Ο τορπιλισμός της Έλλης στις 15 Αυγούστου 1940 έδειξε πως οι μέρες της Ελλάδας έξω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μετρημένες. Το ξημέρωμα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι, επέδωσε στον Ιωάννη Μεταξά το τελεσίγραφο που είχε συντάξει μερικές ημέρες νωρίτερα ο υπουργός Εξωτερικών του Μουσολίνι, ο διπλωμάτης Γκαλεάτσο Τσιάνο.
Ο δικτάτορας Μεταξάς είχε πάρει τις αποφάσεις του και αυτό προκύπτει από το γεγονός πως δε ρώτησε ούτε τον βασιλιά, ούτε τους συμβούλους του για να δώσει την απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο. «Alors, c’est la guerre», (δηλαδή «Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμος») είπε στον Ιταλό πρέσβη και εκεί τελείωσαν όλα. Μερικές ώρες αργότερα η Ελλάδα έμπαινε και επίσημα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η συνέχεια δόθηκε στα βουνά. Εκεί, οι Έλληνες στρατιώτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν ισχυρό και σαφώς ανώτερο στρατό. Και τον κέρδισαν. Είχαν να αντιμετωπίσουν, όμως και έναν άλλο εχθρό. Αόρατο ο οποίος αποδείχθηκε πιο σκληρός και πιο φονικός από τους Ιταλούς.
Διαβάστε ακόμη: «Με ένα τηλέφωνο έκανε ό,τι ήθελε»: Ο πανίσχυρος Έλληνας επιχειρηματίας της Κατοχής
Ο σκληρός χειμώνας του 1940-41
Όσο καλά οργανωμένος και να είναι ένας στρατός, όσο ισχυρά όπλα και αν έχει, όσο και αν η εκπαίδευση των στρατιωτών είναι άρτια και το ηθικό ακμαιότατο, τον πρώτο λόγο στα βουνά τον έχει ο καιρός. Αυτός κάνει το απόλυτο κουμάντο. Αυτός μπορεί να είναι ο χειρότερος και ο φονικότερος εχθρός. Τον χειμώνα του 1940-41 ο καιρός ήταν όχι απλά σκληρός αλλά αδυσώπητος.
Ο Στέφανος Παπαγιαννάκης ήταν μόνιμος υπάλληλος της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας ο οποίος στη διάρκεια του πολέμου επιστρατεύτηκε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός και ουσιαστικά ήταν ο σύνδεσμος μεταξύ του Α' Σώματος Στρατού και της ΕΜΥ, έχοντας υπό την εποπτεία του όλους τους μετεωρολογικούς σταθμούς εκστρατείας.
Όσα ξέρουμε σήμερα για εκείνο τον σκληρό χειμώνα, ουσιαστικά, προέρχονται από την έρευνα του Παπαγιαννάκη ο οποίος συγκέντρωσε όλες τις μετεωρολογικές παρατηρήσεις που έδωσαν οι σταθμοί που βρίσκονταν κοντά στα πεδία των μαχών: Κέρκυρα, Ιωάννινα, του Καστοριά, Φλώρινα, Κορυτσά Μοσχόλη και φυσικά ο σταθμός εκστρατείας Α' Σώματος Στρατού στην Καλογοραντζή, στο Αργυρόκαστρο.
Από εκείνα τα στοιχεία και σε συνδυασμό με νέες μελέτες που έκανε ο διευθυντής της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, Θοδωρής Κολυδάς, από την έναρξη των επιχειρήσεων μέχρι και το μεγαλύτερο μέρος του Νοέμβρη στην περιοχή του μετώπου επικράτησε ένα πλούσιος σε βροχές φθινοπωρινός καιρός, ενώ στις ορεινότερες περιοχές υπήρχαν και χιονοπτώσεις.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα τον Δεκέμβριο όπου διαδοχικά κύματα ψύχους προκάλεσαν σφοδρές κακοκαιρίες και χιονοπτώσεις ακόμα και σε χαμηλότερα υψόμετρα. Αιτία ήταν το γεγονός πως τον τελευταίο μήνα του 1940 έφτασαν στην περιοχή των Βαλκανίων αέριες μάζες πολικής προέλευσης. Οι χιονοπτώσεις ήταν εντονότατες στις περισσότερες περιοχές της ζώνης επιχειρήσεων.
Ενδεικτικό του πόσο δύσκολος ήταν εκείνος ο Δεκέμβριος είναι το γεγονός πως σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία εκείνος ο μήνας ήταν κατά 4 βαθμούς πιο κρύος σε σχέση με τη μέση κλιματική τιμή που είχε καταγραφεί την περίοδο από το 1900 έως το 1939!
Ενδεικτικά: Στα Γιάννενα στις 20 Δεκεμβρίου καταγράφηκε θερμοκρασία -5 βαθμών Κελσίου, στην Καστοριά -7.4 (στις 18/12), στη Φλώρινα -10 (στις 18/12) και -17 (στις 22/12) στη Μοσχόπολή -19 (στις 30/12)!
Στη Μοσχόπολη της Κορυτσάς, μάλιστα, καταγράφηκε και θερμοκρασία -20 βαθμούς Κελσίου σε υψόμετρο 1200 μέτρα. Σύμφωνα με τον Θοδωρή Κολυδά, μάλιστα, συμπερασματικά προκύπτει πως σε υψόμετρο μεγαλύτερο από αυτό είναι δεδομένο πως ο υδράργυρος έπεσε χαμηλότερα από τους -20 βαθμούς Κελσίου!
Ήταν τέτοια η ένταση των φαινομένων τον Δεκέμβριο που η εικόνα τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1941 ήταν σαφώς ηπιότερη αλλά ακόμα και αυτό δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα από αυτά που μπορούσε να φανταστεί κάποιος.
Η αιτία απλή: όσο θερμότερες ήταν οι αέριες μάζες που έρχονται από τις θαλάσσιες περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Πίνδου τόσο μεγαλύτερη ήταν η υγρασία και άρα οι βροχές άφθονες και οι χιονοπτώσεις πυκνές.
Τα κρυοπαγήματα και οι θάνατοι από το ψύχος
Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως πολλοί Έλληνες που πολέμησαν στα βουνά στα απομνημονεύματα ή τις προφορικές μαρτυρίες τους περισσότερο μιλούσαν για τις κάκιστες καιρικές συνθήκες παρά για την επαφή με τον εχθρό.
Το ίδιο, βέβαια, ίσχυε και για τους Ιταλούς οι οποίοι, μάλιστα, είχαν και πιο δύσκολο έργο καθώς αυτοί έπρεπε να επιτεθούν άρα δεν είχαν την πολυτέλεια να αφήσουν τον χρόνο να περάσει και τα φαινόμενα να γίνουν ηπιότερα.
Για πολλούς ιστορικούς αναλυτές ο Μουσολίνι την «πάτησε» όπως αργότερα την «πάτησε» και ο Χίτλερ στην επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Κανείς από τους δυο δεν υπολόγισε τον παράγοντα χειμώνα και τελικά το πλήρωσαν ακριβά και οι δύο.
Και να σκεφτείς κανείς πως στα βουνά της Αλβανίας και της Πίνδου αυτοί που είχαν καλύτερο εξοπλισμό ήταν οι Ιταλοί. Σε αντίθεση με τους αλπινιστές του Μουσολόνι που διέθεταν εξειδικευμένο ρουχισμό, οι Έλληνες φαντάροι είχαν τη χλαίνη που υποτίθεται πως θα τους προστάτευε από το κρύο και μια συγκεκριμένη στολή. Την ίδια στολή φορούσαν οι φαντάροι στα βουνά με το πολικό ψύχος, την ίδια στολή φορούσαν οι φαντάροι, για παράδειγμα, στην Κρήτη με το μεσογειακό κλίμα.
Και μπορεί, πλέον, σήμερα να κάνουμε λόγο για τους ήρωες που πολέμησαν με αυταπάρνηση στα βουνά αλλά οι καταστάσεις έχουν «στρογγυλευτεί» αρκετά αφού υπάρχουν καταγεγραμμένα περιστατικά ανυπακοής στο ελληνικό στράτευμα όπου πολλοί φαντάροι αρνούνταν να κάνουν σκοπιά τις νυχτερινές ώρες καθώς υπήρχε ο φόβος πως θα πεθάνουν από το κρύο!
Ένας τρόπος για να προστατευτούν οι φαντάροι ήταν να φορούν μάλλινες γκέτες πάνω από τις αρβύλες. Αυτό, όμως, ήταν ένα φοβερό λάθος. Το νερό της βροχής και το χιόνι έβρεχε τις γκέτες οι οποίες έσφιγγαν, έκοβαν τη ροή του αίματος και τα κρυοπαγήματα ήταν φυσική συνέπεια.
Τα κρυοπαγήματα είναι μια βλάβη στους ιστούς που προκαλείται από την έκθεση σε χαμηλές θερμοκρασίες. Όταν το δέρμα και οι ιστοί εκτίθενται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, τα υγρά μέσα στα κύτταρα παγώνουν και σχηματίζονται παγοκρύσταλλοι. Αυτοί οι κρύσταλλοι μπορούν να βλάψουν τα κύτταρα και να οδηγήσουν σε θάνατο.
Μόνο όταν άρχισαν να σφάζουν ζώα και να παίρνουν το λίπος τους το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν σαν «μονωτικό υλικό» καλυτέρευσε λίγο η κατάσταση αλλά και πάλι οι απώλειες ήταν τεράστιες.
«Από τις 27 Δεκεμβρίου που πήγαμε απάνω μέχρις τις 2 Φεβρουαρίου, γης δεν πατήσαμε. Χιόνι μόνο. Κοιμόμασταν το βράδυ εδώ και πήγαινε 20 πόντους ο άνθρωπος μέσα, κατακάθονταν το χιόνι κι εκεί ξημερώναμαν. Έπαθαν πολλοί κρυοπαγήματα. Εμένα μου είπαν να μου το κόψουν το ποδάρι στο κότσι. Κρυοπάγωσε. Κατέβηκα στο Στεπέζι, έκατσα τρεις μέρες, θα ξανάρθεις πάλι μου είπαν. Στην Κολόνια κοιμόμουν, εκεί ήταν τα μεταγωγικά. Ύστερα από τρεις μέρες πήγα, α! λέει ένας αξιωματικός εκεί:
– Ε! Ζυγούρη το ποδάρι θα το κοντέψουμε στο κότσι. – Όχι, του είπα, δεν το κονταίνω. Κόντεψαν (τα ποδάρια) σε δύο (στρατιώτες) από το Γυμνότοπο (χωριό της Άρτας), έναν Τάτση κι έναν Χρήστου. Τα έκοψαν στα γόνατα πάνε και οι δυο… Εγώ φοβήθηκα, αν μου κάμουν μια ένεση θα μου το κόψουν, αλλά έτσι άμα κάθομαι δεν τους αφήνω. Θα φύγω» έλεγε ο Κωνσταντίνος Ζυγούρης, του 24ου Συντάγματος Πεζικού Πρέβεζας.
Χιλιάδες Έλληνες (και Ιταλοί) ακρωτηριάστηκαν εξαιτίας των κρυοπαγημάτων. Υπολογίζεται πως πάνω από 25.000 έπεσαν θύματα αυτού του αόρατου εχθρού. Επίσημα στοιχεία δεν υπάρχουν αλλά κάποιες εκτιμήσεις αναφέρουν πως το ένα τρίτο περίπου όσων υπέστησαν κρυοπαγήματα τελικά ακρωτηριάστηκαν!
Ο Giorgio Rizzo, στο βιβλίο του «Ο πικρός πόλεμος» κάνει μια εκτίμηση στην οποία γίνεται σαφές πόσο επικίνδυνος ήταν αυτός ο αόρατος εχθρός. Ο Ελληνικός Στρατός είχε: 11.911 νεκρούς, 42.845 (ή 61.000 σύμφωνα με άλλη εκδοχή) τραυματίες, 10.000 (ή 25.000 κατά άλλη εκδοχή) νεκρούς από το ψύχος ή άνδρες με κρυοπαγήματα, 1.342 αγνοούμενους και 2.392 αιχμαλώτους.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.