Μενού
  • Α-
  • Α+

«Ήμασταν περισσότερες από 100 γυναίκες και είχαμε 8-10 παιδιά, ηλικίας 2 έως 7 χρονών και αποφασίσαμε να τα πνίξουμε μην τυχόν και κλάψει κάποιο ή μιλήσει, και όταν οι Τούρκοι θα ήταν κοντά μας θα ανακάλυπταν την κρυψώνα μας και θα μας συλλαμβάνανε. Τότε η καθεμία από εμάς πήρε το παιδί της άλλης και το έπνιξε, σφίγγοντας το λαιμό του και αφήνοντας το νερό του καταρράκτη να μπει μέσα στο στόμα του. Κάποιο κοριτσάκι 6-7 χρονών όταν είδε το τι γινότανε, μας παρακάλεσε να μην της βγάλουμε από το λαιμό κάτι χαϊμαλιά που είχε και μας είπε στα τούρκικα ''πενί ποορκενέ τσιτσιλεριμί τσικάρτμαγιν'', δηλαδή όταν με πνίγετε να μη βγάλετε από το λαιμό μου τα χαϊμαλιά…». Η αφήγηση της Βαρβάρας Σαλτσίδου από το Κόλοου Ερπαας, γεννημένη το 1902, που καταγράφηκε τον Μάρτιο του 1966, συγκλονίζει.

Τέτοιες ημέρες η μνήμη είναι σαν ένα λεπίδι που κόβει ακόμα περισσότερο από άλλες ημέρες. Αποκαλύπτει πληγές βαθιές. Όσο πιο βαθιά θάψεις τις μνήμες τόσο πιο ζωντανές θα μείνουν. Και θα πονάνε εξίσου κάθε φορά. Σαν σήμερα, 19 Μαΐου 1919 ο Κεμάλ Ατατούρκ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα και ξεκινάει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας.

«Πάρθεν η Ρωμανία»

«Πολλά είδαμε και πολλά περάσαμε. Έβλεπες τους ανθρώπους να τρώνε ψοφίμια, πολλές φορές μάλιστα εγένοντο ομηρικαί μάχαι δια να κόψη κανείς ένα κομμάτι, ακόμα και από αυτά που έκειντο μέσα στον δρόμο», έγραφε ο Κωνσταντίνος Ιορδανίδης καταθέτοντας τη δική του μαρτυρία. Οι μαρτυρίες πολλές. Άλλες σκληρές και άλλες ακόμα πιο σκληρές. Σχεδόν απάνθρωπες.

Οι Έλληνες του Πόντου ήταν ένα ιδιαίτερο τμήμα του Ελληνισμού καθώς ακόμα και μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ζούσε στα βόρεια της Μικράς Ασίας. Δεν τους πτόησε ούτε η άλωση της Τραπεζούντας και αν και αποτελούσαν μειονότητα δεν άργησα να κυριαρχήσουν.

στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα. Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και την πνευματική τους άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000 ψυχές, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ου αιώνα άγγιζαν τις 700.000. Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1401, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Εκτός από σχολεία διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό τους πνευματικό επίπεδο.

Όλα αυτά, ωστόσο, αλλάζουν με τρόπο δραματικό όχι μόνο για τους Έλληνες του Πόντου αλλά για όλους τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Νεότουρκοι έβαλαν στην άκρη τον Σουλτάνο και σχεδόν αμέσως έδειξαν το σκληρό τους πρόσωπο διαψεύδοντας όσες ελπίδες είχαν δημιουργηθεί για αναίμακτες μεταρρυθμίσεις.

«Την πατρίδαμ’ έχασα,άκλαψα και πόνεσα»

Την εποχή εκείνη η Ελλάδα είχε εστιάσει στο «Κρητικό ζήτημα» και σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να ανοίξει ένα νέο μέτωπο με την Τουρκία. Οι νεότουρκοι βρίσκουν την ευκαιρία που έψαχναν και εκτοπίζουν ένα μεγάλο μέρος του Ελληνικού πληθυσμού. Αναγκάσουν όσους Έλληνες δεν πάνε στον στρατό να υπηρετήσουν στα «Αμελέ Ταμπουρού», σε «Τάγματα Εργασίας» τα οποία στην πραγματικότητα ήταν τάγματα θανάτου όπου κανείς δούλευε κάτω από άθλιες συνθήκες μέχρι να αφήσει την τελευταία του πνοή σε κάποιο λατομείο ή ορυχείο.

Το 1915 σφαγιάζονται οι Αρμένιοι και, πλέον, ο δρόμος για τον Ατατούρκ και τους ακραίους εθνικιστές του είναι ανοιχτός. Αποβιβάζεται στη Σαμψούντα για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του. Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 οι Ελληνοπόντιοι που έχασαν τη ζωή τους ξεπέρασαν τους 200.000, ενώ κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό τους στις 350.000.

Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία, ενώ γύρω στις 400.000 ήλθαν στην Ελλάδα η οποία έπρεπε να φτάσει η 24 Φεβρουαρίου 1994 προκειμένου να ανακηρύξει την 19η Μαΐου ως Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA