Κάθε φορά που ακούμε τη φράση «πράσινη γραμμή» το μυαλό όλων πάει αμέσως στην Κύπρο και στον «Αττίλα» του 1974. Και αυτή είναι μια παρεξήγηση, από τις πολλές που δημιουργούνται όταν το θυμικό επιχειρεί να προσδιοριστεί μέσα από την Ιστορία.
Είναι, όμως, ξεκάθαρο πως άλλοι είναι οι «λογαριασμοί» που κρατάνε οι λαοί και άλλοι οι λογαριασμοί που κρατάει η Ιστορία.
Σήμερα, λοιπόν, είναι πολλοί εκείνοι που πιστεύουν πως η «πράσινη γραμμή» που κρατάει χωρισμένη σε δύο κομμάτια την Κύπρο είναι έργο της τουρκικής εισβολής. Λάθος. Αυτά είναι δυο ξεχωριστά ιστορικά γεγονότα.
Η πράσινη γραμμή δημιουργήθηκε από τους Βρετανούς, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 30 Δεκεμβρίου 1963, δηλαδή 11 χρόνια πριν την στρατιωτική εισβολή και ήταν ένα μέτρο προκειμένου να διαχωριστούν οι δύο κοινότητες μετά από σοβαρά επεισόδια.
Αυτό που υπάρχει σήμερα είναι η αιματοβαμμένη γραμμή του «Αττίλα». Είναι τα συρματοπλέγματα στο «σώμα» της Κύπρου.
Για να αντιληφθεί κάποιος το τι ακριβώς έχει συμβεί και για να καταφέρει να διαχωρίσει τα ιστορικά γεγονότα καλό θα ήταν να κάνουμε μια μικρή «βουτιά» στο παρελθόν.
Η «Τουρκανταρσία» τα Χριστούγεννα του 1963
Το 1570 οι Οθωμανοί εισέβαλαν στην Κύπρο η οποία μέχρι τότε βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Βενετών. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821 πολλοί Κύπριοι ήρθαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν και οι Τούρκοι σε «απάντηση» εκτέλεσαν εκατοντάδες επιφανείς Ελληνοκύπριους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, Κυπριανός.
Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που κάλεσε τους Κύπριους να ξεσηκωθούν, να αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό και να ενωθούν με την Ελλάδα. Ακολούθησαν πολλές εξεγέρσεις αλλά όλες κατέληξαν σε αποτυχία.
Μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου το 1878, στο Συνέδριο του Βερολίνου αποφασίστηκε να περάσει η Κύπρος υπό την κυριαρχία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Βρετανοί «πρόσφεραν» την Κύπρο στην Ελλάδα (έκαναν λόγο για πλήρη προσάρτηση) υπό την προϋπόθεση οι Έλληνες να μπουν στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.
Ο γερμανόφιλος βασιλιάς Κωνσταντίνος Α', ωστόσο, αρνήθηκε επειδή επέμενε πως η χώρα θα παραμείνει ουδέτερη (και αυτός, άλλωστε, ήταν και ο λόγος της σύγκρουσης με τον Ελευθέριο Βενιζέλο που οδήγησε στον εθνικό διχασμό)!
Με τη Συνθήκη της Λωζάνης, η Τουρκία του Κεμάλ Ατατούρκ παραιτήθηκε από κάθε δικαίωμα που είχε στην Κύπρο και έτσι το «Νησί της Αφροδίτης» έγινε και επίσημα (1925) αποικία του βρετανικού στέμματος.
Από την Πρωταπριλιά του 1955 οι Ελληνοκύπριοι ξεκίνησαν, με βασικό όχημα την ΕΟΚΑ, απελευθερωτικό αγώνα ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1959 με τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου. Η Κυπριακή Δημοκρατία ιδρύθηκε (ως δικοινοτικό επίσημα στις 16 Αυγούστου του 1960.
Αν και καμία από τις δύο πλευρές δεν ήταν (εντελώς) ικανοποιημένη από την εξέλιξη αυτή, πέρασαν περίπου δυόμισι χρόνια φαινομενικής ηρεμίας στο νησί.
Φαινομενικής γιατί στην πραγματικότητα η κατάσταση θύμιζε καζάνι που έβραζε και όλοι θεωρούσαν – και όχι άδικα – πως χρειαζόταν μία λάθος κίνηση από κάποιον προκειμένου να φουντώσει και πάλι η φωτιά.
Η λάθος κίνηση που όλοι περίμεναν έγινε λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1963.
Εκείνη την περίοδο η ένταση ήταν και πάλι στα «κόκκινα» καθώς ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αρχιεπίσκοπος Μακάριος, είχε προτείνει 13 συνταγματικές αλλαγές που προκάλεσαν την οργή της Τουρκοκυπριακής πλευράς.
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 21ης Δεκεμβρίου 1963, μια παρέα Τουρκοκυπρίων επέστρεφαν στο σπίτι τους μετά από νυχτερινή διασκέδαση. Στα παλιά Ενετικά τείχη της Λευκωσίας, «έπεσαν» πάνω σε μπλόκο Ελληνοκύπριων αστυνομικών οι οποίοι ζήτησαν να τους κάνουν έναν τυπικό έλεγχο.
Όταν κάποια στιγμή οι αστυνομικοί θέλησαν να ελέγξουν τις γυναίκες της παρέας, οι τουρκοκύπριοι αντέδρασαν. Ακολούθησε ένας τυπικός «τσαμπουκάς» δρόμου, ο οποίος σε οποιαδήποτε άλλη χώρα το πιθανότερο είναι πως θα τελείωνε με προσαγωγές και αλληλομηνύσεις.
Στη Λευκωσία, όμως, όπως ήδη ειπώθηκε η κατάσταση μύριζε μπαρούτι. Ο «τσαμπουκάς» πήρε γρήγορα μεγάλες διαστάσεις, μαζεύτηκαν πολλοί ελληνοκύπριοι και άλλοι τόσοι τουρκοκύπριοι και τα όπλα δεν άργησαν να βγουν.
Μέχρι το πρωί υπήρχαν δυο νεκροί (τουρκοκύπριοι) και περίπου δέκα τραυματίες (και από τις δυο πλευρές). Σύντομα η Λευκωσία θύμισε εμπόλεμη ζώνη. Αυτοκίνητα με Ελληνοκύπριους (που ανήκαν σε παραστρατιωτικές ομάδες) έκαναν ένοπλες περιπολίες και πυροβολούσαν οτιδήποτε έμψυχο ή άψυχο της άλλης πλευράς. Οι Τουρκοκύπριοι, από την πλευρά τους, έκαναν ακριβώς το ίδιο. Ακόμα και ελεύθεροι σκοπευτές υπήρχαν πάνω στους μιναρέδες των τζαμιών!
Τα 24ωρα που ακολούθησαν εκατοντάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ενώ Ελληνοκυπριακές παραστρατιωτικές οργανώσεις επιτέθηκαν σε Τουρκοκυπριακά χωριά εκδιώκοντας τον πληθυσμό.
Τότε η Τουρκία προειδοποίησε πως αν δεν εκτονωθεί η κατάσταση θα ήταν... αναγκασμένη να πραγματοποιήσει στρατιωτική επιχείρηση στην Κύπρο προκειμένου να προστατεύσει τον τουρκοκυπριακό πληθυσμό.
Η δημιουργία της πράσινης γραμμής και ο «Αττίλας»
Μπροστά στον κίνδυνο να ξεφύγει από κάθε έλεγχο η κατάσταση και να οδηγηθούν σε πόλεμο Ελλάδα και Τουρκία, η Βρετανία ανέλαβε διαμεσολαβητικό ρόλο. Έτσι, αφού πρώτα οι τρεις χώρες εξέδωσαν μία (μάλλον τυπική) κοινή ανακοίνωση για να επικρατήσει ηρεμία, έκατσαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Το πρωί της 29ης Δεκεμβρίου στη Βρετανική Ύπατη Αρμοστεία συγκεντρώθηκαν ανώτατοι αξιωματούχοι και των τριών χωρών προκειμένου να βρεθεί μια λύση κοινά αποδεκτή και να σταματήσει εκεί η ένταση.
Στις συζητήσεις παραβρέθηκαν ο βρετανός υπουργός Αποικιών Ντάνκαν Σάντις, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο αντιπρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δρας Φαζίλ Κιουτσούκ, ο πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής Γλαύκος Κληρίδης και ο Πρόεδρος της Τουρκοκυπριακής Κοινοτικής Συνέλευσης Ραούφ Ντεκτάς.
Στην Πολιτική Επιτροπή Επαφής (Political Liaison Committee), όπως ονομάστηκε η όλη διαδικασία, παραβρέθηκαν επίσης οι διοικητές της ΕΛΔΥΚ και της ΤΟΥΡΔΥΚ, ο βρετανός στρατηγός Πίτερ Γιάνγκ και πολλοί ακόμα ανώτατοι αξιωματικοί.
Οι επαφές μεταξύ των τριών πλευρών κράτησαν ολόκληρη την ημέρα και συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της νύχτας, με τους Βρετανούς να πιέζουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, κάτι που άλλωστε επεδίωκαν από την εποχή ακόμα που αυτοί ήταν κυρίαρχοι στην Κύπρο. Να διαχωριστεί η Λευκωσία σε δύο τομείς. Έναν Ελληνοκυπριακό και έναν Τουρκοκυπριακό.
Οι διαπραγματεύσεις ήταν τόσο σκληρές που ολόκληρη τη νύχτα έγινε μόνο ένα διάλειμμα! Οι τρεις πλευρές είχαν βάλει στο τραπέζι έναν χάρτη της Λευκωσίας και πάνω σε αυτόν χάραζαν γραμμές προκειμένου να δουν πώς θα γίνει ο διαχωρισμός.
Την χάραξη της γραμμής την είχε αναλάβει ο στρατηγός Πίτερ Γιάνγκ ο οποίος ολόκληρη τη νύχτα έσβηνε και έγραφε ανάλογα με τις απαιτήσεις των δύο πλευρών. Στόχος του ήταν να τους κρατήσει όλους ικανοποιημένους προκειμένου να τερματιστεί η ένταση.
Τελικά, στις 5 το πρωί της 30ης Δεκεμβρίου 1963, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, μετά από ασφυκτικές πιέσεις των Βρετανών, κατέληξαν σε συμφωνία. Τότε, ο Γιάνγκ ζήτησε από τον βοηθό του να του δώσει ένα πράσινο μολύβι. Το μπλε και το κόκκινο ήταν τα χρώματα της Ελλάδας και της Τουρκίας και δεν ήθελε να τα χρησιμοποιήσει.
Όταν πήρε το πράσινο μολύβι χάραξε την πράσινη γραμμή η οποία χώριζε της Λευκωσία με τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί στις διαπραγματεύσεις. Έτσι πήρε το όνομά της η πράσινη γραμμή. Η επίσημη ονομασία της, βέβαια, είναι «Παρεμβαλλόμενη γραμμή του Ο.Η.Ε. στην Κύπρο».
Ο διαχωρισμός αρχικά αφορούσε μόνο τη Λευκωσία και στη συνέχεια επεκτάθηκε και σε άλλα σημεία της Κύπρου που κρίθηκε απαραίτητο, κυρίως, δηλαδή, σε έξι τουρκοκυπριακούς θύλακες που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέες εστίες έντασης.
Από το 1964 και μετά η φύλαξη της πράσινης γραμμής ανατέθηκε στην ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ. Στα χρόνια που ακολούθησαν (και ιδιαίτερα μετά τις επαφές του 1968 ανάμεσα σε Κληρίδη και Ντεκτάς) τα αυστηρά μέτρα χαλάρωσαν με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τα οδοφράγματα στις οδούς Λήδρας και Ερμού που άνοιξαν για να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των ντόπιων.
Η όλη προσπάθεια, ωστόσο, έλαβε τέλος αρχικά με τον «Αττίλα 1» και στη συνέχεια με τον «Αττίλα 2» που ολοκλήρωσε την κατοχή του βόρειου κομματιού της Κύπρου.
Ο «Αττίλας» επέκτεινε από τη δύση μέχρι την ανατολή την «πράσινη γραμμή» και τη μετέτρεψε σε αιματοβαμμένο σύνορο ανάμεσα στην ελεύθερη και την κατεχόμενη Κύπρο. Ένα «σύνορο» που εκτείνεται, πλέον, σε μήκος 300 χιλιομέτρων και πάνω στο οποίο (σε σημεία της λεγόμενης «νεκρής ζώνης») έχουν προκληθεί αιματηρά επεισόδια με αποκορύφωμα βέβαια τις δολοφονίες του Τάσσου Ισαάκ και του Σολωμού Σολωμού το καλοκαίρι του 1996.
Σήμερα, το ψευδοκράτος έχει ανοίξει πέντε πύλες εισόδου στα κατεχόμενα ενώ και η κυπριακή κυβέρνηση, τον Μάρτιο του 2007, κατεδάφισε το οδόφραγμα της οδού Λήδρας.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.