Μενού
koimomenh
Η «Κοιμωμένη» του Χαλεπά | ReaderGr
  • Α-
  • Α+

Πένθος, θρήνος, ένας μεγάλος έρωτας, μια νεαρή κοπέλα και ένα έργο τέχνης η ομορφιά του οποίου μαγνητίζει ακόμα και σήμερα. Αν σας πει κάποιος το ονοματεπώνυμο Σοφία Αρχοντάκη, τότε μάλλον, δύσκολα μπορείτε να συνδυάσετε όλα τα παραπάνω.

Αν, όμως, κάποιος αναφέρει την «Κοιμωμένη» του Γιαννούλη Χαλεπά τότε όλα τα κομμάτια του παζλ θα αρχίσουν να συνδέονται.

Μια πανέμορφη και νεαρή κοπέλα, η Σοφία Αρχοντάκη, πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 17 Δεκεμβρίου του 1878, έχοντας προλάβει να ζήσει έναν έρωτα μοναδικό. Από αυτούς που γεμίζουν τις σελίδες των βιβλίων. Και μετά ήρθε ο θάνατος, το πένθος και ο θρήνος. Όλα αυτά τα άγρια συναισθήματα που ο σπουδαίος γλύπτης Γιαννούλης Χαλεπάς κατάφερε να αποτυπώσει σε ένα έργο το οποίο σήμερα κοσμεί το μεγαλύτερο υπαίθριο μουσείο της χώρας: Το Α' Νεκροταφείο της Αθήνας 

Ένα μνημείο η φήμη του οποίου ξεπερνάει τα σύνορα της χώρας. Ένας πανελλήνιος θρύλος και έθρεψε τη λαϊκή φαντασία και δημιούργησε τόσους αστικούς μύθους, όσους δεν είχε γνωρίσει ποτέ ξανά κανένα έργο.

Ποια ήταν η νεαρά και όμορφη Σοφία Αφεντάκη

Η Σοφία Αφεντάκη γεννήθηκε το 1860. Ήταν γόνος μίας πλούσιας αστικής οικογένειας της Αθήνας, με καταγωγή από την Κίμωλο. Το σπίτι τους ήταν στην οδό Σωκράτους. Η Σοφία απέκτησε τον τίτλο της «νεαράς κόρης των Αθηνών» εξαιτίας της σπάνιας ομορφιάς της.

Λέγεται πως ήταν μια πραγματική καλλονή που αν και ανήλικη είχε γίνει το αντικείμενο του πόθου για πολλούς άνδρες οι οποίοι ξημεροβραδιάζονταν έξω από το σπίτι της με την ελπίδα να τη συναντήσουν.

Ο Νικόλαος Γύζης, ο διάσημος ζωγράφος, σε ένα ταξίδι του στην Αθήνα από το Μόναχο, όταν είδε την 16χρονη τότε Σοφία, σε μια δεξίωση στο αρχοντικό Ρενιέρη έσπευσε να μάθει το όνομά της.

Την επόμενη μέρα, ζήτησε από κοινούς γνωστούς να μεσολαβήσουν για να τη ζωγραφίσει. Κανένας, όμως, από τους φίλους του δε δέχτηκε να μεσολαβήσει, γιατί αυτό ήταν παράτολμο για τα ήθη και τα έθιμα της εποχής.

Από εδώ και πέρα η αλήθεια μπλέκεται με τον μύθο. Λέγεται πως ο πατέρας της, Κωνσταντίνος Αφεντάκης, μεγάλος έμπορος της εποχής, ενοχλημένος από τις εκδηλώσεις λατρείας στην κόρη του, δύσκολα την άφηνε να κυκλοφορεί μόνη της. Σπάνια της επέτρεπε να εμφανίζεται σε δημόσιες εκδηλώσεις και αν κάποια στιγμή αυτό συνέβαινε, φρόντιζε και ο ίδιος να είναι... κάπου εκεί κοντά.

Κάποια στιγμή ήθελε να πάει ένα επαγγελματικό ταξίδι στο εξωτερικό και έτσι αποφάσισε να την πάρει μαζί του. Στην Ιταλία και συγκεκριμένα στη Νάπολη, σύμφωνα με τον μύθο, η Σοφία γνώρισε τον νεαρό και όμορφο τενόρο Μάριο Τζοβάνι τον οποίο ερωτεύτηκε παράφορα όπως και εκείνος άλλωστε όταν οι δυο τους βρέθηκαν ένα βράδυ στην όπερα.

Λέγεται πως οι δυο τους έζησαν έναν έρωτα παράφορο μέχρι την ημέρα που ο πατέρας της Σοφίας ανακάλυψε ένα γράμμα του τενόρου στην κόρη του: «Ούτε μια στιγμή δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα. Χθες με αποθέωσαν στην όπερα, μα εγώ έψαχνα εσένα. Και όταν γύρισα στο σπίτι, στη γοητευτική φωλίτσα μας, έκανα όνειρα για μας», έγραφε στο γράμμα.

Ο πατέρας φυσικά και έγινε έξαλλος και έτσι άρον – άρον πήρε την κόρη του και επέστρεψαν στην Αθήνα. Η νεαρή κοπέλα κατέρρευσε ψυχολογικά, έπεσε σε βαθιά μελαγχολία, υπέφερε από κατάθλιψη εξαιτίας του χαμένου της έρωτα και τελικά, δεν άντεξε. Αυτοκτόνησε πίνοντας δηλητήριο, μόλις στα 18 της χρόνια.

Σύμφωνα με αυτή τη (ρομαντική, είναι η αλήθεια) εκδοχή της ιστορίας, μετά το θάνατο της Σοφίας και αφού έχει ανατεθεί στον Γιαννούλη Χαλεπά να φτιάξει ένα μνημείο για εκείνη, ο πατέρας της επέστρεψε στην Ιταλία προκειμένου να βρει ένα σπάνιο μάρμαρο που είχε ζητήσει ο σπουδαίος γλύπτης, πληροφορήθηκε πως ο τενόρος έμαθε για την τραγική κατάληξη της αγαπημένης του και είχε βάλει και εκείνος τέλος στη ζωή του με τον ίδιο τρόπο!

Ότι διαβάσατε μέχρι τώρα, είναι μια εξαιρετικά όμορφη και συγκινητική ιστορία αλλά ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα η οποία είναι πιο... ρηχή.

Η Σοφία Αρχοντάκη πέθανε μια ημέρα σαν σήμερα, χτυπημένη από φυματίωση που εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε έξαρση.

Επιπλέον, δεν υπήρχε κανείς «όμορφος και νεαρός» τενόρος. Όταν πέθανε η Σοφία Αρχοντάκη ο τενόρος Μάριο Τζοβάνι ήταν 68 ετών και πέθανε στα βαθιά γεράματα.

Υπεύθυνος για όλο αυτό τον μύθο περί έρωτα και αυτοκτονίας φαίνεται πως ήταν ο δημοσιογράφος Σπύρος Σ. Δενδρινός ο οποίος τη δεκαετία του 1950 έγραψε μια σειρά άρθρων υπό τον τίτλο «Η Κοιμωμένη: Το τρυφερό ρομάντζο της Σοφίας Αφεντάκη».

Τι είπε ο ίδιος ο Χαλεπάς για την «κοιμωμένη» του

Για πολλούς, η «Κοιμωμένη» είναι το σπουδαιότερο γλυπτό της σύγχρονης Ελλάδας. Έμεινε στο Α' Νεκροταφείο για 137 χρόνια και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Γλυπτοθήκη της Εθνικής Πινακοθήκης. Στη θέση του έχει τοποθετηθεί ένα πιστό αντίγραφο. Τόσο πιστό που μόνο οι ειδικοί μπορούν να καταλάβουν τις ελάχιστες διαφορές που υπάρχουν.

Στην ιστοσελίδα της Εθνικής Πινακοθήκης διαβάζουμε πως: «Για την απόδοση της νεκρής ο Χαλεπάς βασίστηκε στον τύπο της ξαπλωμένης ή ανακεκλιμένης μορφής πάνω σε σαρκοφάγο ή κλίνη. Το μοτίβο αυτό ξεκίνησε από την Ετρουρία και χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα στην ευρωπαϊκή γλυπτική.

Ο Χαλεπάς όμως αποφεύγει την απόλυτη ακαμψία με το λυγισμένο πόδι και την ελαφρά στροφή του κεφαλιού. Η πλαστική απόδοση της σάρκας αλλά και της διαφορετικής υφής των υφασμάτων και του σεντονιού χαρίζουν ιδιαίτερη ζωντάνια στο έργο.

Το πρόσωπο της νεκρής κοπέλας έχει μια έκφραση ηρεμίας. Με τα μάτια κλειστά και τα χείλη μισάνοιχτα, μοιάζει παραδομένη σε ένα γαλήνιο ύπνο. Η στάση της αποδίδεται με απόλυτη φυσικότητα, ενώ οι πτυχώσεις των υφασμάτων είναι δουλεμένες με εξαιρετική δεξιοτεχνία.

Το μοναδικό στοιχείο που παραπέμπει στον κόσμο των νεκρών είναι ο σταυρός που κρατάει στο στήθος. Το στοιχείο αυτό συνδέει τη σύνθεση με την ελληνική αρχαιότητα, αλλά και με τις αντιλήψεις των κλασικιστών.

Στην αρχαία Ελλάδα ο Ύπνος και ο Θάνατος ήταν δίδυμα αδέλφια. Οι κλασικιστές θεωρούσαν το θάνατο έναν αιώνιο ύπνο χωρίς όνειρα».

Ήταν τέτοια η διάσταση του έργου που, πέρα από την ιστορία αγάπης της Σοφίας με τον τενόρο, δημιουργήθηκε και ένας ακόμα μύθος, σύμφωνα με τον οποίο ο ίδιος ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν ερωτευμένος με τη Σοφία Αρχοντάκη και πως για τον λόγο αυτό το γλυπτό είναι τόσο όμορφο, επειδή ο καλλιτέχνης «αποτύπωσε» πάνω σε αυτό τον έρωτά του.

Η πραγματικότητα, ωστόσο, και εδώ είναι πιο... ρηχή. Ο Χαλεπάς είχε δει τη Σοφία μόνο από φωτογραφία.

Το άγαλμα φτιάχτηκε μετά από παραγγελία της ίδιας της μητέρας της στον Γιαννούλη Χαλεπά. Λέγεται πως ο Χαλεπάς δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να αποφασίσει το πως θα έφτιαχνε τη νεκρή κοπέλα. Όταν τελικά κατέληξε, απογοητεύτηκε πάρα πολύ, μιας και το γλυπτό δεν άρεσε καθόλου στην κυρία Αφεντάκη.

Τότε, λέγεται, ότι ο Χαλεπάς πήρε ένα λοστό και τον κάρφωσε στο σώμα του αγάλματος, τόσο δυνατά, ώστε το κεφάλι αποκολλήθηκε από το υπόλοιπο σώμα. Σύμφωνα με την ιστορία, η μητέρα της Σοφίας εκείνη τη στιγμή άλλαξε γνώμη και παρακάλεσε τον γλύπτη να ξαναφτιάξει το άγαλμα, όπως ήταν πριν.

Μέσα στην όλη μυθολογία που είχε κατά καιρούς αναπτυχθεί είχε ακουστεί πως ο Χαλεπάς ήταν ερωτευμένος με την Σοφία και γι' αυτό τον λόγο την απέδωσε τόσο καλά στο γλυπτό. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια.

Στην πραγματικότητα ο Γιαννούλης Χαλεπάς έφτιαξε αυτό το αριστούργημα κοιτάζοντας μια φωτογραφία της κοπέλας που του είχαν δώσει οι γονείς της.

Ο ίδιος ο Γιαννούλης Χαλεπάς σε συνέντευξή του το 1930 είχε πει:

«Μέσα στην τσάντα της είχε μια φωτογραφία μιας ωραίας γυναίκας. Την έβγαλε απ’ την τσάντα της, και δείχνοντάς μου την, μου είπε να της κάνω μία προτομή, ένα οποιοδήποτε άγαλμα του γούστου μου. Της ζήτησα, θυμάμαι, χίλιες δραχμές, κι εκείνη, αφήνοντας τη φωτογραφία, έφυγε.

Εγώ την άλλη μέρα άρχισα να σκέπτομαι, να βασανίζω το μυαλό μου, σαν τι σχέδιο να κάνω. Δεν άργησα να εμπνευστώ το σχέδιό μου κι αμέσως έβαλα μπρος.

Έκανα το σχέδιο, κατόπι το έπλασα σε πηλό. Φώναξα τότε την κυρία Αφεντάκη. Όταν ήλθε, δεν της άρεσε και μου είπε ότι αν είναι δυνατόν ν’ αλλάξω σχέδιο. Εγώ θυμώνοντας τότε – και το θυμό μου θυμάμαι ακόμα και τώρα, γιατί για μένα τα λόγια της ήταν προσβλητικά -, μη χάνοντας καιρό, πήρα ένα λοστό, έδωσα ένα γερό χτύπημα στο στήθος του αγάλματος κι έτσι χωρίστηκε απ’ το στήθος το κεφάλι.

– Και τότε τι έγινε κ. Χαλεπά;

 – Η κυρία Αφεντάκη κατάλαβε αμέσως το λάθος της και μου είπε ότι το άγαλμα της άρεσε όπως ήταν και με παρακάλεσε να το ξαναφτιάξω. Το’ φτιαξα, το σκάλισα απάνου στο μάρμαρο και έπειτα από λίγον καιρό, το 1880, η Κοιμωμένη, το άγαλμα που μου έδωσε τη φήμη, στέκονταν πάνω απ’ τον τάφο της Αφεντάκη».

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA