Αν κάποια στιγμή βρεθείτε σε κάποια κουβέντα και «πέσει» στο τραπέζι το πιο είναι το κορυφαίο deal που έχει γίνει στην ιστορία του παγκόσμιου real estate, τότε μη διστάσετε ούτε μία στιγμή να απαντήσετε: «Όταν ο Πίτερ Μίνουιτ αγόρασε το Μανχάταν».
Προφανώς και η απάντηση κρύβει μία (μεγάλη) δόση υπερβολής και αρκετοί θα γελάσουν αλλά θα είναι μία χρυσή ευκαιρία για εσάς να αφηγηθείτε σε όσους και όσες δεν τη γνωρίζουν μία καταπληκτική ιστορία για την οποία θα μπορούσε να πει κάποιος πως είναι η επιτομή της έκφρασης: «πουλούσε φύκια για μεταξωτές κορδέλες».
Αυτό, άλλωστε, έκανε και ο Ολλανδός άποικος στον οποίο αναφερθήκαμε νωρίτερα. Κυριολεκτικά! Ο Πίτερ Μίνουιτ ο οποίος μια ημέρα σαν σήμερα, στις 24 Μαΐου 1624, αγόρασε το Μανχάταν δίνοντας στους Ινδιάνους ως αντίτιμο... μπιχλιμπίδια αξίας 24 δολαρίων.
Το «λοφώδες νησί» που «γυάλισε» στους άποικους
Η λέξη Μανχάταν προέρχεται από τη γλώσσα των Αλγκονκούιαν - των παλαιότερων γνωστών κατοίκων της περιοχής - και σημαίνει «λοφώδες νησί». Σε αυτό το λοφώδες νησί, οι Ινδιάνοι είχαν βρει έναν επίγειο παράδεισο όπου κυνηγούσαν και ψάρευαν χωρίς να υπάρχει κάποιος να τους ενοχλεί.
Μέχρι που εμφανίστηκαν οι Ευρωπαίοι άποικοι. Ένα από τα πρώτα πράγματα που τους εντυπωσίασε ήταν το Μανχάταν. Το μάτι τους «γυάλισε» διότι εκεί είδαν αυτό που δεν έβλεπαν (ή δεν τους ένοιαζε να δουν) οι ιθαγενείς.
Είδαν ένα κομβικό λιμάνι το οποίο αφενός ήταν προφυλαγμένο από τις θύελλες του βόρειου Ατλαντικού ωκεανού και αφετέρου τους έδινε πρόσβαση στην ενδοχώρα μέσω του ποταμού Χάτσον, ο οποίος πήρε το όνομά του από τον Βρετανό ναυτικό που τον ανακάλυψε στις αρχές του 17ου αιώνα.
Όταν το 1624 έφτασαν στην περιοχή Ολλανδοί αποικιοκράτες της εταιρία Dutch West India Company, ίδρυσαν στο νότιο τμήμα του νησιού το Νέο Άμστερνταμ, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν ένας σταθμός εμπορικών συναλλαγών.
Δυο χρόνια μετά εκεί έφτασε και ο Πίτερ Μίνουιτ ο οποίος έφτασε εκεί για να εμπορευτεί με τους Ινδιάνους προϊόντα. Ο Μίνουιτ, ωστόσο, ήξερε πως το Μανχάταν έπρεπε να περάσει στα χέρια του.
Κάπως έτσι, γέμισε ένα μπαούλο με φανταχτερά μπιχλιμπίδια («τα φύκια και οι μεταξωτές κορδέλες» για τα οποία λέγαμε νωρίτερα) πήγε στον αρχηγό της τοπικής φυλής και του ζήτησε να αγοράσει το Μανχάταν.
Ως αντάλλαγμα θα του έδινε ολόκληρο (ναι, ολόκληρο) το μπαούλο! Ο Μίνουιτ, βέβαια, παραβίαζε ανοιχτές θύρες. Οι Ινδιάνοι ζούσαν απόλυτα ελεύθεροι. Ελεύθεροι από την έννοια της ιδιοκτησίας και, κυρίως, ελεύθεροι από την έννοια των χρημάτων.
Ο Πίτερ Μίνουιτ, λοιπόν, έκανε το μεγαλύτερο deal της ζωής του. Αγόρασε μια τεράστια έκταση που ήταν πραγματικό χρυσάφι έναντι 24 δολαρίων, όσο δηλαδή κόστιζαν τα φανταχτερά μπιχλιμπίδια (κυρίως γυάλινες χάντρες) που υπήρχαν μέσα σε εκείνο το μπαούλο.
Η εξαγορά του Μανχάταν ήταν γεγονός και έμεινε στην ιστορία μέσα από μια επιστολή προς τη διοίκηση της ολλανδικής εταιρίας. Κάπως έτσι έχουμε μάθει και για μια άλλη αγοραπωλησία, αυτή του νησιού Στάτεν, στην οποία και πάλι ο αδίστακτος Πίτερ Μίνουιτ, πήρε από τα χέρια των Ινδιάνων μια εξαιρετική περιοχή και έδωσε σαν αντάλλαγμα, όχι μπιχλιμπίδια, αλλά κατσαρόλες, τσεκούρια, φτυάρια και άλλα αγαθά. Του... κόστισε, δηλαδή, κάτι παραπάνω.
Θα πρέπει να σημειωθεί, πάντως, πως υπάρχουν πολλοί ιστορικοί οι οποίοι αμφισβητούν ανοιχτά την εκδοχή της πώλησης του Μανχάταν από τους Ινδιάνους στον Μίνουιτ, παρά το γεγονός πως υπάρχει εκείνη η επιστολή στην οποία αναφερθήκαμε νωρίτερα.
Λένε πως ακόμα και αυτή η επιστολή μπορεί να είναι προϊόν μυθοπλασίας ή τέλος πάντων υπερβολής (σε ότι αφορά την περιγραφή των γεγονότων) και πως όλο αυτό με τον Ολλανδό άποικο είναι περισσότερο αστικός μύθος παρά πραγματικότητα.
Πάντως, αν σκεφτεί κανείς πως δεδομένα ο Ισαάκ ντε Ρασιέρ, το 1626, όταν ήταν δηλαδή γραμματέας της αποικίας, αγόρασε από τους Ινδιάνους δέκα δέρματα κάστορα (μεγάλης χρηματικής αξίας εκείνη την εποχή) για... δύο τσεκούρια, τότε το πιθανότερο είναι πως και η ιστορία του Πίτερ Μίνουιτ είναι αληθινή!
Μετά το deal ο Μίνουιτ έγινε ο ανώτατος δικαστής της αποικίας, αλλά τόσο σε αστικές όσο και σε ποινικές υποθέσεις τον βοηθούσε ένα συμβούλιο πέντε αποίκων.
Οι Ινδιάνοι, οι Άγγλοι και το τέλος του Μίνουιτ
Σύμφωνα, πάντως, με μελετητές και ιστορικούς αν εμείς θεωρούμε πως με βάση τα δεδομένα μας ο... πονηρός Πίτερ Μίνουιτ, κορόιδεψε τους Ιθαγενείς, το ίδιο θεωρούσαν και οι ιθαγενείς για τον Πίτερ Μίνουιτ.
Το αστείο, μάλιστα, είναι πως τελικά εκείνοι ήταν που δικαιώθηκαν! Αυτό το τελευταίο, ωστόσο, χρειάζεται μια μικρή εξήγηση.
Πριν από αυτό, ωστόσο, πρέπει να θυμηθούμε πως η ιστορία με τις ψεύτικες χάντρες ως αντίτιμο για την αγορά πολύτιμων αντικειμένων από τους ιθαγενείς είχε ξεκινήσει ήδη από την εποχή των μεγάλων εξερευνητών και ιδιαίτερα του Χριστόφορου Κολόμβου ο οποίος όταν 12 Οκτωβρίου 1492 έφτασε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού έδωσε στους ιθαγενείς που συνάντησε εκεί κόκκινες χάντρες προκειμένου να κερδίσει όλα όσα τελικά κέρδισε.
Το παράδειγμα του Κολόμβου ακολούθησαν, φυσικά, και άλλοι θαλασσοπόροι εξερευνητές που πριν ξεκινήσουν τα ταξίδια τους, γέμιζαν τα μπαούλα τους με... χάντρες!
Για να επιστρέψουμε στην ιστορία μας, όμως, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι Ινδιάνοι ζούσαν απόλυτα ελεύθεροι. Ελεύθεροι από την έννοια της ιδιοκτησίας και, κυρίως, ελεύθεροι από την έννοια των χρημάτων. Όταν, λοιπόν, ο Μίνουιτ πήγε και ζήτησε να του πουλήσουν το Μανχάταν εκείνοι δεν το πολυσκέφτηκαν και αυτό γιατί εκείνοι δεν είχαν σαν μόνιμη βάση του το νησί.
Πήγαιναν εκεί μόνο για να ψαρέψουν και να κυνηγήσουν και στη συνέχεια έφευγαν.
Το πιθανότερο, λοιπόν, σύμφωνα πάντα με μελετητές και ιστορικούς είναι πως θεωρούσαν ότι ουσιαστικά δεν του πουλάνε τη γη, η οποία ούτως ή άλλως, δεν τους άνηκε, αλλά του πουλούσαν τα «δικαιώματα» να κυνηγάει και να ψαρεύει.
Και, επίσης, κάτι που πιθανότατα θεωρούσαν ήταν το γεγονός πως και ο Πίτερ Μίνουιτ θα έφευγε κάποια στιγμή. Άρα είναι πολύ πιθανό οι ινδιάνοι να θεωρούσαν ότι τον... έπιασαν κορόιδο.
Σε αυτό που έπεσαν μέσα, πάντως, οι Ινδιάνοι είναι πως και ο «πονηρός» Πίτερ Μίνουιτ κάποια στιγμή θα έφευγε. Και αυτό δεν άργησε να γίνει.
Το 1632, η Ολλανδική Εταιρεία Δυτικών Ινδιών (WIC) ανακάλεσε τον Μίνουιτ για λόγους που μέχρι σήμερα δεν είναι σαφείς, αλλά πιθανώς να ανακάλυψαν πως παρακινούσε τους ντόπιους να ασχολούνται με το παράνομο εμπόριο γούνας και να πλουτίζουν τόσο οι ίδιοι όσο και ο Μίνουιτ πίσω από την πλάτη της Εταιρείας!
Κάποιοι ιστορικοί, ωστόσο, λένε πως ο Μίνουιτ έπεσε θύμα εσωτερικών δολοπλοκιών καθώς πολλοί ήταν αυτοί που είχαν «ζηλέψει» για τα όσα είχε καταφέρει με την αγορά του Μανχάταν.
Ο Μίνουιτ επέστρεψε τον Αύγουστο του 1632 στην Ευρώπη και προσπάθησε να απολογηθεί για τα όσα του καταλογίζονταν αλλά τελικά απολύθηκε από την Εταιρεία.
Στη συνέχεια άρχισε να έχει στενές επαφές με τους Σουηδούς οι οποίοι ήθελαν να φτιάξουν και αυτοί μία αποικία στον Νέο Κόσμο.
Σε ένα από τα ταξίδια που έκανε, τον Αύγουστο του 1638, το πλοίο στο οποίο επέβαινε έπεσε σε τυφώνα στην Καραϊβική και βυθίστηκε και αποτέλεσμα και ο ίδιος να χάσει τη ζωή του αλλά και να τερματιστεί πρόωρα η προσπάθεια των Σουηδών για να δημιουργήσουν τη δική τους αποικία.
Πίσω στο Μανχάταν, στις 27 Αυγούστου 1664, στην περιοχή έσπευσαν τέσσερις φρεγάτες των Βρετανών, οι οποίες «έδεσαν» στο λιμάνι του Νέου Άμστερνταμ.
Όπως και οι Ολλανδοί έτσι και οι Βρετανοί είδαν στο Μανχάταν μια εξαιρετική ευκαιρία για τη δημιουργία ενός κομβικού λιμανιού. Οι Βρετανοί, όμως, με την υπεροψία της υπερδύναμης δεν μπήκαν σε διαπραγματεύσεις με τους Ολλανδούς. Λιτά και απέριττα τους είπαν πως είτε θα τους παραδώσουν το Μανχάταν, είτε θα επιτεθούν και θα το μετατρέψουν σε οικόπεδο.
Κάπως έτσι οι Ολλανδοί, μάζεψαν τα «μπογαλάκια» τους και πήγαν στο νησί Ραν το οποίο τους παραχώρησαν οι Άγγλοι. Μία εξέλιξη που προφανώς και... «δικαίωσε» τους Ινδιάνους που είχαν προβλέψει αυτή την εξέλιξη.
Λίγο καιρό αργότερα, οι νέοι κυρίαρχοι του Μανχάταν, το 1665, «βάπτισαν» το λοφώδες νησί σε Νέα Υόρκη, προς τιμήν του αδερφού του Βασιλιά Καρόλου του Β', Δούκα της Υόρκης και τα υπόλοιπα είναι ιστορία!
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.