Ο Μαξ Μέρτεν δεν ήταν ένας απλός αξιωματικός των ναζί. Ήταν ο λεγόμενος «Χασάπης της Θεσσαλονίκης» καθώς αυτός ήταν που έστειλε 50.000 Εβραίους στο κολαστήριο του Άουσβιτς αφού πρώτα είχε δημιουργήσει έναν αμύθητο θησαυρό αρπάζοντας τις περιουσίες τους.
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς όταν ο συγκεκριμένος ναζί έπεσε στα χέρια των Ελληνικών αρχών, να περάσει από δίκη και (στην καλύτερη για εκείνον περίπτωση) να σαπίσει σε κάποια φυλακή της χώρας. Αλλά όχι.
Η ηττημένη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου Γερμανία όχι απλά είχε μπορέσει να σταθεί ξανά στα πόδια της αλλά ανάγκασε τη νικήτρια Ελλάδα να υποκύψει σε πιέσεις και εκβιασμούς και στην πραγματικότητα της επέβαλε να απελευθερώσει τον Μαξ Μέρτεν και στη συνέχεια να τον στείλει πίσω στην πατρίδα του!
Ήταν η εποχή που κυρίαρχο στοιχείο στη Δύση ήταν ο αντικομμουνισμός και μπροστά σε αυτό οι παλιοί εχθροί, πλέον, ήταν σύμμαχοι. Και μεταξύ συμμάχων δε «χωράνε» αντιδικίες. Ειδικά από τη στιγμή που «έτρεχαν» διάφορα δάνεια και επιχορηγήσεις για να καταφέρει η μικρή Ελλαδίτσα να σταθεί ξανά στα πόδια της.
Ο «Χασάπης της Θεσσαλονίκης»
Στη ναζιστική Γερμανία ο Μαξ Μέρτεν είχε ραγδαία ανέλιξη εξαιτίας του σκληρού του χαρακτήρα. Είχε οριστεί από το καθεστώς ως ανώτατος εισαγγελέας και έφερε τον βαθμό του λοχαγού. Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Μέρτεν υπηρέτησε στη Σερβία και στην Ελλάδα ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος.
Στη χώρα μας ήρθε τον Απρίλιο του 1942, ακριβώς ένα χρόνο μετά τη γερμανική εισβολή. Για τα επόμενα δυο χρόνια εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη με βασικότερο από τα καθήκοντά του, την εφαρμογή της διαταγής για τη δίωξη και εξόντωση των Εβραίων της Μακεδονίας.
Ο χαρακτήρας του Μέρτεν και η αφοσίωσή του στα ναζιστικά ιδεώδη τον έκαναν να δείχνει διαρκώς το πιο σκληρό πρόσωπό του, παρακάμπτοντας πολλές φορές ακόμα και τον ίδιο τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή των ναζιστικών στρατευμάτων σε Μακεδονία και Αιγαίο.
Ο λοχαγός του Γ’ Ράιχ θεωρήθηκε ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός πως περίπου 50.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης οδηγήθηκαν και οι περισσότεροι από αυτούς εξοντώθηκαν στο κολαστήριο του Άουσβιτς. Ο Μαξ Μέρτεν πριν τους στείλει στο θάνατο είχε φροντίσει να λεηλατήσει τις περιουσίες τους, υποσχόμενος που θα τους γλιτώσει αν τον πληρώσουν αδρά.
Όταν βέβαια έπαιρνε αυτό που ήθελε, τους έβαζε στα τρένα του θανάτου και τους έστελνε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η αξία των όσων κατάφερε και αποκόμισε υπολογίζεται πως ξεπερνούσε το ιλιγγιώδες ποσό των 125.000.000 χρυσών φράγκων!
Όταν οι δυνάμεις του Γ’ Ράιχ άρχισαν να οπισθοχωρούν και να σημειώνουν τη μια ήττα μετά την άλλη στα πολεμικά μέτωπα ο Μέρτεν έφυγε από την Ελλάδα. Σύμφωνα με μια εκδοχή πήρε μαζί του μόνο ένα μικρό μέρος του θησαυρού που είχε δημιουργήσει και τον υπόλοιπο τον έθαψε σε άγνωστη τοποθεσία.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή φόρτωσε εκατοντάδες χιλιάδες λίρες, περίπου 12 τόνους σε χρυσάφι και τιμαλφή, διαμάντια τεράστιας αξίας ακόμα και αρχαία αντικείμενα σε ένα υποβρύχιο το οποίο τον μετέφερε στη Σάμο και από εκεί με μια μεγάλη τράτα με σκοπό να τη βυθίσει ανοιχτά της Φοινικούντας στη Μεσσηνία προκειμένου να έρθει κάποια στιγμή στην Ελλάδα και να πάρει πίσω τον θησαυρό.
Ο θησαυρός ποτέ δε βρέθηκε (και έγιναν πολλές προσπάθειες με τελευταία πριν από 23 χρόνια). Ο Μαξ Μέρτεν, ωστόσο, πράγματι γύρισε στην Ελλάδα. Τον Μάιο του 1957. Ήταν πλέον υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης της Δυτικής Γερμανίας. Το θέμα, ωστόσο, είναι πως σε βάρος του εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης από το 1947 για εγκλήματα πολέμου και συνελήφθη!
Η σκανδαλώδης απέλαση και ο ρόλος του Καραμανλή
Η σύλληψη και η προφυλάκιση του Μαξ Μέρτεν, που όπως ήδη ειπώθηκε, πλέον, ήταν κυβερνητικός αξιωματούχος στη Γερμανία, προκαλεί κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες, με τους Γερμανούς να απειλούν με οικονομικές κυρώσεις την ελληνική κυβέρνηση η οποία προσπαθούσε να κρατήσει τις ισορροπίες του τρόμου!
Εκείνη την περίοδο, άλλωστε, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις για δάνειο αξίας 200 εκ. μάρκων, ενώ παράλληλα δεν ήθελε να μπει σε διαμάχη με μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ που δεχόταν χιλιάδες Έλληνες μετανάστες στο έδαφός της.
Η κυβέρνηση Καραμανλή υποχώρησε και ψήφισε νόμο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου», με τη δικαιολογία ότι «πρέπει να παραμεριστούν τα εμπόδια δια την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με τη Δυτική Γερμανία»!
Ακολούθησε νέος γύρος έντασης, αυτή τη φορά με την αντιπολίτευση στο εσωτερικό της χώρας αλλά και με τους πρώην Συμμάχους στον πόλεμο να ειρωνεύονται την κυβέρνηση. Είναι ενδεικτικό πως οι Times του Λονδίνου έγραψαν πως: «Η Ελλάδα αμνηστεύει τους σφαγείς της»!
Τελικά, η κυβέρνηση Καραμανλή υπαναχώρησε ξανά αφού εξαίρεσε τον Μαξ Μέρτεν από την εφαρμογή του νόμου που η ίδια ψήφισε και τον έστειλε σε δίκη στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκληματιών Πολέμου της Αθήνας. Στις 5 Μαρτίου εκδόθηκε η απόφαση του Στρατοδικείου σύμφωνα με την οποία ο Μέρτεν καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης 25 ετών κατά συγχώνευση.
Τώρα ήταν η σειρά της Γερμανίας να πιέσει ξανά τον Καραμανλή ο οποίος βρισκόταν σε δύσκολη θέση δεδομένου πως δεν μπορούσε να απελευθερώσει έναν ναζί εγκληματία πολέμου την ίδια ώρα που στις Ελληνικές φυλακές βρισκόταν ως πολιτικός κρατούμενος ο ήρωας της Αντίστασης αλλά... κομμουνιστής Μανώλης Γλέζος.
Τελικά, τον Αύγουστο του 1959 με το νόμο 4016, η κυβέρνηση τροποποίησε τη σχετική νομοθεσία, με αποτέλεσμα να «αναστέλλεται αυτοδικαίως πάσα δίωξις γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης. Αντίγραφα των δικογραφιών αποστέλλονται εις τας γερμανικάς αρχάς».
Κάπως έτσι, μια ημέρα σαν σήμερα, ο Μαξ Μέρτεν αποφυλακίστηκε και με συνοπτικές διαδικασίες απελάθηκε στη Γερμανία με την προϋπόθεση να δικαστεί εκεί. Τα γερμανικά δικαστήρια, ωστόσο, δε βρήκαν κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο και αθώωσαν τον Μέρτεν από κάθε κατηγορία με αποτέλεσμα ο «Χασάπης της Θεσσαλονίκης» να ζήσει ελεύθερος μέχρι τον θάνατό του στις 21 Σεπτεμβρίου 1971 στο δυτικό Βερολίνο.
Το «ευχαριστώ» του Μαξ Μέρτεν στην ελληνική κυβέρνηση ήταν τον Σεπτέμβριο του 1960, με δηλώσεις του στη γερμανική εφημερίδα Ηχώ του Αμβούργου και το περιοδικό Der Spiegel να «αποκαλύψει» πως ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Γεώργιος Θέμελης, ο υπουργός Εσωτερικών Δημήτρης (Τάκης) Μακρής και η σύζυγός του, Δοξούλα Λεοντίδου, ήταν «έμμισθοι πληροφοριοδότες των γερμανικών αρχών Κατοχής και για τις πολύτιμες πληροφορίες που είχαν δώσει, σχετικά με την Αντίσταση, πήραν ανταμοιβή από τις κατασχεμένες περιουσίες των Εβραίων»!
Το σοκ ήταν τεράστιο και προκάλεσε μια δίχως προηγούμενο πολιτική κρίση στην Ελλάδα. Αποδείξεις ο Μαξ Μέρτεν δεν παρουσίασε ποτέ για την εμπλοκή του Καραμανλή σε όλο αυτό αλλά η «ρετσινιά» έμεινε και χρησιμοποιήθηκε από τους πολιτικούς εχθρούς του τότε πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας από την πλευρά της, μετά από έντονα διαβήματα της ελληνικής πλευράς, αρκέστηκε να εκφράσει τη λύπη της για τα όσα είχαν δει το φως της δημοσιότητας.
«Η κυβέρνησις ευθύς εξ αρχής ενημέρωσε την κοινήν γνώμην επί της αθλίας αυτής υποθέσεως. Και δια της προσφυγής των θιγομένων ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης και της ψηφίσεως ειδικού νόμου επιτρέποντος εις τον εν λόγω εγκληματίαν πολέμου να προσέλθη εις την Ελλάδα και να επιβεβαιώση τας κακοηθείας του, εδημιούργησε όλας τας προϋποθέσεις δια την πλήρην διαφώτισιν της κοινής γνώμης» ήταν η απάντηση που έδωσε ο ίδιος ο Καραμανλής.
Στις 7 Μαρτίου του 1961 τα Γερμανικά δικαστήρια κάλεσαν τον Μέρτεν να αποδείξει τα όσα έλεγε αλλά εκείνος δεν εμφανίστηκε καν, τονίζοντας πως δεν έχει εμπιστοσύνη στη Γερμανική Δικαιοσύνη! Τελικά, καταδικάστηκε, από ελληνικό δικαστήριο, ερήμην σε τετραετή φυλάκιση και χρηματική καταβολή 70.000 δραχμών ως ένοχος συκοφαντικής δυσφήμισης.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.