Μενού
palamas
Κωστής Παλαμάς
  • Α-
  • Α+

Μια ημέρα σαν σήμερα, στις 27 Φεβρουαρίου 1943, μέσα στα μαύρα χρόνια της ναζιστικής κατοχής, η Ελλάδα βυθίστηκε στο πένθος επειδή ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς της φάρους, «έσβησε». Ο Κωστής Παλαμάς είχε πεθάνει στο σπίτι του στην οδό Περιάνδρου 3 στην Πλάκα. «Χτες βράδυ μία είδηση ακατανόητη μας ήρθε. Μία είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-Παλαμάς πέθανε. Είχαμε ξεχάσει πως ήταν θνητός» έγραψε στο προσωπικό της ημερολόγιο η Ιωάννα Τσάτσου. Με αγνό πανανθρώπινο ιδεαλισμό και πηγαία λυρική πνοή, ο Παλαμάς δημιούργησε μια ολόκληρη εποχή και έγινε δάσκαλος στις νεώτερες γενιές.

«Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατί είμ’ εγώ κι ο κτίστης»

Ο Κωστής Παλαμάς ήταν μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές φυσιογνωμίες του νέου Ελληνισμού. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής «γενιάς του 1880» και της αποκαλούμενης «Νέας Αθηναϊκής Σχολής». Στο ποιητικό του έργο, που ξεπερνά τις είκοσι συλλογές, κυριαρχεί η Ελλάδα ως ιδανικό και αντικείμενο αγάπης, η πορεία του ελληνικού έθνους μέσα στους αιώνες, η προσπάθεια δημιουργικής αφομοίωσης του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της λαϊκής παράδοσης και το πνεύμα της οικουμενικότητας του ελληνικού πολιτισμού. Είχε γεννηθεί στην Πάτρα τον Ιανουάριο του 1859 με μεσολογγίτικη καταγωγή. Σε ηλικία επτά ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και μητέρα και πήγε να ζήσει στο Μεσολόγγι με τον θείο του Δημήτριο Παλαμά. Στο Μεσολόγγι, που τόσο αγάπησε και τραγούδησε νοσταλγικά, έζησε έως το 1875, οπότε έφυγε για την Αθήνα. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή αλλά δεν άργησε να καταλάβει πως ο προορισμός του ήταν η ποίηση.

Ο Παλαμάς υπήρξε διαρκώς παρών με το δημιουργικό του πνεύμα στις αγωνίες και τους αγώνες του λαού στην η εποχή των μεγάλων οραμάτων. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής «γενιάς του 1880» και της αποκαλούμενης «Νέας Αθηναϊκής Σχολής», η οποία συσπείρωνε νέους ποιητές που αντιδρούσαν στις υπερβολές του αθηναϊκού ρομαντισμού και ενδιαφέρονταν για την καθιέρωση της δημοτικής στον ποιητικό λόγο. Η φήμη του Κωστή Παλαμά υπήρξε Παγκόσμια. Ήταν ο Ποιητής του «Ολυμπιακού Ύμνου», του Ύμνου που συνοδεύει κάθε Ολυμπιακή διοργάνωση.

Είναι ο δημιουργός δυο επικών συνθέσεων: του «δωδεκάλογου του γύφτου» (1907) και της «φλογέρας του Βασιλιά» (1910), που τον ανέβασαν στην κορυφή. Το 1934 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, καθώς η φήμη του είχε προ πολλού διαβεί τα σύνορα της χώρας.

Στις 9 Φεβρουαρίου του 1943 πέθανε η αγαπημένη του σύζυγος, η Μαρία. Ο ποιητής ήταν βαριά άρρωστος εκείνη την περίοδο. Η θλίψη και ο πόνος από την απώλεια της συντρόφου του, επέφερε ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του. Τελικά, δεν άντεξε. Στις 27 Φεβρουαρίου, 18 ημέρες αργότερα, δηλαδή, την ακολούθησε και εκείνος... Στις 28 Φεβρουαρίου, πραγματοποιήθηκε η κηδεία του. Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ έστειλε προσωπικό στέφανο στη μνήμη του Κωστή Παλαμά, αεροπορικώς από το Βερολίνο!

Η νεκρώσιμη πομπή μετατράπηκε σε πατριωτικό ξέσπασμα μέσα στις ζοφερές συνθήκες της Κατοχής και μπροστά στα μάτια των Γερμανών. Στο Α' Νεκροταφείο εκτυλίχθηκαν συγκλονιστικές στιγμές. Όταν το φέρετρο οδηγήθηκε στην τελευταία κατοικία του μεγάλου ποιητή, ο γερμανός αξιωματικός, πλησίασε για να καταθέσει στεφάνιο λογοτέχνης Γιώργος Κατσίμπαλης άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο: «''Σε γνωρίζω από την κόψη...''. Ακολούθησε το συγκεντρωμένο πλήθος, «πρώτα δειλά ύστερα η φωνή κατάκτησε όλον τον κόσμο, μυριόστομη. Ήταν η στιγμή η πιο συγκινητική. Ο κόσμος τραγουδούσε με πάθος. Κάποιος φώναξε Ζήτω η ελευθερία του πνεύματος. Αλλά ο κόσμος ήθελε ελευθερία σκέτη και φώναζε Ζήτω η Ελευθερία!», περιέγραψε συγκλονιστικά ο Κωνσταντίνος Τσάτσος.

Ο μεγάλος έρωτας για την 20χρονη «Ραχήλ» 

Τα Χριστούγεννα του 1920 ο Κωστής Παλαμάς, επισκέφθηκε στο σπίτι του τον ανιψιό του Χρήστο Ξανθόπουλο. Ο Παλαμάς εντυπωσιάστηκε από μια ξεχωριστή παρουσία. Ήταν η 20χρονη τότε Ελένη Κορτζά η οποία όταν έγιναν οι συστάσεις είπε στον ήδη καταξιωμένο ποιητή πως... «δεν γνωρίζω κάποιον ποιητή Παλαμά»!

Ο Παλαμάς με τη νεαρή Ελένη συνέχισαν να βρίσκονται κάθε Σάββατο στο σπίτι του ανιψιού του. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο μεγάλωνε ο έρωτάς του για εκείνη. Άρχισε να τις γράφει γράμματα. «Επέρασα μια νύχτα, τη νύχτα της Δευτέρας προς την Τρίτη, με το λυρικό, το μεθυστικό πυρετό της ενθύμησής σου. Το δειλινό της Δευτέρας μου το εξακολούθησε και μου το συμπλήρωσε η νύχτα ίσα με τα ξημερώματα της Τρίτης, με όλη την αχαλίνωτη ελευθερία της φαντασίας, με όλη την ωραία, την ηδονόπαθη, τη λογική, τη βαθυστόχαστη, την τρομαχτική, την εντατική ασυναρτησία του ονείρου», της είχε γράψει.

Στη συνέχεια οι συναντήσεις τους «φιλοξενούνταν» στο ιδιωτικό σπουδαστήριο του Παλαμά στην οδό Ασκληπιού 3. Εκεί, οι δυο τους, συζητούσαν με τις ώρες για κάθε θέμα που τους αφορούσε, ενώ έκαναν και πολιτικές ή λογοτεχνικές συζητήσεις. Η φύση αυτής της ιδιαίτερης σχέσης ακόμα και σήμερα απασχολεί πολλούς μελετητές του έργου και της ζωής του Παλαμά χωρίς να έχει δοθεί κάποια απάντηση. Ας μην ξεχνάμε πως ο Παλαμάς ήταν παντρεμένος ήδη από το 1887 με τη Μαρία Βάλβη οπότε αυτός ο έρωτας ήταν... «παράνομος».

Η Ελένη Κορτζά έπασχε από φυματίωση και έτσι τον χειμώνα έφευγε από την Ελλάδα για να πηγαίνει σε πιο ζεστές χώρες. Η μεταξύ τους αλληλογραφία κάλυπτε την απουσία και ταυτόχρονα αποκάλυπτε έναν μεγάλο έρωτα που κράτησε για 14 ολόκληρα χρόνια! Ο Παλαμάς, μάλιστα, στα γράμματά του ονόμαζε την Ελένη... «Ραχήλ». Στις 31 Αυγούστου του 1924 της έγραφε:

«Η αλήθεια είναι πως τα γράμματά σου ­ και μάλιστα το τελευταίο σου ­ είναι σαν κάποια ωραία μάτια εκφραστικά που σε κοιτάζουν δακρυοπνιγμένα, μα χωρίς να στάζουνε τα δάκρυά τους, και χωρίς να χάνουν τίποτε από την ομορφιά τους τα μάτια αυτά. Μάλιστα γίνονται ομορφότερα. Μα η αλήθεια είναι πως θα τα ήθελα τα μάτια αυτά (παραμερίζοντας κάθε αισθητικό εγωισμό), πως θα τα ήθελα να μη πνίγονται δακρυσμένα, θα τα ήθελα ολοκάθαρα να λάμπουν και να χαμογελούν με το χαμόγελο εκείνο των ωραίων ματιών που κάποτε και πότε είναι εκφραστικώτερο και ποθητότερο από το χαμόγελο που ανατέλλει στα χείλη· κάποτε και πότε σημειώνω, γιατί δεν είναι τίποτε ωραιότερο ­ καθώς κάπου το παρατηρεί και ο Τολστόης ­ από το χαμόγελο του ανθρώπου· το μειδίαμα, βέβαια, που κέντρο του το στόμα είναι, μα που απλώνεται φωτίζοντας, με το φως μιας αυγής, ολόκληρο το πρόσωπο... Τα γράμματά σου πώς πονούν! Παλμός τους είναι η μελαγχολία, μια deception τα τρεμοσαλεύει κ' ένας φόβος τα κιτρινίζει. Αστείος και αφελής θα ήμουν αν προσπαθούσα να σε παρηγορήσω. Μα και δεν πρέπει να σου σιωπήσω δυο πράγματα: Πρώτα, πως μου δίνουν κ' εμένα ένα πένθος που όσο κι αν είναι δυσκολοέκφραστο, εύκολα θα μπορής να το εννοήσης. Επειτα και μαζί πως μου δίνουν μια χαρά. Το πένθος είναι από το πένθος σου, και η χαρά από τη σκέψη πως με θεωρείς άξιο της εμπιστοσύνης σου ώστε να γέρνης προς την ψυχή μου το πρόσωπο της θλίψης σου».

Το 1935 η Ελένη Κορτζά έφυγε από την Ελλάδα. Ακολούθησε στην Αφρική τον πατέρα της ο οποίος ήταν στρατιωτικός και πήρε μετάθεση για εκεί. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1944, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Παλαμά. Δεν ήταν εδώ όταν εκείνος έκλεισε τα μάτια του. Ούτε πήγε στην κηδεία του.

Δείτε επίσης:

Απίστευτο και όμως... ελληνικό: Έβαψαν τη διάβαση και άφησαν πάνω το παρκαρισμένο αμάξι

Το διάσημο καθαριστικό που μπορεί να «ταΐζει» τη μούχλα αντί να τη σκοτώνει

Ελεονώρα Μελέτη: «Άνδρας φίλης σου δεν υπάρχει στο οπτικό σου πεδίο, υπάρχουν αρχές»

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA