Μενού
gate7
Το μνημείο για τα θύματα της Θύρας 7 | eurokinissi
  • Α-
  • Α+

Όταν ο Ολυμπιακός παίζει στα ευρωπαϊκά παιχνίδια, οι οπαδοί του φωνάζουν ένα σύνθημα το οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Θεέ μου, κάνε μου ένα χατίρι, να βγει αλήθεια ένα όνειρο τρελό, μαζί με εμάς να δούνε και οι νεκροί μας, τον Θρύλο μας στον τελικό». Τι και αν πέρασαν 42 χρόνια από εκείνο το μαύρο κυριακάτικο απόγευμα του 1981; Τι και αν οι περισσότεροι από αυτούς που φωνάζουν σήμερα αυτό το σύνθημα, τότε δεν είχαν γεννηθεί καν; Η τραγωδία της Θύρας 7 είναι μια πληγή ανοιχτή τόσο για την οικογένεια του Ολυμπιακού όσο και για τον ελληνικό αθλητισμό γενικότερα.

Από τον απόλυτο θρίαμβο, στον απόλυτο θρήνο

Πένθος. Θλίψη. Πόνος. Στεναχώρια. Αίμα. Και όμως. Εκείνη η ημέρα είχε ξεκινήσει τόσο, μα τόσο, διαφορετικά. Ολυμπιακός και ΑΕΚ έπαιζαν στο Καραϊσκάκη (την 20η αγωνιστική του πρωταθλήματος 1980-1981) την πρωτιά στο πρωτάθλημα και πιθανότατα ο νικητής να κέρδιζε και το πρωτάθλημα στο τέλος της σεζόν. Ο καιρός σύμμαχος. Αν και Φεβρουάριος εκείνη η Κυριακή ήταν ηλιόλουστη. Όλα έδειχναν πως θα ήταν ένα ωραίο ντέρμπι. Μέχρι που σφύριξε ο διαιτητής την έναρξη του αγώνα. Κανένα ντέρμπι. Ο Ολυμπιακός σάρωσε την ΑΕΚ με 6-0 και οι οπαδοί του πανηγύρισαν μια ανέλπιστη εξέλιξη. Όσο φανατικός και να είσαι δεν περιμένεις πως η ομάδα σου θα κερδίσει με 6-0 ένα ντέρμπι που σε μεγάλο βαθμό κρίνει τον τίτλο.

Αυτό έκαναν και οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού, εκείνο το απόγευμα. Πανηγύρισαν. Πανηγύρισαν με την ψυχή τους. Φώναξαν. Έκλαψαν από χαρά. Και έτρεξαν να βρεθούν δίπλα στα ινδάλματά τους. Να τους αγκαλιάσουν. Να τους φιλήσουν. Να τους ευχαριστήσουν που τους έδωσαν τόση μεγάλη χαρά. Ο χάρος, ωστόσο, τους είχε στήσει ενέδρα σε εκείνη την απότομη δεξιά στροφή που έκανε η σκάλα στο παλιό «Καραϊσκάκη». Το πρώτο έγκλημα. Ένα κατασκευαστικό λάθος που είχε προκαλέσει δυο ακόμα αιματηρά περιστατικά στο παρελθόν (το 1973 και το 1980). Στο ίδιο ακριβώς σημείο. Στις σκάλες του θανάτου. Που δεν είχαν ούτε φώτα, ούτε καν κάποιο κάγκελο στη μέση. Οι πίσω δεν έβλεπαν, μετά από εκείνη την απότομη δεξιά στροφή. Νόμιζαν πως οι πόρτες ήταν ανοιχτές. Και συνέχισαν να πιέζουν. Και να πιέζουν. Και να πιέζουν. Μέσα στα πανηγύρια, κανείς δεν άκουγε τον θρήνο. Μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες το κακό είχε γίνει. Ασφυξία. Θάνατος.

Όλοι τρέχουν να βοηθήσουν. Βοηθάνε και κλαίνε ταυτόχρονα. Το θέμα αποτρόπαιο. Πώς να το αντέξει κανείς; Πώς να αντέξει κάποιος αυτή την εικόνα. Τα ασθενοφόρα που φτάνουν ουρλιάζοντας το ένα μετά το άλλο δεν αρκούν. Νεκροί και τραυματίες μεταφέρονται με περιπολικά της αστυνομίας. Με ιδιωτικά αυτοκίνητα. Όσοι βρίσκονται στο δρόμο ακούγοντας τις σειρήνες και μαθαίνοντας το τραγικό περιστατικό αφήνουν τ' αμάξια τους στην άκρη. Οι δρόμοι που οδηγούσαν στο Τζάνειο εκκενώθηκαν μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Έτρεχαν όσοι μετέφεραν κάποιον, για να προλάβουν να περιορίσουν το κακό που είχε γίνει. Έτρεχαν και οι συγγενείς με την ελπίδα να βρουν το παιδί τους ζωντανό.

Στο Τζάνειο, όμως, διαδραματίζεται η σπαρακτικότερη πράξη του δράματος. «Άρχισα να κλαίω, μόλις συνειδητοποιούσα τι είχε γίνει. Ζήτησα από τους γιατρούς να πάρω τηλέφωνο την οικογένεια του Σπύρου. Πήρα τηλέφωνο σπίτι του… «Μαρία, δώσε μου την μαμά σου…Κυρία Κατερίνα…». Δεν πρόλαβα να τελειώσω την φράση μου… «Μανωλιό, πες μου ότι είσαστε καλά! Βλέπουμε τηλεόραση, μάθαμε τι έγινε, πες μου μόνο αυτό…Γιατί κλαις αγόρι μου; Μην κλαις, πέρασε τώρα…Δώσε μου τον Σπύρο να ησυχάσω, δώσε μου να του μιλήσω στο τηλέφωνο…» «κ. Κατερίνα, ελατέ από δω…Δεν είναι καλά ο Σπύρος». Η γυναίκα έπεσε, λιποθύμησε στο λεπτό. Επικράτησε πανικός.Ο θείος του πήρε το τηλέφωνο σαν πιο ψύχραιμος (ο πατέρας του είχε πεθάνει), ένας δεύτερος πατέρας για αυτόν. Του εξήγησα τι είχε συμβεί… Σε 15 λεπτά φτάσανε. Το χάος έξω από το νοσοκομείο επιβάρυνε την κατάσταση της κυρίας Κατερίνας, η οποία έχασε πάλι τις αισθήσεις της. Την πήγαν οι γιατροί να ξαπλώσει. Ο θειος του Σπύρου έκλαιγε ασταμάτητα. Πήγε να τον δει. Όταν βγήκε δεν μας μίλησε. Κατευθύνθηκε προς την έξοδο, πήρε φόρα, και κοπάνισε την γροθιά του στον τοίχο… «Γιατί Θεέ μου…», φώναξε, «ΓΙΑΤΙ; Γιατί το παλικάρι μου ρε…» Η μικρή του αδερφή έτρεξε προς το μέρος του, του έπιασε το πόδι και άρχισε να κλαίει. Αυτή την εικόνα την έβλεπες παντού, σε κάθε γωνία μέσα στο νοσοκομείο. Στο νεκροθάλαμο, μαζεύονταν συνέχεια συγγενείς, προσπαθούσαν να αναγνωρίσουν τους δικούς τους ανθρώπους», η συγκλονιστική περιγραφή για το τι επικράτησε στο Τζάνειο ανήκει στον Μανώλη, αδερφικό φίλο του 18χρονου Σπύρου Λεωνιδάκη.

Έγκλημα χωρίς τιμωρία

«Οι άνθρωποι ζούνε έναν τέτοιο μεγάλο πόνο μόνο μια φορά. Ο πόνος έρχεται ξανά, αλλά βρίσκει πιο σκληρή επιφάνεια». Η  αμερικανίδα συγγραφέας Γουίλα Κάθερ είχε γράψει τα παραπάνω λόγια θέλοντας να περιγράψει το θάνατο και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτόν.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με 21 θανάτους. 21 νεκρούς που εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να ζητάνε δικαίωση. 42 ολόκληρα χρόνια μετά. Μια τραγωδία για την οποία ουδέποτε τιμωρήθηκε κανείς. Σα να μην έφταιγε κάποιος. Σα να ήταν όλα καλώς καμωμένα και απλά ήταν η «κακιά» στιγμή. Το αίτημα για δικαιοσύνη στην αρχή ήταν καθολικό. Με το πέρασμα του χρόνου, ωστόσο, έμειναν μόνο οι λίγοι να το φωνάζουν. Για ακόμα μια φορά αποδείχθηκε πως ο δρόμος από το «μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκκαλο» και από εκεί στη λήθη και την ατιμωρησία είναι εξοργιστικά μικρός.

Ο εισαγγελέας Πειραιά Ναπολέων Παντιώρας έστειλε σε δίκη συνολικά 11 άτομα. Έξι αστυνομικούς και πέντε θυρωρούς που είχαν υπηρεσία στη «Θύρα 7» την μαύρη Κυριακή. Οι κατηγορίες που τους αποδίδονται είναι ανθρωποκτονία εξ αμελείας και πρόκληση σωματικών βλαβών. Η δίκη ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1984 και μέσα στη δικαστική αίθουσα εκτυλίσσονταν καθημερινά σκηνές αρχαίας ελληνικής τραγωδίας.  Μέσα σε 28 ημέρες, την εξέταση 100 μαρτύρων και την αγόρευση συνολικά 16 συνηγόρων η δίκη ολοκληρώθηκε. Η πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου ανακοινώθηκε το απόγευμα της 15ης Μαρτίου του 1984. Σύμφωνα με αυτή καταδικάστηκαν σε 10 χρόνια φυλάκιση ο καθένας, οι πέντε φύλακες της «7» ενώ παράλληλα, αθωώθηκαν λόγω αμφιβολιών όλοι οι αστυνομικοί! Μετά την καταδίκη τους οι πέντε φύλακες άσκησαν έφεση και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Στις 13 Φεβρουαρίου 1986, στο τριμελές εφετείο του Πειραιά, ξεκίνησε μέσα σε κλίμα πρωτοφανούς έντασης η εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό. Στις 22 Φεβρουαρίου αθωώνονται και οι θυρωροί. Σύμφωνα με την πρόταση του εισαγγελέα έφταιγαν τα σκαλοπάτια. Από τα 11 άτομα δεν τιμωρήθηκε τελικά κανένα. Εμειναν μόνες τους οι χαροκαμένες μάνες να φωνάζουν και να καταριούνται: «Θα σας πνίξει το αίμα των παιδιών μας»!

«Αδέρφια ζείτε, εσείς μας οδηγείτε...»

  • Παναγιώτης Τουμανίδης, 14 ετών
  • Κώστας Σκλαβούνης, 16 ετών
  • Ηλίας Παναγούλης, 17 ετών
  • Γεράσιμος Αμίτσης, 18 ετών – φίλαθλος της ΑΕΚ
  • Γιάννης Κανελλόπουλος, 18 ετών
  • Σπύρος Λεωνιδάκης, 18 ετών
  • Γιάννης Σπηλιόπουλος, 19 ετών
  • Νίκος Φίλος, 19 ετών
  • Γιάννης Διαλυνάς, 20 ετών
  • Βασίλης Μάχας, 20 ετών
  • Ευστράτιος Λούπος, 20 ετών
  • Μιχάλης Κωστόπουλος, 21 ετών
  • Ζωγραφούλα Χαϊρατίδου, 23 ετών
  • Σπύρος Ανδριώτης, 24 ετών
  • Κώστας Καρανικόλας, 26 ετων
  • Μιχάλης Μάρκου, 27 ετών
  • Κώστας Μπίλας, 28 ετών
  • Αναστάσιος Πιτσόλης, 30 ετών
  • Αντώνης Κουρουπάκης, 34 ετών
  • Χρήστος Χατζηγεωργίου, 34 ετών
  • Δημήτριος Αδαμόπουλος, 40 ετών
Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA