Μενού
mallios
Ευάγγελος Μάλλιος | Τύπος της εποχής
  • Α-
  • Α+

Από τη μεταπολίτευση και μετά το εγχώριο αντάρτικο πόλης έχει πραγματοποιήσει στην Ελλάδα (και κατά κύριο λόγο στην Αθήνα) εκατοντάδες ένοπλες επιθέσεις σε διάφορους στόχους. Καμία από αυτές τις επιθέσεις δεν έχει επικροτηθεί τόσο από τον λαό όσο η εκτέλεση του αρχιβασανιστή της χούντας Ευάγγελου Μάλλιου από μέλη της «Ε.Ο. 17 Νοέμβρη». Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων μόνο που δε βγήκε στους δρόμους να πανηγυρίσει. Η συγκεκριμένη συλλογική αντίδραση, φυσικά και δεν ήταν τυχαία.

Στα χέρια του Μάλλιου είχαν μαρτυρήσει πολλοί αγωνιστές την περίοδο της δικτατορίας. Ακόμα πιο πολλοί ήταν οι δημοκράτες οι οποίοι δέχθηκαν τις περιποιήσεις του στην έδρα της Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας, πίσω από το Πολυτεχνείο. Ο Μάλλιος ήταν ένα μισητό πρόσωπο για όσους αγωνίστηκαν κατά της χούντας.

Αντίθετα, ο Μάλλιος ήταν από τους «αγαπημένους ήρωες» της ακροδεξιάς στη χώρα. Καθόλου τυχαία, άλλωστε, στην κηδεία του Μάλλιου έγιναν πολλά επεισόδια από νοσταλγούς της χούντας. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ακροδεξιούς και ο μετέπειτα αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος.

«1973, ένας ψηλός και μια κοπέλα»

Μετά την πτώση της δικτατορίας η Ελλάδα βάδιζε σε ένα τεντωμένο σχοινί. Τίποτα από αυτά που σήμερα θεωρούμε δεδομένα, δεν ήταν τότε έτσι. Και κυρίως δεν ήταν δεδομένη η δημοκρατία. Χουντικοί θύλακες υπήρχαν παντού. Η λεγόμενη αποχουντοποίηση προχωρούσε με απελπιστικά αργούς ρυθμούς. Σε αυτό το κλίμα θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τη δυσαρέσκεια που υπήρχε σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας για την ατιμωρησία που απολάμβαναν επιφανή στελέχη της δικτατορίας.

Ενδεικτικό είναι το αποτέλεσμα της δίκης των βασανιστών της χούντας που ολοκληρώθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1975 στο Μεικτό Κακουργιοδικείο της Χαλκίδας. Εκεί, στο εδώλιο του κατηγορουμένου είχαν κάτσει όλα τα πρωτοπαλίκαρα της δικτατορίας. Μπάμπαλης, Λουκόπουλος, Κραββαρίτης, Σμαΐλης, Καραπαναγιώτης, Τσικριπής, Γκάνος, Παύλου, Κανούσης, Ζούζουλας, Γώγος, Κανέλος, Κωστάκης και βέβαια ο Μάλλιος.

Τέσσερις από τους βασανιστές αθωώθηκαν, για άλλους τέσσερις έπαυσε η δίωξη για μη εμπρόθεσμη έγκληση (μεταξύ αυτών και ο Μπάμπαλης). Στους περισσότερους επιβάλλεται ποινή 4-5 μηνών με τριετή αναστολή. Στον Μάλλιο επιβάλλεται ποινή 10 μηνών με δικαίωμα εξαγοράς. Επιπλέον, αποτάχτηκε από την Ελληνική Αστυνομία.

Η απόφαση αυτή, σε συνδυασμό με την εριστική συμπεριφορά του στο δικαστήριο, έκανε πολλούς να κάνουν λόγο για ατιμωρησία.

Οι βασανιστές της χούντας βγαίνουν από την αίθουσα του δικαστηρίου πανηγυρίζοντας και γελώντας ενώ κάποιοι από αυτούς δεν διστάζουν να χλευάσουν τα θύματά τους. Η οργή στην κοινωνία είναι διάχυτη. Ο αγωνιστής Αλέξανδρος Παναγούλης προειδοποιεί: «μόνο η απόδοση δικαιοσύνης μπορεί να εμποδίσει την αυτοδικία». Δεν τον ακούει κανείς. Στις ημέρες της αστικής δημοκρατίας, οι χουντικοί νιώθουν πως δεν μπορεί να τους αγγίξει κανείς. Ο λαός, όμως, «βράζει».

Λίγο μετά τις 10 το βράδυ της 14ης Δεκεμβρίου του 1976 ο απότακτος αστυνομικός Ευάγγελος Μάλλιος επέστρεφε στο σπίτι του στην οδό Άτλαντος στο Παλαιό Φάληρο. Έπεσε, ωστόσο, σε ενέδρα που του είχαν στήσει άγνωστοι οι οποίοι τον πυροβόλησαν και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν.

Από τις φωνές του Μάλλιου και τους πυροβολισμούς σηκώθηκε στο πόδι η γειτονιά και κάποιοι κάλεσαν την αστυνομία και ασθενοφόρο. Όταν έφτασε στο ασθενοφόρο, ο Μάλλιος ξεψυχούσε, ωστόσο, πρόλαβε και είπε: «1973, ένας ψήλος και μια κοπέλα». Και αν για το «ένας ψηλός και μια κοπέλα» τα πράματα είναι απλά, αυτό που δημιούργησε ερωτήματα ήταν το «1973».

Τι ήθελε να πει ο Μάλλιος; Ήταν ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου που χρησιμοποίησαν οι δράστες; Πρόλαβε μέσα στο σκοτάδι και χτυπημένος ο απότακτος αστυνομικός να δει την πινακίδα; Μπορεί. Είναι πιθανό.

Αν, όμως, δεν ήταν ο αριθμός κυκλοφορίας αλλά μια χρονολογία με την οποία συνδεόταν ο «ψηλός και η κοπέλα»; Αν ο Μάλλιος πριν ξεψυχήσει έστειλε ένα μήνυμα στους δικούς του, ένα μήνυμα για το ποιος μπορεί να είναι ο δράστης; Μήπως αυτός που τον πυροβόλησε είχε περάσει από την Ασφάλεια και ο Μάλλιος ήξερε πως αν έλεγε τη συγκεκριμένη έκφραση, αυτοί που έπρεπε θα το καταλάβαιναν;

Ό,τι και να είχε συμβεί, όποια και αν ήταν η πρόθεση του Μάλλιου, ποτέ κανείς δεν έμαθε τι πραγματικά εννοούσε. Οι έρευνες για την πινακίδα με αυτό τον αριθμό δεν οδήγησε πουθενά. Ούτε βέβαια έβγαλε πουθενά η έρευνα για το «ζευγάρι» του ψηλού και της κοπέλας. Οι δράστες της εκτέλεσης του Μάλλιου έμειναν για πάντα στο σκοτάδι.

Η προκήρυξη και η επεισοδιακή κηδεία

«[...] Κανένας νόμος δεν πρόκειται να προστατέψει τους φασίστες, κανένα Δικαστήριο. Ο λαός θα αγωνιστεί με όλα του τα μέσα για να τους τσακίσει, γιατί όντας ατιμώρητοι προετοιμάζονται ανενόχλητοι για να ξανακάτσουν στο σβέρκο του λαού μας. Έτσι αποφασίσαμε να εκτελέσουμε παραδειγματικά έναν από τους κυριώτερους αρχιβασανιστές, τον πασίγνωστο Ευάγγελο Μάλλιο.

Ο αστυνόμος Μάλλιος δεν ήταν κανένα τσιράκι που εκτελούσε διαταγές ανωτέρων. Μαζί με τους ομοίους του Λάμπρου, Μπάμπαλη, Καραπαναγιώτη ήσαν τα αφεντικά στα μπουντρούμια της Μπουμπουλίνας και της Μεσογείων. Αυτοί αποφάσιζαν για τα βασανιστήρια, κι έπαιρναν μέρος σ’ αυτά. Χιλιάδες αγωνιστές υπέφεραν στα χέρια τους.

Σήμερα τα καθάρματα αυτά κυκλοφορούν ελεύθερα και κοροϊδεύουν τα θύματα τους και τον Ελλ. Λαό. Κανένας θεσμός δεν μπόρεσε να τους τιμωρήση. Ούτε η Βουλή, ούτε η Κυβέρνηση, ούτε η Δικαιοσύνη. Ο Ελλ. Λαός θα τους αναλάβη πια μόνος του. Το προηγούμενο της ατιμωρησίας του δοσιλογισμού δεν θα επαναληφθεί. [..] Κανένας νόμος δεν πρόκειται να προστατέψει τους φασίστες, κανένα Δικαστήριο δεν πρόκειται να αθωώσει τους βασανιστές. Για το λαό παραμένουν ένοχοι, εγκληματίες και πρέπει να λογοδοτήσουν», ανέφερε, μεταξύ άλλων, η «Ε.Ο. 17 Νοέμβρη» στην προκήρυξη με την οποία αναλάμβανε την ευθύνη για την εκτέλεση του Μάλλιου.

Αυτή ήταν η δεύτερη εκτέλεση της οργάνωσης. Είχε προηγηθεί εκείνη του Ρίτσαρντ Γουέλς, ένα χρόνο πριν, στις 23 Δεκεμβρίου 1975. Τότε κανείς δεν είχε πάρει στα σοβαρά την προκήρυξη που είχαν στείλει τα μέλη της οργάνωσης. Με την εκτέλεση του Μάλλιου τα πράγματα... σοβάρεψαν. Ίδιος τρόπος δράσης, ίδια λογική και τρόπος γραφής στην προκήρυξη, ίδιο όπλο. Το πρώτο, ιστορικό 45αρι της «17Ν» το οποίο μέχρι και σήμερα δεν έχει βρεθεί.

Το συγκεκριμένο όπλο είχε κλαπεί το 1974 από το στρατόπεδο τις Ελευθερούπολης στην Καβάλα και αρχικά ανήκε στο οπλοστάσιο του ΕΛΑ. Όταν, όμως, ο αρχικός πυρήνας της «17Ν» έφυγε από τη μητρική οργάνωση του ελληνικού αντάρτικου πόλης το πήρε μαζί του και στη συνέχεια μετατράπηκε σε όπλο «σφραγίδα».

Ο τότε υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Καραμανλή, Ευάγγελος Αβέρωφ, έσπευσε να πει ότι «τον Μάλλιο τον εκτιμούσαν πολλοί στην υπηρεσία του» και να τον αθωώσει ξανά: «Ο Μάλλιος δεν ήταν βασανιστής, μολονότι, όπως πολλοί άλλοι στη θέση του, είχε μάλλον χαστουκίσει κρατούμενους στη διάρκεια των ανακρίσεων. Ορισμένοι εθνικιστές αξιωματικοί ίσως καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι κινδυνεύει η ζωή τους και ότι έφθασε η ώρα να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους».

Ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα, ακούγοντας τα όσα έλεγε ο Αβέρωφ γράφει στην αναφορά του προς το Foreign Office: «Ο Αβέρωφ βεβαίως ανήκει στη δεξιά πτέρυγα της κυβέρνησης και τα καθήκοντά του αυτήν την περίοδο, αλλά και οι πολιτικές του φιλοδοξίες μακροπρόθεσμα, τον κάνουν να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη ανεκτικότητα τις απρεπείς πράξεις του προηγούμενου καθεστώτος. Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η προειδοποίησή του για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις, που μπορεί να έχει η δολοφονία του Μάλλιου στους κύκλους της Δεξιάς, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη». 

Οι τίτλοι τέλους θα πέσουν στην επεισοδιακή κηδεία του αρχιβασανιστή της χούντας, όταν ομάδα φασιστών προκάλεσε βίαια επεισόδια. Η κηδεία έγινε στις 16 Δεκεμβρίου στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Εκεί παραβρέθηκαν εκατοντάδες φασίστες, εθνικιστές και κάθε λογής «πατριώτες», ενώ το παρών έδωσαν και όσα πρωτοκλασάτα στελέχη της δικτατορίας δεν ήταν στις φυλακές.

Οι ακροδεξιοί που προφανώς ήθελαν να κάνουν επίδειξη δύναμης, όταν τελείωσε η εξόδιος ακολουθία επιτέθηκαν στους δημοσιογράφους στέλνοντας πέντε από αυτούς στους νοσοκομείο. Ανάμεσα στους επιτιθέμενους ήταν ο Αντώνιος Γερονικολάου, ο Νικόλας Σιμωνετάτος και βέβαια ο (19χρονος τότε) Νίκος Μιχαλολιάκος οι οποίοι συνελήφθησαν. Λίγα 24ωρα μετά συνελήφθη και ο Αριστοτέλης Καλέντζης σε βάρος του οποίου είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης καθώς είχε προλάβει να διαφύγει.

Η χουντική φιέστα ολοκληρώθηκε με τη χήρα του Μάλλιου να κλαίει πάνω από το - σκεπασμένο με την ελληνική σημαία - φέρετρο του βασανιστή της χούντας φωνάζοντας: «Γι’ αυτή τη σημαία έπεσες, Βαγγέλη μου»…

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA