Μενού
lindalovelace
Λίντα Λάβλεϊς | YouTube
  • Α-
  • Α+

Αυτό το κείμενο θα μπορούσε να είναι ένα «χαβαλεδιάρικο» κείμενο το οποίο θα έβγαζε «τα λεφτά του» μέσα από ροζ υπονοούμενα, έξυπνες ατάκες, κλικαδόρικο τίτλο και ο συντάκτης θα έπαιρνε τα εύσημα για το «παιχνιδιάρικο» στυλ γραφής. Αλλά όχι. Αυτό το κείμενο δεν θα είναι ένα τέτοιο κείμενο. Μπορεί η αφορμή για να γραφτεί να ήταν η 51η «επέτειος» από την πρώτη προβολή της ερωτικής ταινίας που άλλαξε τη συγκεκριμένη βιομηχανία, αλλά το κείμενο θα εστιάσει πάνω στην τραγική ιστορία της πρωταγωνίστριας της. «Όταν βλέπετε την ταινία, παρακολουθείτε τον βιασμό μου» είχε πει η Λίντα Λάβλεϊς.

Μια ζωή μέσα στη βία και την καταπίεση

Στις 10 Ιανουαρίου του 1949 στο «σκληρό» και αφιλόξενο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, γεννιέται η Λϊντα Σούζαν Μπόρμαν. Ο πατέρας της είναι «μπάτσος» και η μάνα της μια σκληρή και κακοποιητική γυναίκα. Ο πατέρας συνέχεια λείπει και έτσι τη «διαπαιδαγώγηση» της μικρής Λίντα αναλαμβάνει η μητέρα. Ξύλο και καταπίεση είναι τελικά τα δυο βασικά πράγματα που της «χαρίζει». Όσο η πιτσιρίκα μεγάλωνε τόσο έψαχνε μια διέξοδο από το αδιαπέραστο θρησκόληπτο τείχος που είχε υψώσει η αυταρχική μητέρα της.

Και όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις η δράση φέρνει αντίδραση και όταν, πλέον, η Λίντα μεγάλωσε και απέκτησε μια σχετική αυτονομία... ξέσπασε. Και (επίσης, όπως συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις) το κάθε ξέσπασμα οδηγούσε και σε πιο λάθος κινήσεις από το προηγούμενο. Με αυτά και με αυτά, η Λίντα βρίσκεται να εμπιστεύεται τον έναν λάθος άνθρωπο μετά τον άλλο. Στα 20 της χρόνια γίνεται μητέρα και δίνει το παιδί της αμέσως για υιοθεσία.

Δυο χρόνια αργότερα γνωρίζει τον Τσακ Τρέινορ. Αυτός συστήνεται στην ίδια αλλά και στην οικογένειά της ως επιχειρηματίας. Στην πραγματικότητα, είναι ένα «λαμόγιο» που ζει σε βάρος των άλλων και κάθε τόσο μπαινοβγαίνει στις φυλακές. Τόσο, όμως, η Λίντα όσο και οι γονείς της δε βλέπουν (ή δε θέλουν να δουν) την πραγματική εικόνα. Όταν ο Τρέινορ της κάνει πρόταση γάμου, η Λίντα δέχεται με μοναδικό στόχο να φύγει όσο το δυνατόν πιο μακριά από την οικογένειά της και η οικογένειά της, «δίνει την ευχή» της με την ελπίδα η κόρη τους να νοικοκυρευτεί. Τίποτα από αυτά, όμως, δε γίνεται.

Στην πραγματικότητα ο Τρέινορ, πήρε τη Λίντα όχι για γυναίκα του αλλά για ένα «ερωτικό αντικείμενο» που θα του αποφέρει πολλά χρήματα. Κάπως έτσι ξεκινάει με το να την εκδίδει σε φίλους και γνωστούς. Όποτε αυτή αρνείται εκείνος την ξυλοκοπεί ανελέητα. Τα λεφτά που εκείνη βγάζει τα κρατάει εκείνος για να παίζει τζόγο ή να διασκεδάζει. Κάποια από αυτά τα κράτησε και την πήγε σε έναν πλαστικό χειρουργό για να κάνει αυξητική στήθους.

Όσες φορές η Λίντα προσπάθησε να μιλήσει στη μητέρα της εκείνη θεωρούσε πως είναι κάποιο από τα γνωστά καπρίτσια της ατίθασης κόρης της και δε δεχόταν κουβέντα. Κάπως έτσι η Λίντα βυθιζόταν όλο και περισσότερο σε μια κατάσταση που τη μεταμόρφωνε σε κάτι που δεν ήταν.

Ο Τρέινορ υπερηφανευόταν δεξιά και αριστερά για τις σεξουαλικές επιδόσεις της γυναίκας του και ιδιαίτερα σε ό,τι είχε να κάνει με τον «στοματικό έρωτα». Μια από αυτές τις κουβέντες την έκανε με έναν φίλο του τον Τζέραρντ Νταμιάνο ο οποίος είχε βάλει σκοπό της ζωής του να γυρίσει μια χιουμοριστική πορνοταινία. Άνθρωποι της μαφίας, μάλιστα, του είχαν εγγυηθεί πως αν η ιδέα είναι καλή, θα χρηματοδοτήσουν την ταινία.

Όταν ο Τρέινορ του είπε για εκείνη την «ιδιαιτερότητα» της γυναίκας του, αυτός ζήτησε να τη δει στην πράξη. Ο Τρέινορ που κατάλαβε πως μπορεί να βγάλει πολλά χρήματα από αυτή την υπόθεση, δεν του πήγε την ίδια τη Λίντα εκεί αλλά μια βιντεοταινία που είχαν γυρίσει οι δυο τους. Ο Νταμιάνο ενθουσιάστηκε και του είπε πως όχι απλά θα παίξει στην ταινία η σύζυγός του, αλλά θα είναι η πρωταγωνίστρια και τα πάντα θα έχουν στηθεί γύρω από εκείνη!

Το «Βαθύ Λαρύγγι»

Μέσα σε μόλις μια εβδομάδα και με προϋπολογισμό που δεν ξεπερνούσε τα 25.000 δολάρια, η ταινία ήταν έτοιμη. Σύμφωνα με το «σενάριο», η Λίντα, η οποία στο μεταξύ είχε αφήσει πίσω της το Σούζαν Μπόρμαν και είχε γίνει Λάβλεϊς, ήταν μια «δυστυχισμένη» γυναίκα η οποία πήγε στο γιατρό για να την βοηθήσει διότι είχε την κλειτορίδα της στον λαιμό.

Η ταινία δεν είχε τίποτα το ιδιαίτερο ή έστω κάτι το ξεχωριστό απ' ό,τι όλες οι άλλες. Είχε όμως τη Λίντα Λάβλεϊς και την «ιδιαίτερη ανατομία της» όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής κάτι που την έκανε διάσημη. Στην πραγματικότητα την έκανε μια σταρ του είδους. Η ταινία (με τη βοήθεια της μαφίας) έπαιξε σε κάθε άκρη των Ηνωμένων Πολιτειών, γνώρισε τεράστια επιτυχία, τόσο μεγάλη επιτυχία που προκάλεσε τους συντηρητικούς που ζήτησαν από τον τότε πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον να κάνει κάτι για να σταματήσει η προβολή της. Ούτε εκείνος, όμως, μπόρεσε να σταματήσει τη φρενίτιδα. Το «Βαθύ Λαρύγγι» έφτασε να μπει στο box office των 10 εμπορικότερων ταινιών εκείνης της χρονιάς! Λέγεται πως με εκείνα τα 25.000 δολάρια, κατάφεραν και έβγαλαν πάνω από 600.000.000 δολάρια! Από αυτά τα λεφτά η Λάβλεϊς δεν πήρε τίποτα. Ο Τρέινορ, ως ατζέντης, πήρε 1.200 δολάρια!

Τότε ήταν πολλοί αυτοί που πλησίασαν τη Λίντα, ώστε, να την πείσουν να χωρίσει από τον Τρέινορ και να πάει με εκείνους, με στόχο, αυτοί να την κάνουν πραγματική ηθοποιό. Η Λίντα επιχείρησε ξανά να φύγει από μια καταπιεστική σχέση αλλά και πάλι ακολούθησε τους λάθους ανθρώπους. Χώρισε από τον Τρέινορ, ο οποίος αναγκάστηκε μπροστά στα πιστόλια της μαφίας, να υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου και η Λίντα προσπάθησε να ξεκινήσει καριέρα ηθοποιού. Το «Βαθύ Λαρύγγι», ωστόσο, την ακολουθούσε παντού και έτσι απέτυχε. Απέτυχε και το soft σίκουελ, «Βαθύ Λαρύγγι 2», το επίσης πορνογραφικό «Λίντα Λάβλεϊς για Πρόεδρος». Αμφότερα πάτωσαν εισπρακτικά και κάπως έτσι όσοι είχαν επενδύσει σε εκείνη, όταν είδαν πως, πλέον δεν πουλάει, την πέταξαν σαν στημένη λεμονόκουπα.

Και τότε η Λίντα αποφάσισε να τα πει όλα. Τα γελάκια και τα πονηρά αστεία κόπηκαν απότομα. Έγραψε την αυτοβιογραφία της η οποία αποκάλυπτε την κόλαση που έζησε. Κόλαση που περιελάμβανε από ομαδικούς βιασμούς (με τη συμμετοχή ακόμα και πέντε ανδρών) μέχρι κτηνοβασίες και όλα αυτά υπό την απειλή όπλου. Είπε ακόμα για τους ανθρώπους της «βιομηχανίας» που ενώ την έβλεπαν ότι πήγαινε στα γυρίσματα με μελανιές και εκδορές, κανείς δεν έλεγε το παραμικρό.

Όπως ήταν φυσικό, οι αντιδράσεις απ' όλους αυτούς που συμμετείχαν με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο (έμμεσα ή άμεσα) στους βιασμούς της ήταν έντονη και τη χαρακτήρισαν ψεύτρα. Ο ίδιος ο Τρέινορ δεν παραδέχθηκε ποτέ το παραμικρό και τόνιζε πάντα πως όλα γινόντουσαν με τη θέληση της. Μόνο η συμπρωταγωνίστρια της, Άντρεα Τρου, επιβεβαίωσε τα λεγόμενα της.

Η Λίντα αποσύρθηκε από τον χώρο του θεάματος. Μετακόμισε στο Ντένβερ του Κολοράντο, παντρεύτηκε και απέκτησε δυο παιδιά. Αφιέρωσε τη ζωή της στην καταπολέμηση της πορνογραφίας. Υποβλήθηκε σε διπλή μαστεκτομή λόγω της κακής ποιότητας των εμφυτευμάτων και αντιμετώπισε στη ζωή της πολλά προβλήματα υγείας. Το 1996 χώρισε και από το δεύτερο σύζυγό της, λέγοντας πως τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που είχαν αποκτήσει εξαιτίας των περιπετειών με την υγεία της, τον είχαν μετατρέψει σε έναν αλκοολικό και βίαιο άνθρωπο.

Το 2001, σε ηλικία 52 ετών, πλέον, η Λίντα έκανε μια ακόμα λάθος κίνηση, ρίχνοντας νερό στο μύλο των επικριτών της. Φωτογραφήθηκε ημίγυμνη για ανδρικό περιοδικό, λέγοντας «Δεν είναι κακό να φαίνεσαι σέξι, αν γίνεται με κομψό τρόπο». Όσοι την ήξεραν γνώριζαν ότι είχε τεράστια ανάγκη τα χρήματα. Στις σφοδρές επικρίσεις που δέχθηκε η ίδια απάντησε με μάλλον σπασμωδικό τρόπο λέγοντας πως «είναι καιρός να βγάλω και εγώ λεφτά από τη βία και την εκμετάλλευση που έχω υποστεί». Στις 3 Απριλίου 2002 η Λίντα, έπεσε θύμα ενός σοβαρού τροχαίου. Έδωσε μάχη για να κρατηθεί στη ζωή, ωστόσο, 19 ημέρες αργότερα, άφησε την τελευταία της πνοή. 

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA