Ο Ντόναλντ Τραμπ προσπάθησε να κρατηθεί στην εξουσία με κάθε τρόπο.
Η στρατηγική του, προκειμένου να κερδίσει μια δεύτερη θητεία, περιλάμβανε νομικούς ελιγμούς, απειλές και κορυφώθηκε με τα γεγονότα του Καπιτωλίου δύο μόλις εβδομάδες πριν από την ορκωμοσία του διαδόχου του, Τζο Μπάιντεν. Ωστόσο, παρά τη διαρκή του άρνηση να παραδεχτεί την ήττα του, ο απερχόμενος πρόεδρος δεν κατάφερε να προκαλέσει μια συνταγματική κρίση κατά την προεδρική μετάβαση.
Συνήθως, οι απερχόμενοι πρόεδροι αναμένεται να περάσουν ήρεμα τις τελευταίες τους ημέρες στο αξίωμα, βοηθώντας μια ομαλή μετάβαση, καθώς η χώρα περιμένει από τον νεοεκλεγέντα ηγέτη της να ορίσει την πολιτική ατζέντα. Αρκετές φορές, ο τέως και ο νυν πρόεδρος συνεργάστηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή. Όμως, σε πολλές περιπτώσεις οι σχέσεις τους ήταν γεμάτες ένταση και αντιπαραθέσεις ή ακόμη και αδιαφορία.
Οι ΗΠΑ είναι μια από τις χώρες που έχουν μεγάλη εμπειρία στη διαχείριση αναταραχών που προκύπτουν κατά την αλλαγή των κυβερνήσεων. Μια ματιά στους τελευταίους δύο αιώνες της ιστορίας τους μπορεί να αποβεί εξόχως διδακτική.
Η κόντρα Άνταμς-Τζέφερσον άνοιξε την αυλαία
Όταν ο Τζον Άνταμς έχασε από τον Τόμας Τζέφερσον το 1800, οι δύο άνδρες, κάποτε φίλοι, αναφέρονταν με τα χειρότερα λόγια ο ένας για τον άλλον κατά τη διάρκεια της εκστρατείας. Καθ' όλη τη δεκαετία του 1790, οι ακανθώδεις πολιτικές διαφορές σχετικά με το μοντέλο της κεντρικής εξουσίας που προέκρινε ο Άνταμς έναντι του οράματος του Τζέφερσον για την κυριαρχία των πολιτειών είχαν διαρρήξει τη φιλία των δύο πολιτικών.
Αφορμή ήταν ο διορισμός ενός ξαδέλφου του Τζέφερσον στο πόστο του υπουργού Δικαιοσύνης από τον Άνταμς, κάτι που -ειρωνικά- ο νέος πρόεδρος υποστήριξε ότι δεν θα πρέπει να συμβαίνει από τον ηττημένο των εκλογών, που μετράει μέρες μέχρι να εγκαταλείψει το αξίωμα. Αυτή η οργή εξωτερικεύτηκε στις εκλογές του 1800, όταν οι Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικανοί του Τζέφερσον επιτέθηκαν στη διοίκηση του Άνταμς για την επέκταση των ομοσπονδιακών εξουσιών.
Με τη σειρά τους, οι ομοσπονδιακοί σύμμαχοι του Άνταμς κατέκριναν την υποστήριξη του νέου προέδρου στη Γαλλική Επανάσταση και αμφισβήτησαν τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Οι δύο πλευρές τσακώθηκαν στον τύπο, εκτοξεύοντας προσβολές. Οι ψηφοφόροι προσπάθησαν να προσαρμοστούν στην αναταραχή ενός νέου θεσμού στην αμερικανική ζωή: της κομματικής πολιτικής.
Μετά από μια εκλογική κρίση, ο Άνταμς, έτοιμος να αποχωρήσει από την Ουάσινγκτον, έγραψε στον Τζέφερσον ένα σύντομο σημείωμα, για να ενημερώσει ότι άφησε πίσω του επτά άλογα και δύο άμαξες για χρήση από τον διάδοχό του. Ωστόσο, όπως έκανε ο Τραμπ με τον Μπάιντεν, έτσι και ο Άνταμς προτίμησε να μην παρευρεθεί στην πρεμιέρα του διαδόχου του στις 4 Μαρτίου 1801.
Η αξιοσημείωτη αλληλογραφία που οι δυο τους συνέχισαν να ανταλλάσσουν μέχρι τους σχεδόν ταυτόχρονους θανάτους τους στις 4 Ιουλίου 1826 καταδεικνύει ότι η μεταβίβαση εξουσίας μπορεί να είναι το μεσαίο και όχι το τελευταίο κεφάλαιο της σχέσης μεταξύ δύο Αμερικανών προέδρων.
Το γλέντι στον Λευκό Οίκο
Η επόμενη αναταραχή, μεγαλύτερης κλίμακας αυτή τη φορά, ήρθε το 1824. Ο Τζον Κουίνσι Άνταμς εξελέγη ως ο 6ος πρόεδρος αντί του Άντριου Τζάκσον, με απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων. Αυτό οδήγησε σε κατηγορίες από τον δεύτερο για κλεμμένες εκλογές. Ο Τζάκσον δεν είχε κερδίσει την πλειοψηφία στην ψηφοφορία των εκλεκτόρων και εν συνεχεία επιδόθηκε σε μια τετραετή καμπάνια συκοφάντησης του αντιπάλου του, η οποία κορυφώθηκε το 1828.
Ο Άνταμς συμπεριέλαβε στο κατηγορητήριο και προσωπικές επιθέσεις στη σύζυγο του πολιτικού του αντιπάλου, Ρέιτσελ, την οποία εγκάλεσε για πορνεία και διγαμία. Σαν τελευταία πράξη, έφυγε από την Ουάσινγκτον χωρίς να παρευρεθεί στην ορκωμοσία του διαδόχου του και δεσμεύτηκε να επιστρέψει για να πολεμήσει τον Τζάκσον, τον οποίο θεωρούσε επικίνδυνο.
Πριν προλάβει να αποσώσει τις κουβέντες του, οι υποστηρικτές του νέου προέδρου διοργάνωσαν ένα τρικούβερτο γλέντι στον Λευκό Οίκο, που κατέληξε σε σπασμένα παράθυρα, λερωμένα χαλιά, διαλυμένες πορσελάνες και κατεστραμμένα έπιπλα. Ο Τζάκσον αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το κτίριο για να μη συνθλιβεί από το πλήθος. Το 1831, ο Άνταμς έκανε την υπόσχεσή του πράξη, επιστρέφοντας ως βουλευτής και πολεμώντας τον Τζάκσον σε πολλά θέματα. Παραμένει ο μόνος πρώην πρόεδρος που εξελέγη με λαϊκή ψηφοφορία στο Κογκρέσο σε όλη την αμερικανική ιστορία μέχρι σήμερα.
Η μετάβαση που οδήγησε σε Εμφύλιο
Καμία μετάβαση από έναν ζώντα πρόεδρο σε άλλον δεν ήταν τόσο επικίνδυνη όσο αυτή μεταξύ του Τζέιμς Μπιουκάναν και του Αβράαμ Λίνκολν το 1861.
Μεταξύ της εκλογής του Λίνκολν και των εγκαινίων του, επτά νότιες πολιτείες αποσχίστηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες και σχημάτισαν μια νέα κυβέρνηση, τις Συνομοσπονδιακές Πολιτείες της Αμερικής. Ο εκλεγμένος πρόεδρος προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει τον 65χρονο Μπιουκάναν να μη δεχτεί τις αποσχιστικές τάσεις. Καθώς ο Λίνκολν προετοιμαζόταν να αναλάβει καθήκοντα τον Μάρτιο, οκτώ ακόμα πολιτείες συζητούσαν αν θα ενταχθούν στη Συνομοσπονδία.
Ο Λίνκολν διακήρυξε στην εναρκτήρια ομιλία του στις 4 Μαρτίου ότι ο Βορράς και ο Νότος «δεν πρέπει να είναι εχθροί», αλλά αυτό δεν εμπόδισε τους φανατικούς από την αποστολή απειλών θανάτου. Ο Εμφύλιος Πόλεμος ξεκίνησε μόλις λίγες εβδομάδες από την αρχή της θητείας του νέου προέδρου και με το έθνος απροετοίμαστο για ένοπλη σύγκρουση.
Το πιο οριακό αποτέλεσμα
Το 1868, ο απερχόμενος πρόεδρος Άντριου Τζόνσον αρνήθηκε να παραστεί στην τελετή ορκωμοσίας του διαδόχου του Οδυσσέα Γκραντ, παραμένοντας στον Λευκό Οίκο μέχρι να ολοκληρωθεί η τελετή. Οκτώ χρόνια αργότερα ήρθε το πιο οριακό αποτέλεσμα που έχει ποτέ καταγραφεί στην αμερικανική ιστορία. Το πεδίο αντιπαράθεσης ήταν μια διαμάχη για το ποιος είχε κερδίσει τις εκλογικές ψήφους τριών πολιτειών του Νότου (Νότια Καρολίνα, Λουιζιάνα και Φλόριντα).
Η διχογνωμία κράτησε για σχεδόν 4 μήνες, μέχρι που καταλάγιασε μόλις δύο ημέρες πριν από την οκρωμοσία υπό τον φόβο ενός νέου Εμφυλίου. Ο νικητής Σάμιουελ Τίλντεν σκέφτηκε μέχρι και να επιτρέψει στον προκάτοχό του Οδυσσέα Γκραντ να παραμείνει στην εξουσία εφόσον η κρίση δεν ξεπερνιόταν.
Η φιλία που χάλασε λόγω New Deal
Όταν ο Χέρμπερτ Χούβερ έχασε την επανεκλογή του από τον φίλο του Φράνκλιν Ρούσβελτ το 1932, στις χειρότερες στιγμές της Μεγάλης Ύφεσης, οι δύο άνδρες δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν στις ενέργειες που έπρεπε να γίνουν κατά τη διάρκεια των τεσσάρων μηνών μέχρι την επίσημη αλλαγή φρουράς τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς. Το ακανθώδες ζήτημα ήταν η επιδείνωση της οικονομίας, για την οποία ο Χούβερ ζητούσε από τον Ρούσβελτ μια δημόσια παραδοχή ότι δεν αποτελούσε δική του ευθύνη.
Μάλιστα, ο Ρούσβελτ λίγο έλειψε να δολοφονηθεί στο Μαϊάμι της Φλόριντα στις 15 Φεβρουαρίου 1933. Ο Δήμαρχος του Σικάγου, Άντον Σέρμακ, καθισμένος δίπλα του, ήταν εκείνος που δέχτηκε τα πυρά του δράστη, Τζουζέπε Ζανγκάρα.
Όταν έφτασε η μέρα του όρκου, στις 4 Μαρτίου 1933, οι δύο άνδρες ήταν πρώην φίλοι. Ο Χούβερ καταδίκασε το New Deal του Ρούσβελτ και δεν του ξαναμίλησε ποτέ.
Οι σχέσεις που αποκαταστάθηκαν και η «παραφωνία» Τραμπ
Ο απερχόμενος πρόεδρος Χάρι Τρούμαν δεν είχε την καλύτερη άποψη για τον μετέπειτα πλανητάρχη Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Γι'αυτό, άλλωστε, η μεταβίβαση εξουσίας τον Ιανουάριο του 1953 δεν ήταν ιδιαίτερα θερμή. Ο Τρούμαν είχε σκεφτεί τον Αϊζενχάουερ ως πιθανό διάδοχο το 1948, αλλά ο δεύτερος απέρριψε την προσφορά. Έπρεπε να δολοφονηθεί ο Τζον Κένεντι το 1963, ώστε οι δυο τους να συμφιλιωθούν κατά τη διάρκεια της κηδείας.
Παρόμοια συναισθήματα έτρεφε και ο Τζέραλντ Φορντ για τον Τζίμι Κάρτερ μετά τη σκληρή μάχη μεταξύ τους το 1976. Η μεταβατική περίοδος ήταν σχετικά ομαλή, αλλά η προεδρία Κάρτερ συνοδεύτηκε με άκρως υποτιμητικά σχόλια από τον Φορντ. Εν τέλει, αυτό που ένωσε τους δύο προέδρους ήταν οι ... γυναίκες τους, οι οποίες έγιναν φίλες. Η αποκατάσταση των σχέσεων επισφραγίστηκε με τη συμφωνία ότι όταν ένας από τους δύο έφευγε από τη ζωή, ο άλλος θα εκφωνούσε τον επικήδειο. Όπερ και εγένετο, με τον Κάρτερ να είναι εκείνος που αποχαιρέτησε τον προκάτοχό του τον Δεκέμβριο του 2006.
Ο Μπιλ Κλίντον και η σύζυγός του Χίλαρι ήταν ισχυροί επικριτές του Τζορτζ Μπους του νεότερου κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας το 2000. Τότε, ο Αντιπρόεδρος του Κλίντον, Αλ Γκορ, κέρδισε τη λαϊκή ψήφο, αλλά η αβεβαιότητα για την τύχη της πολιτείας της Φλόριντα οδήγησε σε αντιπαράθεση 36 ημερών με νομικές ενέργειες και από τα δύο πολιτικά κόμματα. Όταν το Ανώτατο Δικαστήριο παρενέβη, ο Αλ Γκορ ανακοίνωσε την ήττα του. Με την πάροδο του χρόνου, οι Κλίντον έγιναν φίλοι με όλη την οικογένεια Μπους, παρά τις πολιτικές αντιπαραθέσεις.
Πιο πρόσφατα, όταν ο Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να συνεργαστεί με τον Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, όλες οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό. Ο μέχρι πρότινος πρόεδρος των ΗΠΑ είχε μονάχα μια συνάντηση με τον προκάτοχό του λίγες μέρες μετά τις εκλογές του 2016 και στη συνέχεια έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να απαξιώσει το έργο του.
Πηγές: CNN, History News Network, National Geographic.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.