Πριν περίπου έναν μήνα βρισκόμουν σε κάποιο μεταχριστουγεννιάτικο πάρτι στο σπίτι μίας φίλης. Κατά την προσφιλή μου συνήθεια, χάζευα για λίγο τη βιβλιοθήκη και κάπου το μάτι μου έπεσε σε ένα βιβλίο του Τομ Ρόμπινς.
Τον διάβαζα με πάθος ένα εξάμηνο της φοιτητικής ζωής μου και μετά κάπου τον έχασα. Ομολογώ ότι από τα 22 μου, όταν έφτασα στην τελευταία σελίδα του “Ακόμα και οι Καουμπόισσες μελαγχολούν” μέχρι τα 34 μου, όταν και ξαναείδα το εξώφυλλο από τον εμβληματικό “Τρυποκάρυδο”, δεν είχαν ξανασκεφτεί την ύπαρξη του Τομ Ρόμπινς. Δεν ήξερα καν αν ζούσε ακόμη. Ούτως ή άλλως είχε και ο ίδιος φύγει λίγο από τα φώτα της βιβλιόφιλης Αθήνας.
Την επόμενη ημέρα του πάρτι, είχα ψάξει τα ίχνη του. Εντυπωσιάστηκα όταν είδα ότι ήταν 92 χρονών και κάτι ψιλών. Τα βιβλία αυτού του τύπου βγάζουν μία αθεράπευτη νιότη που δεν ταιριάζει στα στερεότυπα ωριμότητας που έχουμε σχετικά με τις ηλικίες μετά τα 65. Κάπως ένιωθα ότι ο Τομ Ρόμπινς είτε θα ήταν 52, με εξυπνακίστικα t-shirt, με πιτζάμα μπάτμαν και ουίσκι στο χέρι, ή απλά θα είχε προ πολλού πεθάνει. Με ένα εξυπνακίστικο t-shirt, με πιτζάμες μπάτμαν και ένα ουίσκι στο χέρι.
Λίγες ημέρες μετά η αγαπημένη του σύζυγος Αλέξα Ρόμπινς ενημέρωσε τον πλανήτη ότι ο Τομ πέθανε περιτριγυρισμένος «από την οικογένειά του και τα πιστά του κατοικίδια. Σε όλα αυτά τα δύσκολα τελευταία κεφάλαι ήταν γενναίος, αστείος και γλυκός». Τελικά ίσως να του ταίριαζε και το να είναι 92 χρονών.
Αντδιανοουμενισμός για διανοούμενους
Ο Τομ Ρόμπινς είναι από εκείνους τους συγγραφείς που αγάπησε πολύ αλλά για λίγο το ελληνικό κοινό. Το μοναδικό του ύφος έφερνε ένα τελείως ξεχωριστό πράγμα στη λογοτεχνία, αυτό που ο ίδιος ονόμαζε “serious playfulness”. Δεν υπήρχε ίχνος σοβαροφάνειας. Στις βιβλιοκριτικές της δεκαετίας του 1990, προσπαθούσαν να περιγράψουν αυτό το νεοφερμένο πράγμα με όρους όπως «αυθάδες χιούμορ» και «ανόθευτος σουρεαλισμός». Ένας πρωτόγνωρος για τη λογοτεχνία «αντιδιανοουμενισμός» για τους «διανοούμενους»
Αν το μάλλον γνωστότερο βιβλίο του ήταν ο “Τρυποκάρυδος”, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι τίποτα δικό του δεν με είχε συνταράξει περισσότερο από τις “Καουμπόισσες”, ένα βιβλίο που έριχνε μία σφαλιάρα σε όλες τις βεβαιότητες που είχα για το τι συνιστά καλή λογοτεχνία. Μία πανέμορφη τύπισσα με τεράστιους αντίχειρες που γίνονταν αντικείμενο λατρείας από όλους τους άντρες.
Μετά από εκείνο το πάρτι, ο Τομ Ρόμπινς είχε μπει και πάλι στο μυαλό μου. Η κύρια απορία μου ήταν αν αυτό που διάβαζα στα 20 και στα 21 μου και με είχε ενθουσιάσει, θα μου άρεσε τώρα; Αρκετά επίπονη ερώτηση για οποιονδήποτε έχει στήσει μέρος της αυτοπεποίθησής του σε αυτά που έχει διαβάσει, σε αυτά που έχει ακούσει και σε αυτά που έχει δει.
Το χιούμορ του πάταγε πάνω στην ύπαρξη της ελευθεριότητας της δεκαετίας του 1960 και ερχόταν στη βάση της αγωνίας που έφερνε το απότομο τέλος και η συνεπακόλουθη μιζέρια των «στεγνών» δεκαετιών του 1970 και του 1980. Δεν έχω ιδέα αν αυτή η νοσταλγία μπορεί να γεράσει καλά, σε περίπτωση που τον διάβαζες το 2025.
Πιθανώς τα έργα του θα τα έβλεπα με τα φίλτρα της νέας εποχής. Ίσως με ενοχλούσε ο εξυπνακισμός; Ίσως το male gaze; Ίσως το ίδιο το στιλ του λευκού μεσήλικα που είναι «αυθάδης και τρελάκιας» (Θέε μου, πόσα red flags ξοδεύεις κτλ); Ίσως από την άλλη αυτή η παραισθητική ατμόσφαιρα και τα απελευθερωτικά αλλόκοτα σενάρια που έφτιαχνε στα κείμενά του να μου δημιουργούσε ένα ακόμα μεγαλύτερο κόλλημα. Ποιος ξέρει.
Ταιριάζει η λογοτεχνία του στο 2025;
Δεν έχω την παραμικρή ιδέα αν ο τωρινός εαυτός μου θα εκτιμούσε τον Τομ Ρόμπινς, όσο τον εκτιμά ο εαυτός που είχα στην πρώτη ενηλικίωση. Η αλήθεια είναι ότι για να το καταλάβω θα πρέπει να πιάσω τα βιβλία του από την αρχή. Να τα ξαναδιαβάσω, να τους βάλω το νέο φίλτρο μου και μετά να μιλήσω γι’ αυτό. Και μετά πάλι σε κάποια χρόνια να κάνω το ίδιο και εις τους αιώνας των αιώνων.
Κόντρα σε όλον αυτόν τον αγχώδη λαβύρινθο αυταρέσκειας, μπορώ να πω με σιγουριά ότι η είδηση του θανάτου του με στεναχώρησε πολύ. Κι ας μην ήμουν σίγουρος μέχρι πριν λίγες μέρες ότι ήταν ζωντανός. Μπορώ επίσης να πω με σιγουριά ότι πολύ δύσκολα βλέπω τον εαυτό μου να πιάνει από την αρχή τον “Τρυποκάρυδο”, τις “Καουμπόισσες” και τις “Αγριόπαπιες” για να δω πώς διάολο βλέπει ο τωρινός εαυτός μου τον Ρόμπινς.
Η εικόνα μου για τον Τομ Ρόμπινς, λοιπόν, θα είναι εκείνη η ανεπεξέργαστη άποψη που είχα στήσει στα 22 μου, με τα φίλτρα του 2012 και αν τύχει και βρεθώ σε καμία μάζωξη και αναφερθεί το όνομά του θα πω ένα απλό «δεν τον θυμάμαι αλλά είναι γαμάτος». Με το εξυπνακίστικο t-shirt, με πιτζάμες μπάτμαν και το ουίσκι στο χέρι.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.