Σε άρθρο της για το περιοδικό Vogue, η πολεμική ανταποκρίτρια και συγγραφέας του βιβλίου, «Το πρωί που ήρθαν να μας πάρουν: Ανταποκρίσεις από τον πόλεμο στη Συρία», Τζανίν Ντι Τζοβάνι αναφέρεται στις δυσκολίες του συγκεκριμένου επαγγέλματος, στις γυναίκες που άνοιξαν το δρόμο για τις υπόλοιπες αλλά και στην περίπτωση της Μαρί Κόλβιν που πέθανε το 2012 σε ανταπόκρισή της στον πόλεμο στη Συρία.
«Τον Φεβρουάριο του 2012 και ενώ ήμουν σε αποστολή στο Βελιγράδι προσπαθώντας να εντοπίσω τους εγκληματίες πολέμου, δέχθηκα ένα πρωινό τηλεφώνημα. Ήταν ένας συνάδελφος από τη Βυρηττό, μου είπε ότι η Μαρί Κόλβιν, η οποία πέρασε στην αιωνιότητα μέσα από την ταινία του 2018, "A Private War", στην οποία πρωταγωνιστεί η Ρόζαμουντ Πάικ, είχε σκοτωθεί μερικές ώρες νωρίτερα από έκρηξη ρουκέτας στη Χομς στη Συρία.
Τα νέα ήταν σκληρά. Σταμάτησα την επίσκεψη στο Βελιγράδι και ένας φίλος με πήγε στο αεροδρόμιο για να πάρω την επόμενη πτήση για το Λονδίνο. Στο δρόμο σταματήσαμε σ’ ένα λιβάδι και καθώς περπατούσαμε ανάμεσα στα δέντρα μου είπε ν’ αρχίζω να σκέφτομαι τη ζωή μου διαφορετικά: Εάν η Μαρί, που ήταν τόσο αφοσιωμένη στο επάγγελμά μας είναι νεκρή, τότε όλα έχουν αλλάξει», γράφει αρχικά στο άρθρο της η Τζανίν.
«Στο αεροπλάνο, σκέφτηκα πώς συναντήθηκα με τη Μαρί Κόλβιν πριν αρκετά χρόνια, στο φωτοτυπικό μηχάνημα των "Sunday Times", όταν ήμουν μία πολύ νέα ρεπόρτερ.
"Γεια σου είμαι η Μαρί", μου είπε απότομα όταν βγήκαμε έξω να καπνίσουμε ένα τσιγάρο. Πήγαμε για μερικά ποτά τα οποία εξελίχθηκαν σε αρκετά μπουκάλια και στη συνέχεια μοιραστήκαμε ένα ταξί για τα διαμερίσματα μας στο Notting Hill. Μετά απ’ αυτό την επόμενη μέρα την πήρα με το αυτοκίνητό μου και πήγαμε στη δουλειά στο Wapping. Συνήθως ήμασταν σιωπηλές γιατί ήμασταν και οι δύο μετά από hangover και κυριολεκτικά διαλυμένες για δουλειά. Εάν δεν ήμασταν στο πεδίο, ήμασταν σε αναισθησία απ’ όσα είχαμε δει εκεί», γράφει ακόμα η Τζανίν Ντι Τζοβάνι.
Τι δεν δείχνει το «A Private War»
«Το "A Private War", δείχνει ότι η Μαρί δεν απέκτησε ποτέ παιδιά, αυτό που δεν δείχνει είναι τις αποβολές που είχε, τις καταστραμμένες ελπίδες και τις προσπάθειες να φτιάξει μία ολοκληρωμένη οικογένεια. Επιπλέον δεν περιλαμβάνει τον δεύτερο σύζυγό της, τον Χουάν Κάρλος Γκουμούτσιο, έναν επίσης πολεμικό ανταποκριτή, με τον οποίο προσπάθησε ν’ αποκτήσει παιδιά και ο οποίος αυτοκτόνησε το 2002. Έμαθα τα νέα ενώ ήμουν σε αποστολή στη Σομαλία, άφησα το τηλέφωνο από το χέρι και άρχισα να κλαίω.
Όλη αυτή η θλίψη με έκανε να πάρω την απόφαση ότι γύρω στα 30κατι θα γίνω μητέρα και ότι θα έκανα οικογένεια με κάποιον που θα αγαπούσα τρελά. Έναν χρόνο αργότερα τον Αύγουστο του 2003, τη μέρα που τα γραφεία του ΟΗΕ στη Βαγδάτη δέχονταν βομβιστική επίθεση, παντρευόμουν τον Μπρούνο Ζιροντόν, έναν Γάλλο ρεπόρτερ που γνώρισα στο Σαράγεβο. Με καταλάβαινε. Πριν υπογράψουμε, είδαμε τα νέα για τη Βαγδάτη στις ειδήσεις και κάναμε και οι δύο την ίδια σκέψη: "Δεν είμαστε εκεί!". Οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν αισθάνονται έτσι, αλλά δεν είμαστε φυσιολογικοί. Ο πόλεμος δεν είναι κάτι στο κεφάλι σου, είναι κάτι αμετάκλητο. Ο γιος μας ο Λούκα γεννήθηκε μετά από εννέα μήνες», προσθέτει και συνεχίζει:
«Αλλά τι είναι αυτό που κάνουμε; Το "A Private War" ρίχνει φως στην ψυχή εκείνων που θέλουν ν’ ακολουθήσουν το επαγγελματικό μονοπάτι να διηγούνται τις ιστορίες του πολέμου. Θεωρώ ότι ανήκουν πολλά στις γυναίκες που υπήρξαν πριν από εμάς, τις γυναίκες και ως αντιπρόσωποι, δίδαξαν εμένα και την Μαρί. Αυτές οι θρυλικές γυναίκες πολεμικές ανταποκρίτριες που ακόνισαν τις ικανότητές τους κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: η Κλερ Χόλινγκσγορθ, η Μάρθα Γκέλχορν και η Λι Μίλερ. Πάντα μου άρεσε να διαβάζω τη δουλειά και τις ιστορίες της ζωής τους. Όλες μοιράζονται ένα πράγμα: ήταν θαρραλέες, δυναμικές, παθιασμένες και ανεξάρτητες. Όλες ζούσαν σ’ έναν ανδροκρατούμενο κόσμο και επεδίωξαν να εργαστούν και να ζήσουν ελεύθερα όπως οι άνδρες. Όλες έζησαν με τους δικούς τους κανόνες».
Οι θρυλικές πολεμικές ανταποκρίτριες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Το άρθρο αναφέρεται στις ιστορίες αυτών των θρυλικών πολεμικών ανταποκριτριών, αρχίζοντας από την περίπτωση της Κλερ Χόλινγκσγορθ. Τον Αύγουστο του 1939, η Χόλινγκσγορθ ήταν μία 27χρονη που δούλευε σαν εθελοντής για λιγότερο από μία εβδομάδα στην εφημερίδα «The Telegraph», όταν πέτυχε την πρώτη σοβαρή δημοσιογραφική της επιτυχία. Χρησιμοποιώντας μερικώς γυναικεία κόλπα και μερικώς τις εξαιρετικές διπλωματικές της ικανότητες, κατάφερε να πείσει έναν φίλο της που εργαζόταν στο υπουργείο Εξωτερικών να της δανείσει το αυτοκίνητο και τον σοφέρ του και να διασχίσει τα σύνορα από την Πολωνία προς τη Γερμανία για να βρει λεπτομέρειες για το τι αναμενόταν να ξεκινήσει. Είχε πλέον μία θέση στην πρώτη γραμμή του πολέμου, αφού έπεσε κυριολεκτικά πάνω στους Ναζί.
Το πρώτο της θέμα προκάλεσε ντόρο αφού ανέφερε, «1.000 τανκς συγκεντρώνονται στα πολωνικά σύνορα» και περιέγραψε τα τάγματα που ήταν έτοιμα να παραταχτούν για ένα «γρήγορο χτύπημα».
Στις επόμενες δεκαετίες η Χόλινγσγορθ έμεινε κοντά στη δράση. Κατέγραψε πολέμους στην Αλγερία και στο Βιετνάμ, κάλυψε την Πολιτισμική Επανάσταση στην Κίνα, πήρε συνέντευξη από τον Σάχη του Ιράν και ήταν παρόν στην αποκάλυψη του διπλού πράκτορα Κιμ Φίλμπι. Ήταν πάντα σύμφωνα και με τα λόγια του συναδέλφου της στο BBC, Τζον Σίμπσον, «στον σωστό τόπο στον σωστό χρόνο».
Η Μάρθα Γκέλχορν
Η Γκέλχορν δεν βρισκόταν πολύ πιο πίσω από αυτή την εποχή. Τη δεκαετία του ’30 βρέθηκε από την αμερικάνικη δύση στο Κολέγιο Bryn Mawr του Παρισιού, όπου και παντρεύτηκε έναν Γάλλο αριστοκράτη. Με χειροποίητα παπούτσια βελγικής προέλευσης διέσχισε τα σύνορα με την Ισπανία όπου κατέγραψε τον εμφύλιο πόλεμο και ερωτεύτηκε τον συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγκγουεϊ στο υπό πολιορκία Hotel Florida της Μαδρίτης. Όταν τελείωσε ο πόλεμος γύρισε πίσω και περίμενε για την επόμενη ευκαιρία.
Δεν χρειάστηκε βέβαια να περιμένει για πολύ αφού ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν προ των πυλών και έτσι στάλθηκε στην παγωμένη Φινλανδία, όπου μετέφερε ρεπορτάζ από το Ελσίνκι, υπό τη σκιά των βομβαρδισμών. Αργότερα κατά την απόβαση στη Νορμανδία κατάφερε να παραμερίσει τον Χέμινγκγουεϊ και πάρει ένα αποκλειστικό ρεπορτάζ, αφού μπόρεσε να παρεισφρήσει σ’ ένα πολεμικό νοσοκομείο όπου και πήρε χειρόγραφες μαρτυρίες από τους τραυματίες στην πρώτη γραμμή. Ο Χέμινγκγουεϊ είχε εκνευριστεί από το ξενοδοχείο Ντόρτσεστερ του Λονδίνου όπου βρισκόταν και προσπάθησε να σαμποτάρει την αποστολή της στο Harper magazine. Μετά από λίγο καιρό έληξε και ο γάμος τους.
Η Γκέλχορν όπως και η Χόλινγκσγορθ, η οποία πέθανε το 2017 σε ηλικία 105 ετών, δούλεψαν κατά τα χρυσά χρόνια. Η Γκέλχορν κατέγραψε πολέμους και έγραψε για τα ταξίδια της στην Κεντρική Αμερική, την Αφρική και το Βιετνάμ. Έγραψε μυθιστορήματα και αυτό που αποκαλούσε «άρθρα περιοδικών για γυναίκες» για να στηρίξει την ίδια και το γιο της τον Σάντι, τον οποίο υιοθέτησε την περίοδο του πολέμου στην Ιταλία. Παντρεύτηκε ξανά έναν τραπεζίτη από το Λονδίνο με τον οποίο προσπάθησε να ζήσει μία ήρεμη ζωή, κάτι το οποίο δεν λειτούργησε.
Τελικά σταμάτησε να ταξιδεύει μόνο όταν είχε τυφλωθεί μερικώς. Από την άλλη πλευρά η Μίλερ σταμάτησε την καριέρα της λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, φοβισμένη από τη θλίψη και τις απώλειες.
Η περίπτωση της Λι Μίλερ
Η Μίλερ ένα πρώην μοντέλο από το Poughkeepsie της Νέας Υόρκης που επηρέασε και τον καλλιτέχνη Μαν Ρέι και ήταν ανακάλυψη των σουρεαλιστών καλλιτεχνών του Παρισιού της δεκαετίας του ’20. Βοήθησε τον Ρέι να εξελίξει την τεχνική Σολαριζασιόν (τεχνική της μερικής αντιστροφής της εικόνας ομιχλιάζοντάς τη με άσπρο φως κατά την εμφάνιση και συμπληρώνοντας μετά τον χρόνο εμφάνισης) στη φωτογραφία αλλά ποτέ δεν πήρε τα εύσημα που της αναλογούσαν. Τελικά εγκατέλειψε τον Ρέι με τον οποίο είχαν σχέση, πήρε μία κάμερα και πήγε στις πρώτες γραμμές του μετώπου για λογαριασμό του Vogue.
Οι σκληρές ασπρόμαυρες φωτογραφίες της από στρατιώτες, παιδιά να πεθαίνουν στα νοσοκομεία της Βιέννης ή τον Πικάσο στο παγωμένο του στούντιο στο Παρίσι είναι θρυλικές. Όπως επίσης και τα ημερολόγια και σημειωματάρια της τα οποία διατήρησε ο γιος τον οποίο απέκτησε με τον Βρετανό σουρεαλιστή καλλιτέχνη, Ρόλαντ Πένροουζ, ο Άντονι. Έγραψε για τον πόνο που προκαλεί ο πόλεμος, τη θλίψη των πολιτών αλλά και τα δικά της συναισθήματα. Η Μίλερ ανακάλυψε ότι είναι έγκυος στο μοναδικό της παιδί, σε μία από τις τελευταίες αποστολές της για το Vogue.
Υπέφερε από αυτό που σήμερα είναι κάτι σύνηθες και ονομάζεται διαταραχή μετατραυματικής καταπόνησης. Έπινε υπερβολικά και βυθίστηκε στο σκοτάδι της κατάθλιψης, κλειδώνοντας τον εαυτό της στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που διέμενε για εβδομάδες. Μετά τον γάμο της με τον Πένροουζ και τη γέννηση του γιου της, αποφάσισε να αφοσιωθεί στο μαγείρεμα στην τέχνη και στη φιλία. Ο γιος της δεν ήξερε καν για την εντυπωσιακή δουλειά της μητέρας του μέχρι που έψαξε από το αγροτόσπιτο στο οποίο αποσύρθηκε η Λι και βρήκε τ’ αρνητικά της μητέρας του στο Vogue.
Όπως σημειώνει η Τζανίν Ντι Τζοβάνι αυτές οι γυναίκες ήταν πάντα οι φύλακες άγγελοι που είχε στα πεδία των μαχών. Η ίδια είχε συναντήσει τη Γκέλχορν αλλά όχι τη Μίλερ ή τη Χόλινγκσγορθ, αλλά θα ήθελε να τις ρωτήσει πώς κυρίευσαν το φόβο και τη μοναξιά τα οποία είναι αναπόφευκτα κομμάτια αυτής της δουλειάς.
Μεγαλύτεροι κίνδυνοι σήμερα για τους πολεμικούς ανταποκριτές
Όπως δείχνει και το «A Private War», οι κίνδυνοι πλέον είναι πολύ μεγαλύτεροι ώστε να αποβούν μοιραίοι για έναν ρεπόρτερ πολέμου απ’ ότι οι συγκρούσεις τις οποίες κάλυψαν αυτές οι πρώτες πολεμικές ανταποκρίτριες.
«Όταν ξεκίνησα την καριέρα μου ως νέα ρεπόρτερ κατά την πρώτη εξέγερση των Παλαιστινίων στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν να μου ρίξουν κάποιον βράχο στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου καθώς οδηγούσα προς τη Δυτική Όχθη. Αλλά αυτός ο φόβος πέρασε γρήγορα και σύντομα εισήλθα στη Γάζα, μοιράστηκα ταξί και στριμώχθηκα με Παλαιστίνιους τους οποίους δεν γνώριζα. Έμεινα για μέρες σε καμπ συγκέντρωσης προσφύγων και όταν υπήρχαν συγκρούσεις, δηλαδή συμπλοκές ανάμεσα σε νεαρούς Παλαιστίνιους και τον ισραηλινό στρατό ή την αστυνομία, ήθελα να είμαι εκεί στην πρώτη γραμμή και να δεχτώ δακρυγόνα ή κάποια πέτρα. Αργότερα στη Βοσνία ο φόβος του θανάτου έφτασε ακόμα πολύ κοντά σ’ εμένα, καθώς μπορούσες να βρεθείς στα γόνατα από τον πυροβολισμό κάποιου ελεύθερου σκοπευτή. Αλλά όλη αυτή η ανασκόπηση μοιάζει τίποτα σε σχέση με κάτι το οποίο είναι αναμενόμενο πλέον όπως η στοχοποίηση και η απαγωγή δημοσιογράφων.
Η οικογένεια της Μαρί είναι πεπεισμένη ότι το κτήριο στο οποίο είχε βρει καταφύγιο στη Χομς χτυπήθηκε σκόπιμα από υψηλόβαθμους αξιωματούχους του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ. Έχουν κινηθεί και δικαστικά, καταθέτοντας αγωγή, με την ελπίδα ν’ αυξήσουν την ενσυναίσθηση για το πόσο σημαντικό και ουσιαστικό είναι οι δημοσιογράφοι να καταγράφουν τα εγκλήματα πολέμου. Το 2019 ένα δικαστήριο των ΗΠΑ, βρήκε την κυβέρνηση του αλ-Άσαντ ένοχη για την εξωδικαστική εκτέλεση της Μάρι και διέταξε την πληρωμή 228 εκατομμυρίων δολαρίων στην οικογένεια ως αποζημίωση», προσθέτει η Ντι Τζοβάνι.
Η πολεμική ανταπόκριση δεν είναι ένα συνηθισμένο επάγγελμα
«Όποτε λέω στους ανθρώπους τι δουλειά κάνω, πάντα μένουν έκπληκτοι. Είμαι επίσης μητέρα ενός 15χρονου αγοριού και αν οι άνθρωποι δεν με ξέρουν υποθέτουν ότι κάνω μία ήσυχη ζωή, μεγαλώνοντας τον. Η πολεμική ανταπόκριση δεν είναι ένα συνηθισμένο επάγγελμα και μέχρι τώρα ήμουν αρκετά τυχερή να έχω μυηθεί από παλαιότερες γυναίκες από εμένα που μου έδειξαν το δρόμο και μ’ έκαναν να καταλάβω τι σημαίνει να έχεις επιλεχθεί γι’ αυτόν τον ρόλο γιατί πιστεύω ότι είναι ένα κάλεσμα. Όταν η δημοσιογραφία είναι αγνή, ειλικρινής, όταν φέρνει τη δικαιοσύνη και φωνή σ’ αυτούς που δεν μπορούν ν’ ακουστούν τότε είναι μία ευγενής πράξη».
Η θρυλική παρουσιάστρια του CNN, Κριστιάν Αμανπούρ, το αποκάλεσε «το φως στις πιο σκοτεινές γωνιές του πλανήτη». Σκέφτηκα τα λόγια της όταν παρακολουθούσα το «A Private War». Δεν είναι τέλεια και ούτε απόλυτα ακριβής ταινία. Φυσικά είναι Χόλυγουντ, οπότε εξιδανικεύει τη ζωή ενός ρεπόρτερ πολέμου, αλλά ανοίγει ένα παράθυρο για έναν κόσμο, τον οποίο (ευτυχώς) οι περισσότεροι δεν θα γνωρίσουν ποτέ», καταλήγει το άρθρο της Τζανίν Ντι Τζοβάνι.
Διαβάστε Ακόμα:
Θηλυκή υπεροχή: Έντεκα γυναίκες δίνουν νόημα σε αυτά που χρειάζεται σήμερα η κοινωνία
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.