Με αγνό πανανθρώπινο ιδεαλισμό και πηγαία λυρική πνοή, δημιούργησε μια ολόκληρη εποχή κι έγινε δάσκαλος στις νεώτερες γενιές. Θεωρείται ο δεύτερος εθνικός ποιητής μετά τον Διονύσιο Σολωμό. Έλληνας ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας, από τις σπουδαιότερες πνευματικές φυσιογνωμίες του νέου Ελληνισμού. Ο Κωστής Παλαμάς υπήρξε (και συνεχίζει να είναι) ένας πνευματικός φάρος. Η απώλεια του, μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 80 χρόνια, συντάραξε τη χώρα. Η κηδεία του εξελίχθηκε σε αντικατοχικό συλλαλητήριο. Μια κηδεία στην οποία έστειλε (με ειδική πτήση από το Βερολίνο) προσωπικό στεφάνι ο Αδόλφος Χίλτερ, αναγνωρίζοντας έτσι το μεγαλείο ενός σπουδαίου ποιητή.
«Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο κτίστης»
Ο Κωστής Παλαμάς ήταν μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές φυσιογνωμίες του νέου Ελληνισμού. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής «γενιάς του 1880» και της αποκαλούμενης «Νέας Αθηναϊκής Σχολής». Στο ποιητικό του έργο, που ξεπερνά τις είκοσι συλλογές, κυριαρχεί η Ελλάδα ως ιδανικό και αντικείμενο αγάπης, η πορεία του ελληνικού έθνους μέσα στους αιώνες, η προσπάθεια δημιουργικής αφομοίωσης του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της λαϊκής παράδοσης και το πνεύμα της οικουμενικότητας του ελληνικού πολιτισμού. Είχε γεννηθεί στην Πάτρα τον Ιανουάριο του 1859 με μεσολογγίτικη καταγωγή. Σε ηλικία επτά ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και μητέρα και πήγε να ζήσει στο Μεσολόγγι με τον θείο του Δημήτριο Παλαμά. Στο Μεσολόγγι, που τόσο αγάπησε και τραγούδησε νοσταλγικά, έζησε έως το 1875, οπότε έφυγε για την Αθήνα. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή αλλά δεν άργησε να καταλάβει πως ο προορισμός του ήταν η ποίηση.
Ο Παλαμάς υπήρξε διαρκώς παρών με το δημιουργικό του πνεύμα στις αγωνίες και τους αγώνες του λαού στην η εποχή των μεγάλων οραμάτων. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής «γενιάς του 1880» και της αποκαλούμενης «Νέας Αθηναϊκής Σχολής», η οποία συσπείρωνε νέους ποιητές που αντιδρούσαν στις υπερβολές του αθηναϊκού ρομαντισμού και ενδιαφέρονταν για την καθιέρωση της δημοτικής στον ποιητικό λόγο. Η φήμη του Κωστή Παλαμά υπήρξε Παγκόσμια . Ήταν ο Ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου», του Ύμνου που συνοδεύει κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση.
Είναι ο δημιουργός δυο επικών συνθέσεων: του «δωδεκάλογου του γύφτου (1907) και της «φλογέρας του Βασιλιά» (1910), που τον ανέβασαν στην κορυφή. Το 1934 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, καθώς η φήμη του είχε προ πολλού διαβεί τα σύνορα της χώρας.
«Ηχήστε οι σάλπιγγες...»
Στις 9 Φεβρουαρίου του 1943 πέθανε η αγαπημένη του σύζυγος, η Μαρία. Ο ποιητής ήταν βαριά άρρωστος εκείνη την περίοδο. Η θλίψη και ο πόνος από την απώλεια της συντρόφου του, επέφερε ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του. Τελικά, δεν άντεξε. Στις 27 Φεβρουαρίου, 18 ημέρες αργότερα, δηλαδή, την ακολούθησε και εκείνος... Ο Κωστής Παλαμάς πέθανε μέσα στο σπίτι του στην οδό Περιάνδρου 3 στην Πλάκα. «Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός» γράφει στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου.
Στις 28 Φεβρουαρίου, πραγματοποιήθηκε η κηδεία του. Από το πρωί εκείνης της ημέρας, ωστόσο, φάνηκε πως δεν θα ήταν μια απλή ημέρα. Ο Αθηναϊκός λαός κατέκλυσε από πολύ νωρίς τους δρόμους του κέντρου της πρωτεύουσας και κυρίως αυτούς που οδηγούσαν στον Α' Νεκροταφείο της Αθήνας. Όλοι ήθελαν να πουν το τελευταίο αντίο στον μεγάλο ποιητή. Όλοι, όμως, αντιλαμβανόντουσαν πως δεν ήταν μόνο αυτό. Υπήρχε και κάτι άλλο στην ατμόσφαιρα. Φαίνεται πως αυτό το «κάτι άλλο» το είχαν αντιληφθεί και οι ιταλικές και γερμανικές κατοχικές δυνάμεις, που έστειλαν στην κηδεία τον ίδιο τον δοτό πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο και ανώτατους αξιωματικούς της γερμανικής και ιταλικής στρατιωτικής διοίκησης με την ελπίδα πως θα περιορίσουν τις αντιστασιακές εκδηλώσεις. Ο ίδιος ο Χίτλερ έστειλε προσωπικό στέφανο στη μνήμη του Κωστή Παλαμά, αεροπορικώς από το Βερολίνο!
Η νεκρώσιμη πομπή μετατράπηκε σε πατριωτικό ξέσπασμα μέσα στις ζοφερές συνθήκες της Κατοχής και μπροστά στα μάτια των Γερμανών. Στο Α' Νεκροταφείο εκτυλίχθηκαν συγκλονιστικές στιγμές. Ο Άγγελος Σικελιανός διάβασε το ποίημα «Παλαμάς» που έγραψε τα ξημερώματα εκείνης της ημέρας:
«Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα»;
Η κηδεία του Κωστή Παλαμά είχε μετατραπεί σε κάτι διαφορετικό. Κάτι πολύ πιο έντονο... Όταν το φέρετρο οδηγήθηκε στην τελευταία κατοικία του μεγάλου ποιητή, ο γερμανός αξιωματικός, πλησίασε για να καταθέσει στεφάνιο λογοτέχνης Γιώργος Κατσίμπαλης άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο: «''Σε γνωρίζω από την κόψη...''. Ακολούθησε το συγκεντρωμένο πλήθος, «πρώτα δειλά ύστερα η φωνή κατάκτησε όλον τον κόσμο, μυριόστομη. Ήταν η στιγμή η πιο συγκινητική. Ο κόσμος τραγουδούσε με πάθος. Κάποιος φώναξε Ζήτω η ελευθερία του πνεύματος. Αλλά ο κόσμος ήθελε ελευθερία σκέτη και φώναζε Ζήτω η Ελευθερία!», περιέγραψε συγκλονιστικά ο Κωνσταντίνος Τσάτσος.