Ο τελευταίος Μπέης της Μάνης. Ο «αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών στρατευμάτων» όπως έλεγε για εκείνον ο Παπαφλέσσας. Ηγετική μορφή της αντίστασης κατά των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Εκ των πρωταγωνιστών της Επανάστασης του 1821.
Στρατιωτικός αλλά και πολιτικός. Μέλος της «Διοικητικής Επιτροπής τής Ελλάδος», που κυβέρνησε την επαναστατημένη χώρα.
Ο γιος του και ο αδερφός του δολοφόνησαν τον Ιωάννη Καποδίστρια. Ο ίδιος φυλακίστηκε και διώχθηκε. Απέτρεψε έναν εμφύλιο. Ο Όθωνας τον έκανε αντιπρόεδρο του νεοσύστατου τότε Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 17 Ιανουαρίου 1848, ήταν όλα αυτά που διαβάσατε και άλλα τόσα. Μα πάνω απ' όλα ήταν ένας άνθρωπος που έδωσε (κυριολεκτικά και μεταφορικά) τα πάντα για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Όχι πάντα με καλό τρόπο.
Πολέμαρχος αλλά και πολιτικός
Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που, κατά το κοινός λεγόμενο, γεννιούνται με «μοίρα σημαδεμένη». Είδε το πρώτο φως της ημέρας στις 6 Αυγούστου 1773 στην Αρεόπολη της Μάνης, στο Λιμενι.
Ήταν γόνος μιας εκ των ιστορικότερων οικογενειών της Μάνης και σε ηλικία μόλις 27 ετών, όταν πέθανε ο πατέρας του, κλήθηκε να γίνει ο συνθετικός κρίκος των μελών της που μέχρι τότε ήταν χωρισμένες σε πολλά κομμάτια εξαιτίας πάσης φύσεως αντιθέσεων.
Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης κατάφερε να επιβληθεί και να γίνει ισχυρή φυσιογνωμία με μεγάλη δράση σε μια εποχή δύσκολη όπου οι Οθωμανοί κυνηγούσαν δίχως έλεος τους κλέφτες και τους αρματολούς.
Τα τελευταία χρόνια πριν το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, ο Μαυρομιχάλης έδειξε όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τον έκαναν έναν εκ των πρωταγωνιστών του ξεσηκωμού. Ήταν τότε που η προσφορά του αλλά κυρίως τα ηγετικά του προσόντα αναδείχθηκαν σε απόλυτο βαθμό και έτσι, το 1815, αναδείχθηκε μπέης της Μάνης (σσ: αξίωμα που είχε θεσμοθετηθεί από την οθωμανική διοίκηση, μετά τον τερματισμό των Ορλοφικών και το κατείχε πάντα ένας επιφανής Μανιάτης) και άρχισε να γράφει ιστορία ως Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης.
Τον Αύγουστο του 1818, ο Πετρόμπεης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και εκτός από την αρχική οικονομική εισφορά του, υποσχέθηκε ότι θα διαθέσει «5.000 γρόσια και είκοσι χιλιάδας οπλοφόρους πλην πτωχούς».
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικός σε ότι αφορά την ημέρα που θα ξεσπάσει η Επανάσταση. Δεν ήταν καθόλου σίγουρος πως όλα ήταν έτοιμα και κυρίως, αν και είχε φιλικές σχέσεις μαζί του, δεν τον έπειθαν καθόλου οι υποσχέσεις του Παπαφλέσσα πως οι Έλληνες επαναστάτες θα λάμβαναν βοήθεια από το εξωτερικό. Όταν, όμως, και ο ίδιος κατάλαβε πως είχε φτάσει η ώρα, αφοσιώθηκε πλήρως στον κοινό σκοπό.
Στις 23 Μαρτίου 1821 αφού είχε έρθει σε συνεννόηση με τους πρόκριτους της Καλαμάτας, με τη βοήθεια 2000 ενόπλων κατέλαβε την πόλη, έδιωξε τους Τούρκους και σχημάτισε τη «Μεσσηνιακή Γερουσία», η πρώτη διοικητική οργάνωση του επαναστατημένου Ελληνισμού.
Από εκείνο το σημείο και έπειτα ο Πετρόμπεης αφιερώνεται τόσο στον αγώνα (αγωνίστηκε κατά του Δράμαλη, κατά του Ιμπράημ και βοήθησε τους πολιορκημένους του Μεσολογγίου) όσο και στο πολιτικό «χτίσιμο» της Ελλάδας (εκλέχθηκε αντιπρόεδρος του Βουλευτικού Σώματος, πρόεδρος της Β’ Εθνοσυνέλευσης του Άστρους κλπ).
Η δολοφονία του Καποδίστρια
Μετά τη Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης στάθηκε στο πλευρού του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Η συμμαχία αυτή, ωστόσο, δεν κράτησε για πολύ. Σύντομα οι δύο άνδρες βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα και οι σχέσεις τους έγιναν... πολεμικές.
«Αν οι Μαυρομιχαλαίοι θέλουν να με δολοφονήσουν ας με δολοφονήσουν. Τόσο το χειρότερον δι’ αυτούς. Θα έλθη κάποτε η μέρα κατά την οποίαν οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασίαν της θυσίας μου», έλεγε ο Καποδίστριας όταν πρώτα οι Υδραίοι και ύστερα οι Μανιάτες εξεγέρθηκαν εναντίον του.
Ο κυβερνήτης θεώρησε πως πίσω από αυτές τις εξεγέρσεις κρύβεται ο Πετρόμπεης ήταν αυτός που κινούσε τα νήματα και διέταξε να συλλάβουν τον τότε 66χρονο πολέμαρχο και να τον κλείσουν στη σε ένα κελί στο Ιτς – Καλέ (Ακροναυπλία).
Πολλοί, βλέποντας ίσως και τον κίνδυνο, προσπάθησαν να φέρουν σε επαφή τις δυο πλευρές και τελικά κλείστηκε ένα ραντεβού του Καποδίστρια με τον Πετρόμπεη προκειμένου να συζητήσουν.
Το ραντεβού ορίστηκε για τις 26 Σεπτεμβρίου, στην οικία του κυβερνήτη στο Ναύπλιο αλλά τελικά δεν έγινε γιατί είδε ένα βρετανικό δημοσίευμα το ίδιο πρωί, που κατέκρινε την πολιτική του και οργισμένος δε δέχθηκε να τον συναντήσει.
Αποτέλεσμα ήταν ο Πετρόμπεης να κυκλοφορεί στο Ναύπλιο σιδεροδέσμιος κάτι που το θεώρησε ανήθικο. Η αντίστροφη μέτρηση είχε ξεκινήσει.
Λέγεται πως στην επιστροφή προς το κελί ο Πετρόμπεης είπε στους φύλακες του να τον περάσουν από το σπίτι του γιου του για να πει ένα γεια. Εκείνοι από σεβασμό δέχθηκαν.
Όταν φτάνει κάτω απ’ τα παράθυρα, με βροντερή φωνή που έτρεμε από οργή φωνάζει: «Γεια σας μωρέ ‘σεις παιδιά». Γιος και αδελφός αναγνωρίζουν τη φωνή και τρέχουν στο περβάζι. «Τι κάνεις;» τον ρωτούν με αγωνία. «Να, τα βλέπετε» απαντά ο Πετρόμπεης δείχνοντας τις χειροπέδες. Αυτό ήταν το μήνυμα.
Το πρωί της Κυριακής 27 Σεπτεμβρίου 1831 ο Καποδίστριας έφυγε από το σπίτι του για να πάει στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Περίπου 100 με 150 μέτρα από την εκκλησία, σε ένα ερημικό σημείο της διαδρομής, ο Γιώργης με τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη πλησίασαν λαμπροντυμένοι τη συνοδεία του Καποδίστρια από πίσω.
Χαιρετίσανε με τα βλέμματά τους χωρίς να πουν κουβέντα και επιτάχυναν το βήμα προκειμένου να φτάσουν πρώτοι στην είσοδο του ναού και να τον περιμένουν. Όταν έφτασε στην εκκλησία ο κυβερνήτης είδε τους Μαυρομιχαλαίους και ταράχτηκε, δεν πίστεψε, όμως, ότι θα γινόταν κάτι κακό. Ο κυβερνήτης έβγαλε το καπέλο του και τότε ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης τον άρπαξε από το αριστερό χέρι και τον πυροβόλησε στη βάση του κρανίου. Ταυτόχρονα ο νεαρός Γιώργης τον μαχαίρωσε στα δεξιά της βουβωνικής χώρας.
Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης σκοτώθηκε στην προσπάθεια διαφυγής του, ενώ ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης, συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο διά τυφεκισμού.
«Μακράν από Σε, φιλτάτη Πατρίς, το φάσμα των φατριών»
Αρκετά χρόνια μετά τη δολοφονία, ο ίδιος ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ακούγοντας κάποιον να κατηγορεί τον Καποδίστρια, φέρεται να του είπε τούτα τα λόγια: «Δεν μετράς καλά φιλόσοφε. Ανάθεμα στους Αγγλογάλλους που ήσαν η αιτία κι εγώ έχασα τους δικούς μου, και το Έθνος έναν άνθρωπο που δε θα τονε ματαβρεί, και το αίμα του με παιδεύει ως τώρα».
Η τραγωδία με τον Καποδίστρια και ο θάνατος του γιου του, συγκλόνισαν τον Πετρόμπεη ο οποίος από εκείνο το σημείο και έπειτα άλλαξε στάση. Όταν αποφυλακίστηκε φρόντισε να είναι ο άνθρωπος που πάντα θα προσπαθεί να κατευνάζει να πνεύματα και να βρίσκει λύσεις.
Ο Όθωνας αναγνώρισε την προσφορά του, διορίστηκε αντιπρόεδρος του νεοσύστατου Συμβουλίου της Επικρατείας. Στη συνέχεια έλαβε τιμητικά και τον βαθμό του αντιστρατήγου.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 17 Ιανουαρίου 1848, στην Αθήνα. Έξι χρόνια νωρίτερα και ενώ ήταν βαριά άρρωστος (υπέφερε από ποδάγρα ή αλλιώς ουρική αρθρίτιδα) υπαγόρευσε στον γραμματικό του την πολιτική του διαθήκη η οποία απευθυνόταν στην Ελλάδα. Θεωρούσε πως δεν του έμενε πολύς χρόνος ακόμα.
Τελικά, ανάρρωσε και έτσι απαγόρευσε τη δημοσίευση της διαθήκης. Όταν ο Πετρόμπεης πέθανε η οικογένειά του σεβάστηκε την επιθυμία του και απαγόρευσε τη δημοσίευση.
Χρειάστηκε να περάσουν 55 ολόκληρα χρόνια για να έρθει ο εγγονός του Πετρόμπεη, υποστράτηγος Γεώργιος Μαυρομιχάλης, πήγε τον διευθυντή της εφημερίδας «Νέα Ημέρα Τεργέστης» Ιωάννη Χαλκοκονδύλη και του ζήτησε να δημοσιεύσει την Πολιτική Διαθήκη του Μανιάτη πολέμαρχου.
«Πατρίς μου, επί του Ιωάννου Καποδιστρίου άπασα η οικογένειά μου και οι περί αυτήν εδοκίμασαν αδίκους καταδρομάς, περιφρονήσεις, φιλακισμούς. Εις τούτο δεν θέλω ούτε εις εμέ ανήκει να δικαιώσω εμαυτόν· κρίνουσι περί τούτου οι απαθείς Έλληνες, και εις αιώνας θέλει κρίνει η αμερόληπτος ιστορία. Τας παραλόγους περιφρονήσεις και τους αδίκους φιλακισμούς υπέφερα με στοϊκήν απάθειαν», έγραφε ο Πετρόμπεης για τη φονική κόντρα με τον Καποδίστρια, ενώ σε ένα άλλο σημείο της πολιτικής διαθήκης σημείωνε: «Μακράν από Σε, φιλτάτη Πατρίς, το φάσμα των φατριών».
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.