«Σίγουρα δεν ήταν η αρχή του πολέμου, αλλά ήταν ένα από τα γεγονότα που χρησιμοποιήθηκαν συμβολικά, αφότου… ο πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει» είχε πει ο καθηγητής Ζάρκο Πουχόφσκι, στην Κροατική Ραδιοφωνία και Τηλεόραση.
Το βράδυ πριν από τον αγώνα, μεταφέρθηκαν πέτρες στην παραδοσιακή βόρεια κερκίδα της Ντιναμό Ζάγκρεμπ, εκεί που κάθονται οι διαβόητοι Bad Blue Boys, αλλά και στη νότια πλευρά στην οποία θα καθόντουσαν οι οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα, οι Delije.
«Νομίζω ότι όλη η υπόθεση ήταν πολιτικά σκηνοθετημένη. Σε εκείνο τον αγώνα, ουσιαστικά ξεκίνησε η αποσύνθεση ενός συστήματος και μιας χώρας», θυμάται ο Ντάρκο Πάντσεφ, ο σέντερ φορ του Ερυθρού Αστέρα εκείνη την εποχή.
Η δυναμίτιδα ήταν έτοιμη να σκάσει. Ένα σπίρτο χρειαζόταν, μισή φλόγα απέμενε για να μπει φωτιά. Και αυτή την άναψε ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, με μία κλωτσιά σε αστυνομικό. Ο μέσος της Μίλαν των 4 scudetto και του ενός Champions League στην Αθήνα με το 4-0 επί της Μπαρτσελόνα. Ο χάλκινος πρωταθλητής κόσμου με την Εθνική του ομάδα, στο Μουντιάλ του 1998 στη Γαλλία. Πέραν όμως των τίτλων, για πολλούς ο Μπόμπαν αποτελεί σύμβολο, όχι ποδοσφαιρικού κύρους, αλλά εθνικισμού και κροατικής ελευθερίας. Το σύμβολο που οδήγησε στην έναρξη του κροατικού πολέμου ανεξαρτησίας και στη διάσπαση από την Γιουγκοσλαβία!

Ένας από τους λίγους αγώνες που άλλαξαν την ιστορία
Στο Μάξιμιρ, στις 13 Μαΐου το 1990 η Ντιναμό Ζάγκρεμπ φιλοξενεί για το πρωτάθλημα τον Ερυθρό Αστέρα. Ένα κλασικό ντέρμπι, το οποίο δεν κρίνει επί της ουσίας πολλά, καθώς οι «ερυθρόλευκοι» του Βελιγραδίου έχουν σοβαρό βαθμολογικό πλεονέκτημα.
Το ντέρμπι αυτό όμως είναι πολλά περισσότερα από ποδόσφαιρο, από αντιπαλότητα οπαδών. Το θέμα είναι εθνικιστικό, πολιτικό, σε καμία περίπτωση εντός αθλητικού πλαισίου.
Διαβάστε ακόμα: Η χειρονομία του Τότι, η σφαλιάρα από τον Τούντορ και το μαφιόζικο γράμμα: «Μία συγγνώμη αρκεί, έχεις παιδιά»
Η πρώην Γιουγκοσλαβία σχηματίστηκε ως ενιαίο έθνος στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου, συγκεντρώνοντας αρκετές ομάδες γεωγραφικά εγγύς λαών, όπως Κροάτες, Σέρβους, Σλοβένους και Μαυροβούνιους. Το μείγμα εθνικοτήτων και ταυτοτήτων διατηρήθηκε υπό την ενωτική διακυβέρνηση του στρατάρχη Τίτο.
Ο Γιουγκοσλάβος επαναστάτης και πολιτικός ήταν, για πολλούς, το απόλυτο σύμβολο ενότητας, με τις πολιτικές του να διατηρούν την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων εθνών της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Ο Τίτο ήταν ο κύριος αρχιτέκτονας της δεύτερης Γιουγκοσλαβίας, η οποία διήρκεσε από το 1943 έως τις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν, μετά από μια δεκαετία κλιμάκωσης της έντασης που προκλήθηκε από τον θάνατό του, το 1980, το ενιαίο έθνος βυθίστηκε σε μια σειρά από συγκρούσεις και αναταραχές που τελικά θα το διέλυαν!

Κατά τη δεκαετία του 1980, όταν η Γιουγκοσλαβία βρέθηκε σε σταυροδρόμι μετά τον θάνατο του Τίτο, το ποδόσφαιρο έγινε ίσως το πιο σημαντικό μέσο έκφρασης του εθνικού φρονήματος των Κροατών. Για πολλούς οπαδούς, το στάδιο αποτέλεσε μια αρένα μέσα στην οποία μπορούσαν να εκφράσουν τις πολιτικές και κοινωνικές τους ενστάσεις και θέσεις. Τα συνθήματα και τα τραγούδια, μαζί με εικόνες σε σημαίες και πανό, δημιουργούσαν στα στάδια πολιτική ατμόσφαιρα παρά αθλητική/οπαδική.
Και αυτό ακριβώς συνέβη στις 13 Μαΐου 1990, όταν ο Ερυθρός Αστέρας αντιμετώπισε τη Ντιναμό στο Ζάγκρεμπ, σε έναν αγώνα που συχνά αναφέρεται ως, ένας από τους λίγους, που άλλαξαν τον κόσμο.
Την ημέρα του αγώνα, περίπου 3500 οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα έφτασαν με τρένο στο Ζάγκρεμπ από το Βελιγράδι, με επικεφαλής τον Ζέλικο Ραζνάτοβιτς Αρκάν, τον μόλις ενθρονισμένο αρχηγό, εκείνη την εποχή, των οπαδών του Ερυθρού Αστέρα που είχαν μετονομαστεί σε Delije.
Από το πρωί ξεκίνησαν σποραδικές συγκρούσεις στους δρόμους του Ζάγκρεμπ και κορυφώθηκαν στο στάδιο Μάξιμιρ.
Οδομαχίες, τραπέζια να εκσφενδονίζονται μπροστά σε καφετέριες, τζάμια να θρυμματίζονται, αυτοκίνητα να διαλύονται από τη μανία των οπαδών των δύο πλευρών, όλα αποτέλεσαν απλώς το προοίμιο μιας πολύ πιο σφοδρής σύγκρουσης μέσα στο στάδιο, την οποία οι τηλεθεατές σε όλη τη χώρα παρακολούθησαν ζωντανά στην τηλεόραση. Πριν από την κύρια εκδήλωση στο στάδιο, δύο ομάδες οπαδών συγκρούστηκαν επίσης στην πλατεία Ban Jelačić, κατά την οποία δύο οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ μαχαιρώθηκαν.
Στο κατάμεστο στάδιο, οι εκατέρωθεν προκλήσεις συνεχίστηκαν και από τις δύο πλευρές: οι οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα τραγουδούσαν για τον Ντράζα Μιχαήλοβιτς (Σέρβος στρατηγός), της Ντιναμό για τον Άντα Πάβελιτς (Κροάτης εθνικιστής και πολιτικός ηγέτης). Οι εντάσεις που αυξάνονταν ραγδαία σε εθνικό και θρησκευτικό επίπεδο σε όλη τη χώρα, η έντονη πόλωση της γιουγκοσλαβικής κοινωνίας και η πολιτικοποίηση του αθλητισμού, ήταν πιο σημαντικά από το ποδόσφαιρο.
Οι οπαδοί της Ντιναμό Ζάγκρεμπ ήταν ένθερμα εθνικιστές και προετοιμάζονταν για μια σύγκρουση για να αποκτήσει η Κροατία ανεξαρτησία. Το γκρουπ των οπαδών της, οι Bad Blue Boys, ήταν οι πιο παθιασμένοι, με πολλούς από αυτούς να εντάσσονται στον κροατικό στρατό. Όπως αντίστοιχα συνέβη και με τους ultras του Ερυθρού Αστέρα του Βελιγραδίου, που αποτέλεσαν ένα σημαντικό κομμάτι των σερβικών ενόπλων δυνάμεων.
Έτσι, σε ένα στάδιο γεμάτο με σκληροπυρηνικούς εθνικιστές και αντικυβερνητικά αισθήματα και μέσα σε μια ατμόσφαιρα που σιγοβράζει από μια αφάνταστα τεταμένη έχθρα, η Ντιναμό και ο Ερυθρός Αστέρας αναμετρήθηκαν. Αυτό που ακολούθησε θεωρείται πλέον ευρέως ως το πιο φρικτό παράδειγμα χουλιγκανισμού που έχει παρατηρηθεί ποτέ στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Το ντου στον αγωνιστικό χώρο και η κλωτσιά του Μπόμπαν
Οι πρώτες εστίες έντασης εντός του γηπέδου ξεκίνησαν στην μισοάδεια ανατολική κερκίδα του Μάξιμιρ, όπου παραδόξως, υπήρχαν οπαδοί και των δύο ομάδων.
Ταυτόχρονα, οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα, που βρίσκονταν στη νότια κερκίδα του γηπέδου, έσπασαν τον φράχτη και πήγαν στην ανατολική κερκίδα.
Οι δύο ομάδες οπαδών για αρκετή ώρα επιδόθηκαν σε επιθέσεις η μία στην άλλη, πετώντας καρέκλες του γηπέδου, οι οποίες όλες καταστράφηκαν. Όλο αυτό το διάστημα, οι πολιτοφύλακες, περίπου 200 τον αριθμό, απλώς παρακολουθούσαν τη σύγκρουση.
Με τον αγώνα να βρίσκεται μόλις στο 10ο λεπτό, ακολούθησε μια μαζική φυγή των πιο ένθερμων οπαδών της Ντιναμό από την εξέδρα, εισβάλλοντας στο γήπεδο από τη βόρεια κερκίδα: ο προστατευτικός φράχτης γκρεμίστηκε και οι Bad Blue Boys ξεκίνησαν να πηγαίνουν προς τη Νότια κερκίδα, εκεί που καθόντουσαν οι οπαδοί του Ερυθρού Αστέρα. Οι πολιτοφύλακες βλέποντας ότι τα πράγματα είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο, προσπάθησαν να τους σταματήσουν χρησιμοποιώντας τα γκλομπ τους.

Στο χορτάρι του Μάξιμιρ επικρατούσε κόλαση. Ο Μπόμπαν βλέποντας έναν αστυνομικό να χτυπάει δύο Κροάτες που πήγαιναν να επιτεθούν στην πλευρά του Ερυθρού Αστέρα, κατακλυσμένος από εθνική υπερηφάνεια και θυμό, τρέχει προς τον αστυνομικό, πηδάει στον αέρα και με το δεξί του γόνατο χτυπάει στο πρόσωπο τον αστυνομικό Ρέφικ Αχμέτοβιτς.

Μετά από αυτό, οι μάχες συνεχίστηκαν για περισσότερο από μία ώρα και το στάδιο τελικά πυρπολήθηκε με φρικιαστικές σκηνές να κάνουν τον γύρω του κόσμου. Φυσικά το ματς διεκόπη.
«Πού είναι η αστυνομία; Πού είναι η καταραμένη αστυνομία;» ακούστηκε να φωνάζει ο 21χρονος τότε Μπόμπαν, αρχηγός της Ντιναμό, αναφερόμενος φυσικά στην έλλειψη αστυνομικής δύναμης και δράσης.
«Εκείνη τη στιγμή, ένας πολιτοφύλακας χτύπησε τον Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, ο οποίος δεν άντεξε και αντεπιτέθηκε, ήταν προφανές, ενεπλάκη και ο Σκρίνια, αργότερα οι παίκτες χώρισαν τους εμπόλεμους και, όσον αφορά αυτό, δεν υπήρξαν επακόλουθα επεισόδια», ανέφερε ο σχολιαστής για τα γεγονότα στο γήπεδο.
«Η επίθεση του Μπόμπαν στον αστυνομικό καθόρισε την πορεία που θα ακολουθήσει σύντομα η Γιουγκοσλαβία», δήλωσε ο Ζλάτκο Κράνιτσαρ, πρώην ποδοσφαιριστής της Ντιναμό και αργότερα προπονητής της εθνικής ομάδας της Κροατίας.
«Οι χούλιγκαν από το Βελιγράδι κατέστρεφαν το γήπεδό μας. Η αστυνομία εκείνη την εποχή, που ήταν απολύτως μια αστυνομία του καθεστώτος, δεν αντέδρασε καθόλου», έλεγε αργότερα ο Μπόμπαν στο ντοκιμαντέρ του Βουκ Γιάνιτς, The Last Yugolsav Football Team.
Λόγω της επίθεσης στον πολιτοφύλακα, η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Γιουγκοσλαβίας τιμώρησε τον Μπόμπαν με εννέα μήνες αποκλεισμού και ο προπονητής των «μπλε» Ίβιτσα Όσιμ αποφάσισε να μην τον πάρει μαζί του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας.
«Είμαι ένα δημόσιο πρόσωπο έτοιμο να ρισκάρει τη ζωή του, την καριέρα του και όλα όσα θα μπορούσε να του είχε προσφέρει η φήμη, όλα για ένα ιδανικό, έναν σκοπό: τον κροατικό σκοπό», είπε ο Μπόμπαν αφού κλώτσησε τον αστυνομικό.
Διαβάστε ακόμα: Η μαφιόζα δημοσιογράφος που κατέστρεψε τον Ντε Ρόσι - Η οικογένειά του δεν την ήθελε για νύφη
Τα επεισόδια στο «Μάξιμιρ» σταμάτησαν εκτοξεύοντας νερό στους οπαδούς, αν και ούτε αυτό ήταν εύκολο: δύο πυροσβεστικά οχήματα μεταφέρθηκαν στο γήπεδο, τα οποία όμως, σύμφωνα με τους σχολιαστές, «απλώς έκαναν βόλτες» κατά μήκος του στίβου, την ώρα που οπαδοί της Ντιναμό τους πετούσαν πέτρες. Ξερίζωσαν ακόμα και κοντάρια και έσπασαν τζάμια από τον φράχτη του σταδίου.
Κάποιοι έβαλαν φωτιά ακόμα και στα στρώματα του άλματος εις ύψος και επί κοντώ, την ώρα που από τα μεγάφωνα ακούγονταν σειρήνες για πυρκαγιά αλλά και… μουσική. Μήπως κατευνάσει τα πνεύματα.

Οι οπαδοί της Ντιναμό αποχώρησαν από τις κερκίδες και αυτοί του Ερυθρού Αστέρα έμειναν μέχρι αργά στο Μάξιμιρ υπό τον κλοιό της πολιτοφυλακής. Αργά το βράδυ όμως και μέχρι να αποχωρήσουν από την πόλη με πούλμαν, σημειώθηκαν κι άλλα επεισόδια. Ευτυχώς ωστόσο, περιορίστηκαν μόνο ανάμεσα σε οπαδούς, καθώς οι κάτοικοι του Ζάγκρεμπ δεν βγήκαν στους δρόμους. «Αν είχαν βγει στους δρόμους, θα ήταν κόλαση», σχολίαζε ο Άντουν Βρντόλιακ. «Σίγουρα θα υπήρχε στρατιωτική επέμβαση και όλα τα αποτελέσματα των εκλογών θα ακυρώνονταν και ποιος ξέρει τι θα συνέβαινε στη συνέχεια με την Κροατία».
Τα μέσα ενημέρωσης διχάστηκαν μια μέρα αργότερα: οι Κροάτες ήταν εναντίον των οπαδών του Ερυθρού Αστέρα και της πολιτοφυλακής, ενώ η σερβική πλευρά κατηγόρησε τους Κροάτες για εθνικισμό και πρόκληση ταραχών που θα κατέστρεφαν τη Γιουγκοσλαβία. Συμφώνησαν σε ένα πράγμα: 193 τραυματίστηκαν στις ταραχές, εκ των οποίων οι 117 ήταν αστυνομικοί, απαγγέλθηκαν 20 ποινικές και 60 πλημμεληματικές κατηγορίες.

Μετά από εκείνη τη σκοτεινή μέρα στο στάδιο Μάξιμιρ όπου επικράτησε πραγματικό χάος, πολλοί πήγαν στη μάχη όταν ξεκίνησε ο Κροατικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας.
Tο CNN συμπεριέλαβε την κόλαση του Μάξιμιρ ανάμεσα στους πέντε αγώνες που σημάδεψαν το παγκόσμιο ποδόσφαιρο: «Η Γιουγκοσλαβία βρισκόταν στα τελευταία της και απλώς περίμενε να εκραγούν τα πάντα. Στην Κροατία, πριν από τον αγώνα Ντιναμό-Ερυθρός Αστέρας, το κόμμα που υποστήριζε την ανεξαρτησία κέρδισε τις εκλογές. Τα γεγονότα της 13ης Μαΐου 1990 ήταν η εισαγωγή στην πιο αιματηρή σύγκρουση στην Ευρώπη από την ήττα των Ναζί το 1945» ανέφερε.
«Είχα γεμάτο ρεβόλβερ, θα τον είχα πυροβολήσει»
Χρόνια αργότερα, τόσο ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν όσο και ο αστυνομικός Ρέφικ Αχμέτοβιτς μίλησαν για τα όσα συνέβησαν την 13η Μαΐου του 1990. Κανείς από τους δύο δεν μετάνιωσε.

«Πρώτα απ' όλα, προστάτεψα τους παίκτες μας, την αξιοπρέπεια όλων μας που ήμασταν στο γήπεδο, αλλά προστάτευσα και τον εαυτό μου, επειδή άρχισαν να με χτυπούν και κανονικά θα έπρεπε να είχα αντιδράσει. Ποτέ δεν ήθελα να αναλάβω τον ρόλο ενός ήρωα, γιατί πιστεύω ότι οι ήρωες είναι οι πολεμιστές μας που σήκωσαν το πραγματικό βάρος του πολέμου», λέει σήμερα ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν.
Όσο για τον Αχμέτοβιτς; Υπήρξε «ποταμός» λέγοντας πως υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι κάποιος εμπλέκεται και ενορχήστρωσε τη βίαιη αντιπαράθεση.
«Είδα έναν οπαδό της Ντιναμό να κατευθύνεται προς τον συνάδελφό μου με έναν μεταλλικό κουβά στο χέρι, θέλοντας να τον χτυπήσει στο κεφάλι. Κατευθύνθηκα προς τον συνάδελφό μου για να του σώσω τη ζωή. Πρόλαβα τον οπαδό, έριξα τον κουβά του κάτω και, επιπλέον, τον χτύπησα στον ώμο με ένα ξύλο αρκετές φορές.
Ο Μπόμπαν έτρεξε και με ρώτησε τι έκανα και φώναξα: "Τι κάνεις εδώ, ο προπονητής σου είπε να πας στα αποδυτήρια". Όλοι οι παίκτες είχαν υποχωρήσει, αλλά τρεις ή τέσσερις παρέμειναν. Αντί να φύγει, κάλεσε τους οπαδούς να μπουν στο γήπεδο. Περπάτησα προς το μέρος του και είδα ότι ήθελε να παλέψει. Ήταν γρήγορος, έλεγαν ότι είχε μαύρη ζώνη και ήταν ενεργός αθλητής.
Τον άρπαξα από τη βουβωνική χώρα με το γκλομπ μου. Απομακρύνθηκε από μένα, σαν να ήθελε να τρέξει και σκόπευε να με χτυπήσει στα πλευρά, αλλά δεν τα κατάφερε γιατί τον χτύπησε στον αγκώνα ο συνάδελφός μου από το Κνιν. Ο Μπόμπαν με άρπαξε από το χέρι, ρίχνοντας το κράνος μου στην αριστερή πλευρά περίπου δύο ή τρία μέτρα. Όταν άρχισα να το σηκώνω από το γήπεδο και έσκυψα, είδα τον Μπόμπαν στον αέρα με τα γόνατά του ενωμένα. Δεν μπορούσα να κινηθώ αριστερά ή δεξιά. Με κλώτσησε στον ώμο και με έσπρωξε μακριά με τα χέρια του. Δεν περίμενα να μου επιτεθεί, αλλιώς μάλλον θα είχα τοποθετηθεί διαφορετικά. Το σίγουρο είναι ότι δεν τον φοβόμουν καθόλου».

Στην ηχογράφηση, ακούγονται οι συνάδελφοί σου να φωνάζουν: «Πυροβόλησέ τον πισώπλατα». Είχες ένα γεμάτο πιστόλι. Άκουσες αυτές τις φωνές μέσα σε όλη αυτή την αναταραχή;
«Ακόμα και χωρίς αυτές (τις φωνές), είχα πάρει μια απόφαση: αν ξαναρχίσει και αν γυρίσει προς το μέρος μου, θα βγάλω το όπλο μου. Πρώτα μια προειδοποιητική βολή προς τα πάνω και μετά στα κάτω άκρα. Αν συνέχιζε, θα είχα πυροβολήσει προς τα κάτω. Ποιος ξέρει, αν με είχε χτυπήσει την πρώτη φορά, ίσως να είχα πυροβολήσει και τότε.
Ο προπονητής της Ντιναμό, Γιόσιπ Κούζε, ήρθε και πήρε μακριά τον Μπόμπαν. Έτσι πιθανότατα τον έσωσε και θα πέθαινα κι εγώ αργότερα. Θα με είχαν βάλει στη φυλακή, θα είχε ξεκινήσει πόλεμος, και αμφιβάλλω αν θα είχα βγει ζωντανός. Είναι καλό που ο Κούζε ήταν νηφάλιος.
Ο Μπόμπαν δέχτηκε επίσης έξι ή επτά χτυπήματα στη βουβωνική χώρα, στα γεννητικά όργανα, στην κάτω κοιλιακή χώρα και στον αριστερό αγκώνα. Παραπονέθηκε σε δημοσιογράφους στο γήπεδο Ντιναμό το πρωί ότι είχε χτυπηθεί στα γεννητικά όργανα και στον αγκώνα. Δεν τα πήγε τόσο καλά όσο νόμιζε. Ήταν επίσης συγκάτοικος του Φράνιο Τούτζμαν, ο οποίος εξελέγη πρόεδρος της Κροατίας λίγες εβδομάδες πριν από αυτόν τον αγώνα. Ο πατέρας του Μπόμπαν είχε μια μεγάλη επιχείρηση και πιθανότατα βοηθούσε το κόμμα της Κροατικής Δημοκρατικής Ένωσης. Το παιδί είχε πραγματικά μεγαλώσει. Μέσα σε όλη αυτή την κόλαση, καλούσε το πλήθος να μπει στο γήπεδο. Ήμουν θυμωμένος με τους ποδοσφαιριστές εξαιτίας αυτού. Έπρεπε να είχαν υποχωρήσει όπως τους είχε διαταχθεί. Αν οι παίκτες είχαν πάει στα αποδυτήρια, θα προσπαθούσαμε να ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση. Αλλά, δεν το έκαναν. Τότε έβραζα από οργή. Ωστόσο, αν ο αγώνας είχε ξεκινήσει, μπορεί να υπήρχαν νεκροί.
Γνώρισες τον Μπόμπαν μετά από όλα όσα συνέβησαν στο Μάξιμιρ;
Ναι, μετά από δύο ή τρεις μέρες. Οι συνάδελφοί μου με συμβούλεψαν να τον βρω κάπου και να τον τιμωρήσω, για όλα όσα μου έκανε πάνω στη δουλειά μου, αλλά δεν συμφώνησα. Τέλος πάντων, συναντηθήκαμε σε μια καφετέρια στο πάρκο πίσω από το γήπεδο της Ντιναμό. Πήγα με τέσσερις ή πέντε συναδέλφους. Ο Μπόμπαν μου άπλωσε το χέρι του, αλλά ήταν γεμάτος από «εγώ». Μείναμε εκεί για 15-20 λεπτά, μιλήσαμε λίγο, ήπια έναν χυμό και έναν καφέ και ο καθένας μας, ακολούθησε μετά τον δικό του δρόμο. Αποδείχθηκε εθνικός ήρωας στη χώρα του, ανάμεσα στον λαό του και εγώ ήμουν κάποιος που χτύπησε τον αρχηγό της Ντιναμό με γκλομπ στο γήπεδο του.
Τι ήθελαν πραγματικά οι οπαδοί εκείνη την 13η Μαΐου 1990 στο Ζάγκρεμπ;
Οι οπαδοί της Ντιναμό είχαν προετοιμάσει την εξόντωση του Ντράγκαν Στοΐκοβιτς! Ο Πίξι ήταν ο καλύτερος παίκτης της Ζβέζντα (Ερυθρού Αστέρα) εκείνη την εποχή. Ό,τι ήταν ο Μπόμπαν για τη Ντιναμό, ήταν ο Πίξι για τους κατοίκους του Βελιγραδίου. Και γι' αυτό τους ενοχλούσε. Και πώς φτάσαμε σε αυτή την ανακάλυψη; Για δύο ολόκληρες εβδομάδες μετά από εκείνο το μεγάλο περιστατικό, οι συνάδελφοί μου κι εγώ επισκεπτόμασταν καφετέριες και άλλα σημεία συνάντησης οπαδών της Ντιναμό. Τους ψάχναμε, αναγνωρίζαμε όσους είχαν τρέξει στο γήπεδο από τη βόρεια κερκίδα εναντίον της Ζβέζντα και τους συλλάβαμε. Όταν τους πιέσαμε λίγο και τους ρωτήσαμε ποιο ήταν το κίνητρο για εκείνη την επίθεση, ακούγαμε: «Η συμφωνία ήταν να σκοτώσουν τον Πίξι!» Όλοι έλεγαν ότι είχαν λάβει εντολή να σκοτώσουν τον Πίξι. Σύντομα, με την αλλαγή κυβέρνησης, έγινε ένα μπάχαλο στα αστυνομικά τμήματα, οπότε κανείς δεν επέμενε να μάθει ποιος έδωσε την εντολή να σκοτώσουν τον Στοΐκοβιτς».
Λίγο μετά την αιματηρή συμπλοκή των οπαδών στο Μάξιμιρ και στους δρόμους του Ζάγκρεμπ, ο 25χρονος τότε Αχμέτοβιτς πήρε αναρρωτική άδεια και μετά επέστρεψε στη Βοσνία. Αφού έβγαλε τη στολή του, το 1996 άνοιξε σχολή οδηγών και αργότερα έγινε μέλος της Επιτροπής Εξετάσεων Οδήγησης στο Καντόνι του Σεράγεβο.
* Με πληροφορίες από Thesefootballtimes, Vreme, Ekspres, Guardian, DailyMail, CNN.
- «Όταν ξεκίνησε η ταινία, με έπιασε η ψυχή μου»: Βασίλης Μπισμπίκης και Μαρία Κεχαγιόγλου στο Reader
- Συνελήφθη γνωστός επιχειρηματίας για απάτες σε καζίνο: Θύματα ο Σπύρος Μαρτίκας και ο Παντελής Παντελίδης
- Τραγωδία στη Στοκχόλμη: Διώροφο λεωφορείο έπεσε σε στάση - Αναφορές για πολλά θύματα
- Θάλεια Ματίκα: «Τα χάσαμε όλα με τον Τάσο και βρεθήκαμε και χρεωμένοι»
Ακολουθήστε το Reader στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις και τα νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.