Μενού
eisvoli-nazi
Μάχη στη διάρκεια της ναζιστικής εισβολής στην Ελλάδα | YouTube
  • Α-
  • Α+

Ο πόλεμος (σχεδόν κάθε πόλεμος) είναι μία αιματοβαμμένη παρτίδα σκάκι για πολύ δυνατούς «παίκτες» οι οποίοι όταν κάνουν μία κίνηση την κάνουν επειδή ήδη έχουν σκεφτεί και οργανώσει μέσα στο μυαλό τους την... επόμενη κίνηση.

Σε κάθε πόλεμο υπάρχει αυτό που φαίνεται αλλά κυρίως υπάρχει αυτό που δε φαίνεται. Αυτό έγινε και όταν η ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στην Ελλάδα. Η απόφαση του Αδόλφου Χίτλερ να επιτεθεί σε μία μικρή «κουκίδα» πάνω στον παγκόσμιο χάρτη, δεν είχε να κάνει με την Ελλάδα αλλά με την επίθεση που σχεδίαζε στη Σοβιετική Ένωση.

Ο Χίτλερ θεώρησε πως η χώρα μας είναι προκεχωρημένο φυλάκιο ή/και πιθανό προγεφύρωμα της Μεγάλης Βρετανίας και άρα αποτελούσε επιθετικό στόχο ζωτικής σημασίας καθώς έτσι κάλυπτε τα νώτα της Βέρμαχτ.

Όταν οι ναζιστικές ορδές επιτέθηκαν στην Ελλάδα

Εν μέσω του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Αδόλφος Χίτλερ είχε καταφέρει να διατηρήσει μια καλή διπλωματική επαφή με την Ελλάδα και την κυβέρνηση του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά.

Την επαφή αυτή την έκανε ακόμα καλύτερη η άρνηση του Τσόρτσιλ να δώσει στη χώρα μας αντιαεροπορικά και αντιαρματικά πυροβόλα.Ήταν η εποχή που σε ένα διπλωματικό σκάκι στο οποίο συμμετείχαν η Γερμανία, η Ιταλία, η Ελλάδα και η Ισπανία του Φράνκο προετοιμαζόταν το έδαφος προκειμένου να φτάσουμε σε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας υπό την προϋπόθεση η Ελλάδα να επιστρέψει σε καθεστώτος ουδετερότητας.

Σύμφωνα με τους ιστορικούς ο Μεταξάς δεν ήταν αρνητικός σε μια τέτοια προοπτική, ωστόσο, αυτό που έκανε ήταν να προσπαθεί να την καθυστερήσει καθώς την ίδια ώρα στο πολεμικό μέτωπο ο ελληνικός στρατός πετύχαινε τη μια νίκη μετά την άλλη κάτι που, όπως είναι εύκολα αντιληπτό, τον καθιστούσε πολύ πιο ισχυρό στις όποιες διαπραγματεύσεις.

Ο «Φύρερ», ωστόσο, είχε δείξει πως ακόμα και όταν μιλά διπλωματικά στο πίσω μέρος του μυαλού του έχει τη δύναμη των όπλων. Στις 5 Δεκεμβρίου 1940, έγινε σύσκεψη των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Καγκελαρία. Ο Αδόλφος Χίτλερ έδωσε εντολή να εκπονηθεί ένα σχέδιο εισβολής στην Ελλάδα σε περίπτωση που η διαμεσολαβητική προσπάθεια θα αποτύγχανε.

Το σχέδιο αυτό, πήρε την κωδική ονομασία «επιχείρηση Μαρίτα» και ο χρόνος υλοποίησής του, προσδιορίστηκε για τον Μάρτιο του 1941. Μαρίτα ήταν το όνομα της μικρής κόρης του Αντιστράτηγου Alfred Jodl, αρχηγού του γραφείου επιχειρήσεων των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. 

Στις 29 Ιανουαρίου 1941 πέθανε ο δικτάτορας Μεταξάς και κάπως έτσι τον ουσιαστικό έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης ανέλαβε ο βασιλιάς Γεώργιος Β' ο οποίος ήταν ο απόλυτος σύμμαχος των Βρετανών. Και κάπου εκεί, αντιλαμβάνονται όλοι πως η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας στην Ελλάδα δε θα αργήσει.

Και δεν άργησε. Το ημερολόγιο έδειχνε Κυριακή 6 Απριλίου 1941. Λίγο μετά τις 5 το πρωί Γερμανοί πεζικάριοι και αλπινιστές πλησίασαν στα σύνορα της Ελλάδας με τη Βουλγαρία. Την ίδια ώρα ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα πρίγκηπας Ερμπαχτ βρέθηκε στο σπίτι του διαδόχου του Μεταξά, Τετραυγουστιανού πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή.

Αφού τον ξύπνησε του διαβίβασε τη διακοίνωση, με την οποία η κυβέρνηση του Χίτλερ «εξηγούσε» τους λόγους που την έκαναν να εισβάλει στο ελληνικό έδαφος τονίζοντας πως ο πόλεμος δε στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη. Ο Κορυζής είπε το δεύτερο «Όχι». Περίπου 45 λεπτά πριν εκπνεύσει το τελεσίγραφο η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας είχε ξεκινήσει.

«Πρωία 6ης Απριλίου 1941. Από τις 05.15 ώρας της σήμερον, ο εν Βουλγαρία ευρισκόμενος γερμανικός στρατός, προσέβαλεν απροκλήτως τα ημέτερα στρατεύματα της Ελληνοβουλγαρικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους». Αυτό ανέφερε το υπ’ αριθμ. 162 Πολεμικό Ανακοινωθέν που εκδόθηκε από το Γενικό Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού.

Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη.

Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.  Στις 8 Απριλίου έσπασε η Γραμμή Μεταξά και τη νύχτα οι Ναζί είχαν φτάσει πλέον στη Θεσσαλονίκη.

Τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.

Η ηρωική στάση του λοχία Δημήτρη Ίτσιου

Όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί ο καθένας, αν και στην πραγματικότητα μιλάμε για μία μάχη μεταξύ «Δαυίδ και Γολιάθ», οι στιγμές ηρωισμού στο μέτωπο ήταν πολλές. Πάντα, ωστόσο, θα ξεχωρίζει αυτή του έφεδρου λοχία Δημήτρη Ίτσιου ο οποίος ήταν ο επικεφαλής του πολυβολείου Π8 που βρισκόταν πάνω στη «Γραμμή Μεταξά», στο όρος Μπέλες.

Ο Ίτσιος γεννήθηκε στις 5 Απριλίου του 1906, στα σημερινά Άνω Πορόια Σερρών, που τότε ήταν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το χωριό του απελευθερώθηκε από τους Οθωμανούς όταν ο Ίτσιος ήταν μόλις 6 ετών.

Όταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έριξε βαριά τη σκιά του πάνω από την Ελλάδα, ο Δημήτρης Ίτσιος, ντύθηκε στα χακί. Λίγο πριν την επίθεση της Ναζιστικής Γερμανίας στη χώρα μας ήταν επικεφαλής του πολυβολείου Π8. Η θέση του βρισκόταν στον ορεινό όγκο ακριβώς πάνω από το χωριό του.

Αποστολή του συγκεκριμένου πολυβολείου ήταν να καλύψει την οπισθοχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων. Ο Ίτσιος είχε λάβει δύο διαταγές. Η μία ήταν να αντέξει όσο περισσότερο μπορεί και η δεύτερη ήταν, όταν ο ίδιος θα έκρινε πως ήταν ασφαλές και θα είχε κερδίσει τον απαιτούμενο χρόνο για να το πετύχει, να ξεκινούσε την οπισθοχώρηση του ίδιου αλλά και των πέντε φαντάρων που ήταν μαζί του στο πολυβολείο.

Στη διάρκεια της μάχης και όταν έκρινε πως ήταν η καλύτερη στιγμή για να εγκαταλείψουν το πολυβολείο, ο λοχίας Δημήτρης Ίτσιος, έδωσε εντολή στους πέντε φαντάρους να φύγουν και να σωθούν. Ο ίδιος αποφάσισε να παραμείνει για να τους χαρίσει χρόνο διαφυγής.

Οι τρεις από τους πέντε φαντάρους έφυγαν. Οι άλλοι δύο, που ήταν και κοντοχωριανοί του, του είπαν πως δεν τον αφήνουν μόνο του και πως θα μείνουν μαζί του μέχρι να φύγει και εκείνος.

Προφανέστατα κανείς από τους τρεις τους δεν είχε την παραμικρή διάθεση να φύγει. Έτσι, έμειναν μέσα στο πολυβολείο και συνέχισαν τη μάχη κατά των ναζιστών. Όσο η ώρα περνούσε οι εισβολείς διαπίστωναν πως δεν μπορούσε μία απλή μονάδα της Βέρμαχτ να «ρίξει» το πολυβολείο.

Σύντομα, έσπευσαν στο σημείο και άλλες δυνάμεις. Επίλεκτες χερσαίες δυνάμεις του Γερμανικού στρατού που είχαν και αεροπορική κάλυψη από τα «στούκας».

Κάθε προσπάθεια των Ναζί να καταλάβουν το πολυβολείο, ωστόσο, αποτύγχανε παταγωδώς. «Επανειλημμένες απόπειρες των εχθρών, για κάθοδο εντός των στοών, μέσα στα Οχυρά, αποκρούονται με βαριές απώλειες», είχε αναφέρει σε ανταπόκρισή του το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ο Ίτσιος και οι δύο φαντάροι έδωσαν μία συγκλονιστική μάχη μέχρις εσχάτων. Έριξαν πάνω από 33.000 σφαίρες κατά του εχθρού, όσες δηλαδή είχαν στη διάθεσή τους. Σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε οι τρεις Έλληνες σκότωσαν στη διάρκεια της μάχης 232 Ναζί στρατιώτες, ανάμεσα στους οποίους υπήρξε και ο συνταγματάρχης, Έμπερχαρντ Έμπελιγκ!

Προκειμένου να έχουμε μία σωστή τάξη μεγέθους για τον ηρωισμό του Ίτσιου και των δύο συμπολεμιστών του, αρκεί μόνο να αναφέρουμε πως τον ίδιο αριθμό απωλειών είχαν οι Ναζί όταν εισέβαλαν στη Γιουγκοσλαβία! Σε ολόκληρο το μέτωπο...

Όταν τα πυρομαχικά εξαντλήθηκαν ο Ίτσιος και οι δύο φαντάροι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να παραδοθούν. Λέγεται πως όταν τους είδαν να βγαίνουν από το πολυβολείο, οι Ναζί πλησίασαν τους Έλληνες στρατιώτες.

Στη λαϊκή συνείδηση έχει διασωθεί ένας διάλογος που είχε ο Ίτσιος με τον διοικητή της 6ης Ορεινής Μεραρχίας Φραντζ Σαίρνερ, ισχυρού άνδρα του ναζιστικού καθεστώτος και πρόσωπο απολύτου εμπιστοσύνης του Χίτλερ, λίγα λεπτά αφότου βγήκε με τους δύο συμπολεμιστές του από το πολυβολείο έχοντας ψηλά τα χέρια.

Ο διάλογος αυτός φτάνει στις ημέρες μας με διάφορες παραλλαγές αλλά με το πνεύμα να παραμένει το ίδιο.

  • Στρατηγός Σαίρνερ: Που είναι ο αξιωματικός σου;
  • Ίτσιος: Δεν υπάρχει, εγώ είμαι επικεφαλής
  • Στρατηγός Σαίρνερ: Εσύ;
  • Ίτσιος: Ναι!
  • Στρατηγός Σαίρνερ: Συγχαρητήρια, με την αντίσταση σου ζωντάνεψες το πνεύμα των προγόνων σου.
  • Ίτσιος: Έκαμα το καθήκον μου.
  • Στρατηγός Σαίρνερ: Μου στοίχισες πάνω από διακόσιους άνδρες. Τώρα πρέπει να κάνω και εγώ το δικό μου.

Στη συνέχεια ο Φραντζ Σαίρνερ έδωσε εντολή να εκτελέσουν τον Ίτσιο και να αφήσουν ελεύθερους τους δύο στρατιώτες.

«Εκτελέστηκε από Γερμανό Επιλοχία κατόπιν διαταγής του Γερμανού Διοικητού και ύστερα από τα συγχαρητήρια που του έδωσε ο δεύτερος για την ανδρεία του, την γενναιότητα και την άριστη άμυνα που προέβαλλε το πολυβολείο Π8 που διοικούσε ο λοχίας Ίτσιος Δημήτριος» αναφέρει το ατομικό δελτίο απώλειας του Σερραίου ήρωα, στα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον πρώτο αιχμάλωτο πολέμου στην Ελλάδα, που κατά παράβαση των Διεθνών Συνθηκών, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τον κατακτητή. Η εκτέλεση του λοχία Δημήτρη Ίτσιου είναι το πρώτο έγκλημα πολέμου των Ναζί στη χώρα μας. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA