«Σήμερον την 9 ½ π.μ. ο λήσταρχος Τζατζάς μετά άλλων πέντε οπαδών του ηχμαλώτισε παρά το χωρίον Περτούλι τον γερουσιαστήν κ. Χατζηγάκην και πέντε ετέρους παραθερίζοντας και ένα υπενωματάρχην. Μετά την πράξιν των οι λησταί μετά των αιχμαλώτων εξηφανίσθησαν προς άγνωστον διεύθυνσιν, ζητούντες ως λύτρα τέσσαρα εκατομμύρια δραχμών».
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα» που δημοσιεύθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1929. Τι μπορεί να δει κάνεις σε αυτό το μικρό απόσπασμα; Αρχικά τον... περίεργο τρόπο με τον οποίο οι δημοσιογράφοι, εκείνη την εποχή, έγραφαν την ώρα!
Στη συνέχεια θα δει το πόσο αδύναμη ήταν η επίσημη πολιτεία την περίοδο της ληστοκρατίας της Ελλάδας. Ένας λήσταρχος απήγαγε έναν γερουσιαστή. Ξέρουμε το όνομα του λήσταρχου, ξέρουμε πως έδρασε, ξέρουμε πού περίπου κρύβεται αλλά... δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι.
Το φοβερότερο απ' όλα είναι πως δε μιλάμε για μία ιστορία που χάνεται μέσα στα βάθη του χρόνου. Μιλάμε για κάτι λιγότερο από 100 χρόνια πριν. Την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Και μιλάμε, βέβαια, για τον Μήτρο Τζατζα, τον τελευταίο των λήσταρχων. Τον φόβο και τον τρόμο του Ολύμπου.
Πώς ο Μήτρος Τζατζάς βγήκε στο «κλαρί»
Ο Μήτρος (ή Δημήτρης ή Μήτσος) Τζατζάς (ή Τζατζιάς) γεννήθηκε στην Κρανιά Τεμπών Λάρισας. Για τα παιδικά του χρόνια προφανέστατα και δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά. Στην ουσία η ιστορία του Τζατζά, ξεκινά όταν το 1914 υπηρετούσε τη θητεία του. Τότε ο Μήτρος έμαθε πως ένα από τα αδέλφια του πέθανε στις φυλακές που κρατούνταν για ζωοκλοπή.
Λέγεται πως στην πραγματικότητα είχε φάει τόσο πολύ ξύλο και είχε υποστεί τόσα βασανιστήρια που δεν άντεξε και υπέκυψε. Ο Μήτρος Τζατζάς, λοιπόν, όταν έμαθε τα δυσάρεστα νέα, βγήκε και στην αναφορά και αφού εξήγησε στον διοικητή του τι είχε συμβεί ζήτησε μία ολιγοήμερη άδεια προκειμένου να επιστρέψει στο χωριό του και να κανονίσει τα της κηδείας.
Ο διοικητής (πιθανότατα επειδή είχε ακούσει την ιστορία περί ζωοκλοπής) αρνήθηκε στον Τζατζά την άδεια. Ο ήρωας της ιστορίας μας, ένιωσε αδικημένος και μέσα στη στεναχώρια και τη θλίψη του αποφάσισε να φύγει χωρίς άδεια. Να λιποτακτήσει, δηλαδή.
Προφανώς, ωστόσο, μετά από αυτή την κίνηση δεν μπορούσε να επιστρέψει στον στρατό και κάπως έτσι ξεκινάει η ιστορία του σαν «κλαρίτης»! Το ζήτημα, όμως, είναι πως αυτό ήταν μία απόφαση που στηρίχθηκε στο θυμικό και δεν ήταν συνειδητή όπως συνέβαινε συνήθως εκείνη την εποχή με όσους επέλεγαν την παρανομία και τη ζωή στο βουνό.
Έτσι τα πρώτα χρόνια της δράσης του Μήτρου Τζατζά κύλησαν κυρίως με ζωοκλοπές, ενδεικτικό του ότι δεν ήθελε να βρίσκεται στο βουνό. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, μόλις τρία χρόνια αργότερα αποφάσισε να επιστρέψει στην κανονική ζωή. Ένας διοικητής της χωροφυλακής τον είχε πείσει πως αν σταματούσε τη δράση του και παραδινόταν τότε εκείνος θα μεσολαβούσε προκειμένου να μην τιμωρηθεί και να συνεχίσει κανονικά τη ζωή του.
Ο Μήτρος Τζατζάς πείστηκε και παραδόθηκε. Αντί, όμως, να επιστρέψει στο χωριό του βρέθηκε στη φυλακή. Και, μάλιστα, βρέθηκε στις φυλακές της Λάρισας, εκεί που μερικά χρόνια νωρίτερα είχε πεθάνει ο αδερφός του.
Στην αρχή θεώρησε πως είχε γίνει κάποιο... λάθος και πως η περιπέτειά του αυτή είχε διαδικαστικό χαρακτήρα.
Όσο περνούσε ο καιρός και έβλεπε πως η υπόσχεση του αξιωματικού της χωροφυλακής ήταν «λόγια του αέρα», τόσο μεγάλωνε μέσα του ο θύμος και η οργή. Παράλληλα, μαθαίνει από συγκρατούμενους αλλά και δεσμοφύλακες πως στο δικαστήριο που θα γίνει η καταδίκη του είναι σίγουρη και πως στην πραγματικότητα ο διοικητής της χωροφυλακής τον είχε εξαπατήσει.
Ο θυμός και η οργή επέστρεψαν και κάπως έτσι η απόφαση ήταν... εύκολη υπόθεση. Ο Μήτρος Τζατζάς απέδρασε και επέστρεψε στα γνώριμα και εκείνον λημέρια των βουνών. Αυτή τη φορά, ωστόσο, ήταν αποφασισμένος να ζήσει σαν κανονικός λήσταρχος και να μην περιοριστεί σε ζωοκλοπές.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα έφτιαξε τη δική του συμμορία. Τόπος δράσης του ήταν οι περιοχές γύρω από τον Όλυμπο. Γρήγορα ξεκίνησε τις ληστείες.
Πολλά από τα χρήματα που κέρδιζε από τις ληστρικές επιδρομές του, τα έδινε στους φτωχούς για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν για να βοηθάει όσους πραγματικά το είχαν ανάγκη και ο δεύτερος προκειμένου να εξασφαλίζει πως κανείς από τους χωρικούς δεν πρόκειται να τον προδώσει στους χωροφύλακες που τον καταζητούσαν.
Η φήμη του Μήτρου Τζατζά άρχισε να γιγαντώνεται και σε αυτό βοήθησε όχι μόνο η δράση του αλλά και η φυσική του παρουσία. Ψηλός, γεροδεμένος με μακριά σγουρά μαλλιά, ο Τζατζάς ασκούσε μεγάλη γοητεία στις γυναίκες. Σύντομα κέρδισε τον «τίτλο» του «γυναικοκατακτητή». Του δόθηκε, μάλιστα, και ο χαρακτηρισμός «Δον Ζουάν των ελληνικών ορέων»!
Η δράση και το τέλος του Τζατζά
Ο Μήτρος Τζατζάς έγινε γνωστός στο πανελλήνιο όταν το 1924 έγινε... πρωτοσέλιδο εξαιτίας μίας εντυπωσιακής ληστείας που έκανε στο Στρυμονικό Σερρών, το οποίο τότε λεγόταν Ορλιακό. Εκεί, ο Τζατζάς και η συμμορία του έστησαν ενέδρα σε μία οχηματοπομπή πέντε αυτοκινήτων η οποία είχε ξεκινήσει από τη Νιγρίτα και είχε ως τελικό προορισμό τη Θεσσαλονίκη και μετέφερε πλούσιους εμπόρους, γιατρούς και τσιφλικάδες.
Ο Τζατζάς και οι δικοί του, αφού ακινητοποίησαν την πομπή υπό την απειλή όπλων άρπαξαν τη λεία τους (συνολικής αξίας περίπου 100.000 δραχμών) και πριν φύγουν άδειασαν τα ρεζερβουάρ των αυτοκινήτων από τη βενζίνη προκειμένου τα θύματα να μην μπορούν να ειδοποιήσουν τις αρχές και έτσι αυτοί να έχουν όσο χρόνο ήθελαν στη διάθεσή τους για να επιστρέψουν στα λημέρια τους.
Όπως γράφει ο Βασίλης Τζανακάρης στο βιβλίο του «Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν» (εκδόσεις «Καστανιώτη»), μετά από αυτή την εντυπωσιακή ληστεία σχεδόν ολόκληρη η δύναμη της χωροφυλακής στην ευρύτερη περιοχή, ξεχύθηκε στο κυνήγι του Τζατζα και της συμμορίας του.
Γνωρίζοντας, ωστόσο, πως τους κυνηγούν... Θεοί και Δαίμονες, μέσω της Δοϊράνης διαφεύγουν στη Σερβία όπου κρύβονται για λίγο καιρό μέχρι να «κάτσει η σκόνη». Δυστυχώς για τον Τζατζά, ωστόσο, τον Ιανουάριο του 1925 έπεσε θύμα προδοσίας και λίγο καιρό αργότερα βρέθηκε φυλακισμένος στην τρομερή και φοβερή φυλακή του Γεντί Κουλέ.
Ακόμα και αυτή η φυλακή, ωστόσο, δεν ήταν αρκετή για κρατήσει τον Τζατζα ο οποίος λίγους μήνες μετά απέδρασε. Ο αστικός μύθος, μάλιστα, αναφέρει πως «την έκανε» από τη φυλακή πηδώντας από έναν τοίχο ύψους οκτώ μέτρων χρησιμοποιώντας μία... ομπρέλα! Προφανώς αυτή η αφήγηση «μπάζει» από παντού αλλά ποτέ μην αφήνεις τέτοιες μικρολεπτομέρειες να χαλάνε μία εξαιρετική ιστορία!
Σε κάθε περίπτωση, ο Μήτρος Τζατζάς κατάφερε και διέφυγε συνεχίζοντας τη δράση του, μετά από ένα διετές διάλειμμα προκειμένου να σβήσει τα ίχνη του. Στο διάστημα αυτό καταστρώνει τα σχέδιά του και προετοιμάζει την εντυπωσιακή επιστροφή του.
Η επιστροφή στη δράση συνοδεύεται τόσο από ληστείες όσο και από απαγωγές πλουσίων. Η κορύφωση έρχεται τον Σεπτέμβριο του 1929 όταν ο Μήτρος Τζατζάς βάζει στο στόχαστρό του, της οικογένειες των Αβέρωφ (ανάμεσά τους και ο πατέρας του μετέπειτα προέδρου της Νέας Δημοκρατίας).
Όταν τους έστησαν ενέδρα διαπίστωσαν, ωστόσο, πως το περισσότερα μέλη της οικογένειας είχαν μείνει πίσω και δεν έκαναν το ταξίδι. Για καλή τους τύχη, ωστόσο, ανάμεσα στους ταξιδιώτες ήταν ο μικρός Μελέτης Σταματόπουλος, ο γιος του ιδιοκτήτη της Ηλεκτρικής Εταιρείας Τρικάλων. Οι ληστές πήγαν να πάρουν τον μικρό αλλά τότε εμφανίστηκε ο παππούς του, ο γερουσιαστής Σωτήρης Χατζηγάκης και έπεισε τους ληστές να πάρουν εκείνον στη θέση του μικρού Μελέτη.
Η απαγωγή του Χατζηγάκη και άλλων τεσσάρων ατόμων, συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Οι απαγωγείς ζήτησαν αρχικά ως λύτρα 5 εκατομμύρια δραχμές. Ο Σταματόπουλος ζήτησε από το κράτος να τα δώσει αλλά ο Βενιζέλος και η κυβέρνηση αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με τους απαγωγείς προκειμένου να μην αποτελέσει... παράδειγμα και για άλλους λήσταρχους.
Οι απαχθέντες απελευθερώθηκαν λίγες ημέρες αργότερα και αφού οι απαγωγείς είχαν λάβει τελικά ως λύτρα, μόλις... 600.000 δραχμές.
Από εκείνη την ημέρα και έπειτα, ο Μήτρος Τζατζας βρέθηκε στο «μάτι του κυκλώνα». Επικηρύχθηκε για 700.000 δραχμές και ολόκληρα καταδιωκτικά αποσπάσματα της χωροφυλακής τον κυνηγούσαν νύχτα και μέρα. Τελικά, μία ημέρα σαν σήμερα, στις 23 Μαρτίου του 1930, κοντά στο χωριό Ελάτεια λίγο έξω από τη Λάρισα, ο Τζατζάς και η συμμορία του εγκλωβίστηκαν από 15 (!) αποσπάσματα μέσα σε μία δυσπρόσιτη χαράδρα.
Ακολούθησε μία δίωρη σφοδρή μάχη στο τέλος της οποία ο Μήτρος Τζατζάς, ο τελευταίος μεγάλος λήσταρχος, σκοτώθηκε. Λέγεται πως έχασε τη ζωή του από χειροβομβίδα που πέταξε εναντίον του ο περιβόητος ανθυπασπιστής της χωροφυλακής Ιωάννης Δαφέρμος που ήταν γνωστός για την «αδυναμία» που είχε στους ληστές.
Λίγες στιγμές πριν εκτοξεύσει τη χειροβομβίδα ο Δαφέρμος, ο Τζατζάς είχε προλάβει να τον πυροβολήσει. Λίγο αργότερα ο Δαφέρμος άφησε την τελευταία του πνοή.
Η εκτέλεση του Μήτρου Τζατζά πανηγυρίστηκε δεόντως από την κυβέρνηση ως μεγάλη επιτυχία ενώ σήμερα το κεφάλι του βρίσκεται στο Μουσείο Εγκληματολογίας του ΕΚΠΑ.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.