«Δάκρυα και κλάματα πνίγαν αντρειωμένους αγωνιστές που δεν είχαν σκεφτεί ούτε λεπτό τον εαυτό τους, αλλά τον αγώνα για τη λευτεριά. Μα πώς θα γίνει αυτό; Πώς θα παραδώσω εγώ το όπλο μου που το πήρα από τον Γερμανό, από τον Ιταλό, από τον Βούλγαρο, πολεμώντας αυτούς τους καταχτητές της χώρας μου; Μου ανήκει αυτό το όπλο, μου το ’δωσε η Ελλάδα, ο λαός μου το ’δωσε, πώς να το παραδώσω εγώ στους Εγγλέζους και τους δοσίλογους, στους ταγματασφαλίτες; Κι όμως, πειθάρχησαν μέχρι τον τελευταίο. Όλοι τους, και μέχρι πιστόλι, μέχρι και την τελευταία σφαίρα παραδώσαν».
Τα λόγια που διαβάσατε ανήκουν στον Μάρκο Βαφειάδη. Ο αρχιστράτηγος του ΔΣΕ είναι ένα από τα πλέον κεντρικά πρόσωπα μίας άκρως σκοτεινής περιόδου για την Ελλάδα. Ο Βαφειάδης έγραψε τα λόγια αυτά στα απομνημονεύματά του αναφερόμενος στη Συμφωνία της Βάρκιζας.
Ο καπετάν Μάρκος μέσα σε αυτές τις λίγες αράδες λέει μία μεγάλη αλήθεια και «ξεχνάει» μία άλλη μεγάλη αλήθεια.
Η μεγάλη αλήθεια που αναφέρει είναι το τρόπο με τον οποίο υποδέχθηκαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ τη «Συμφωνία». Με πόνο ψυχής και δάκρυα στα μάτια.
Και εδώ ακριβώς είναι αυτό που «ξεχνάει» να αναφέρει ο Βαφειάδης. Το ΚΚΕ προβλέποντας αυτό που θα ακολουθήσει δεν παρέδωσε τα όπλα του. Έκρυψε ένα ολόκληρο οπλοστάσιο στα βουνά υπό τον φόβο της εκδίκησης των ανθρώπων που θα αποτελούσαν τον «εθνικό κορμό».
Και δεν έπεσε έξω. Η «λευκή» τρομοκρατία που εξαπολύθηκε δίχως το παραμικρό έλεος όχι μόνο κατά των πρώην ανταρτών αλλά και κατά των οικογενειών τους, έφεραν τον εμφύλιο πόλεμο ένα βήμα πιο κοντά.
Και τότε ήταν που το κρυμμένο οπλοστάσιο του ΚΚΕ βγήκε από τις σπηλιές και τις κρυψώνες. Ήταν τότε που η Συμφωνία της Βάρκιζας αποδείχθηκε κενό γράμμα.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας
Οι πολύνεκρες και σφοδρές συγκρούσεις που ξεκίνησαν στις αρχές Δεκεμβρίου του 1944 στην Αθήνα και έμειναν στην ιστορία ως «Δεκεμβριανά», τυπικά τερματίστηκαν μια ημέρα σαν σήμερα, στις 12 Φεβρουαρίου 1945, σε μια πολυτελή βίλα που ανήκε στον Πέτρο Κανελλόπουλο, γιο του ιδρυτή της τσιμεντοβιομηχανίας «Τιτάν», περίπου δυο χιλιόμετρα από την παραλία της Βάρκιζας.
Εκεί, κυβερνητικές και βρετανικές δυνάμεις από τη μια και στελέχη του ΕΑΜ που ελεγχόταν από το ΚΚΕ, από την άλλη, ήρθαν σε «Συμφωνία» εννέα σημείων προκειμένου να οδηγηθεί η χώρα στην ειρήνευση και να αποφευχθεί ο εμφύλιος πόλεμος.
Οι διαβουλεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές κράτησαν περίπου 10 ημέρες οι οποίες είχαν μπόλικο παρασκήνιο που εκτεινόταν από το… Λονδίνο μέχρι τη Μόσχα.
Στα βασικά της σημεία η Συμφωνία προέβλεπε:
- Μονομερής αποστράτευση του ΕΛΑΣ και συγκρότηση εθνικού στρατού μέσα από κανονική στρατολογία.
- Εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από δωσίλογους και φασιστικά στοιχεία.
- Διενέργεια δημοψηφίσματος και στη συνέχεια εκλογών μέσα στο 1945
Στη Συμφωνία δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά σε συγκρότηση αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, αλλά ούτε και έθιγε το θέμα της παρουσίας των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.
Το άρθρο 3, ωστόσο, που αφορούσε την αμνηστία ήταν αυτό που δημιούργησε το μεγαλύτερο πρόβλημα. Σύμφωνα με αυτό αμνηστεύονται μόνο «τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα, κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχία του πολιτικού αδικήματος».
Η συγκεκριμένη διατύπωση, ουσιαστικά, έκρινε πως πολιτικό αδίκημα λογίζονταν αυστηρά και μόνο οι πολιτικές αποφάσεις των οργάνων του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο πλαίσιο των Δεκεμβριανών και έδινε αμνηστία μόνο σ’ εκείνους που έλαβαν τις εν λόγω αποφάσεις. Για όλους τους υπόλοιπους, τους απλούς αγωνιστές που συμμετείχαν στις ένοπλες συγκρούσεις του Δεκέμβρη, άνοιξε ο δρόμος για να υποστούν πρωτοφανείς διώξεις.
Η Συμφωνία της Βάρκιζας είναι κάτι που μέχρι και σήμερα αποτελεί στίγμα στην ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ δεδομένου πως από μεγάλο κομμάτι του κινήματος, βασικός εκφραστής του οποίου ήταν ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ, Άρης Βελουχιώτης, χαρακτηρίσθηκε ως παράδοση άνευ όρων.
Ο ΕΛΑΣ διαλύθηκε επισήμως τέσσερις ημέρες αργότερα και ο αντάρτικος στρατός άρχισε να παραδίδει άμεσα στο κράτος τον οπλισμό του. Με δάκρυα στα μάτια οι απλοί αντάρτες άφηναν τα όπλα τους.
«Με κλάματα, γονατιστοί, ακουμπούσαν κατάχαμα το όπλο τους, αφού πρώτα το καταφιλούσαν, σαν νάταν η μάνα τους, η αδελφή τους, η ερωμένη τους. [...] Με κλάματα όλοι και όλες, συναγωνιστές και συναγωνίστριες, οι αετοί των βουνών και του κάμπου παρακαλούσαν, έστω και την τελευταία στιγμή, να αλλάξει η απόφαση. Και οι καθοδηγητές, οι καπεταναίοι, μπροστά στο υπέροχο αυτό θέαμα, ξαφνιασμένοι, ανυποψίαστοι μέχρι τώρα για το τι μεγαλειώδη στρατό και κόσμο καθοδηγούσαν, χαμήλωναν το κεφάλι, ανήμποροι να αλλάξουν το παραμικρό», έγραφε στα δικά του απομνημονεύματα ο αντάρτης του ΕΛΑΣ, Νίκος Τσιρώνης.
Το κρυμμένο οπλοστάσιο
Παράλληλα, με αυτό που φαινόταν, ωστόσο, υπήρχε και αυτό που δεν φαινόταν. Το ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, Μήτσος Παρτσαλίδης θεωρούσε πως η συγκεκριμένη συμφωνία ήταν «ένας αναγκαίος ελιγμός για την ανασύνταξη των δημοκρατικών δυνάμεων…Η Βάρκιζα πρόσφερε την ευκαιρία για την πολιτική και οργανωτική του ανασυγκρότησή και για την καλύτερη προετοιμασία της νέας εξέγερσης του Δημοκρατικού Στρατού».
Στο πλαίσιο της Συμφωνίας, προβλεπόταν, ως ελάχιστο όριο, η παράδοση από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ:
- 41.500 τυφεκίων
- 1.050 οπλοπολυβόλων
- 650 υποπολυβόλων
- 315 πολυβόλων
- 55 ομαδικών όλμων
- 107 ατομικών όλμων
- 32 πυροβόλων διαφόρων διαμετρημάτων
- 45 συσκευών ασυρμάτου
Όταν η παράδοση ολοκληρώθηκε οι Βρετανοί έμειναν έκπληκτοι καθώς διαπίστωσαν ότι ο αριθμός των παραδοθέντων όπλων ήταν μεγαλύτερος απ’ τον οριζόμενο στη συμφωνία! Αναλυτικά το ΕΑΜ παρέδωσε:
- 48.973 τυφέκια
- 419 πολυβόλα
- 1.412 οπλοπολυβόλα
- 713 υποπολυβόλα
- 81 ομαδικοί όλμοι
- 183 ατομικοί
- 100 πυροβόλα
Οι Βρετανοί θεώρησαν πως αυτό ήταν μια κίνηση καλής θέλησης από την πλευρά του ΕΑΜ και πως ο οπλισμός αυτός ανταποκρινόταν πλήρως στη δύναμη του ΕΛΑΣ. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν ήταν ακριβώς έτσι. Ο οπλισμός που παραδόθηκε ήταν επί της ουσίας από... άχρηστος έως (την καλύτερη) δύσχρηστος.
Τα καλά και πλήρως λειτουργικά όπλα είχαν κρατηθεί μέσα από μια μυστική επιχείρηση που είχε εκτελεσθεί άψογα και την οποία γνώριζαν ελάχιστα άτομα. Σε κάθε μονάδα είχαν επιλεχθεί δυο αντάρτες, απολύτως έμπιστοι, οι οποίοι από τα κιβώτια με τον οπλισμό που είχαν συσκευαστεί για την παράδοση έπαιρναν εκείνα που είχαν μέσα τα καλύτερα και πλέον λειτουργικά και τα έκρυβαν σε μυστικές κρυψώνες που ήταν βαθιά χωμένες σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές. Ο Γιάννης Ιωαννίδης που βρισκόταν ψηλά στην ηγεσία του ΚΚΕ εκείνη την εποχή, είπε πως τα όπλα που κρύφτηκαν θα μπορούσαν να εξοπλίσουν έναν στρατό 30.000 ανδρών!
Η «λευκή» τρομοκρατία
Στις 24 Μαρτίου, ο Άρης Βελουχιώτης έστειλε επιστολή στην Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ και μεταξύ άλλων ανέφερε: «Μην αυταπατάστε ότι τα όπλα που κρύψαμε θα μπορέσετε αργότερα να τα χρησιμοποιήσετε. Οχι. Θα τα βρούνε σε λίγο οι εθνοφύλακες. Χρησιμοποιήστε τα – έστω και μέρος τους – από τώρα. Πρέπει να ξαναπάρει τα όπλα ο ΕΛΑΣ, [...] ενεργήστε σύντομα και δραστήρια».
Ανατριχιαστική είναι και η «προφητεία» του καπετάνιου του ΕΛΑΣ Νάκου Μπελλή ο οποίος έγραφε: «Για τη συμφωνία της Βάρκιζας σας λέω ακόμη μια φορά, εγώ δεν έμαθα να κρύβομαι πίσω απ’ το δάχτυλό μου, ήταν προδοτική, γιατί πρόδωσε τους σκοπούς και τα ιδανικά του μεγάλου ΕΑΜικού κινήματος.
» Εγώ όμως είμαι μέλος του ΚΚΕ και, σύμφωνα με τις καταστατικές αρχές του, είμαι υποχρεωμένος να πειθαρχήσω και πειθαρχώ στις αποφάσεις που πήρε η ΚΕ του ΚΚΕ. Μην ξεχνάτε όμως πως ύστερα από ένα χρόνο θα ψάχνετε να με βρείτε…»
Τελικά, τα όπλα αυτά βγήκαν από τις κρυψώνες τους περίπου ένα χρόνο (όπως είχε προβλέψει ο Μπελλής) αργότερα (30 Μαρτίου 1946) μια ομάδα ανταρτών επιτέθηκε στο Σταθμό Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο Πιερίας και ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος.
Για να φτάσουμε στην έναρξη του εμφυλίου πολέμου, ωστόσο, χρειάστηκε η «λευκή» τρομοκρατία των «νικητών» να γίνει εφιάλτης για τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, τους αριστερούς και τους συγγενείς του.
Η αγωνίστρια της Αριστεράς Μάγδα Ζορμπά – Μητρογώγου στο βιβλίο της «Δεν μας λυγίσανε 1940 – 1974» γράφει για ένα περιστατικό στην πλατεία του χωριού της στο Παλιούρι Χαλκιδικής.
«Ήρθε και ένας αξιωματικός με στολή ντυμένος, εκεί, απέναντι, στην πλατεία κι έβγαλε λόγο κατά των ''συμμοριτών''. Έκλεινε την ομιλία του με τα τελευταία λόγια κι όπως τον θυμάμαι: ''Δεν πρόκειται να δικαστεί κανένας και ούτε λόγο θα δώσετε. Κάψτε, ρημάξτε και σκοτώστε''»!
Στην πραγματικότητα η διαταγή αυτή του αξιωματικού είναι αυτό που συνέβαινε σε κάθε γωνιά της Ελλάδας εκείνη την περίοδο. Ακόμα και αν κάποιος είχε προσωπικές διαφορές με κάποιον συγχωριανό του, τον «βάπτιζε» Αριστερό και τον καταδίωκε χωρίς να φοβάται πως μπορεί να τιμωρηθεί!
Χιλιάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης σάπιζαν στις φυλακές την ώρα που οι συνεργάτες των κατακτητών απολάμβαναν την ελευθερία τους. Δημόσιες εκτελέσεις, βιασμοί γυναικών, βασανιστήρια, εξευτελισμοί, είναι μερικά μόνο από τα όσα έγιναν μέσα σε εκείνους τους 12 μήνες.
Σύμφωνα με την Εθνική Αλληλεγγύη από τη «Συμφωνία» μέχρι και τις εκλογές του 1946, περίπου 1300 αριστεροί δολοφονήθηκαν, πάνω από 31.000 βασανίστηκαν και 8.600 φυλακίστηκαν. Συνολικά 165 γυναίκες βιάστηκαν και καταγράφηκαν κάτι λιγότερο από 18.800 λεηλασίες και καταστροφές σε σπίτια Αριστερών.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.