Τα οφέλη που προσπαθεί να αποκομίσει η Τουρκία με φόντο την αναζωπύρωση του πολέμου στη Συρία αναλύει σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του Stimson Center, ο πολιτικός αναλυτής, Φουάντ Σαχμπάζοφ.
«Τι ελπίζει να κερδίσει η Τουρκία από την επίθεση των ανταρτών στη Συρία», είναι ο τίτλος της σχετικής ανάρτησης.
Σύμφωνα με τον Σαχμπάζοφ, η υποστήριξη της Άγκυρας στη συριακή αντιπολίτευση όχι μόνο αποδυναμώνει τον Άσαντ αλλά στοχεύει τον κουρδικό στρατό που βρίσκεται στη βόρεια Συρία πέρα από τα τουρκικά σύνορα
Τις τελευταίες ημέρες, η κύρια δύναμη της συριακής αντιπολίτευσης, η Hayat Tahrir-al Sham (HTS), πραγματοποίησε μια αστραπιαία επίθεση, απωθώντας τα συριακά κυβερνητικά στρατεύματα από τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Χαλέπι.
Η αιφνιδιαστική επίθεση αποκάλυψε την αδυναμία του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, το οποίο είχε επιβιώσει από τον εμφύλιο πόλεμο του 2011-2016 με τη βοήθεια του Ιράν και της Ρωσίας, σημειώνει το Stimson Center.
Συρία: Το παρασκήνιο της επίθεσης
Με ελάχιστη έως καθόλου αντίσταση από τις κυβερνητικές δυνάμεις, το HTS – παρακλάδι της Αλ Κάιντα – και οι άλλες ομάδες κατάφεραν να καταλάβουν το Χαλέπι μέσα σε μια μέρα, όπως συνέβη και στη Χάμα λίγο αργότερα.
Ο Άσαντ στράφηκε στη Ρωσία εν μέσω της επίθεσης του HTS, αλλά η Μόσχα –σε αντίθεση με το 2014-2016– έχει βαλτώσει στην Ουκρανία και δεν μπορεί να παράσχει ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη στη Συρία εκτός από μερικές αεροπορικές επιδρομές.
«Παρότι οι τουρκικές αρχές επέδειξαν αυτοσυγκράτηση και αρνήθηκαν οποιαδήποτε ανάμειξη στη νέα επίθεση των ανταρτών, είναι γνωστή η γέφυρα επικοινωνίας της Άγκυρας με τις λεγόμενες αντι-Άσαντ και αντικουρδικές σουνιτικές μουσουλμανικές μαχητικές ομάδες», υπογραμμίζει ο Σαχμπάζοφ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «πλάνα με αντάρτες που επιδεικνύουν επαγγελματικές δεξιότητες στον πόλεμο με drone και άλλες βελτιωμένες στρατιωτικές δυνατότητες ικανές να προσαρμοστούν και να καινοτομήσουν ως απάντηση στους βομβαρδισμούς της Ρωσίας και της Συρίας, υποδηλώνουν ότι οι μαχητές έχουν λάβει σημαντική βοήθεια από την Τουρκία».
Η στάση τους Τουρκίας
Ακόμα κι αν η κυβέρνηση του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν υποστηρίζει ανοιχτά το HTS, οι πρόσφατες επιτυχίες του θα ήταν αδιανόητες χωρίς τη στρατιωτική και υλικοτεχνική υποστήριξη της Τουρκίας και την παροχή προηγμένων όπλων, υπογραμμίζεται.
Ο στόχος της Τουρκίας στην υποστήριξη της συριακής αντιπολίτευσης δεν είναι απλώς να αποδυναμώσει τον Άσαντ, αλλά να χτυπήσει τον κουρδικό στρατό που βρίσκεται σε έναν αυτόνομο θύλακα στη βόρεια Συρία, τονίζεται στη συνέχεια.
Ο Ερντογάν και το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) θεωρούν τις Κουρδικές Μονάδες Άμυνας του Λαού (YPG) και το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης της Συρίας (PYD) ως παρακλάδια του παράνομου Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) «και καταστροφικά εργαλεία κατά της Τουρκίας σε αυτήν την περιοχή».
Ωστόσο, το YPG και οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) έχουν τη σταθερή υποστήριξη της Δύσης επειδή πολέμησαν κατά των μαχητών της τρομοκρατικής ομάδας Ισλαμικό Κράτος (ISIS) στις βόρειες επαρχίες της Συρίας.
Η Τουρκία, η οποία φοβάται την επιθυμία της δικής της μεγάλης κουρδικής μειονότητας για μεγαλύτερη ανεξαρτησία, διατηρεί μια συγκεκριμένη στρατηγική σε αυτήν την περιοχή εδώ και χρόνια, με συχνές στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της κουρδικής πολιτοφυλακής.
Τα παιχνίδι του Ερντογάν
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το 2023, ο πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε έτοιμος να προσεγγίσει την κυβέρνηση Άσαντ σε αντάλλαγμα με μια πιθανή κοινή δράση κατά των Κούρδων.
Τώρα, ωστόσο, με τον Άσαντ στα σκοινιά και το Ιράν, τη Χεζμπολάχ και τη Ρωσία να έχουν αποδυναμωθεί, η Τουρκία φαίνεται να έχει εγκαταλείψει τη διπλωματική εξομάλυνση με τη Δαμασκό και πιθανότατα άναψε το πράσινο φως στην επίθεση του HTS.
«Η Τουρκία ελπίζει να περιθωριοποιήσει κουρδικές ομάδες στη Συρία, όπως το PYD/YPG, με το να τις απομακρύνει από τις περιοχές κοντά στα σύνορά της», αναφέρεται στην ίδια ανάλυση.
Το μήνυμα σε Τραμπ
Επίσης, η Τουρκία μπορεί να είδε την ευκαιρία να μειώσει την παρουσία του Ιράν και της Χεζμπολάχ στη Συρία και να επιδείξει στην επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ την ικανότητά της να εξουδετερώσει την ιρανική επιρροή στη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με το Stimson Center, η Άγκυρα έχει κινηθεί επιδέξια με φόντο τη ρωσική εισβολή πλήρους κλίμακας στην Ουκρανία. Αν και η Ρωσία καταδίκασε την επίθεση HTS, η απάντησή της περιορίστηκε σε μερικές αεροπορικές επιδρομές εναντίον των ανταρτών που δεν τους εμπόδισαν να εισέλθουν στη στρατηγική ζωτικής σημασίας επαρχία της Χάμα.
Παρότι η Τουρκία έχει ασκήσει έντονη κριτική στον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα, η επίθεση του HTS θεωρείται ότι εξυπηρετεί τόσο ισραηλινά όσο και τουρκικά συμφέροντα.
Ερώτημα η στάση του Τραμπ
«Είναι πιθανό η Τουρκία να αναμένει ότι ο επερχόμενος πρόεδρος Τραμπ θα συνεχίσει από εκεί που σταμάτησε την πολιτική της Μέσης Ανατολής αποσύροντας τους 900 περίπου εναπομείναντες στρατιώτες των ΗΠΑ στη Συρία και πιθανώς τους 2.500 στο Ιράκ, με αποτέλεσμα να αφήσει πίσω του ένα βαθύ κενό ισχύος και ασφάλειας», εκτιμά ο Σαχμπάζοφ.
Αυτό θα εδραιώσει την Τουρκία και το Ισραήλ ως βασικούς περιφερειακούς παίκτες με την ισχυρή στρατιωτική ικανότητα να αντιμετωπίσουν τους διάφορους αντιπάλους τους, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων που υποστηρίζονται από το Ιράν.
Η Τουρκία, ειδικότερα, θα είχε περισσότερο χώρο για στρατιωτικούς και διπλωματικούς ελιγμούς εναντίον των Κούρδων, ειρωνικά πολύ κοντά στο Ισραήλ, αυξάνοντας σημαντικά την επιρροή της Άγκυρας, με φόντο το αποδυναμωμένο Ιράν.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.