Μενού
  • Α-
  • Α+

Αρνείται τις κατηγορίες που του αποδίδονται ο φερόμενος ως φυσικός αυτουργός της δολοφονίας της συζύγου του Ντίμη Κορφιάτη και της απόπειρας δολοφονίας εις βάρος του επιχειρηματία, σχεδόν ένα χρόνο πριν πέσει και ο Κορφιάτης νεκρός χτυπημένος από 19 σφαίρες στη Ζακύνθο

Ο κατηγορούμενος, σωματοφύλακας του εφοπλιστή που καταζητείται για εμπλοκή στη δολοφονία του επιχειρηματία, κρίθηκε προφυλακιστέος μετά την απολογία του στον ανακριτή, ωστόσο  στο απολογητικό του υπόμνημα ισχυρίζεται πως ούτε καν ήταν τότε στο σημείο όπως επίσης ότι δεν είχε κάνει λόγο να προβεί στην συγκεκριμένη πράξη λόγω της οικονομικής του επιφάνειας. Χαρακτηρίζει δε ψευδομάρτυρα τον βασικό μάρτυρα κατηγορίας τόσο εις βάρος του όσο και κατά των υπολοίπων κατηγορούμενων, αποδίδοντάς του οικονομικά κίνητρα.  

«Δεν ήμουν στη Ζάκυνθο, ήθελαν να βάλουν στο κάδρο της δολοφονίας έναν βαθύπλουτο εφοπλιστή»

«Δεν ήμουν καν στη Ζάκυνθο ούτε στις 8, αλλά ούτε και στις 9 Ιουνίου 2020… Δεν είχα καμία αντιδικία με τον Κορφιάτη και την σύζυγό του ούτε είχα να αντλήσω την παραμικρή ωφέλεια από το θάνατό τους… Με το Δ – Π. (σ.σ. τον φερόμενο ως ηθικό αυτουργό της δολοφονικής επίθεσης της 9ης Ιουνίου 2020) δεν είχα καμία σχέση και επικοινωνία, δεν  είχα κανένα λόγο να πάρω το μέρος του σε οποιαδήποτε αντιδικία μπορεί να είχε με τον Κορφιάτη….Τα στοιχεία που υποτίθεται ότι με εμπλέκουν στις διερευνώμενες πράξεις και βάσει των οποίων κατηγορούμαι είναι: η κατάθεση του Σ.Π., η οποία είναι ψευδής και κατασκευασμένη και ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα…. Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι ο Σ.Π. αναζήτησε σε πολύ σύντομο χρόνο και βρήκε τον Κορφιάτη, από τον οποίο ζήτησε χρηματική αμοιβή, προκειμένου να του δώσει ψευδείς πληροφορίες περί δήθεν εμπλοκής εμού…και των λοιπών αναφερόμενων προσώπων, εκμεταλλευόμενος τη συμπτωματική εμπλοκή του σκάφους του Λ. στη διερεύνηση της υπόθεσης της δολοφονίας, αλλά και την απληστία τόσο του ίδιου του Σ.Π. όσο και του Κορφιάτη να βάλουν στο κάδρο της δολοφονίας έναν αθώο μεν, αλλά βαθύπλουτο εφοπλιστή, τον οποίο στη συνέχεια να εκβιάσουν ( τόσο με τον κίνδυνο για την προσωπική του ελευθερία όσο και με την απειλή του διασυρμού του στα ΜΜΕ) για να διεκδικήσουν αμύθητα χρηματικά ποσά υπό το μανδύα αποζημιώσεων και δικηγορικών αμοιβών, έχοντας μάλιστα απευθυνθεί σε μεγάλο δικηγορικό γραφείο των Αθηνών», υποστήριξε ο κατηγορούμενος. 

«Είναι χαρακτηριστικό ότι προκειμένου να στοχοποιήσει ο Κορφιάτης τον εφοπλιστή  προέβη σε ισχυρισμούς που κινούνται προφανώς στο χώρο του παραλογισμού και της γελοιότητας, ότι δήθεν αυτός  είναι «πλήρως γνώστης» της δολοφονικής επίθεσης και ότι μαζί με άλλους έχει τάχα συγκεντρώσει το ποσό των 300.000 ευρώ για τη δολοφονία τόσο του Διονυσίου Κορφιάτη όσο και του Ν. Τ. (ανθρώπους, των οποίων την ύπαρξη ο Λεμός αγνοούσε), καθώς επίσης ότι δήθεν απασχολεί στις επιχειρήσεις του τον Α. Σ. (σ.σ. συγγενικό πρόσωπο συγκατηγορούμενών του)  με «πλαστά στοιχεία» και ότι δήθεν εμπλέκεται  σε λαθρεμπόριο τσιγάρων και ξέπλυμα χρήματος μαζί με το Π.Σ. (σ.σ συγκατηγορούμενό του), κάτι που μόνο ένας πολύ νοσηρός νους θα μπορούσε να συλλάβει», ανέφερε. 

«Δεν είναι μόνο η λογική και η γνώση της αθωότητάς μου που με οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα, αλλά και η πληροφορία που έλαβα πριν 4 μήνες περίπου από τους (…) ότι ο Σ.Π. έλαβε από τον Κορφιάτη ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, περί τα 50.000 ευρώ, έναντι πληροφοριών περί δήθεν εμπλοκής εμού, του Π. Σ., αλλά κυρίως του εφοπλιστή  στη διερευνώμενη υπόθεση και ότι με τα χρήματα αυτά ο Σ.Π. άνοιξε συνεργείο αυτοκινήτων στην Κηφισιά», ισχυρίστηκε. 

«Ήθελε να φαίνεται πιο αξιόπιστος»

«Επίσης, η προσέγγιση του Κορφιάτη από τον Σ.Π.  προκύπτει από τις από 21.7.20, 9.10.20 και 25.11.20 ένορκες καταθέσεις του Κορφιάτη και το κείμενο της μηνύσεως που κατέθεσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Ζακύνθου στις 21.12.2020. Σε αυτές τις καταθέσεις και σε αυτή τη μήνυση ο Κορφιάτης, ενώ αναφέρει μια σειρά προσώπων που ενεπλάκησαν στη μεταφορά του σκάφους από την Αθήνα στη Ζάκυνθο, παραλείπει εντελώς να αναφέρει τον Σ.Π., μολονότι αυτός, σύμφωνα με τη φανταστική ιστορία του, είχε σημαντικό ρόλο, αφού ισχυρίζεται ότι μετέφερε εμένα και τον Π. Σ. – Π.  στο χώρο αποθήκευσης του σκάφους στο Κορακοχώρι Ηλείας την 8.6.2020 και ότι μας παρέλαβε την επόμενη ημέρα, μετά τη δολοφονία…Έχω δε την πεποίθηση ότι η αστυνομική έρευνα, μολονότι εκ πρώτης όψεως μοιάζει διεξοδική, στην πραγματικότητα ήταν αποσπασματική, ελλιπής, προσανατολισμένη στην ψευδή ιστορία που εισέφερε ο Σ.Π., και προκατειλημμένη σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι αστυνομικοί «ξέχασαν» να συλλάβουν και να αποστείλουν συνοδευόμενο τον ίδιο τον Σ.Π., μολονότι εμφανίζεται να ομολογεί συνέργεια στις διερευνώμενες πράξεις, αφού προτίμησαν να τον αφήσουν με την ιδιότητα του μάρτυρα, μπροστά στον οποίο οι δήθεν δράστες συζητούσαν ελεύθερα ομολογώντας τις δήθεν πράξεις τους, ώστε με τον τρόπο αυτό να φαίνεται πιο αξιόπιστος!», είπε επίσης. 

«Μια ακόμη ένδειξη προχειρότητας και αυθαιρεσίας ήταν ότι εμφανίζουν ως ηθικό αυτουργό μου τον Δ.-Π.Α., με τον οποίο όμως ουδεμία επικοινωνία ή συνάντηση είχα, όπως επίσης δεν προκύπτει να είχαν και οι λοιποί κατηγορούμενοι, αλλά απλώς στηρίζονται οι αστυνομικοί στην ψευδή κατάθεση του Σ.Π., ότι δήθεν μπροστά του ο Π. Σ-Π. μού είπε ότι θα πρέπει να απολογηθούμε στον Δ.-Π.Α. για τη δήθεν «αποτυχία μας» να δολοφονήσουμε τον Κορφιάτη.Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η από 12.09.2018 αναφορά του Διονυσίου Κορφιάτη σε βάρος (και) εμού, στην οποία καταγγέλλει, μεταξύ άλλων, ότι δήθεν εγώ συμμετείχα σε ενέδρες, με σκοπό τη δολοφονία του, τέθηκε στο αρχείο δυνάμει της από 10.05.2019 διάταξης του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ζακύνθου, μετά από την υπ' αρ. πρωτ. 1164/15.5.2019 έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών Πατρών», ανέφερε. 

Περί αναγνώρισης

Όσον αφορά στην αναγνώρισή του από τον Ντίμη Κορφιάτη ως έναν εκ των δραστών της σε βάρος του επίθεσης τον Ιούνιο του 2020 υποστηρίζει πως ο επιχειρηματίας είπε ότι «Μολονότι οι δράστες κατευθύνονταν από το αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, σταμάτησαν τη μοτοσικλέτα και ο συνεπιβάτης αυτής κατέβηκε και άρχισε να τον πυροβολεί, άρα τον είδε όρθιο, αλλά στην από 10.6.20 κατάθεσή του που τα γεγονότα ήταν πολύ νωπά ισχυρίστηκε για το δράστη: «σαν σωματοδομή θα τον έλεγα αδύνατο και σχετικά γυμνασμένο.

Βέβαια φορούσε και μπουφάν και φούσκωνε αρκετά ο κορμός του, οπότε δεν ξέρω εάν είναι πολύ αντικειμενικό αυτό που σας λέω», χωρίς να τον προσομοιάζει με εμένα.Στις επόμενες καταθέσεις του όμως βαθμιαία και στη μήνυσή του τελικά ο Κορφιάτης ισχυρίζεται ότι δήθεν με «αναγνώρισε» ως το συνεπιβάτη της μοτοσικλέτας, ο οποίος πυροβόλησε τη σύζυγό του και εκείνον, μετά από επίδειξη φωτογραφιών που απεικονίζουν δύο άγνωστα άτομα με μπουφάν και κράνη να επιβαίνουν σε μία μοτοσικλέτα και στις οποίες ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να αναγνωρίσει πρόσωπα.

Προκειμένου να αιτιολογήσει την εξωφρενική αυτή αναγνώριση ο Κορφιάτης είχε επικαλεστεί ότι αναγνώρισε τον δήθεν ιδιαίτερο σωματότυπο και την υποτιθέμενη κύφωσή μου, την οποία παραδόξως «δεν διαπίστωσε», όταν είδε το δράστη να στέκεται όρθιος μπροστά του, γιατί μάλλον τον εμπόδισε το μπουφάν, το οποίο όμως είχε δει να το φορά ο δράστης και στις φωτογραφίες (!) που του επιδείχθηκαν αργότερα από την αστυνομία και κανονικά θα έπρεπε και πάλι να τον εμποδίσει να δει τον σωματότυπο του δράστη.

Επίσης, ισχυρίστηκε ότι αναγνώρισε στις φωτογραφίες την υποτιθέμενη αστάθεια στη βάδισή μου, την οποία όμως δεν διέκρινε, όταν ο δράστης ήταν όρθιος μπροστά του και τον πυροβολούσε, ενώ οι φωτογραφίες δείχνουν δύο πρόσωπα που δεν περπατούν, αλλά κάθονται στη σέλα της μηχανής. Ούτως ή άλλως από μία στατική φωτογραφία είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτή ενδεχόμενη αστάθεια στη βάδιση.

Ιδιαίτερα κωμική ήταν η προσπάθειά του να παρομοιάσει τη στάση, με την οποία κάθομαι στη δική μου μοτοσικλέτα, με τη στάση του συνεπιβάτη στη φωτογραφία, αφού, όταν εγώ στο παρελθόν οδηγούσα μοτοσικλέτα, κρατούσα το τιμόνι, ενώ το πρόσωπο στη φωτογραφία είναι συνεπιβάτης και δεν κρατάει το τιμόνι, αλλά τον οδηγό. Εξάλλου δεν γίνεται αντιληπτό πώς μπορεί κάποιος να έχει χαρακτηριστική, δηλαδή μοναδική και ξεχωριστή στάση οδήγησης μοτοσικλέτας, καθώς η στάση του οδηγού είναι ίδια για όλους.

Τέλος, ο τρόπος καθίσματος στη σέλα δεν μπορεί να παρομοιάζεται με τον τρόπο καθίσματος στη θέση του οδηγού μιας άμαξας με άλογα, διότι, όταν κάποιος οδηγεί μοτοσικλέτα, η σέλα είναι ανάμεσα στα πόδια του και ο οδηγός χειρίζεται το τιμόνι, ενώ, όταν οδηγεί μία άμαξα, κάθεται σε κάθισμα και χειρίζεται με τα χέρια του τα γκέμια. Φυσικά και στις δύο ως άνω αναφερόμενες περιπτώσεις ο οδηγός δεν μπορεί να έχει τα χέρια του προς τα πίσω, διότι έτσι δεν μπορεί να ελέγξει ούτε τη μοτοσικλέτα ούτε τα άλογα…»

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA