Μενού
  • Α-
  • Α+

Μέρα γιορτής ήταν. Μια ηλιόλουστη μέρα. Άκουγες μόνο γέλια και φωνές. Συνθήματα. Κασκόλ. Σημαίες. Πανηγύρια. Και ξαφνικά ο χάρος βγήκε μπροστά τους. «Τι ομάδα είστε» τους ρώτησε. Κι εκείνοι με όση δύναμη είχαν του φώναξαν «Ολυμπιακός» και ξεχύθηκαν προς τη σιδερένια πόρτα με όση ορμή τους έδιναν τα νιάτα και η μεγάλη τους αγάπη για το κόκκινο και το άσπρο. Και εκείνος τους θέρισε. Πήρε το δρεπάνι του και τους θέρισε. 21 ψυχές μέσα σε ελάχιστα λεπτά. 21 μάνες που δεν είδαν τα βλαστάρια τους να μπαίνουν ξανά από την πόρτα. 21 πατεράδες που λύγισαν, που τσάκισαν.

Ο θρήνος έδιωξε τη χαρά. Το κλάμα σκέπασε τα γέλια. Το μαύρο έβαψε το λευκό. Το κόκκινο παρέμεινε κόκκινο αλλά έγινε πιο σκοτεινό. Και έρρεε άφθονο στα σκαλοπάτια της Θύρας 7. Μια ημέρα σαν σήμερα. Αυτή η καταραμένη ημέρα του Φλεβάρη που σημάδεψε τον ελληνικό αθλητισμό, που στοίχειωσε για πάντα τον Ολυμπιακό.

Το χρονικό της τραγωδίας

Με νωπό ακόμα το αίμα του Άλκη Καμπανού πάνω στο πεζοδρόμιο, ο θρήνος, στη σημερινή ούτως ή άλλως συναισθηματικά φορτισμένη ημέρα, γίνεται ακόμα μεγαλύτερος. Νεαρά παιδιά που δε γύρισαν ποτέ στα σπίτια τους. Οι 21, νεκροί από εγκληματική αμέλεια. Ο Άλκης, νεκρός από μίσος και από εγκληματικό παροξυσμό. Ο Άλκης βράδυ, εκεί που έκανε βόλτα με την παρέα του.

Οι 21 μεσημέρι, ένα ηλιόλουστο μεσημέρι. Είδαν τον Ολυμπιακό να νικάει την ΑΕΚ με 6-0. Πανηγύρισαν. Πανηγύρισαν με την ψυχή τους. Φώναξαν. Έκλαψαν από χαρά. Και έτρεξαν να βρεθούν δίπλα στα ινδάλματά τους. Να τους αγκαλιάσουν. Να τους φιλήσουν. Να τους ευχαριστήσουν που τους έδωσαν τόση μεγάλη χαρά. Ο χάρος, ωστόσο, τους είχε στήσει ενέδρα σε εκείνη την απότομη δεξιά στροφή που έκανε η σκάλα στο παλιό «Καραϊσκάκη». Το πρώτο έγκλημα. Ένα κατασκευαστικό λάθος που είχε προκαλέσει δυο ακόμα αιματηρά περιστατικά στο παρελθόν (το 1973 και το 1980). Στο ίδιο ακριβώς σημείο. Στις σκάλες του θανάτου. Που δεν είχαν ούτε φώτα, ούτε καν κάποιο κάγκελο στη μέση. Οι πίσω δεν έβλεπαν, μετά από εκείνη την απότομη δεξιά στροφή. Νόμιζαν πως οι πόρτες ήταν ανοιχτές. Και συνέχισαν να πιέζουν. Και να πιέζουν. Και να πιέζουν. Μέσα στα πανηγύρια, κανείς δεν άκουγε τον θρήνο. Μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες το κακό είχε γίνει. Ασφυξία. Θάνατος.

Όλοι τρέχουν να βοηθήσουν. Βοηθάνε και κλαίνε ταυτόχρονα. Το θέμα αποτρόπαιο. Πώς να το αντέξει κανείς; Πώς να αντέξει κάποιος αυτή την εικόνα. Τα ασθενοφόρα που φτάνουν ουρλιάζοντας το ένα μετά το άλλο δεν αρκούν. Νεκροί και τραυματίες μεταφέρονται με περιπολικά της αστυνομίας. Με ιδιωτικά αυτοκίνητα. Όσοι βρίσκονται στο δρόμο ακούγοντας τις σειρήνες και μαθαίνοντας το τραγικό περιστατικό αφήνουν τ' αμάξια τους στην άκρη. Οι δρόμοι που οδηγούσαν στο Τζάνειο εκκενώθηκαν μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Έτρεχαν όσοι μετέφεραν κάποιον, για να προλάβουν να περιορίσουν το κακό που είχε γίνει. Έτρεχαν και οι συγγενείς με την ελπίδα να βρουν το παιδί τους ζωντανό.

Στο Τζάνειο, όμως, διαδραματίζεται η σπαρακτικότερη πράξη του δράματος.

«Άρχισα να κλαίω, μόλις συνειδητοποιούσα τι είχε γίνει. Ζήτησα από τους γιατρούς να πάρω τηλέφωνο την οικογένεια του Σπύρου. Πήρα τηλέφωνο σπίτι του… «Μαρία, δώσε μου την μαμά σου…Κυρία Κατερίνα…». Δεν πρόλαβα να τελειώσω την φράση μου… «Μανωλιό, πες μου ότι είσαστε καλά! Βλέπουμε τηλεόραση, μάθαμε τι έγινε, πες μου μόνο αυτό…Γιατί κλαίς αγόρι μου; Μην κλαις, πέρασε τώρα…Δώσε μου τον Σπύρο να ησυχάσω, δώσε μου να του μιλήσω στο τηλέφωνο…» «κ. Κατερίνα, ελατέ από δω…Δεν είναι καλά ο Σπύρος». Η γυναίκα έπεσε, λιποθύμησε στο λεπτό. Επικράτησε πανικός.Ο θείος του πήρε το τηλέφωνο σαν πιο ψύχραιμος (ο πατέρας του είχε πεθάνει), ένας δεύτερος πατέρας για αυτόν. Του εξήγησα τι είχε συμβεί… Σε 15 λεπτά φτάσανε. Το χάος έξω από το νοσοκομείο επιβάρυνε την κατάσταση της κυρίας Κατερίνας, η οποία έχασε πάλι τις αισθήσεις της. Την πήγαν οι γιατροί να ξαπλώσει. Ο θειος του Σπύρου έκλαιγε ασταμάτητα. Πήγε να τον δει. Όταν βγήκε δεν μας μίλησε. Κατευθύνθηκε προς την έξοδο, πήρε φόρα, και κοπάνισε την γροθιά του στον τοίχο… «Γιατί Θεέ μου…», φώναξε, «ΓΙΑΤΙ; Γιατί το παλικάρι μου ρε…» Η μικρή του αδερφή έτρεξε προς το μέρος του, του έπιασε το πόδι και άρχισε να κλαίει. Αυτή την εικόνα την έβλεπες παντού, σε κάθε γωνία μέσα στο νοσοκομείο. Στο νεκροθάλαμο, μαζεύονταν συνέχεια συγγενείς, προσπαθούσαν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους ανθρώπους», η συγκλονιστική περιγραφή για το τι επικράτησε στο Τζάνειο ανήκει στον Μανώλη, αδερφικό φίλο του 18χρονου Σπύρου Λεωνιδάκη.

Έγκλημα χωρίς τιμωρία

«Οι άνθρωποι ζούνε έναν τέτοιο μεγάλο πόνο μόνο μια φορά. Ο πόνος έρχεται ξανά, αλλά βρίσκει πιο σκληρή επιφάνεια». Η  αμερικανίδα συγγραφέας Γουίλα Κάθερ είχε γράψει τα παραπάνω λόγια θέλοντας να περιγράψει το θάνατο και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτόν.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με 21 θανάτους. 21 νεκρούς που εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να ζητάνε δικαίωση. 41 ολόκληρα χρόνια μετά. Μια τραγωδία για την οποία ουδέποτε τιμωρήθηκε κανείς. Σα να μην έφταιγε κάποιος. Σα να ήταν όλα καλώς καμωμένα και απλά ήταν η «κακιά» στιγμή. Το αίτημα για δικαιοσύνη στην αρχή ήταν καθολικό. Με το πέρασμα του χρόνου, ωστόσο, έμειναν μόνο οι λίγοι να το φωνάζουν. Για ακόμα μια φορά αποδείχθηκε πως ο δρόμος από το «μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκκαλο» και από εκεί στη λήθη και την ατιμωρησία είναι εξοργιστικά μικρός.

Ο εισαγγελέας Πειραιά Ναπολέων Παντιώρας έστειλε σε δίκη συνολικά 11 άτομα. Έξι αστυνομικούς και πέντε θυρωρούς που είχαν υπηρεσία στη «Θύρα 7» την μαύρη Κυριακή. Οι κατηγορίες που τους αποδίδονται είναι ανθρωποκτονία εξ αμελείας και πρόκληση σωματικών βλαβών. Η δίκη ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1984 και μέσα στη δικαστική αίθουσα εκτυλίσσονταν καθημερινά σκηνές αρχαίας ελληνικής τραγωδίας.  Μέσα σε 28 ημέρες, την εξέταση 100 μαρτύρων και την αγόρευση συνολικά 16 συνηγόρων η δίκη ολοκληρώθηκε. Η πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου ανακοινώθηκε το απόγευμα της 15ης Μαρτίου του 1984. Σύμφωνα με αυτή καταδικάστηκαν σε 10 χρόνια φυλάκιση ο καθένας, οι πέντε φύλακες της «7» ενώ παράλληλα, αθωώθηκαν λόγω αμφιβολιών όλοι οι αστυνομικοί! Μετά την καταδίκη τους οι πέντε φύλακες άσκησαν έφεση και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1986, στο τριμελές εφετείο του Πειραιά, ξεκίνησε μέσα σε κλίμα πρωτοφανούς έντασης η εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό. Στις 22 Φεβρουαρίου αθωώνονται και οι θυρωροί. Σύμφωνα με την πρόταση του εισαγγελέα έφταιγαν τα σκαλοπάτια. Από τα 11 άτομα δεν τιμωρήθηκε τελικά κανένα. Εμειναν μόνες τους οι χαροκαμένες μάνες να φωνάζουν και να καταριούνται: «Θα σας πνίξει το αίμα των παιδιών μας»!

Προσκλητήριο νεκρών και ένα αιώνιο σύνθημα

  • Παναγιώτης Τουμανίδης, 14 ετών
  • Κώστας Σκλαβούνης, 16 ετών
  • Ηλίας Παναγούλης, 17 ετών
  • Γεράσιμος Αμίτσης, 18 ετών – φίλαθλος της ΑΕΚ
  • Γιάννης Κανελλόπουλος, 18 ετών
  • Σπύρος Λεωνιδάκης, 18 ετών
  • Γιάννης Σπηλιόπουλος, 19 ετών
  • Νίκος Φίλος, 19 ετών
  • Γιάννης Διαλυνάς, 20 ετών
  • Βασίλης Μάχας, 20 ετών
  • Ευστράτιος Λούπος, 20 ετών
  • Μιχάλης Κωστόπουλος, 21 ετών
  • Ζωγραφούλα Χαϊρατίδου, 23 ετών
  • Σπύρος Ανδριώτης, 24 ετών
  • Κώστας Καρανικόλας, 26 ετων
  • Μιχάλης Μάρκου, 27 ετών
  • Κώστας Μπίλας, 28 ετών
  • Αναστάσιος Πιτσόλης, 30 ετών
  • Αντώνης Κουρουπάκης, 34 ετών
  • Χρήστος Χατζηγεωργίου, 34 ετών
  • Δημήτριος Αδαμόπουλος, 40 ετών

«Αδέρφια ζείτε, εσείς μας οδηγείτε...»

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA