Η Αργεντινή κατέκτησε το Copa America αλλά η κατάκτηση αυτή σημαδεύτηκε από το ρατσιστικό τραγούδι των ποδοσφαιριστών της για τη Γαλλία με αναφορά στην αφρικανική καταγωγή βασικών Γάλλων ποδοσφαιριστών. Όπως ήταν λογικό το τραγούδι αυτό προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στην Γαλλία και παραλίγο να δημιουργηθεί και διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ των δύο χωρών, αφού υπήρξαν δηλώσεις και πολιτικών προσώπων που έριχνε ακόμα περισσότερο λάδι στην φωτιά.
Η διαμάχη αυτή μεταφέρθηκε και στα social media όπου ορισμένοι έκαναν λόγο για το παρελθόν της Αργεντινής όπου πολλά στελέχη των Ναζί μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν βρει καταφύγιο στην χώρα, ενώ στέκονται στο γεγονός πως ελάχιστοι είναι οι μαύροι ποδοσφαιριστές που έχουν φορέσει την φανέλα της Αργεντινής όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες σαν την Βραζιλία, την Ουρουγουάη, το Περού. Είναι όμως η Αργεντινή ρατσιστική χώρα; Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε τις γενικότερες ιστορικές και πολιτισμικές συνθήκες που διαμόρφωσαν την κουλτούρα αυτών των χωρών.
Η αλήθεια είναι πως η Αργεντινή σε πολλά πράγματα δεν μοιάζει με τις υπόλοιποες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν είναι πιο ποικιλόμορφη από ό,τι πολλοί άνθρωποι αντιλαμβάνονται, αν και ο μύθος πως είναι ένα λευκό έθνος έχει επικρατήσει.
Κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας στην χώρα περίπου 200.000 Αφρικανοί αιχμάλωτοι αποβιβάστηκαν στις ακτές του Ρίο ντε λα Πλάτα και στα τέλη του 18ου αιώνα, το 1/3 του πληθυσμού ήταν μαύροι. Αυτό δείχνει πως η ιδέα ενός «λευκού» έθνους δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Οι Αργεντινοί έχουν αρκετούς μύθους που υποτίθεται ότι «εξηγούν» την απουσία μαύρων Αργεντινών.
Ίσως ο πρώτος και πιο δημοφιλής από αυτούς τους μύθους ήταν ότι οι μαύροι άντρες πολέμισαν στους επαναστατικούς πολέμους κατά της Ισπανίας με αποτέλεσμα έναν μεγάλο αριθμό νεκρών. Οι επαναστατικοί στρατοί στρατολόγησαν τους σκλάβους για να πολεμήσουν στους πολέμους ανεξαρτησίας της Αργεντινής (1810-1819) ενάντια στις ισπανικές δυνάμεις, με την υπόσχεση της ελευθερίας.
Σύμφωνα με τον ιστορικό George Reid Andrews πολλοί από αυτούς προτίμησαν αντί να πολεμήσουν να εγκαταλείψουν το πεδίο μάχης. Τα αρχεία της εποχής αποκαλύπτουν πως το 1829 η αφρο-αργεντίνικη στρατιωτική μονάδα Fourth Cazadores έχασε 31 στρατιώτες στις πολεμικές συγκρούσεις, ενώ 802 αποφάσισαν να γίνουν λιποτάκτες.
Ορισμένοι μετακόμισαν βόρεια στη Λίμα του Περού, ενώ κάποιοι άλλοι επέστρεψαν με διάφορους τρόπους στην Αφρική. Τα στοιχεία απογραφής του Μπουένος Άιρες, αποκαλύπτουν ότι ο πληθυσμός που είχε αφρικανική καταγωγή υπερδιπλασιάστηκε από το 1778 έως το 1836.
Ένας άλλος μύθος αναφέρει πως απόρροια αυτών πολέμων και τον υψηλό αριθμό θανάτων των μαύρων ανδρών, οι μαύρες γυναίκες στην Αργεντινή δεν είχαν άλλη επιλογή από το να παντρευτούν, να συγκατοικήσουν ή να δημιουργήσουν σχέσεις με άνδρες ευρωπαϊκής καταγωγής οδηγώντας σε μίη ή ακόμα και στην μείωση των μαύρων.
Η φυλετική ανάμειξη κατά τη διάρκεια όλων αυτών γενεών πιστεύεται ότι έχει επιφέρει μείωση των μαύρων ανθρώπων αυξάνοντας παράλληλα το ποσοστό του λευκού πληθυσμού. Σε αυτή την αφήγηση, οι μαύρες γυναίκες ήταν απλώς θύματα ενός καταπιεστικού καθεστώτος που υπαγόρευε κάθε πτυχή της ζωής τους.
Πιο πρόσφατες μελέτες έχουν αποκαλύψει ότι μερικές μαύρες γυναίκες στην Αργεντινή πήραν συντονισμένες αποφάσεις να περάσουν ως λευκές ή Αμερικανές για να αποκτήσουν τα οφέλη που προσφέρει η λευκότητα για τα παιδιά τους και τους εαυτούς τους. Επωφελούμενοι από διάφορες νομικές πολιτικές, ορισμένες μαύρες γυναίκες, όπως η Bernabela Antonia Villamonte, που είχαν γεννηθεί σε καθεστώς σκλαβιάς, πέθαναν όχι μόνο ελεύθερες αλλά και χαρακτηρισμένες ως «λευκές» γυναίκες.
Άλλοι μύθοι για την έλλειψη εκπροσώπησης των μαύρων στην κουλτούρα της χώρας, είναι η πανδημία του κίτρινου πυρετού που ξέσπασε στην Αργεντινή το 1871. Κάποιοι υποστήριξαν ότι πολλοί μαύροι Αργεντινοί δεν μπόρεσαν να φύγουν από βαριά μολυσμένες περιοχές του Μπουένος Άιρες λόγω της φτώχειας τους με συνέπεια να χάσουν την ζωή τους.
Αυτός ο μύθος όμως έχει διαψευστεί αφού τα στοιχεία και οι καταγραφές στην χώρα των θανάτων έδειξαν πως οι θάνατοι ήταν σχεδόν στο ίδιο ποσοστό τόσο στον αφρικανικής καταγωγής πληθυσμό όσο και στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό.
Πάνω σε αυτούς τους μύθους πολλοί έχουν δημιουργήσει την αίσθηση πως η αφρικανική κουλτούρα δεν έχει καμία σχέση με την ιστορική κληρονομιά του έθνους. Στην πραγματικότητα, η Αργεντινή αποτελούσε χώρα φιλοξενίας όχι μόνο για τους αφρικανούς σκλάβους και τις οικογένειες τους, αλλά και για τους μετανάστες που έκαναν το ταξίδι από την Ευρώπη για ένα καλύτερο μέλλον.
Οι κάτοικοι του Πράσινου Ακρωτηρίου άρχισαν να μεταναστεύουν στην Αργεντινή τον 19ο αιώνα με τα πορτογαλικά τους διαβατήρια, ενώ υπήρξε ένα μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης το 1930 για να δουλέψουν ως ναυτικοί και λιμενεργάτες.
Ο Sarmiento έγραψε το «Facundo: Civilization and Barbarism» (1845), το οποίο περιγράφει λεπτομερώς την «οπισθοδρόμηση» της Αργεντινής και αυτό που ο ίδιος και άλλοι αντιλαμβάνονταν ως την ανάγκη να γίνουν «πολιτισμένοι». Ήταν μεταξύ εκείνων που μοιράζονταν ένα όραμα για το έθνος που το συνέδεε πιο έντονα με την ευρωπαϊκή, παρά με την αφρικανική ή την αμερικανική κληρονομιά.
Η Αργεντινή αποφάσισε να καταργήσει τη δουλεία το 1853. Με την ιστορία της σκλαβιάς πίσω από αυτό, οι ηγέτες της Αργεντινής εστίασαν στον εκσυγχρονισμό, κοιτάζοντας την Ευρώπη ως το λίκνο του πολιτισμού και της προόδου. Πίστευαν ότι για να ενταχθεί στις τάξεις της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας, η Αργεντινή έπρεπε να εκτοπίσει τον μαύρο πληθυσμό της - τόσο σωματικά όσο και πολιτιστικά.
Αυτό το φαινόμενο όμως δεν ήταν αποκλειστικό της Αργεντινής, αφού επιχειρήθηκε και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βραζιλία και η Ουρουγουάη. Αυτό όμως που ξεχωρίζει την ιστορία της Αργεντινής σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες είναι πως κατάφερε προς τα έξω να σχηματίσει αυτή την εικόνα ως μια «λευκή» χώρα.
Την δεκαετία του 1850, ο πολιτικός φιλόσοφος και διπλωμάτης Juan Bautista Alberdi, ο οποίος ήταν ίσως περισσότερο γνωστός για τη ρήση του «το να κυβερνάς σημαίνει να κατοικείς», προώθησε τη μετανάστευση λευκών Ευρωπαίων στη χώρα. Ο πρόεδρος της Αργεντινής Justo José de Urquiza (1854-60) υποστήριξε τις ιδέες του Alberdi, και τις ενσωμάτωσε στο πρώτο Σύνταγμα της χώρας. Η τροπολογία 25 ανέφερε ξεκάθαρα: «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα ενθαρρύνει την ευρωπαϊκή μετανάστευση».
Χαρακτηριστική είναι η φράση που είχε πει ο πρώην πρόεδρος Sarmiento προς τα τέλη του 19ου αιώνα: «Σε είκοσι χρόνια θα είναι απαραίτητο να ταξιδέψουμε στη Βραζιλία για να δούμε μαύρους». Ήξερε ότι υπήρχαν μαύροι Αργεντινοί, αλλά πρότεινε ότι η χώρα δεν θα τους αναγνώριζε για πολύ. Το τοπίο της Αργεντινής άλλαξε σύντομα, καθώς 4 εκατομμύρια Ευρωπαίοι μετανάστες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της κυβέρνησης για μετανάστευση μεταξύ 1860 και 1914. Αυτή η τροπολογία παραμένει στο σύνταγμα της Αργεντινής σήμερα.
Όσον αφορά τους μαύρους και ιθαγενείς πληθυσμούς του έθνους που βρίσκονταν στην Αργεντινή πριν από αυτή τη μαζική ευρωπαϊκή μετανάστευση, πολλοί άρχισαν να ταυτίζονται στρατηγικά ως λευκοί ενώ άλλοι ενσωματώθηκαν σε άλλες φυλετικές και εθνοτικές ομάδες.
Στον 20ο αιώνα υπήρχε άλλο ένα παράδειγμα που ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη «λευκότητα» της Αργεντινής σε σχέση με με τις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ένας μεγάλος αριθμός Ναζί κατέφυγε στη Λατινική Αμερική, με τον μεγαλύτερο να βρίσκει καταφύγιο στην Αργεντινή. Και άλλες χώρες της Νότιας Αμερικής υποδέχτηκαν φυγάδες της ναζιστικής Γερμανίας αλλά η Αργεντινή ήταν ο πιο ελκυστικός προορισμός.
Μάλιστα, πρόσφατη έρευνα έδειξε πως σχεδόν 5000 εγκληματίες πολέμου του Γ' Ράιχ έφτασαν στην Αργεντινή, την ώρα που περίπου 2000 εγκαταστάθηκαν στην Βραζιλία, ενώ άλλοι 1000 στη Χιλή. Ανάμεσα σε αυτούς βρέθηκαν στην Αργεντινή ήταν ο Άιχμαν και ο Μένγκελε.
Βασικός λόγος ήταν οι ισχυροί εθνολογικοί και πολιτιστικοί δεσμοί μεταξύ Γερμανίας και Αργεντινής. Μεγάλο ποσοστό Γερμανών είχε μεταναστεύσει στην χώρα κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα και στη σύγχρονη εποχή οι Αργεντίνοι πολίτες γερμανικής καταγωγής είναι πάνω από 3 εκατομμύρια και αποτελούν την 4η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα.
Το πιο σημαντικό όμως, ο τότε πρόεδρος της χώρας, Χουάν Περόν, έβλεπε με θετικό μάτι τα απολυταρχικά ευρωπαϊκά καθεστώτα των Χίτλερ, Μουσολίνι και Φράνκο, οπότε υπήρχε το πρόσφορο έδαφος να αναμειχθούν μέσα στο πλήθος και να χαθούν τα ίχνη τους. Παράλληλα, ο διαχωρισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολικού Μπλοκ με την κομμουνιστική Σοβιετική Ένωση οδήγησε τους Συμμάχους να κλείσουν τα μάτια στις μετακινήσεις των Ναζί στην Λατινική Αμερική.
Παρά το γεγονός πως έγινε μεγάλη προσπάθεια για να διαγραφεί από την συλλογική μνήμη η αφρικανική καταγωγή αρκετών Αργεντίνων, ο μαύρος πληθυσμός της Αργεντινής παραμένει και περισσότεροι άνθρωποι αφρικανικής καταγωγής έχουν μεταναστεύσει στην χώρα.
Σήμερα, οι μετανάστες από το Πράσινο Ακρωτήριο και οι απόγονοί τους ανέρχονται σε 12.000 έως 15.000 και ζουν κυρίως στην περιοχή του Μπουένος Άιρες. Τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, οι Δυτικοαφρικανοί άρχισαν να μεταναστεύουν στην Αργεντινή σε μεγαλύτερους αριθμούς, καθώς η Ευρώπη έκανε αυστηρότερους τους νόμους της για τη μετανάστευση.
Ενώ η απογραφή αποκάλυψε ότι η Αργεντινή ανέφερε πως υπήρχαν σχεδόν 2000 υπήκοοι αφρικανικής καταγωγής το 2001, ο αριθμός αυτός είχε σχεδόν διπλασιαστεί μέχρι το 2010. Τα τελευταία 10 χρόνια, Αφρικανοί απόγονοι από άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Βραζιλία, η Κούβα και η Ουρουγουάη εισήλθαν επίσης όλο και περισσότερο στην Αργεντινή αναζητώντας οικονομικές ευκαιρίες.
Το δίδαγμα της ιστορίας είναι πως μπορεί στην εθνική Αργεντινής να μην υπάρχουν μαύροι ποδοσφαιριστές όπως υπάρχουν σχεδόν σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στις υπόλοιπες της Λατινικής Αμερικής, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι μια καθαρά «λευκή» ομάδα.
Μπορεί να έγιναν προσπάθειες από ορισμένους ηγέτης για την φυλετική καθαρότητα της χώρας, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την παρουσία των morocho οι οποίοι θα θυμίζουν πάντοτε τους μαύρους και ιθαγενείς πληθυσμούς που υπήρχαν στην χώρα. Η λέξη Morocho, που έχει ρατσιστική χροιά χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα.
Ίσως ο πιο διάσημος morocho στην Αργεντινή είναι ο θρύλος του ποδοσφαίρου Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Αυτός ο μη λευκός θρύλος έγινε το πρόσωπο του αργεντίνικου ποδοσφαίρου και, κατά ειρωνικό τρόπο, το πρόσωπο ενός «λευκού» έθνους.
Για τον λόγο αυτό θα πρέπει κάποιος να καταλάβει την ιστορία της Αργεντινής, πως χτίστηκε το έθνος και το κράτος για να συνειδητοποιήσει πως είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που έχουν συνηθίσει να ακούνε σε μια προσπάθεια για την δημιουργία ενός σύγχρονου έθνους από μέρος των κυβερνήσεων χωρίς να έχουν την συγκατάθεση του απλού λαού.
(Πληροφορίες: Washington Post)
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.