.
Οι φωτογραφίες από την κατάσταση που επικρατούσε στο γήπεδο κάνουν το γύρο του κόσμου και η ΕΣΣΔ εκφράζει αμφιβολίες για τη διεξαγωγή του επαναληπτικού αγώνα για τα προκριματικά μέσα στο «βουτηγμένο στο αίμα» στάδιο.
Η χούντα του Πινοσέτ αρνείται πεισματικά να αλλάξει τον τόπο διεξαγωγής του επαναληπτικού αγώνα, ενώ από τη μεριά της, η FIFA στέλνει δικούς της επιθεωρητές στο στάδιο. Οι άνθρωποι της Διεθνούς Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας δε βρίσκουν κάτι ύποπτο, παρόλο που σύμφωνα με μαρτυρίες, στους χώρους του σταδίου βρίσκονταν βασανισμένοι συλληφθέντες.
Ειδικότερα, ο δημοσιογράφος Lev Filatov είχε γράψει στο εβδομαδιαίο «Football-Hockey»: «Την ημέρα που η αντιπροσωπεία της FIFA έφτασε στο Σαντιάγκο, το στάδιο χρησιμοποιούταν ακόμα ως στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ωστόσο, η αντιπροσωπεία πήρε εγγυήσεις από την χούντα ότι το ματς θα διεξαχθεί υπό κανονικές συνθήκες».
Η FIFA έδωσε διορία στη Σοβιετική πλευρά μέχρι τις 11 Νοεμβρίου να δηλώσει συμμετοχή αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ και έτσι την απέκλεισε από τη διοργάνωση. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου που μία εθνική ομάδα μποϊκόταρε τη διοργάνωση για πολιτικούς λόγους.
Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 21 Νοεμβρίου 1973, ο «αγώνας» έγινε παρουσία 20.000 στο Εθνικό Στάδιο του Σαντιάγο. Οι Χιλιανοί παρατάχθηκαν στο γήπεδο και - μετά την ακρόαση του εθνικού ύμνου - χαιρέτησαν τους οπαδούς και κατόπιν ξεκίνησαν από τη σέντρα, έκαναν κάποιες πασούλες και έβαλαν το πιο εύκολο αλλά και ντροπιαστικό γκολ στην ιστορία των γηπέδων αφού οι Σοβιετικοί δεν ήταν εκεί!
Το γκολ σημείωσε ο αρχηγός Φρανσίσκο Βαλντέζ για τον οποίο υπάρχουν και οι αναφορές ότι απειλήθηκε από τους αξιωματικούς στα αποδυτήρια για να βγει στον αγωνιστικό χώρο.
Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο περιέγραψε με τον καλύτερο τρόπο το ματς λέγοντας :«Ήταν το πιο άθλιο ματς στην ιστορία του ποδοσφαίρου» και ο μέσος της Χιλής, Κάρλος Κάσελι, συμπλήρωσε πως επρόκειτο για εθνική ντροπή.
Η Χιλή προκρίθηκε στο μουντιάλ της Δυτικής Γερμανίας και εκεί αποκλείστηκε στη φάση των ομίλων χωρίς να πετύχει ούτε ένα γκολ. O Κάσελι, μάλιστα, έγινε ο πρώτος παίκτης στον οποίο δόθηκε απευθείας κόκκινη κάρτα σε τελική φάση μουντιάλ.
Όπως ο ίδιος αποκάλυψε αργότερα, ήταν σε κακή ψυχολογική κατάσταση καθώς το καθεστώς του Πινοσέτ είχε απαγάγει και βασανίσει τη μητέρα του προκειμένου να στείλει στον ίδιο ένα «μήνυμα» πως δεν έπρεπε να εκφραστεί κατά της χούντας όταν θα ταξίδευε στην ευρώπη για το μουντιάλ.
Μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Κάσελι δεν επέστρεψε στη Χιλή και έμεινε στην Ευρώπη για πέντε χρόνια ακόμα. Πήγε στην Ισπανία όπου έπαιξε πρώτα στην Λεβάντε και έπειτα στην Εσπανιόλ.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.