Μενού
  • Α-
  • Α+

Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης στον Εβρο είναι μία από τις σημαντικότερες προστατευόμενες περιοχές στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Αποτελεί καταφύγιο για αρπακτικά πουλιά και μεταξύ άλλων έχει 104 είδη πεταλούδων και 400 φυτών. Η περιοχή είναι το μοναδικό καταφύγιο αποικίας Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια και από εχθές απειλείται από τη φωτιά στον Εβρο. Η προσέγγιση του δάσους από τις επίγειες δυνάμεις της Πυροσβεστικής είναι αδύνατη, αφού λόγω του παρθένου δάσους και των ειδικών μέτρων προστασίας για τα αρπακτικά πουλιά δεν έχουν δημιουργηθεί δρόμοι για να επισκέπτονται την περιοχή άνθρωποι. Πλέον η ελπίδα για να μην απειληθεί η προστατευόμενη περιοχή εναπόκεινται στα εναέρια μέσα πυρόσβεσης. 

To Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης είναι μία από τις πρώτες περιοχές στην Ελλάδα που τέθηκαν σε καθεστώς προστασίας, καθώς εδώ συμβιώνουν και ευδοκιμούν συγκεντρωμένα πολλά είδη της χλωρίδας και της πανίδας της Βαλκανικής χερσονήσου, της Ευρώπης και της Ασίας. Στο δάσος εντοπίζονται πεύκα και δρυς, που διακόπτονται από ξέφωτα, βοσκοτόπια και εκτάσεις καλλιεργήσιμες. Το μέρος αποτελεί ιδανικό περιβάλλον για τα αρπακτικά πουλιά. 

Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης: Οι αποικίες γύπα και η ξεχωριστή γεωγραφική θέση   

Στο Εθνικό Πάρκο συναντώνται τρία από τα τέσσερα είδη γύπα της Ευρώπης (Μαυρόγυπας, Όρνιο και Ασπροπάρης), ενώ φιλοξενεί τη μοναδική αποικία Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια. Τα 72.900 στρέμματα από τα 428.000 που είναι το δάσος, αποτελούν την αυστηρά προστατευόμενη περιοχή. Πρόκειται για ένα μέρος με ξεχωριστή γεωγραφική θέση και περιβαλλοντική σημασία αφού εντοπίζεται στο σταυροδρόμι Ασίας-Ευρώπης-Αφρικής και κοντά στον ανατολικότερο μεταναστευτικό διάδρομο πολλών ειδών πουλιών. Μέσα από τους αιώνες, το δάσος έχει πλούσια τοπία με πολλές εναλλαγές. Τα διάκενα που δημιουργήθηκαν από διαταράξεις, όπως βόσκηση, υλοτομίες αλλά και μικρής έκτασης και έντασης πυρκαγιές κατά το παρελθόν, καθορίζουν την ύπαρξη και επιβίωση των περισσότερων αρπακτικών πουλιών, παρέχοντας ευκολότερη πρόσβαση στην τροφή τους.

Δάσος Δαδιάς: Φυτά, πεταλούδες και θηλαστικά 

Στην περιοχή έχουν καταγραφεί συνολικά 360-400 είδη φυτών, από τα οποία 25 είδη είναι ορχιδέες, 104 είδη πεταλούδων, 12-13 είδη αμφιβίων, 29 είδη ερπετών και 60-65 είδη θηλαστικών, εκ των οποίων 24 είναι νυχτερίδες. Επιπλέον, τα ιδιαίτερης αισθητικής τοπία με βραχώδεις σχηματισμούς, ρυάκια και ποτάμια, τα ενδημικά φυτά και τα σημεία γεωλογικού ενδιαφέροντος της περιοχής είναι υψηλής οικολογικής αξίας.

Οι Μαυροπελαργοί της Ελλάδας είναι στη Δαδιά 

Η οικολογική αξία του Δάσους Δαδιάς επισημάνθηκε το 1970 από Ευρωπαίους επιστήμονες, το 1980 η περιοχή ανακηρύχτηκε προστατευόμενη και από το 2006 έχει χαρακτηριστεί ως Εθνικό Πάρκο. Εκτός από τα αρπακτικά, στην περιοχή έχουν παρατηρηθεί περίπου 166 είδη πουλιών, εκ των οποίων 2 έχουν χαρακτηριστεί ως κινδυνεύοντα για την Ελλάδα, ο Μαυροπελαργός (Ciconia nigra) και η Καμπίσια Πέρδικα (Perdix perdix), ενώ άλλα 10 έχουν χαρακτηριστεί ως «σχεδόν απειλούμενα» και 5 ως «τρωτά». Ιδιαίτερα η παρουσία του Μαυροπελαργού θεωρείται πολύ σημαντική, καθώς τα 30-35 ζευγάρια που φωλιάζουν στην περιοχή αποτελούν σημαντικό ποσοστό του αναπαραγόμενου πληθυσμού του είδους στη χώρα μας.

Η πλούσια βλάστηση στη Δαδιά 

Η περιοχή του Εθνικού Πάρκου παρουσιάζει μια πλούσια και πολύμορφη χλωρίδα με είδη χαρακτηριστικά της ευμεσογειακής και παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης. Στο μεγαλύτερο τμήμα της καλύπτεται από δασική βλάστηση, η σύνθεση της οποίας είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του κλίματος, της γεωμορφολογίας, των εδαφικών συνθηκών και της γειτνίασης με τον ποταμό Έβρο. Η βλάστηση συγκροτείται κυρίως από μαύρη πεύκη (Pinus nigra) και τραχεία πεύκη (Pinus brutia) σε μίξη με δρύες (Quercus spp.) και άλλα φυλλοβόλα είδη, καθώς και από θαμνώνες μακκίας βλάστησης.

Στο κέντρο και στα ανατολικά του Εθνικού Πάρκου συναντάμε δάση κωνοφόρων, στα οποία κυριαρχεί η τραχεία Πεύκη (Pinus brutia) και δευτερευόντως η Μαύρη Πεύκη (Pinus nigra), ενώ τα φυλλοβόλα, τα μικτά δάση και η μακία βλάστηση καλύπτουν μικρή μόνο έκταση. Αντιθέτως, στα βόρεια και στα νοτιοδυτικά κυριαρχούν τα αμιγή δάση δρυός, με είδη όπως η Πλατύφυλλη δρυς (Quercus frainetto), το Τσέρο (Q. cerris) και η Χνοώδης δρυς (Q. pubescens), τα οποία έχουν υποστεί έντονη υλοτομία στο παρελθόν. Στις ενδιάμεσες ζώνες συναντάμε μικτά δάση Πεύκης-Δρυός. Σκληρόφυλλοι θάμνοι όπως η Αγριοκουμαριά (Arbutus andrachne), το Φυλλίκι (Phillyrea latifolia), το Ρείκι (Erica arborea) και η Λαδανιά (Cistus incanus) συναντώνται κυρίως στα νοτιοδυτικά του Εθνικού Πάρκου.

Αρχαιολογικοί χώροι της μεταβυζαντινής περιόδου 

Η ευρύτερη περιοχή του Εθνικού Πάρκου παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, καθώς έχουν καταγραφεί σε μεγάλη πυκνότητα αρχαιολογικοί χώροι, που χρονολογούνται από την προϊστορική περίοδο μέχρι και τη μεταβυζαντινή εποχή. Στην περιοχή της Κορνοφωλιάς υπάρχει μια χαμηλή πλαγιά η οποία ανοίγει αμφιθεατρικά με μια καταπληκτική θέα προς το μεγάλο ποτάμι όπου αναφέρεται η ύπαρξη πολλών λαξευμάτων και κοιλοτήτων. Στα νότια του χωριού, στα χωράφια, έχουν βρεθεί πλήθος κεραμικών αλλά και άφθονα νομίσματα από τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους.

Στην κορυφή Αντά Τεπέ έχουν βρεθεί θεμέλια λιθόκτιστου φρουρίου με πέντε ημικυκλικούς πύργους, επίσης, στην κορυφή της Γκίμπρενας βρίσκονται ερείπια Βυζαντινού Κάστρου χτισμένο από τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Το κάστρο αυτό ήταν μέρος μιας σειράς οχυρωματικών έργων σε τέτοιες τοποθεσίες που σκοπό είχαν να εμποδίσουν την κάθοδο επιδρομέων στο νότο.

Δυτικά του οικισμού Λυκόφης, στη θέση Ανάβρα, έχουν βρεθεί τρεις μαρμάρινες σαρκοφάγοι ρωμαϊκών χρόνων, καθώς και λαξευμένος βράχος που κατά την παράδοση φιλοξενούσε βυζαντινό ναό. Στα Λαγυνά έχει βρεθεί λιθόκτιστος με ημικυκλική καμάρα τάφος, μακεδονικού τύπου, ο οποίος μπορεί να χρονολογηθεί από τον 4ο αιώνα πχ.

 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA