Η νομιμοποίηση της εξουσίας, όπως αναλύεται στη σύγχρονη πολιτική θεωρία, στηρίζεται πρωτίστως στη συναίνεση. Οι κυβερνήσεις δεν διατηρούν τη θέση τους μόνο μέσω της καταστολής, αλλά κυρίως μέσω του ελέγχου της αφήγησης – της ικανότητάς τους να πείθουν την κοινωνία ότι η εξουσία τους είναι αναγκαία, φυσική και αδιαμφισβήτητη.
Όταν αυτή η νομιμοποίηση κλονίζεται, οι κυβερνήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με δύο επιλογές: είτε να προχωρήσουν σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και παραχωρήσεις για να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών είτε να ενισχύσουν τους μηχανισμούς ελέγχου και καταστολής, θωρακίζοντας τον κρατικό μηχανισμό απέναντι στην κοινωνική αμφισβήτηση.
Η υπόθεση των Τεμπών και η πρωτοφανής λαϊκή κινητοποίηση δύο χρόνια μετά, στις 28 Φεβρουαρίου 2025, αποτέλεσαν μια στιγμή δοκιμασίας για το ελληνικό κράτος. Η κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη, διαφάνεια και λογοδοσία αμφισβήτησε ευθέως όχι μόνο τη συγκεκριμένη κυβέρνηση, αλλά συνολικά το σύστημα εξουσίας που επιβιώνει μέσα από τη διαφθορά, την αδιαφάνεια και την ατιμωρησία.
Αντί να απαντήσει με δομικές αλλαγές ή έστω μια προσπάθεια ουσιαστικής απόδοσης ευθυνών, το κράτος ακολούθησε την πεπατημένη της συγκάλυψης, της καθυστέρησης και, όταν η λαϊκή πίεση αυξήθηκε, της καταστολής.
Η στρατηγική της καταστολής: Βία, προπαγάνδα και διαχείριση της μνήμης
Η αστυνομική βία δεν είναι ποτέ τυχαία ούτε προϊόν μεμονωμένων υπερβάσεων. Αντίθετα, αποτελεί μια συνειδητή πολιτική επιλογή, σχεδιασμένη ώστε να καταστείλει την κοινωνική αντίδραση πριν αποκτήσει μαζικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να κλονίσουν την εξουσία. Η διάλυση ειρηνικών διαδηλώσεων για τα Τέμπη, η εκτεταμένη χρήση χημικών, η αστυνομική βία εναντίον πολιτών που δεν είχαν προβεί σε καμία παράνομη ενέργεια και η στοχοποίηση οργανωμένων μπλοκ, εντάσσονται ακριβώς σε αυτή τη λογική. Ο στόχος ήταν σαφής: να σπάσει η συνοχή του πλήθους, να αποθαρρυνθεί η συμμετοχή στις κινητοποιήσεις και να δημιουργηθεί φόβος.
Η κρατική καταστολή, όμως, δεν λειτουργεί μόνη της. Συνοδεύεται πάντα από μια παράλληλη επιχείρηση επικοινωνιακού ελέγχου, ώστε η κρατική βία να απονομιμοποιηθεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης επιχείρησαν να υποβαθμίσουν το μέγεθος της λαϊκής κινητοποίησης, μίλησαν για «μερικές δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές», έριξαν το βάρος της κάλυψής τους σε μικροεντάσεις και επιχείρησαν να μετατοπίσουν τη συζήτηση από το αίτημα για δικαιοσύνη στη «διατάραξη της κοινωνικής ειρήνης». Είναι η ίδια τακτική που χρησιμοποιείται σε κάθε μεγάλη κινητοποίηση: η επικοινωνιακή αποδόμηση του νοήματός της, η εστίαση σε ελάσσονες παρεκκλίσεις και η διαστρέβλωση της πραγματικότητας, ώστε η κρατική εξουσία να μη βρεθεί απολογούμενη.
Την ίδια στιγμή, σε θεσμικό επίπεδο, η καθυστέρηση των δικαστικών διαδικασιών, η έλλειψη πραγματικής λογοδοσίας για τους υψηλά ιστάμενους υπεύθυνους και η προσχηματική τιμωρία χαμηλόβαθμων στελεχών του κρατικού μηχανισμού, επιβεβαιώνουν ότι το κράτος επιλέγει τη διαχείριση της μνήμης ως βασική στρατηγική άμυνας. Ο χρόνος, ως πολιτικό εργαλείο, χρησιμοποιείται για να αποδυναμώσει την οργή, να φθείρει την κοινωνική πίεση και να επιτρέψει στο πολιτικό σύστημα να συνεχίσει ανεμπόδιστο τη λειτουργία του.
Η αποκοπή της εξουσίας από την κοινωνία και η κρίση νομιμοποίησης
Η κυβέρνηση, και συνολικά το πολιτικό κατεστημένο, έδειξε στις 28 Φεβρουαρίου 2025 ότι δεν ενδιαφέρεται να «επικοινωνήσει» με την κοινωνία ούτε να απαντήσει στις απαιτήσεις της. Το χάσμα ανάμεσα στον κρατικό μηχανισμό και στους πολίτες είναι πλέον τόσο βαθύ, ώστε το σύστημα εξουσίας δεν θεωρεί καν υποχρέωσή του να προσποιηθεί ότι ακούει. Αυτή η αποκοπή δεν είναι αδυναμία· είναι κυνική πολιτική επιλογή.
Η μαζική κινητοποίηση της επετείου των Τεμπών, όμως, αποκάλυψε και κάτι ακόμα: ότι η κοινωνία έχει αρχίσει να εγκαταλείπει τη λογική της ανάθεσης και να αναζητά νέες μορφές πολιτικής έκφρασης. Η οργάνωση των κινητοποιήσεων δεν ήρθε από κόμματα ή συνδικαλιστικούς φορείς, αλλά από πρωτοβουλίες πολιτών, από επιτροπές συγγενών θυμάτων, από αυτόνομες συλλογικότητες. Αυτή η αυτοοργανωμένη μαζικότητα είναι το πιο ανησυχητικό σημάδι για το πολιτικό κατεστημένο, γιατί σηματοδοτεί ότι η κοινωνική αμφισβήτηση δεν ελέγχεται πλέον από τις ίδιες πολιτικές δομές που εξασφάλιζαν τη σταθερότητα του συστήματος.
Η εξέλιξη αυτή είναι κομβική. Η πολιτική σταθερότητα δεν απειλείται από μια διαδήλωση, όσο μεγάλη κι αν είναι. Απειλείται όταν η κοινωνία πάψει να πιστεύει ότι το κράτος λειτουργεί για λογαριασμό της. Και στις 28 Φεβρουαρίου 2025, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στον δρόμο ακριβώς γιατί δεν πιστεύουν πια σε αυτό το κράτος.
Η εξουσία μπορεί να συνεχίσει να αδιαφορεί. Μπορεί να συνεχίσει να καταστέλλει, να συγκαλύπτει, να αποφεύγει την αλήθεια. Αλλά αυτήν τη φορά, η κοινωνία δεν φαίνεται διατεθειμένη να ξεχάσει. Και αυτό είναι ένα ρήγμα που, αργά ή γρήγορα, θα γίνει χαοτικό.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.